Η αναπαράσταση της «πραγματικότητας», π.χ. ενός δρόμου, μπορεί να γίνει με όλους τους γνωστούς εικαστικούς τρόπους, με όλα τα είδη του λόγου, αλλά και με την κατασκευή μιας άλλης υλικής «πραγματικότητας» που να αντιγράφει, ή να μιμείται, ή να μετασχηματίζει μία υπάρχουσα, υλική ή ιδεατή «πραγματικότητα». Βάζω το πραγματικότητα σε εισαγωγικά γιατί δεν υπάρχει, μετασχηματίζεται συνέχεια, ακόμη κι αν είναι υλική, π.χ. οι παραλιακοί λεωφόροι των μεσογειακών πόλεων – θυμάμαι, με αγαλλίαση κάποτε, να κυματίζει εκείνη των Συρακουσών. Μετασχηματίζεται λόγω φθοράς, ή αλλαγής της αισθητικής, ή των νοοτροπιών, ή καταστροφής. Εξαίρετη και ανεπανάληπτη διακρατική παρουσίαση μίας εφαρμογής του μετασχηματισμού της υλικής πραγματικότητας σε εικόνα είναι η έκθεση που είχε γίνει το 2009/2010 στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης. Τα κείμενα του οδηγού που την συνόδευε αποτελούν μία, κατά τη γνώμη μου, από τις πληρέστερες προσεγγίσεις αυτής της διεργασίας που ίσως δεν αφορούν μόνο τη βυζαντινή εποχή.[1] Ο βυζαντινός κόσμος πάντως, σε αντίθεση με τον δυτικό, δεν είχε καμία πρόθεση προσέγγισης της πραγματικότητας. Η εικόνα ήταν ένα μέσο διευκόλυνσης για την προσέγγιση του απερίγραπτου και αχώρητου κόσμου του θείου πνεύματος (σ. 35).
Πραγματικότητα συνιστά και μία αφήγηση άγραφη και προφορική (παραμύθι, ακατάγραφο δημοτικό τραγούδι, μια ιστορία κ.λπ.), ή γραπτή. Η κάθε είδους αφήγηση μπορεί να μετασχηματιστεί σε εικαστικό γεγονός, ή σε νέα, κάθε είδους επίσης, αφήγηση. Αφήγηση πρωτοφανούς βιαιότητας μάχης, προερχόμενη ίσως από τα ίδια τα ομηρικά έπη, ίσως από κάποια προφορική επική παράδοση ή μύθο, προκάλεσε τις εικόνες σε αγγεία της γεωμετρικής εποχής (8ος αι. π.Χ.) από το πολυάνθρωπο νεκροταφείο (πολυάνδριο) που ανασκάφηκε στην Παροικιά της Πάρου. Ίσως όμως και από στίχους του Αρχίλοχου.[2] Είναι σίγουρο ότι ό αγγειογράφος εκείνης της εποχής θα μπορούσε να αποδώσει την «πραγματικότητα» και φυσιοκρατικά και βέβαια όλες αυτές τις μαχόμενες ανδρικές μορφές ενιαία χωρίς δηλαδή τον έντονο διαχωρισμό κεφαλιού, σώματος, ποδιών, χεριών. Όμως, όπως μας δίδαξε εκείνος ο Γερμανός φιλόλογος Bruno Snell,[3] στον Όμηρο δεν υπάρχει λέξη για το σύνολο του σώματος, αναφέρονται τα μέλη του χωριστά. Το ίδιο φαίνεται ότι ακολουθεί και ο αγγειογράφος. Είναι εικαστική πρόταση της γεωμετρικής εποχής του αιγαιοπελαγίτικου, κυρίως του νότιου, χώρου, κοινωνικά οριοθετημένη και αποδεκτή και όχι αδυναμία του καλλιτέχνη. Ανάλογα παραδείγματα ή, μάλλον, ο κανόνας, ισχύει για τον εικαστικό κόσμο όλων των εποχών και περιοχών. Ανατρέξτε, ας πούμε π.χ., στην απεικόνιση ενός δυστυχούς θύματος των Μάγια την ώρα που ο ιερέας του ξεριζώνει την καρδιά. Απαραίτητη προϋπόθεση για να κινηθεί και την άλλη μέρα ο ήλιος.
Η μελέτη της διαπλοκής του ανθρώπου με τα πράγματα (Human-Thing Entanglement την αποκαλεί ο σύγχρονος αρχαιολόγος-ιερόν τέρας Ian Hodder)[4] στη σύγχρονη εποχή αρχίζει από τον 17ο αι. Ό,τι αναπαριστά δεν είναι ανεξάρτητο από τα πράγματα, το περιβάλλον, τις γενικότερες συνθήκες. Ο λόγος ιδίως από τον Όμηρο και εξής, ―όχι τόσο στη νεωτερική εποχή―, έχει τροφοδοτήσει την εικόνα (έπος, αρχαία κείμενα, Bίβλος, Δάντης κ.λπ.), και το αντίθετο, η εικόνα τον λόγο και όχι βέβαια μόνο αυτό που αποκαλείται «έκφρασις» στην ιστορία της δυτικής λογοτεχνίας.
Ένα είναι το σίγουρο: Η διαπλοκή πραγμάτων και αναπαράστασης (εικόνα, λόγος, ενίοτε και μουσική –στην αρχαιότητα σίγουρα–), και το αντίστροφο, αναπαράστασης και πραγμάτων, συνιστά αυτό που λέμε πολιτισμό. Είναι η ουσία του. Τα συστατικά του στοιχεία βέβαια δεν παύουν να διατηρούν την αυτονομία τους.
[ Αύγ. - Σεπτ. 2022 ]