Η Μυρτώ Χμιελέφσκι στο νέο της ποιητικό βιβλίο Walkwoman (Κουκκίδα 2023), μας προσφέρει έναν θαυμάσιο και θαυμάσια συμπυκνωμένο ορισμό της ποίησης. Στη σελίδα 27, στην ενότητα «Στο κρεοπωλείο» διαβάζουμε: «Είμαι παιδί πάνω σε έλκηθρο που γλιστράει στην πλαγιά όταν μιλάμε ευγενικά. Υπάρχουν οι λέξεις ανάμεσα που αστράφτουν και κόβουν και διεγείρουν.» Στην τρίτη της αυτή συλλογή ποιημάτων η Χμιελέφσκι δημιουργεί μια δυναμική που μέσα στον πεζό λόγο συμπυκνώνει λυρικά, αφαιρεί ή επεκτείνει ρυθμικά ιδιοσυγκρασιακούς ήχους και νοήματα με τρόπο που αποκαλύπτει τη μοναδική, την ενική υφή του ποιήματος και μας εκπλήσσει εκφράζοντας κάτι νέο ή εμπνέοντάς μας προς κάτι νέο. Είναι μια αναπάντεχη προσφορά, έχει την ευγένεια της γενναιοδωρίας, αστράφτει καθώς κόβει δρόμο μέσα από τη συμβατική, την συμπεφωνημένη γλώσσα και μας διεγείρει, μας αναστατώνει, μας ξεσπιτώνει, όπως θα ήθελε το αρχαίο ρήμα.
Η συλλογή αποτελείται από πεζά ποιήματα με διαφορετικό μήκος, μοιρασμένα σε τέσσερις ποιητικές ενότητες, επίσης διαφορετικού μήκους. Και ενώ η πεζή αφήγηση μας κρατά από το χέρι και μας περπατά χωρίς να μας αποσπά από τον εαυτό μας σε ένα σημαντικό εδώ, γεμάτο βιωμένες στιγμές που με απόλαυση τις παρακολουθούμε στενά, αστράφτουν κάθε τόσο μέσα της λέξεις και στίχοι, που, σύμφωνα με τις προθέσεις της ποίησης, μας πάνε κάπου αλλού, πότε κοντά πότε μακριά, πάντα σε ένα διαφορετικό για τον καθένα μας αλλού στον χρόνο, στον χώρο, στην καρδιά. Αυτή είναι μια επιπλέον δραματική διάσταση στην παρούσα συλλογή. Η συνομιλία ανάμεσα στη δυναμική πραγματικότητα ή εφικτότητα και στην επιτεύξιμη ή ανεπίτευκτη δυνατότητα. Στη σ. 42, πάλι στην ενότητα «Στο κρεοπωλείο», μέσα στην πεζότητα της πιεστικής για πολλούς ή βαρετής καθημερινότητας αστράφτει ένα σημείο, μια στιγμή, κατά την οποία τα συμπεφωνημένα μάς εναποθέτουν πάνω σ’ ένα έλκηθρο: «Την επιλογή του σημείου αγοράς δεν την καθορίζει η τιμή, ούτε η απόσταση, αλλά η ποιότητα, όχι του προϊόντος, αλλά της συναλλαγής, όχι των χρημάτων, αλλά των φράσεων ανάμεσα στην πελάτισσα και στον άντρα με τη ματωμένη ποδιά. / Η επαφή θα πρέπει να δημιουργεί, και στις δυο πλευρές, αίσθημα αποδοχής και ικανοποίησης.» Μια ζέστη πρέπει να απλώνεται εκεί όπου αναδύεται το αλλού της ποίησης στη ζωή μας, κάτι που για το ποίημα και για μας που το διαβάζουμε αφήνει τη διανοητική, λογική συναλλαγή και μας μεταφέρει σε μια φυσική δραστηριότητα, καθώς προσπαθούμε να ζήσουμε το αίσθημα στο σημείο όπου διαφορετικά σώματα επιδρούν το ένα στο άλλο: το ανθρώπινο σώμα, το σώμα της φύσης ή ατμόσφαιρας, τα σώματα των γλωσσών, του άμεσου χώρου, του φωτός ή του σκοταδιού της μέρας ή της νύχτας, ακόμη και του χαρτιού ή της οθόνης ή της απαγγελίας σε οποιοδήποτε -πωλείο που μας θρέφει.
Οικογένεια, εργασία, τέχνη, λογοτεχνία, το εγώ και οι άλλοι, το βάθος του χρόνου και το βάρος της καθημερινής ζωής, η οξύτητα του κοινωνικού κριτικού σχολιασμού συμμετέχουν στο βιβλίο της Χμιελέφσκι σε μια ποιητική ροή που δημιουργεί και δημιουργείται βέβαια από έναν ταχύ ρυθμό, ο οποίος συχνά γίνεται τόσο ορμητικός που παρασύρει και τους συνειρμούς των ποιημάτων, έτσι που ο λόγος τους γίνεται ελλειπτικός, ακόμη και αινιγματικός, όπως στη σ. 24: « Πάνε έρχονται [σερβιτόρες], δεν ήρθε άλλο γλυκό, παρά ένα ταξιδεμένο εικοσάευρο – ενοχλημένο χωρίς στίξη με ταχύτητα.» Το εγώ που αφηγείται συμμετέχει άμεσα, μονολογεί συχνά, αυτοτοποθετείται in medias res, και ξαφνικά βγαίνει απέξω και σχολιάζει από απόσταση τις περιστάσεις στις οποίες συμμετέχει.
Το απέξω της ποίησης της Μυρτώς Χμιελέφσκι αναπηδά αβίαστα, πολύ φυσικά και έτσι πιο αναπάντεχα, όπως στη σ. 24: «Ένα ελάφι… πίνει νερό μέσα σε ένα χιονισμένο δάσος. Ποιητικό, αλλά όχι όσο το γυμνό από ψαρίσια εμφάνιση fish stick στο πιάτο.» Το ποιητικό είναι πάντα κάτι παραπάνω στην ποιητική αυτή συλλογή μιας ποιήτριας που μαζί με τις ποιήτριες Μάνια Μεζίτη και Αριάδνη Καλοκύρη, από τις καλύτερες ποιητικές φωνές στην Ελλάδα σήμερα, διευρύνουν την καθημερινότητα με μια καίρια, ειλικρινή και διαυγή γλώσσα, της δίνουν λάμψη και την αναπτερώνουν, της δίνουν ουσιαστική και διεγερτική υπόσταση, εμπνέουν με το κρίσιμο παιχνίδι τού μέσα έξω. Έτσι με το απέξω, το θαυμαστό αλλού μέσα στο εδώ της ποίησης τελειώνει η συλλογή αυτή, σ. 49: «Ανταλλάσσω ενδύματα με το πούμα, αφήνω δυο τρύπες για μάτια και δυο για ρουθούνια, ξεκουράζομαι κάτω από τη γούνα του.»