Μέχρι να φτάσετε στο νερό, γυαλισμένα βότσαλα
Ωσάν προϊστορικά αυγά, αγνά, πριν την έλευση
Του επικείμενου χαμού, κρατηθείτε ζεστά
Στην φωλιά της άμμου, είστε ασφαλή
Χωρίς, τα γαμψά νύχια των πουλιών
Εκκολαφθείτε ήσυχα μέσα στην πρωτεΐνη σας
Μικρά μπαλάκια του πινγκ-πονγκ
Θα εγερθείτε ένα πρωί για την καρδιά της θάλασσας
Σκέφτομαι ακόμα τα κρύα ρεύματα του αέρα
Ακούγοντας την μονότονη ανάσα του νερού
Χωρίς να μπορώ ν’ αποφύγω τα πλωτά πηγάδια
Από ερεθισμένες μέδουσες κι έξαλλους αστερίες
Μέχρι, που με τράβηξε ένα χέρι που έμοιαζε
Με λιπόσαρκη, ανθρώπινη μάζα, χωρίς ν’ αντισταθώ
Καθώς πνιγόμουν κάθε φορά από την αγωνία
Να φτάσω στην Ιθάκη μου να γεννήσω
Για τον απελπισμένο, το νησί είναι σανίδα σωτηρίας
Κουράστηκα να χτυπώ τα πτερύγιά μου στο νερό
Ο άνεμος με σφίγγει, κύματα από ροδαλό αφρό
Χτυπούν την πλάτη μου, ενώ γλάροι κρώζουν από πάνω μου
Σαν κοπάδι λευκών τσοπανόσκυλων
Το μεσημέρι η καυτή ανάσα της άμμου θα λικνίζεται
Στο καβούκι μου την ώρα που θα γεννάω, κι αυτό
Θα ’ναι χαρμόσυνο γεγονός μ’ ένα υγρό
Φως από τον Ήλιο να καλύπτει τα μάτια μου
Ό,τι αγαπάς δεν χάνεται ξέρω, πόση αγάπη
Υπάρχει για σας, αγωνιώδης ευτυχία που την πίνεις
Γουλιά-γουλιά και κατρακυλάει σαν παγάκι στο λαιμό σου
Ο χωρισμός είναι πληγή που σου τρυπάει το σώμα
Όμως σήμερα οι πνοές μου είναι αισιόδοξες
Καθώς ασταμάτητα σκάβουν τα πέλματά μου την άμμο
Κι ονειρεύομαι την ανοιχτή θάλασσα
Τους κινδύνους που δεν ξέρω ακόμα τ’ όνομά τους
Και τα παιδιά μου ονειρεύονται την ανοιχτή θάλασσα
Σίγουρα θα βρείτε το δρόμο σας χτυπώντας
Τα λεπτεπίλεπτα, μικρά, σαρκώδη πέλματά σας
Αδημονώντας να σπάσετε τ’ αβγό, να βρείτε το δρόμο
Προς τη θάλασσα, όπως τα νεογέννητα ποιήματα
Που εκκολάπτονται ακόμα, τρέξτε στην άμμο
Να βραχείτε, βρείτε τη δικιά σας θάλασσα, ν’ ατενίσετε
Τη δικιά σας μέδουσα, τον αστερία και τον κάβουρα
Νε πλεύσετε ελαφρά στα κρύα ρεύματα της θάλασσας
Τρέξτε μικρά μου χελωνάκια, ο χωρισμός και η σφαγή
Απ’ τ’ αρπαχτικά κόβει την εποχή στα δυο και την αποστομώνει
Τρέξτε, για να μπορέσετε αύριο στην ίδια παραλία να επιστρέψετε
Μην σας ανησυχούν τα αιφνίδια ακούσματα και οι απειλητικές
Κραξιές, τρέξτε στην ανοιχτή θάλασσα να βρείτε τη ζωή σας
Τρέξτε στην καρδιά της θάλασσας να, ονειρευτείτε.
Από το ανέκδοτο βιβλίο «Τα Νησιά IV»