Αξονική τομογραφία / Κανένας λόγος ανησυχίας


Κα­νέ­νας λό­γος ανη­συ­χί­ας

Φό­ρε­σε την ανα­σφά­λεια της
και βγή­κε.
Έκλει­σε πί­σω της τη πόρ­τα.
Όλες τις μέ­ρες της ζω­ής της κα­μία πα­ρε­ξή­γη­ση.
Κα­λύ­τε­ρα να πη­γαί­νεις με τα νε­ρά τους.
Ζού­σε σ’ ένα τό­πο πού απο­κα­λού­σε σπί­τι.

Τώ­ρα μό­νη στο δά­σος;
Μην αφή­σεις το φό­βο σου να σε πα­ρα­σύ­ρει.
Με τό­σο τσι­μέ­ντο ξέ­χα­σε πώς εί­ναι
να πα­τά­ει στο χώ­μα.
Μια χα­ρού­με­νη φα­σα­ρία ήθε­λε.
Να βλέ­πει τον ήχο εκεί έξω,
να ακού­ει το φως να δια­περ­νά
την ύλη.

Μην ανη­συ­χείς.
Δεν συν­θη­κο­λο­γώ
Απλά
Πρέ­πει να κό­βω τα­χύ­τη­τα συ­χνό­τε­ρα.


Αξο­νι­κή το­μο­γρα­φία

Σκύ­βω το κε­φά­λι
σε μια προ­ο­πτι­κή προ­σέγ­γι­ση
του έσω κορ­μού.
Σπλα­χνι­κά φω­νή­ε­ντα
σε σκλη­ρές αλή­θειες σκα­λώ­νουν
σε αγ­γεία ξε­ρό­κλα­δα πιά­νο­νται
κρε­μα­σμέ­να
πά­νω από θο­λό πο­τά­μι.
Ιπ­πό­κα­μποι και
αθό­ρυ­βοι κο­χλί­ες
πα­ρα­μο­νεύ­ουν να γί­νουν
αχόρ­τα­γο ποί­η­μα.
Για­τί.

Βα­ραί­νει ο θώ­ρα­κας
στην ιδέα της απόρ­ρι­ψης
έτοι­μος σαν ήρε­μη επι­φά­νεια
λί­μνη(ς)
πού σπά­ει
σε μύ­ριους κύ­κλους
σε μια στιγ­μή δια­λύ­ε­ται
το πρό­σω­πο πού κα­θρέ­φτι­ζες.
Συ­σπώ­νται τα βλέ­φα­ρα
φυ­λα­κί­ζο­ντας μια θλί­ψη
ατυ­χούς επι­κοι­νω­νί­ας η
ατέ­λειω­της πρά­ξης.
Όχι δρά­μα­τος πά­ντως,
ωστό­σο πι­κρής
σαν μο­να­ξιά
αυ­τοϊ­κα­νο-ποί­η­σης
αν δεν εκτε­θείς.
Άνοι­ξε τα μά­τια σου τώ­ρα.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: