Για τα βάσανα της απεύθυνσης

Τρία σύντομα ποιήματα, ένα κείμενο και ένα φινάλε


Κα­μι­κά­ζι

Ο ποι­η­τής ερ­χό­ταν
Μα σή­με­ρα δεν έρ­χε­ται
απ' τον Όμη­ρο. Δεν γρά­φει
απ' τη σκη­νή,
δεν πε­ρι­μέ­νει ο κό­σμος από κά­τω
ιστο­ρί­ες
Σε δυο αρά­δες βά­ζει το μπα­ρού­τι
κι έγι­νε κα­πνός
Ού­τε το όνο­μά του έχει ση­μα­σία


Η αγά­πη εί­ναι πιο γρή­γο­ρη

Μπο­ρώ να σε ρω­τή­σω
Κι αμέ­σως
απ' το στό­μα μου θα πά­ρω
την απά­ντη­ση

Μπο­ρώ και να μη σε ρω­τή­σω
Αλ­λά θα χρεια­στεί να πε­ρι­μέ­νω
πό­τε θα απο­φαν­θεί
το βου­βό κοι­νο­βού­λιο

Έργο του Marc Burckhardt
Έργο του Marc Burckhardt

Το άπει­ρο θη­ρίο

Όταν φου­ντώ­νει ο φό­βος για το θη­ρίο, πρέ­πει οπωσ­δή­πο­τε να δω το θη­ρίο, να δια­πι­στώ­σω τα όριά του, κα­νείς δεν μπο­ρεί να με πεί­σει ότι το θη­ρίο εί­ναι πε­πε­ρα­σμέ­νο, φο­βά­μαι ότι το θη­ρίο εί­ναι άπει­ρο.
Η χρή­ση των ρη­μα­τι­κών προ­σώ­πων οδη­γεί σε ψυ­χο­λο­γι­σμούς που δεν ται­ριά­ζουν στην πε­ρί­πτω­ση, αλ­λά η γλώσ­σα που ξέ­ρω να μι­λώ δυ­σκο­λεύ­ε­ται με τα απα­ρέμ­φα­τα. Ας εί­ναι.
Σας απευ­θύ­νο­μαι ως κυ­νη­γός και σας προ­κα­λώ να φα­νε­ρω­θεί­τε ως θη­ρίο. Κά­ποιες φο­ρές κα­τα­φέρ­νε­τε μια πο­λύ γλα­φυ­ρή ανα­πα­ρά­στα­ση: με τα πρό­σω­πά σας που ανα­βο­σβή­νουν σε διά­φο­ρα ση­μεία της μά­ζας, με την ορ­γή των σα­γο­νιών σας που τρέ­μουν, με το αί­μα που πλημ­μυ­ρί­ζει τα μά­τια σας! Ελά­τε!
Αυ­τό εδώ το κεί­με­νο, αυ­τή η ωμό­τη­τα που σας πα­ρα­δί­δω, εί­ναι το δό­λω­μα. Το δό­λω­μα εί­ναι ήδη ξε­σκι­σμέ­νο. Το έχω ξε­σκί­σει ήδη. Σας το αφή­νω να το τρα­βο­λο­γή­σε­τε κι εσείς με την ησυ­χία σας. Παίρ­νω στο με­τα­ξύ αυ­τό που ήθε­λα, σας βλέ­πω, όση ώρα το γρά­φω βλέ­πω τα όριά σας, μπο­ρώ να γυ­ρί­σω στο κρε­βά­τι μου, τρέ­φο­μαι με πε­πε­ρα­σμέ­νη ύπαρ­ξη.
Αύ­ριο βέ­βαια θα πιά­σει πά­λι η πεί­να. Θα αρ­χί­σει πά­λι να φου­ντώ­νει ο φό­βος, τα όριά σας θα πά­νε στο θεό, θα γί­νε­τε άπει­ροι κι εγώ θα πρέ­πει πά­λι να ψά­χνω δό­λω­μα, θα πρέ­πει πά­λι να γί­νω ο ντα­ής που θα σας εμ­φα­νί­σει ως θη­ρίο, μά­τια ανά­με­σα στις λέ­ξεις του κει­μέ­νου.

Υπάρ­χουν πολ­λοί τρό­ποι να μι­λή­σει κα­νείς για τη ζωή. Ένας από αυ­τούς εί­ναι να μι­λή­σει για τη ζωή του.


Έχω το δί­κιο με το μέ­ρος μου

Αντι­κει­με­νι­κά ας με κρί­νουν όσοι δεν μ' αγα­πούν
Από τους άλ­λους δεν πε­ρι­μέ­νω κα­μιά δι­καιο­σύ­νη


Και για φι­νά­λε αλα­λούμ

Όπως με­τά από σει­σμό
δυο κτή­ρια που έστε­καν
από μα­κριά ―και ού­τε
κα­τά διά­νοια αγα­πη­μέ­να―
γερ­μέ­να βλέ­πεις τώ­ρα
μες στις σκιές τους να συ­γκλί­νουν
και να σω­ριά­ζο­νται,
της τε­λευ­ταί­ας πό­ζας χο­ρευ­τές

από το νού­με­ρο της αυ­θαι­ρε­σί­ας του
κρί­νω τον άν­θρω­πο,

από τις δια­στά­σεις του ετε­ρό­κλη­του
πριν την αυ­λαία
με επι­ση­μό­τη­τα ποι­η­τι­κή
πώς ζεύ­ε­ται το απα­ρά­δε­κτο

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: