Εισιτήριο για το Τέξας

―Χαίρομαι, ναι, ναι ακριβώς αυτό, χαίρομαι που δεν μου μιλάς άλλο πια για την ανθισμένη γη, έστω κι αν εσύ διαλέγεις πάντα την τρέλα της γης, το τρελό άνθισμα που λες, χαίρομαι που δεν μου λες για τον ήχο του νερού, για τις απειλητικές καταιγίδες για την χαρά η την απελπισία στα μάτια των ζώων.
Έτσι είχα πει εδώ και λίγους μήνες στην φίλη μου και το θεώρησα σπουδαίο γιατί τώρα πια περπατούσε ανάμεσά μας.. Όμως σήμερα έτσι που την άκουγα να μου μιλά στην έρημη παραλία του Αυγούστου ένιωθα ανήσυχη.
―Πορτοκαλί ρούχα φορούσε. Είκοσι δύο χρόνια στις φυλακές. Τα δόντια του, δεν του έλειπαν αλλά έτσι που γελούσε, αυτός δεν χαμογελούσε, όταν έχεις ξεπεράσει τα όρια δεν χαμογελάς, γελάς δυνατά, γελάς και το γέλιο σου έρχεται από την κοιλιά, όταν λοιπόν γελούσε, νόμιζες πως είχε διπλή σειρά δοντιών, ένα στόμα γεμάτο σε βάθος με δόντια στραβά, διπλά. Και είπα καθώς τον κοίταζα: Αυτός ο άνδρας έχει περίεργα δικαιώματα, έτσι είπα περίεργα δικαιώματα. Το βλέμμα του έντονο τρελό … .Για κλοπές και ληστείες είχε φυλακιστεί αλλά γρήγορα τον έβαλαν στην απομόνωση γιατί όπως είπε και ο ίδιος γελώντας μ’ εκείνο το γέλιο που σου είπα, δεν μπορούσα να μην συμμετέχω στις φασαρίες ή στις εξεγέρσεις δεν θυμάμαι ποια λέξη είπε, που γίνονταν στις φυλακές, άνθρωπος είμαι νέος ήμουν τέλος πάντων δεν είπε τίποτα περισσότερο γι’ αυτό .. και με βάλανε στην απομόνωση και με ξέχασαν. Είκοσι τρεις ώρες σ’ αυτό το μικρό δωμάτιο ήχος άλλος δεν ακουγόταν παρά μόνο μια μικρή σταγόνα νερού από την βρύση. Όσες φορές ζήτησα να την φτιάξουν ούτε που με κοίταξαν, σαν να μην ζήτησα ποτέ τίποτα. Κάποια νύχτα είπα: Θα κάνω οτιδήποτε για να μου επιβάλουν την θανατική ποινή, καλύτερα στην πτέρυγα των μελλοθανάτων παρά στην απομόνωση. Και γέλασε πάλι, γέλασε και το γέλιο του αντήχησε στους άδειους απέραντους διαδρόμους της φυλακής.
―Και τι έγινε;
―Δεν υπάρχει ιστορία, δεν θα σου πω την ιστορία. Εγώ σταματώ εκεί στην επιθυμία να μπει στην πτέρυγα των μελλοθάνατων. Αν δεν νιώσω αυτόν τον άντρα, αν δεν αγγίξω και την δική του τρέλα αν δεν κόψει και το δικό μου μυαλό εκείνο το μαύρο μαχαίρι της σιωπής αν δεν φωνάξω μ΄αυτό το στόμα με τα διπλά δόντια: Όχι άλλο αυτόν τον ζωντανό θάνατο, δώστε μου τον αληθινό θάνατο, αν δεν μείνω ώρες είκοσι τρεις ξαπλωμένη στο κρεβάτι, αν δεν κάνω κι εγώ αυτήν την κίνηση των χεριών που με απόγνωση, α, αυτήν την απόγνωση δεν μπορώ να την εκφράσω, έπιανε και ξανάπιανε το κεφάλι του, μια κίνηση σαν χάδι των απελπισμένων, αν όλα αυτά δεν τα νιώσω, αν δεν απλώσω το χέρι μου σ’ αυτόν τον άνθρωπο με την πορτοκαλί στολή, όχι να τον παρηγορήσω, όχι , να απλώσω το χέρι και να τον αφήσω να το δαγκώσει , να το δαγκώσει πολλές φορές και να τρέξει αίμα κι εγώ να μην πω ... σε καταλαβαίνω… τίποτα δεν καταλαβαίνει κανείς από την απόγνωση του άλλου, τίποτα δεν θα του πω. Ένα μικρό φόρο αίματος θέλω να προσφέρω για το τρελό του βλέμμα για το βλέμμα που του έφτιαξαν οι φύλακες των νόμων στο δωμάτιο της απομόνωσης. Αν όλα αυτά δεν τα κάνω θα μοιάζω μ’ εκείνο τον ποιητή που κάποτε του είπα: Το να γράφεις ποιήματα κατοικώντας σε υπόγειο ενώ βλέπεις τα πόδια των περαστικών να περνούν από το παράθυρο είναι ένα περίεργος συμβιβασμός πιο άθλιος από τους συνηθισμένους κι ακόμα χειρότερα αν γράφεις ωραία ποιήματα.
―Κι αν αυτός με τα πορτοκαλί ρούχα λέει ψέματα;.
―Άκου, εκείνο που μ’ ενδιαφέρει είναι η αλήθεια της επιθυμίας.
―Μα…
Σηκώθηκε, άφησε τα ρούχα της στην άμμο και πριν μπει στην θάλασσα μου είπε:
―Κράτα αυτό το εισιτήριο προσεκτικά. Δεν θέλω να το χάσω. Αύριο φεύγω για το Τέξας. Και μην σκέφτεσαι πως δε μιλώ πια για τα λουλούδια. Ακόμα και τώρα έρχεται και ξανάρχεται στο μυαλό μου αυτή η φωτογραφία με το μοναχικό πορτοκαλί λουλούδι σ' εκείνο το παράξενο τοπίο. Όχι, όχι δεν κάνω κανέναν συσχετισμό. Μπορεί να λέω διάφορα αλλά η αγάπη μου για τα λουλούδια παραμένει πάντα βαθιά …

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: