Ο Γουλιέλμος Μύλλερ (Johann Ludwig Wilhelm Müller, 1794-1827), Γερμανός φιλόλογος, μαθητής του πασίγνωστου για τα Prolegomena ad Homerum Φρειδερίκου Αυγούστου Βολφ (Friedrich August Wolf, 1759-1824), μεταφραστής, φιλέλληνας και προπάντων ποιητής, είναι ένας από τους τελευταίους ρομαντικούς και ταυτόχρονα πρόδρομος της λογοτεχνίας του Vormärz, της εποχής που προετοίμασε την επανάσταση του 1848. Γεννήθηκε κοντά με τον Σολωμό. Διάβασε στη συλλογή Φωριέλ τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν. Ύμνησαν και οι δύο ταυτόχρονα την ηρωική πτώση του Μεσολογγίου. Για τον Μύλλερ ήταν το κύκνειο άσμα. Για τον Σολωμό το Α’ Σχεδίασμα. Υπήρξε μία από τις ηγετικές μορφές του γερμανικού φιλελληνισμού. Στην εποχή του ήταν περισσότερο γνωστός ως ο ποιητής των Τραγουδιών για τους Έλληνες. Ο ίδιος τα χαρακτήρισε τραγούδια, λήντερ, ενώ είναι ποιήματα φλογερά, στη γραμμή του Τυρταίου, σχεδιασμένα με ταχύτητα εκτάκτου δελτίου ειδήσεων για τα δραματικά γεγονότα που συνέβαιναν στην επαναστατημένη Ελλάδα. Μετρώ 45 τίτλους. Αν τους βάλεις στη σειρά, έχεις όλους τους σταθμούς της επανάστασης του ’21 από την άλωση της Τριπολιτσάς μέχρι την πτώση του Μεσολογγίου. Απουσιάζει μόνο ἡ ναυμαχία του Ναυαρίνου. Ο Μύλλερ είχε πεθάνει είκοσι μέρες πριν. Έμεινε γνωστός ως ο «Μύλλερ των Ελλήνων» ή, όπως μεταφράζει ο Marco Hillemann, «Ελληνομύλλερ», παρωνύμιο που ηχούσε τότε μάλλον απαξιωτικά στα αφτιά πολλών Γερμανών.
Λησμονημένος σήμερα ακόμη και ως ποιητής της Ωραίας μυλωνούς και του Χειμωνιάτικου ταξιδιού, πασίγνωστων μουσικών κύκλων του Σούμπερτ. Ο συνθέτης πέθανε ένα χρόνο μετά τον ποιητή (1828). Βάσκανος η μοίρα τους. Μόνο που ο Σούμπερτ αξιώθηκε την υστεροφημία. Στην περίπτωση του Μύλλερ έχει συντελεστεί μια μεγάλη ιστορική αδικία.
Με την έννοια αυτή αδικημένοι είναι πολλοί ρομαντικοί ποιητές του 19ου αιώνα. Και η ποίηση, λ.χ., του Λόρδου Βύρωνα παραμένει ουσιαστικά άγνωστη. Ο Βύρων ήλθε στην Ελλάδα για να πολεμήσει, συγκρότησε τακτικό στρατιωτικό σώμα και πέθανε στο Μεσολόγγι. Δοξάστηκε κυρίως για τη θυσία του. Τον ύμνησε πρώτος ο Διονύσιος Σολωμός. Αλλά και ο Μύλλερ έγραψε γι’ αυτόν το μεγαλύτερο «τραγούδι» του. Ευτυχής υπήρξε η δεξίωση και του Βίκτωρος Ουγκώ. Το ποίημά του «Το Ελληνόπουλο» που μέχρι σήμερα ακούγεται ως θαυμάσιο ελληνικό ποίημα, μεταφράστηκε έξοχα από τον Κωστή Παλαμά, όπως εξ ίσου πετυχημένα αποδόθηκαν και τα υπόλοιπα πέντε από τη συλλογή Τα Ανατολικά [ή Ανατολίτικα] (Les Orientales, 1829). Εξ ίσου καλά αποδόθηκε το 1928 από τον Γεώργιο Στρατήγη το τραγούδι του Μύλλερ «Το Υδραιόπουλο» («Der kleine Hydriot»), δημοσιευμένο στη Νέα Εστία (τόμ. 3, 1928, 311). Στον μεσοπόλεμο, την εποχή που μνημονευόταν ακόμη ο Μύλλερ, στο μυθικό περιοδικό του μεσοπολέμου Μπουκέτο (1924-1946), δημοσιεύτηκαν, από το 1925 μέχρι το 1929, τέσσερα τραγούδια, μεταφρασμένα με διάθεση ποιητική από τον Άγι Θέρο (ψευδώνυμο του Σπύρου Θεοδωρόπουλου): «Σπαρτιατόπουλο», «Χήρα Σπαρτιάτισσα», «Η Σπαρτιάτισσα», «Ο Σπαρτιάτης» (τχ. 86, 87, 89, 297 αντίστοιχα). Αυτές οι ευτυχείς στιγμές δεν είχαν συνέχεια. Το ίδιο ελάχιστα γνωστά είναι και τα «φιλελληνικά» ποιήματα του Φρήντριχ Χαίλντερλιν, του σπουδαιότερου ποιητή. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει οδός ή πλατεία με το όνομά του. Μόνο μία λησμονημένη προτομή στο άλσος της Νέας Φιλαδελφείας. Ο Δήμος αγνοεί πώς και πότε βρέθηκε εκεί. Υπάρχει, όμως η οδός Μυλλέρου, στο Μεταξουργείο, μικρή παρηγοριά. Μόνον οι ελάχιστοι φιλαθηναίοι γνωρίζουν την ταυτότητα αυτού του «Μυλλέρου». Θα δούμε την ιστορία του δρόμου στη συνέχεια.
Γεννήθηκε στο Ντέσσαου (Dessau) στις 7 Οκτωβρίου 1794, όπου πέθανε σε ηλικία 33 ετών, στις 30 Σεπτεμβρίου 1827. Σπούδασε φιλοσοφία και ιστορία στο Βερολίνο, ζώντας παράλληλα στον λογοτεχνικό κύκλο των Άχιμ φον Άρνιμ (Achim von Arnim), Κλέμενς Μπρεντάνο (Clemens Brentano), Φρήντριχ Φουκέ (Friedrich de la Motte Fouqué), Λούντβιχ Τηκ (Ludwig Tieck). Στην ποίησή του επηρεάστηκε από τον Λόρδο Βύρωνα (George Gordon Byron, 1788-1824), πρότυπό του και στον φιλελληνικό Αγώνα που ο Άγγλος ρομαντικός προσέφερε με ζήλο κατά τη σύντομη ζωή του. Έγραψε τρεις κύκλους ποιημάτων, στη μορφή των Lieder, ασμάτων ή τραγουδιών, εμπνευσμένων από τον Αγώνα των Ελλήνων: Τραγούδια των Ελλήνων (Lieder der Griechen, 1821), Νέα τραγούδια των Ελλήνων (Neue Lieder der Griechen, 1823), Νεώτατα τραγούδια των Ελλήνων (Neueste Lieder der Griechen, 1824), καθώς και τον κύκλο Μεσολόγγι, τέσσερα τραγούδια (Missolunghi, 1826).
Στην ποίησή του είναι φανερή η ρομαντική, βυρωνική διάθεση και στάση, απόηχος του ρομαντικού κύκλου της Ιένας και των κοινωνικών ζυμώσεων που προοιωνίστηκαν την επανάσταση του 1848. Αλλά το ευρύτερο ιστορικό περιβάλλον δεν αρκεί για να εξηγηθεί η ψυχική διαμόρφωση και η αισθητική πολιτεία ενός ποιητή. Αν εστιάσουμε πιο κοντά, θα δούμε την ισχυρή επίδραση του γερού κλασικού φιλόλογου και δασκάλου του, του Βολφ. Αυτός τον προσανατόλισε στη μελέτη των δημοτικών τραγουδιών, εν προκειμένω των Ελλήνων, αφού και τα ομηρικά έπη ήταν κατά τον Βολφ συρραφή δημοτικών τραγουδιών που με όχημα την προφορική παράδοση έφτασαν ώς τον 6ο αιώνα, για να καταγραφούν από τους Πεισιστρατίδες. Φοιτητής του από το 1812 ο Μύλλερ προσανατολίζεται στη μελέτη του δημώδους λόγου στη Γερμανία, στην Ιταλία αργότερα, και τέλος στην Ελλάδα. Το 1816 εκδίδει το Ανθολόγιο [Γερμανών] λυρικών ποιητών του Μεσαίωνα (Blumenlese aus den Minnensängern) και το 1818 στην Ιταλία εντυπωσιάζεται πολύ περισσότερο από την «ποίηση της δημώδους ζωής» παρά από τα ρωμαϊκά ερείπια. Αυτό μαρτυρούν κατά κόρον οι ταξιδιωτικές περιγραφές του που δημοσιεύτηκαν το 1820 με τίτλο Ρώμη, Ρωμαίοι και Ρωμαίες (Rom, Römer und Römerinnen).[1] Η έκρηξη του 1821 (όχι μόνο στην Ελλάδα) τον βρίσκει έτοιμο να ασπαστεί τον αγώνα των ορεσίβιων «κλεφτών» (στα γερμανικά μεταφέρθηκαν ως «ληστές», Räuber) απέναντι στην «αρχή της νομιμότητας» που επέβαλαν ο Μέττερνιχ στη Βιέννη και οι Μεγάλες Δυνάμεις. Τα «τραγούδια» που γράφει για τους Έλληνες, από το 1821 μέχρι σχεδόν τον θάνατό του, σε στίχο ανάλογο με τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, φιλοδοξεί να γίνουν τα νέα τους δημοτικά τραγούδια. Εντυπωσιάζεται από τη συλλογή των Chants populaires de la Grèce moderne, των Ελληνικών δημοτικών τραγουδιών που εκδίδει το 1824/1825 στο Παρίσι ο Κλωντ Φωριέλ (Claude Fauriel), δίγλωσση έκδοση με πεζόμορφη απόδοση στα γαλλικά. Με προτροπή του Γκαίτε, ο οποίος έχει συλλάβει και θέλει να εφαρμόσει στην πράξη την ιδέα της «παγκόσμιας λογοτεχνίας» (Weltliteratur), μεταφράζει στα γερμανικά τη συλλογή του Φωριέλ. Έχει εξοικειωθεί με τη δημοτική γλώσσα (βοηθούν σε αυτό και τα αρχαία ελληνικά που γνωρίζει επαρκώς και διδάσκει) από την εποχή της παραμονής του στη Βιέννη (1817), στον δρόμο για την Ιταλία. Εκεί είχε συναναστραφεί με την ελληνική παροικία, τον κύκλο των Ελλήνων λογίων και φοιτητών που τον εμύησαν στη γλώσσα των «κλεφτών» και τον βοήθησαν να πρωτοσυλλέξει αρκετές δεκάδες δημοτικών τραγουδιών. Κοπιώδης ο δρόμος. Σε επιστολή του από την Βιέννη προς τον δάσκαλο και μέντορά του Βολφ γράφει: «Τα Λεξικά και οι Γραμματικές που έχουμε για τη νεοελληνική γλώσσα, δεν επαρκούν για να εξηγήσουμε ούτε 100 στίχους στη σειρά από τα σύγχρονα δημοτικά τραγούδια των Ελλήνων∙ πώς να μάθει ο έρμος ο ξένος σωστά εκείνα τα ρωμαίικα ιδιώματα;». Πολύτιμος οδηγός του ο Ερμής ο Λόγιος που έχει έδρα στη Βιέννη, και πίσω από αυτόν ο Κοραής από το Παρίσι που έχει παροτρύνει τους εκδότες του περιοδικού στην κατεύθυνση αυτή. Επομένως, από το 1817 μέχρι το 1825, όταν ο Μύλλερ μεταφράζει τα δημοτικά τραγούδια του Φωριέλ, δημοσιεύοντας μάλιστα εκτενή βιβλιοκριτική στην Allgemeine Literatur-Zeitung, μπορούμε να δούμε σε παράταξη την πορεία τους: Ερμής ο Λόγιος – Κοραής – Φωριέλ – Γκαίτε – Μύλλερ.
Η έκδοση του Μύλλερ που τιτλοφορήθηκε Νeugriechische Volkslieder, και με τον ελληνικό τίτλο Τραγούδια Ρωμαϊκά, κυκλοφόρησε στην καρδιά της ελληνικής επανάστασης, όπως ακριβώς ο Ύμνος του Σολωμού τυπώθηκε το 1824 στο Μεσολόγγι, στο πιεστήριο του ηρωικού Ελβετού εκδότη των Ελληνικών Χρονικών Ιωάννη Ιάκωβου Μάγερ (Johann Jacob Meyer) που σκοτώθηκε στην Έξοδο. Είναι το σημείο της νοερής συνάντησης του Μύλλερ με τον Σολωμό.[2] Και μία ακόμη συγκινητική συγκυρία. Στο Μεσολόγγι κατέφυγε, βαριά τραυματισμένος, ο αρχιστράτηγος στη μάχη του Πέτα, το 1822, Γερμανός φιλέλληνας Κάρολος Νόρμανν-Έρενφελς (Karl von Normann-Ehrenfels). Λίγους μήνες αργότερα υπέκυψε στα τραύματά του. Ήταν επιστήθιος φίλος του Μύλλερ και είχε πεισθεί να έρθει στην Ελλάδα και να πολεμήσει, διαβάζοντας το φυλλάδιο με τα πρώτα τραγούδια του, που τα έφερε επάνω του ως εγκόλπιο. Ένας δρομίσκος στο Μοναστηράκι, δεξιά όπως κατεβαίνεις την Ηφαίστου, φέρει το όνομά του: οδός Νορμάνου. Άγνωστης ταυτότητας κι αυτό το οδωνύμιο.
Στην Πινακοθήκη του Μύλλερ εικονίζονται, με τον Μπάιρον, σε όλο το ηρωικό τους μεγαλείο, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, η Μπουμπουλίνα, Μανιάτες και Μανιάτισσες, Σουλιώτες και Σουλιώτισσες, Υδραίοι, ο Κανάρης, ο Χιώτης εκδικητής, ο Μπότσαρης, ο Κανάρης, οι Μεσολογγίτες, το πνεύμα του αρχαίου κόσμου ενσαρκωμένο στους ορεσίβιους Κλέφτες. Κανένας άλλος φιλέλληνας ποιητής δεν αφηγήθηκε έτσι, σαν μάρτυρας-παρατηρητής, το Εικοσιένα.
Δύο αιώνες μετά, τα Τραγούδια για τους Έλληνες, οι εγερτήριοι ύμνοι που καλλιέργησαν σε μεγάλο βαθμό τον γερμανικό φιλελληνισμό, παραμένουν άγνωστα στη χώρα μας και, ουσιαστικά, αμετάφραστα στη γλώσσα μας. Ευθύνεται, ίσως, γι’ αυτό η διάχυτη ρομαντική διάθεση, ο έμμετρος ομοιοκατάληκτος στίχος που αποθαρρύνει, συχνά, τον μεταφραστή. Μόνο δύο, από τα σαράντα πέντε ποιήματα/τραγούδια, είναι γραμμένα σε ελεύθερο στίχο – θα ευχόμασταν να είναι περισσότερα. Για τον λόγο αυτό τα Griechenlieder έχουν μεν μεταφερθεί στην ελληνική, σε πεζή, όμως, απόδοση, ως πεζογραφήματα, γεγονός που περιορίζει τον ρόλο και την αξία των στην κοινοποίηση μηνύματος, στη δοξαστική παραδοσιακή εξιστόρηση ιστορικών συμβάντων (Τραγούδια για την Ελλάδα και τους Έλληνες - Griechenlieder Wilhelm Müller, μτφρ. Χρ. Οικονόμου, Εθνικό Ιστορικὸ Μουσείο, 2015). Με την εικόνα αυτή ο Μύλλερ δεν προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση ως ποιητής. Νωρίτερα, το 2001, είχε κυκλοφορήσει ο τόμος των Λάμπρου Ηλ. Μυγδάλη και Αναστάσιου Χρ. Λώλου με τίτλο Ο γερμανόφωνος φιλελληνισμός μέσα από την ποίηση (Κυρομάνος 2004), με δώδεκα τραγούδια του Μύλλερ σε ελεύθερη απόδοση. Και εδώ, η επιλογή της πιστής απόδοσης, χωρίς την τήρηση του μέτρου, της μυλλερικής ρυθμολογίας και ρίμας, έστω στη μορφή της ισοδυναμίας, αφανίζει τη μελωδική τους γραμμή. Νεώτερος μεταφραστής, ο Χριστάκης Πουμπουρής, δημοσίευσε το ενδιαφέρον δοκίμιο «Βίλχελμ Μύλλερ: Ο λογοτεχνικός πρωταγωνιστής του φιλελληνισμού στη Γερμανία» με δέκα τραγούδια αποδοσμένα, για πρώτη φορά, σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο (περ. Διόραμα, Κύπρος, τχ. 16, 2018). Τέλος, στην Ανθολογία γερμανικής ποίησης (εκδ. Φιλύρα, 2017) ο Π. Καραγιώργος μεταφράζει δύο ποιήματα του Μύλλερ, «Η φλαμουριά» (από το Χειμωνιάτικο ταξίδι) και «Η Ελλάδα και ο κόσμος». Το Χειμωνιάτικο ταξίδι κυκλοφόρησε το 1989 από τις εκδόσεις Άγρωστις σε μετάφραση Αλέξανδρου Ίσαρη· το 2007 (με την Ωραία μυλωνού)[3] σε μετάφραση «πιστή στο νόημα και στη μελοποίηση» του Χρίστου Χριστάκη και το 2016 από τις εκδόσεις Άγρα σε μετάφραση Διονύση Καψάλη.
Και ένα ξεχωριστό εκδοτικό εγχείρημα. Το «Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος» έχει προγραμματίσει για το τρέχον έτος δίγλωσση έκδοση Ποιημάτων και Πεζών του Μύλλερ με τυπογραφική φροντίδα του Θανάση Γαλανάκη και επιμέλεια της Αναστασίας Αντωνοπούλου και του Συμεών Σταμπουλού. Το υλικό της έκδοσης είναι προϊόν μεταφραστικού σεμιναρίου που οργανώθηκε από το εν λόγω «Ίδρυμα» και το Τμήμα Γερμανικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ.[4]
Το 1884 με εισήγηση του Νικολάου Πολίτη δόθηκε το όνομα του Μύλλερ σε κεντρικό δρόμο του σημερινού Μεταξουργείου: οδός Μυλλέρου.[5] Στη γενέτειρά του ιδρύθηκε μνημείο με δωρεά Ελλήνων ιδιωτών, επιστημονικών ιδρυμάτων και του ελληνικού κράτους. Το μνημείο κατασκευάστηκε με μάρμαρο από τα όρη Πεντελικό και Ταΰγετος. Τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 30 Σεπτεμβρίου 1891. Στην οικία όπου πέθανε ο ποιητής, εντοιχίστηκε αναμνηστική πλάκα από πεντελικό μάρμαρο με την ακόλουθη δίγλωσση επιγραφή:
ΤΩι ΓΟΥΛΙΕΛΜΩι ΜΥΛΛΕΡ
ΠΟΙΗΤΗι ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑιΣΜΑΤΩΝ
Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΛΑΟΣ ΕΥΓΝΩΜΟΝΩΝ
____________
DEM DICHTER DER GRIECHENLIEDER / WILHELM MÜLLER / IN DANKBARKEIT / DAS GRIECHISCHE VOLK
Ευγνώμων κάποτε στον ποιητή ο ελληνικός λαός. Όμως η ιστορία, ο χρόνος έχουν τη δική τους αδήριτη κρίση. Ο χρόνος, ναι. Την ιστορία όμως την δημιουργούμε, την γράφουμε κι εμείς. Είθε το αφιέρωμα αυτό στον φιλόξενο Χάρτη να ενεργοποιήσει τουλάχιστον τη μνήμη. Η θέση του ποιητή στη γραμματεία του γερμανόφωνου χώρου, καθώς και σε οικουμενικό επίπεδο, είναι παγιωμένη και δύσκολα θα αλλάξει. Θα μείνει κυρίως ως ο ποιητής που ενέπνευσε στον Σούμπερτ τις αθάνατες μελωδίες. Για μας θα είναι ο φλογερός φιλέλληνας ποιητής, τα ποιήματα του οποίου είναι διαπιστευτήρια για την πολιτογράφησή του ως Έλληνα.
Μήπως είναι λίγα αυτά;
Π Η Γ Ε Σ
Αναστασία Αντωνοπούλου: «Η πρόσληψη του Γουλιέλμου Μύλλερ στην Ελλάδα» (Anastasia Antonopoulou, „Die Rezeption Wilhelm Müllers in Griechenland“). Στο: Marco Hillemann / Tobias Roth (επιμ.): Wilhelm Müller und der Philhellenismus. Frank & Timme, Βερολίνο 211-236.
Marco Hillemann: «Φιλόλογος, φιλέλληνας και ποιητής. Ο Γουλιέλμος Μύλλερ ως μεταφραστής δημοτικών τραγουδιών». Αφιέρωμα: Γουλιέλμος Μύλλερ και Γερμανικός φιλελληνισμός, Τhe books´ journal 113, Νοέμβρ. 2020, 53-63: 53-57.
Συμεών Γρ. Σταμπουλού: «Μεταφράζοντας τον Έλληνα-Μύλλερ. Η ηλικίας δύο αιώνων νεωτερική ποίηση του Γουλιέλμου Μύλλερ», ό.π., 58-60.
Wilhelm Μuller: «Μεσολόγγι (τέσσερα τραγούδια)», μτφρ. Συμεών Σταμπουλού, περ. Νέα Ευθύνη, τχ. 52-53, Ιαν.-Ιούλ. 2021.