Η μεταιχμιακή συνύπαρξη Δημόσιας Παρουσίας και Δημόσιας Τέχνης: Η περίπτωση της Ερμού


Ανάμεσα σε όρια : Η μεταιχμιακή ανάγνωση της περιοχής

Τόπος συνεχών κινήσεων, συμβάντων και δράσεων, ο κεντρικός πεζόδρομος της Αθήνας, η Ερμού, αποκτά δομή μέσω της αέναης ροής μεταβάσεων και μετασχηματισμών που δημιουργούν μεταξύ τους οι άνθρωποι, τα αντικείμενα και οι καταστάσεις που την «κατοικούν».
Δρόμος με ίχνη άλλης εποχής, που συνάμα φέρει στοιχεία παροδικά και εναλλάξιμα, γίνεται πεδίο συνύπαρξης πολλαπλών ποιοτήτων και μηνυμάτων. Καθ' οδόν, η δημόσια παρουσία τέμνει και αλληλεπιδρά με τη δημόσια τέχνη και διαμορφώνεται σε ένα χωροχρονικό δίκτυο, όπου η επιτέλεση αξιοποιεί στο έπακρο τη δυναμική του δημόσιου χώρου.



Μεταξύ περιπατητών και κτηρίων, πλακόστρωτου και ουρανού
Μεταξύ περιπατητών και κτηρίων, πλακόστρωτου και ουρανού

Η ερευνητική διαδρομή αφορά το τμήμα μεταξύ των τριών κεντρικών κόμβων των πλατειών Συντάγματος, Καπνικαρέας και Μοναστηρακίου. Ο λόγος που επιλέχθηκε η συγκεκριμένη διαδρομή μεταξύ αυτών των σημείων-κόμβων είναι πως στα σημεία αυτά η Ερμού χάνει την αυστηρή συνέχεια που τη διακρίνει ως πεζόδρομο. Κατά αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται απρόβλεπτες ρωγμές και χάσματα. Επιπλέον, αυτές οι πλατείες αποτελούν τοπόσημα για πορείες και συναντήσεις.
Σε αυτήν τη ζώνη κυριαρχεί ο εμπορικός χαρακτήρας, ενώ γίνεται ιδιαιτέρως αισθητή, όσο σε λίγα άλλα σημεία της πόλης, η αδιάκοπη ροή των περαστικών, αλλά και τα παράλληλα δρώμενα, καλλιτεχνικά ή και αμιγώς μαρκετίστικου χαρακτήρα, τα οποία λαμβάνουν χώρα πολλές ώρες της ημέρας.
Το δίκτυο αυτό αποτυπώνεται μέσω του επιτόπιου βιώματος, της αυτοψίας και της ενεργούς παρατήρησης. Τότε αναδύονται ορισμένα δίπολα νοητικών σχημάτων που ορίζουν εκ πρώτης τον ιστό της εμπειρίας. Ξεχωρίζω τα εξής:



Η μεταιχμιακή συνύπαρξη Δημόσιας Παρουσίας και Δημόσιας Τέχνης:  Η περίπτωση της Ερμού
Τρεις άξονες μεταιχμιακότητας που προκύπτουν μέσα από την παρατήρηση
Τρεις άξονες μεταιχμιακότητας που προκύπτουν μέσα από την παρατήρηση

Μια τέτοια προσέγγιση του βιώματος ενός περιπάτου δεν στοχεύει στην απόλυτη ή εξαντλητική διάκριση καταστάσεων· όσο στην αναγνώριση της συμπληρωματικής φύσης παραμέτρων που συλλειτουργούν στο παρασκήνιο των πραγμάτων και διαμορφώνουν εν προκειμένω σε πραγματικό χρόνο την οριακότητα του περιπάτου. Ο χώρος και ο χρόνος, όπως και η διαρραγή της συνέχειάς τους μέσα από την ανάδειξη στιγμιοτύπων συνιστούν ένα διακριτό πεδίο παρατήρησης, όπως και ένα οριακό πλέγμα.
Η Ερμού ως (πεζο)δρόμος και επομένως ως χωροθεσία περάσματος, για να εφαρμόσω εδώ έναν οικείο όρο του Φουκό, δημιουργείται εξ αρχής μέσα από τη συμπλοκή ετερογενών τρόπων ύπαρξης και ταυτοτήτων. Έτσι, η μεταιχμιότητα που εντοπίζεται μέσω αυτών των πρωταρχικών διπόλων συνιστά έναφάσμα κυμαινόμενων δράσεων εν εξελίξει, τις οποίες ο παρατηρητής καταγράφει σε πραγματικό χρόνο.
Η ίδια η διαδρομή συνιστά κατώφλι σημείων και δρώμενων ― ενώνει και χωρίζει την Ερμού από την υπόλοιπη πόλη, επομένως θέτει τον περιπατητή - παρατηρητή ως ένα επιπλέον όριο. Ωστόσο, το βάδισμα στη συγκεκριμένη περίπτωση γίνεται με τρόπο συνειδητό, έτσι όπως ο Σ. Σταυρίδης εξηγεί τη λειτουργία της «ρητορικής του βαδίσματος» του Ντε Σερτό ως μια επιτόπια «χάραξη πορειών στην πόλη». Επομένως, μέσα από την προσωπική εμπειρία και καταγραφή προκύπτουν σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης ορισμένοι λανθάνοντες άξονες μεταιχμιακότητας, που επηρεάζονται από την ίδια την παρατήρηση διαμορφώνοντας συγχρόνως την εμπειρία της διαδρομής. Σχηματικά, αυτοί εμφανίζονται ως εξής :


Η μεταιχμιακή συνύπαρξη Δημόσιας Παρουσίας και Δημόσιας Τέχνης:  Η περίπτωση της Ερμού


Α) Μεταξύ Μόνιμου και Εφήμερου

Περνώντας το όριο της Οδού Σταδίου, τα αντανακλαστικά τίθενται σε λειτουργία πλήρους εγρήγορσης. Ανάμεσα σε αυτοκίνητα και ανθρώπους, πριν καν προλάβει να ανάψει πράσινο το φανάρι· μεμιάς περνάς στην πεζοδρομημένη ζώνη, ενώ ακόμη στέκεσαι. Κτήρια και εγκαταστάσεις ολόγυρα στον χώρο με καθορισμένα χωρικά όρια ― και αυτό δημιουργεί τον πόλο του μόνιμου και του σταθερού. Αντιστικτικά, εμφανίζεται η εφημερία των δρώντων υποκειμένων μέσα από την κίνηση του σώματος και την παροδική εμφάνιση οπτικών, ηχητικών, οσφρητικών ερεθισμάτων. Οι δύο πόλοι συντονίζουν τη συνολική αισθητηριακή αντίληψη.


Μεταξύ παρουσίας και απουσίας ή υλικού και άυλου

Ένας διαρκής αγώνας με φόντο ταχύτατες εναλλαγές, άνθρωποι μετακινούνται προς κάθε κατεύθυνση και συμπλέκονται με ακαριαία μηνύματα από οθόνες, πινακίδες και ηχεία. Από την άλλη πλευρά, οι επίμονοι περιπατητές! Εκεί και τότε, με όλες τους τις αισθήσεις· ενώ άλλοι δείχνουν να έχουν μια πιο παθητική στάση καθώς κινητά και ακουστικά φαίνεται να τους απομονώνουν. Το άναρχο ηχοτοπίο υφαίνεται από ήχους φυσικούς, όπως τα θροΐσματα των φύλλων αλλά και ήχους τεχνητούς, πιο διαπεραστικούς, όπως τα αεικίνητα μηχανάκια των ντελιβεράδων. Μυρωδιές και ήχοι καταστημάτων εστίασης σε διάλογο με τις κινήσεις των πωλητών και των μικροπωλητών, επιγραφές όπως Από το 1879 και Μόλις ανοίξαμε μετατρέπονται σε ελάχιστα και λανθάνοντα τοπόσημα του περιπάτου. Πιο κάτω, το σιντριβάνι υποβάλλει μια ακαριαία (σχεδόν) στάση. Εδώ συναντιούνται επισκέπτες και μόνιμοι «κάτοικοι» ενός μονοπατιού που αλληλοεπιδρούν συνειδητά ή ανεπίγνωστα, ίσως για τελευταία φορά.


Μεταξύ σταθερού και φευγαλέου ― ή πλαισίου και ασυνεχούς

Όχι μόνον τα κτήρια, οι υποδομές ― αλλά και οι γωνιές κάποιων πλανόδιων πωλητών και καλλιτεχνών ή άστεγων που διεκδικούν τη θέση τους στον δημόσιο χώρο, παραμένουν σημεία αμετάβλητα σχεδόν στο πέρασμα των ετών. Έστω και αν από στιγμή σε στιγμή οι λεπτομέρειες και αλληλεπιδράσεις μεταξύ ανθρώπων και περιβάλλοντος μεταβάλλονται αδιάκοπα. Tα μηνύματα στις οθόνες θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά· οι περαστικοί λίγοι ή πολλοί· αυτή η κοπέλα που διαφήμιζε τα αρώματα θα μπορούσε να κάνει την εμφάνισή της με άλλο ωράριο·ή ακόμα και αυτή η μπάντα να μη βρίσκεται αύριο μπροστά από την είσοδο του πολυκαταστήματος… Χωρικές και χρονικές μετατοπίσεις θα ‘λεγες πως αφήνουν αναλλοίωτη την κυρίαρχη ατμόσφαιρα αυτού του αδιάκοπου σε δράσεις πεζοδρόμου. Σχεδιασμένες βιτρίνες γειτνιάζουν με σκηνές αυτοσχεδιαστικές, δρώμενα σκηνοθετημένα συνυπάρχουν με τυχαίες δράσεις ή αλλιώς στοχευμένες κουβέντες με απροειδοποίητες συναντήσεις.Ενδείξεις όπως Προσοχή , είσοδος - έξοδος εργοταξίου εγγράφονται στο ίδιο σημείο με γκράφιτι, υπενθυμίζουν την ιδιόμορφη όψη της πραγματικότητας, όπου σκηνικό και παρασκήνιο δημιουργούν ένα οικοσύστημα και επικοινωνούν.


Μεταξύ συμβολικού και καθημερινού ― ή δομής και εμπειρίας

Κάπου στα μισά της διαδρομής βρίσκεσαι στο πλέον εμπορικό και πολυσύχναστο κομμάτι της Ερμού. Άνθρωποι μπαινοβγαίνουν και σκορπίζονται στα πολυκαταστήματα ρούχων και καλλυντικών.
Μέσα στη βουή, οι στοές και ο λατερνατζής μοιάζουν ξέχωρες οντότητες ενός άλλου χωροχρόνου.
Τα φαινόμενα παρίστανται και δεν αναπαρίστανται, είναι εκεί με λόγο ύπαρξης, σάρκα και οστά. Τα μεν ως εμπορικά «σημεία»μιας χωρίς σταματημό, ωστόσο οργανωμένης, κατά τ’ άλλα, κατανάλωσης· τα δε, ως ψυχαγωγικές και «εκτός δομής» εισροές μιας πραγματικότητας, η οποία υπενθυμίζει πως η ζωή είναι ένα δίκτυο ακατάγραπτων οσμώσεων σε συνεχή μεταβολή.


Β) Μεταξύ Κανονισμού και Παραβίασης

Όταν περιπλανιέσαι σε αυτό το κομμάτι της Ερμού, διαπιστώνεις ότι πρόκειται για έναν τόπο - συνονθύλευμα μεταξύ κανόνων και αυθαιρεσίας.


Μεταξύ θεσμοθετημένου και αυθαίρετου ― ή νόμιμου και παράνομου

Ένας μικροπωλητής διαπληκτίζεται με έναν μουσικό του δρόμου· μια δημόσια δράση που λαμβάνει χώρα συγχρόνως με τη γυναίκα που με καλυμμένο το πρόσωπο έρχεται σχεδόν κατά πάνω σου, ενώ δείχνει με τα χέρια της ότι επαιτεί. Πίσω της ακριβώς, ο ναός της Καπνικαρέας. Γύρω του κάθονται αρκετοί άστεγοι, οι οποίοι έχουν ορίσει τον «ιδιωτικό» τους χώρο μέσα σε ένα δημόσιο, κατά τα άλλα, πλαίσιο.


Μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου ― ή εμπορικού και μη - εμπορικού

Ξενοδοχεία και εμπορικά καταστήματα εμφανίζονται στο ίδιο πεδίο με πλανόδιους πωλητές και καλλιτέχνες, αλλά και με ανθρώπους που παραμένουν συνήθως στο κοινωνικό περιθώριο. Πώς σ’ έναν τέτοιο τόπο που μονίμως τρέχει, εναλλασσόμενα «σημεία» τόσο διαφορετικής υφής καταφέρνουν να συλλειτουργούν;Άραγε, βρίσκονται σε ισορροπία οι οροθεσίες μεταξύ των εσωστρεφών και εξωστρεφών δυνάμεων που διέπουν όλη την «επικράτεια» της διαδρομής; Θα ’λεγες πως είναι συντονισμένες με την αντιστικτική ύπαρξη εμπορικών μηνυμάτων από πινακίδες και οθόνες καταστημάτων, τα οποία επιβάλλονται στον χώρο ανεπηρέαστα από τα γκράφιτι και τα πρόχειρα πανό.

Μεταξύ οργανωμένου και ανοργάνωτου ή σκόπιμου και τυχαίου

Ένα οικοδομικό τετράγωνο κάτω από την πλατεία Καπνικαρέας, το πλακόστρωτο συναντά ξαφνικά την άσφαλτο. Αυτοκίνητα, πεζοί, ποδηλάτες συμπλέκονται και οι κατευθύνσεις καθίστανται πλέον ασαφείς. Στο ίδιο σημείο και την ίδια στιγμή, οριοθετημένες ζώνες κτιρίων και δημοσίων έργων ορθώνονται απέναντι από άναρχες, σημειακού τύπου «κατασκευές».


Γ) Μεταξύ οριακού (liminal) και οριοειδούς(liminoid)

Τα συμβάντα και οι φανερώσεις εκτός δομής και κανόνων λειτουργίας του δημόσιου χώρου λαμβάνουν χώρα απέναντι από τις εμπρόθετες επιτελεστικές δράσεις καλλιτεχνών, αλλά και ενώπιον του μεταβαλλόμενου και προσωρινού κοινού, το οποίο αλληλεπιδρά μαζί τους ακόμη και ασυναίσθητα.
Η έννοια του οριακού προκύπτει εδώ για πρακτικές που τείνουν μεν να εξαντλήσουν ή να ξεπεράσουν ένα όριο του δημόσιου χώρου, για παράδειγμα παραβιάζοντας κανόνες ή υπονομεύοντας το υπάρχον νομικό πλαίσιο, ωστόσο παραμένοντας εντέλει εντός των ορίων του νόμου ή των κοινωνικών αντιλήψεων. Από την άλλη, η τέχνη στον δημόσιο χώρο απηχεί τη μεταιχμιακότητα των αρχαίων τελετών, θα έλεγε κανείς εφαρμόζοντας την θεωρία του Victor Turner, ο οποίος διακρίνει την οριακότητα της μαγικοθρησκευτικής μετάβασης από τον απόηχό της στην σύγχρονη εποχή, τον οποίο ονομάζει το οριοειδές (liminoid). Πόσο ισχυρός είναι ο απόηχος αυτός σήμερα;


Μεταξύ δήλωσης και συνδήλωσης ― ή ταυτότητας και μη-ταυτότητας

Μικροπωλητές, επιτελεστές, άστεγοι και επαίτες δηλώνουν ξεκάθαρα τον «ρόλο» τους στον δημόσιο χώρο, ενώ παράλληλα παρατηρεί κανείς τις ανεπαίσθητες κινήσεις, αντιδράσεις και δράσεις των περαστικών. Ο τόπος αυτός, δίχως ξεκάθαρο χαρακτήρα, συνυπάρχει με πολλαπλά υποκείμενα και αντικείμενα φτιάχνοντας ένα ιδιότυπο όριο μεταξύ ταυτότητας και μη-ταυτότητας. Η έννοια της ταυτότητας έγκειται στην κυρίαρχη εμπορική εικόνα της διαδρομής, όπως και στη συγκεκριμένη ιδιότητα ανθρώπων που τη χρησιμοποιούν άμεσα καθημερινά (π.χ . εργαζόμενοι επί της Ερμού). Αντίστοιχα, η έλλειψη ταυτότητας απορρέει από τα διάσπαρτα και άναρχα συμβάντα που λαμβάνουν χώρα, καθώς και από την παραδόξως συνδηλωτική ανωνυμία των περαστικών, του πλήθους.


Μεταξύ «σοβαρότητας» και «παιχνιδιού» ή Εαυτού-Μη Εαυτού

Η Ερμού ως μια μεγάλη, ανοιχτή σκηνή αμφιταλαντεύεται μεταξύ «σοβαρότητας» και «παιχνιδιού»· ή στην περίπτωση των δρώντων υποκειμένων, Εαυτού-Μη Εαυτού. Σκηνοθετημένες και οριοθετημένες δράσεις καλλιτεχνών αντιπαρατίθενται σε τυχαίες και αυθόρμητες αντιδράσεις από την πλευρά των περαστικών.Οι περιπατητές μεταμορφώνονται διαρκώς σε παρατηρητές, αλλά και οι ίδιοι οι επιτελεστές τρέπονται συχνά σε ένα είδος κοινού και αντίστροφα ― η διάθεση αυθόρμητης περιπλάνησης αντιδιαστέλλεται προς την εμπρόθετη επιλογή συγκεκριμένων μονοπατιών και σημείων ενδιαφέροντος…


Μεταξύ μη-επιτελεστών και επιτελεστών ― ή μιμητικότητας και θεατρικότητας

Φευγαλέες κινήσεις, στιγμιαία βλέμματα, απότομες μεταβολές του σώματος· και από την άλλη μεριά, η ηρεμία της παρατήρησης, η σιγουριά των σωμάτων στον δημόσιο χώρο της Ερμού και κυρίως το αβίαστο ξετύλιγμα των συναντήσεων. Ορώμενα αντικριστά με τα δρώμενα. Ακαριαία ερεθίσματα με τη μορφή εικόνων, ήχων, υφής, οσμής στέκονται για μια ή για περισσότερες στιγμές σε ένα ενιαίο πεδίο αντίληψης.
Επομένως, η συνύπαρξη μη-επιτελεστών και επιτελεστών, ή αλλιώς το όριο μεταξύ της μιμητικότητας (με την έννοια της επανάληψης-αντιγραφής κινήσεων και δράσεων) και της θεατρικότητας (με την έννοια της διαφοράς και των εν εξελίξει εαυτών) στον δημόσιο χώρο συνθέτουν ένα ακόμα επίπεδο μεταιχμιακό. Αυτό έγκειται στο χωρικό και χρονικό βάθος, που αναπτύσσεται μέσα από τη ρυθμική αλληλεπίδραση δύο ασύμπτωτων πλευρών που όμως κάποτε κατοπτρίζονται η μεν στη δε πριν συνεχίσουν να υφίστανται παράλληλα σαν τις όχθες ενός ποταμού.



Η μεταιχμιακή συνύπαρξη Δημόσιας Παρουσίας και Δημόσιας Τέχνης:  Η περίπτωση της Ερμού



ΠΗΓΕΣ-ΑΝΑΦΟΡΕΣ

1. Foucault M., Ετεροτοπίες και άλλα κείμενα, μτφρ. Τάσος Μπέτζελος, Α' έκδ.: Gallimard 1994, Εκδ. Πλέθρον 2012
2. Σταυρίδης Σ., Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή, εκδ. Νήσος  2018
3. Crowther T., Mac Cumhaill C., Perceptual Ephemera , Oxford University Press, 2018
4. Carlson M., Performance , Μια κριτική Εισαγωγή, Μτφρ- Εισαγωγή - Επιμέλεια: Ελευθερία Ράπτου, Εκδ. Παπαζήση 2014
5. Schechner R., Η Θεωρία της Επιτέλεσης, μτφρ. Νάνσυ Κουβαράκου, εκδ. Τελέθριον 2011
6. Αγραφιώτης Δ., Επι|τέλεση, εκδ. Νήσος 2022

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: