Ι.
από βρέφος
δίδασκε ο Γιώργος Βέλτσος
έκθετος στα αμφιθέατρα
την αρετή του πάθους
και το πως ξεγελά κανείς τον Διάβολο επιζώντας
στα Παρίσια διετέλεσε Μάης
οδηγός Σοφιστών
ναρκοθέτης
επίκουρος των grandes malades
καμαρώνει το χέρι που σηκώνεται ψηλά
πάλεψε όλη του τη ζωή γι’ αυτό το «Χαίρε»
για τα κατάρτια των άκρων σε βλάσφημη ευθυγράμμιση
με σημαία ελάχιστη
χώρα μέσα στη χώρα
πληγή μέσα στην πληγή
αυτός
ο γιος μιας Άννας
ο εγγονός ενός Μήτσου
ο πατέρας ενός Στάθη
ο δάσκαλος 14.000 νηπίων αναιρεθέντων υπό του Ηρώδου
ο γεννημένος τέσσερις φορές
ποτέ δεν θέλησε να πεθάνει με τον Pablo και τον Χειμωνά
αρνήθηκε να καρφώσει τον Ιούλιο στην πλάτη
άφησε τον Δάντη να περιμένει στη στάση του τρόλεϊ
γιατί σε πείσμα του Τειρεσία είναι μια μεγάλη κατάφαση
και όχι η αντίφαση που τόσα χρόνια προπαγανδίζει το μαύρο του φτέρωμα
ένα μεγάλο ολοστρόγγυλο ναι
μια τέλεια σωματική συμφωνία
σε παράφορο έρωτα με τη ζωή
c' est tout
ΙΙ.
αίνιγμα
γεννιέμαι τέσσερις φορές
μια στη ζωή
μια στην πληγή
μια στην αριστερά
και μια στη λευτεριά
τι είμαι;
ΙΙΙ.
Αγαπημένε μου δάσκαλε
Σου γράφω τώρα και το φως αυτού του κεριού λιγοστεύει με τον ίδιο τρόπο που έλιωναν τα παπούτσια του Ρεμπώ πάνω-κάτω τις Αρδένες δηλαδή κατά ένα τρόπο ατελέσφορα. Ναι, ξέρω πως το κείμενο είναι σάβανο και κάθε του κλωστή οδηγεί σ’ ένα εξαίσιο πτώμα μα μήτε νύχια τυμβωρύχου έχω μήτε μουσούδα ύαινας να θάβω κρέας και να το ξαναβρίσκω. Λιμοκτονώ. Αύριο σε πάνε στην κρεμάλα λένε κι όλοι σου οι μαθητές σκόρπισαν όπως ο χόρτος, ο ανθός μιας αχάριστης σίκαλης. Εγώ δεν σε πρόδωσα ακόμα αν και από αυτό το κελί ―τέρμα Ιθάκης― λίγη βοήθεια σου είμαι. Έμαθα πως έχει σταλεί ένα γράμμα απαλλαγής από κάποια υψηλή δεσποσύνη αλλά αμφιβάλλω αν θα φτάσει ώρα του. Τι άλλωστε φτάνει στην ώρα του; Άλλωστε όπως σαλεύουν έτσι τα ύδατα του κόσμου μια εύνοια σημερινή αύριο μπορεί να προβεί καταδίκη. Λυπάμαι για τότε που δεν ήρθα να σε δω στον Ευαγγελισμό αλλά με τρόμαζε στην πύλη ο Άγγελος και δεν κόταγα. Είναι μέρες που προσπαθώ να δικαιολογήσω την σοβαρότητα της ποινής σου μα απάντηση δεν βρίσκω. Ξέρω πως κάποτε κέρδισες στο πινάκλ τον Απόλλωνα. Πως έκλεψες τον αγιασμό και λιποθύμησε από δίψα η Παναγία. Πως άφησες όλο το βράδυ να γρατζουνά ο δίσκος του Eduardo Bianco. Mα αυτά είναι ιστορίες των παλαιών θεών και δεν μετράνε. Μετράνε; Πριν κλείσω θα ήθελα να σε ευχαριστήσω που μου έβαλες δόντια στο στόμα και νύχια στα χέρια και βλέφαρα στο ματοτσίνορο να σφουγγίζουν τα δάκρυά μου. Που πέρασες μπόλια από μέσα την κοιλιά μου να αντέχω το αφιόνι και κυρίως που έμπηξες δυο μοσχοκάρφια στην καρδιά μου να ευωδιάζει ο τρόμος. Αν γίνει το μοιραίο σού υπόσχομαι να ποτίζω τη γαζία έξω από το αμφιθέατρο μέχρι να μου ξεραθεί το χέρι. Αν γίνει κάνα θαύμα και τη γλιτώσεις σε περιμένω χαράματα στου Τζελέπη.
δικός σου,
ο ελάχιστος μαθητής