Μάριου Σεζαρίνι ντε Βασκονσέλους


____________

Στις 11 Οκτωβρίου, με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τη γέννηση του Πορτογάλου ποιητή και ζωγράφου Mário Cesariny de Vasconcelos (1923-2006) — παντελώς άγνωστου στην Ελλάδα —, ο Πολιτιστικός Τομέας της Πορτογαλικής Πρεσβείας στην Αθήνα οργάνωσε, στον πολυχώρο της Πρεσβείας, εργαστήριο ομαδικής μετάφρασης κάποιων ποιημάτων του από τον συγκεντρωτικό τόμο με όλα τα ποιήματά του από τις εκδόσεις Assírio & Alvim, Λισσαβώνα, 2017.
____________

Στην ομαδική μετάφραση συμμετείχαν:
Παναγιώτης Αργυρόπουλος, Πωλίνα Δημέα, Βανέσσσα Ζερβογιάννη, Έλλη Κεχαγιά, Λυμπέρης Κορέας, Χρήτσος Κωτσακόπουλος, Σοφία Λέτσιου, Κατερίνα Νικολάου, Ιφιγένεια Ντούμη, Νίκος Πρατσίνης, Ana Maria Soares.




Ο Mário Cesariny de Vasconcelos, ο πλέον αναγνωρίσιμος σουρεαλιστής ποιητής της Πορτογαλίας και, παράλληλα, ο πιο αναγνωρίσιμα αντισυμβατικός και αντικομφορμιστής ποιητής της χώρας, σε μια πρώτη ματιά τουλάχιστον, γεννήθηκε στην Μπενφίκα, στην Βίλα Edith, το 1923, ενώ οι γονείς του έκαναν εκεί διακοπές. Γεννημένος κάτω από το άστρο των διακοπών, έζησε μια ζωή σε διακοπές από την αστική συμβατικότητα της τάξης του. Ο πατέρας του ήταν εύπορος χρυσοχόος και η Ισπανοκορσικανή μητέρα του ήταν γεννημένη στο Παρίσι. Ο Μάριου ήταν το μικρότερο παιδί της οικογένειας, είχε τρεις μεγαλύτερες αδελφές. Ο πατέρας του, πολύ αυταρχικός και συντηρητικός, ονειρευόταν τον γιο του διάδοχο στην επιχείρηση και τον έστειλε στην πρωτοποριακή για την εποχή της Escola de Artes Decorativas António Arroio (Σχολή Διακοσμητικών τεχνών Αντόνιο Αρρόιου), σχολή όπου διδάσκονταν και οι παραστατικές τέχνες. Εκεί ο Μ. Cesariny γνώρισε τον μετέπειτα κορυφαίο εικαστικό –που ήταν επίσης και ποιητής – του πορτογαλικού σουρεαλισμού, τον Artur do Cruzeiro Seixas, με τον οποίο έμελλε να διασταυρωθούν και αργότερα οι δρόμοι τους. Στη συνέχεια, ο νεαρός Μάριου γράφτηκε μετά στη Σχολή Καλών Τεχνών της Λισαβώνας, χωρίς όμως να μπει στον κόπο να παρακολουθήσει τα μαθήματα. Ασχολήθηκε και με τη μουσική, με δάσκαλο τον διάσημο Πορτογάλο συνθέτη και πιανίστα Fernando Lopes Graça. Είχε φοβερό ταλέντο στο πιάνο. Ο πατέρας του όμως δεν του επέτρεψε να συνεχίσει μουσικές σπουδές.
Από την εφηβική του ηλικία σύχναζε μανιωδώς σε συναντήσεις που οργάνωναν οι λογοτεχνικές και καλλιτεχνικές συντροφιές (tertúlias) στα καφέ της Λισαβώνας Ήταν η εποχή που μεσουρανούσε το ρεύμα του νεορεαλισμού, στον οποίο είχαν προσχωρήσει οι περισσότεροι αριστεροί συγγραφείς, πολέμιοι του φασιστικού καθεστώτος του Estado Novo, δηλαδή τής δικτατορίας του Σαλαζάρ. Βλέπουμε πως από νέος ο Μ. Cesariny είχε τη στόφα πολυδιάστατου καλλιτέχνη και σύντομα θα αποκτούσε και την ανάλογη αποσκευή του. Γιατί όχι και τη φήμη;
Το 1947 ταξίδεψε στο Παρίσι, χάρη σε μια υποτροφία, και φοίτησε για λίγο στη σχολή καλών τεχνών Académie de la Grande Chaumière. Στο Παρίσι γνώρισε τον André Breton και προσχώρησε με ενθουσιασμό στο σουρεαλιστικό κίνημα. Επιστρέφοντας τον ίδιο χρόνο στην πατρίδα του, υπήρξε από τους ιδρυτές της Σουρεαλιστικής Ομάδας της Λισαβώνας (Grupo Surrealista de Lisboa) μαζί με πολλές άλλες από τις μετέπειτα σημαντικές μορφές των πορτογαλικών γραμμάτων και τεχνών. Η ομάδα λειτουργούσε μέσα από τακτικές συναντήσεις το περίφημο ζαχαροπλαστείο Pastelaria Mexicana και άρχισε να γίνεται πόλος έλξης των καλλιτεχνών και των συγγραφέων οι οποίοι ήταν ενάντιοι στο καθεστώς του Σαλαζάρ αλλά και ενάντιοι στο ΚΚ Πορτογαλίας, υπό την ισχυρή επιρροή του οποίου βρισκόταν το κίνημα των νεορεαλιστών. Σύντομα, ο M. Cesariny διαφώνησε και αποχώρησε από την ομάδα ιδρύοντας μια άλλη, με το όνομα Os Surrealistas (Οι Σουρεαλιστές), πολύ πιο πιστή στην σουρεαλιστική ορθοδοξία, στην οποία συμμετείχαν ο Artur do Cruzeiro Seixas καθώς και η άλλη σημαντική μορφή της σουρεαλιστικής ποίησης στην Πορτογαλία, ο António Maria Lisboa.
Το 1940 ο πατέρας του, με τον οποίο διατηρούσε μονίμως κάκιστες σχέσεις, έφυγε με μια ερωμένη του για την Βραζιλία, εγκαταλείποντας την οικογένεια. Το γεγονός στάθηκε και η αφορμή για να έρθει ο ποιητής πιο κοντά στη μητέρα του και την αδελφή του Henriette. Θα ζούσε πλέον, μέχρι το θάνατό του, το 2006, στηριζόμενος οικονομικά από τους δικούς του, απερίσπαστος να δημιουργήσει.
Η πρώτη του συλλογή, Corpo Visível (Ορατό Σώμα), εκδίδεται το 1950. Μετά από άλλες δεκαπέντε περίπου, και παρότι μετά το 1980 η ποιητική του παραγωγή συνεχώς μειωνόταν, προς όφελος της εικαστικής, η τελευταία, με τον τίτλο A alma e o mundo (Η ψυχή και ο  κόσμος), εκδόθηκε το 1997. Δεν έπαψε να συνεργάζεται με λογοτεχνικά περιοδικά ως ποιητής και ως κριτικός. Ήταν δεινός όσο και αυστηρός σχολιαστής των «σουρεαλιστικών πραγμάτων» στην Πορτογαλία.
Από το 1964 έως το 1969, χάρη σε μια υποτροφία του ιδρύματος Calouste Gulbenkian, επισκεπτόταν συχνά το Λονδίνο, εκπονώντας μια μελέτη για το έργο της μεγάλης Πορτογαλίδας σουρεαλίστριας ζωγράφου και φίλης του Vieira da Silva και αναλαμβάνοντας την επιμέλεια καταλόγων για τις εκθέσεις της.
Ο M. Cesariny ήταν το «τρομερό παιδί» της πορτογαλικής λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής ζωής, και όχι μόνο λόγω της ποίησης του. Αλλά και γιατί ζούσε ανοιχτά και τολμηρά για την εποχή του την ομοφυλοφιλία του, σε ένα περιβάλλον όπου κυριαρχούσε η αυστηρή ηθική της καθολικής εκκλησίας και ο αποστεωμένος συντηρητισμός του καθεστώτος, προκαλώντας συχνά τα κυριαρχούντα ήθη, με αποτέλεσμα, από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 και μέχρι την Επανάσταση των Γαριφάλων (1974) να είναι υποχρεωμένος να δίνει κάθε μήνα το παρών στην Αστυνομία Ηθών! Αλλά και στην Γαλλία και την Αγγλία είχε ανάλογα προβλήματα, κατηγορούμενος για προσβολή της δημοσίας αιδούς. Πέρα από την αντίθεσή του με το καθεστώς, όντας σουρεαλιστής και (παρ)ακολουθώντας την ιδεολογική διαδρομή του πατριάρχη του κινήματος, του Α. Μπρετόν, ήταν τροτσκιστής, πράγμα που τον έφερνε συχνά σε σύγκρουση με το ΚΚ Πορτογαλίας και πολλούς διανοουμένους που το υποστήριζαν, όπως ο ποιητής και εκδότης του, για μια περίοδο, Luiz Pacheco.
Μετά θάνατον απέκτησε και μικρό άγαλμα, το οποίο εγκαινίασε ο πρόεδρος της Πορτογαλικής Δημοκρατίας Rebelo de Sousa. Ο Mário Cesariny άφησε 1.000.000 ευρώ στο φιλανθρωπικό ίδρυμα Casa Pia.

N.Π.



Η ποίηση και η ζωγραφική του Σεζαρίνι


H ποίησή του Μάριου Σεζαρίνυ, γραμμένη σχεδόν εξ ολοκλήρου σε καφέ της Λιασαβώνας, χωρίς στενόμυαλη προσκόλληση στην αυτόματη γραφή που πρέσβευε ο Μπρετόν, παρέμεινε, σε τελική ανάλυση, πιστή στο μαχητικό πνεύμα του σουρεαλισμού. Ακολούθησε μια γοητευτική και τρελή πορεία συνεχών πειραματισμών και αταλάντευτα κριτικής ματιάς στο αποκαλούμενο, συμβατικά, λογοτεχνικό ταλέντο. Γλωσσικά παιχνίδια, λογοπαίγνια, χαοτικές απαριθμήσεις αντικειμένων, κειμενικά κολάζ, μαύρο (συνήθως) χιούμορ, συνδυασμός εικόνας και κειμένου και άλλα πολλά πειραματικά στοιχεία βρήκαν τη θέση τους στην ποίησή του. Η οποία άλλοτε ακολουθεί τον ελεύθερο στίχο ή προσφεύγει σε πεζοποιήματα και άλλοτε καταφεύγει στην ομοιοκαταληξία, ακόμη και με στοιχεία από την δημώδη παράδοση της χώρας του. Η γλώσσα του συνδυάζει το παράδοξο, το σπάνιο γλωσσικά στοιχείο και την πρωτοτυπία με στοιχεία από την καθημερινή ομιλία, θυμίζοντας ενίοτε την αποκαλούμενη «βιωματική ποίηση», με τρόπο στιβαρό και εξομολογητικό συνάμα, και με σαφές, και έντονο ενίοτε, το ομοερωτικό στοιχείο. Αφθονεί ακόμη στην ποίηση του και η κατεδαφιστική κριτική στην πολιτική και κοινωνική κατάσταση της χώρας του — και του κόσμου όλου, υπό μία έννοια, ως διεθνιστής σουρεαλιστής — και ειδικά της καθημερινής μιζέριας του καθημερινού ανθρώπου. Άλλοτε δηκτική και άλλοτε τρυφερή, με κατανόηση για τα ανθρώπινα. Αλληγορική και συμβολική, συνήθως, «δια τον φόβον των Ιουδαίων»· η λογοκρισία ήταν αμείλικτη όσο και ευφυής στο φασιστικό καθεστώς του Σαλαζάρ. Έτσι, στο τρίτο ποίημα που παραθέτουμε, με τον τίτλο «Ζαχαροπλαστείο», έχουμε μια κριτική της καθημερινής μιζέριας του νεαρού (και δήθεν;) ψαγμένου διανοούμενου αλλά και του απλού ανθρώπου, μια (πιθανή) αναφορά στο ΚΚ Πορτογαλίας, που περίμενε να πεινάσουν οι άνθρωποι για να εξεγερθούν, μια αναφορά στον Σαλαζάρ (τον διευθυντή τους ζαχαροπλαστείου, εν προκειμένω) και μια συμβολική πρόσκληση για ταξίδια έξω από τη χώρα (που συμβολίζεται από το ζαχαροπλαστείο…), στην Ευρώπη, όπως έκανε και ο ποιητής, εκεί όπου έπνεαν κάπως πιο ελεύθεροι άνεμοι. Κάπως έτσι τουλάχιστον διαβάστηκε, καλώς ή κακώς…, το εμβληματικό αυτό ποίημα, επί σαλαζαρισμού, πίσω και κάτω από τις γραμμές, χάρη σε μια «τέχνη» που γνωρίζουν καλά οι αναγνώστες σε κάθε δικτατορικό καθεστώς, αναγκαστικά.
Παρά τον δύσκολο χαρακτήρα του, ο κάπως μουντός και συγκρατημένος αυτός μποέμ ποιητής λειτούργησε διαδραστικά με πολλούς ομότεχνούς του στην εποχή του, λατρεύτηκε από αρκετούς αναγνώστες και διαβάζεται με ενδιαφέρον και σήμερα. Ήταν, βλέπετε, ο «αταίριαστος» της πορτογαλικής λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής ζωής. Με την προσωπική ζωή του, την οποία έζησε (εκ των πραγμάτων προκλητικά) αγνοώντας – μάλλον όχι εκ προθέσεως — επιδεικτικά τους κανόνες, τα ήθη και τους νόμους μιας συντηρητικής κοινωνίας και ενός απολυταρχικού κράτους, και διακινδυνεύοντας πολλά, καθότι δεν συγκάλυψε ποτέ την ομοφυλοφιλία του, στάθηκε ένας καλλιτέχνης στον οποίο η ζωή και το έργο «ήρθαν και ταίριαξαν». Ο σύγχρονος Πορτογάλος αναγνώστης αναγνωρίζει στο έργο του μια πορτογαλική όσο και μια οικουμενική ματιά σε πράγματα και καταστάσεις του 20ου αιώνα, η οποία του γίνεται σαφέστερη στο βαθμό που γνωρίζει και την αντισυμβατική ζωή του ποιητή, ειδικά για την εποχή που αυτός έζησε.
Ανάλογα «σουρεαλιστική» ήταν και η διαδρομή του Μ. Cesariny και στον εικαστικό χώρο. Η ζωγραφική του εκφράζει την ανήσυχη προσωπικότητά του. Χρησιμοποιεί ποικίλα υλικά και τεχνικές, πειραματίζεται, φτάνει στο σημείο να φυσά το χρώμα πάνω στον καμβά και να σχεδιάζει, στις περίφημες soprofiguras του. Στα τελευταία έργα του προσπαθεί να αναδείξει το μοναδικό, κάθε φορά, στοιχείο της φαντασίας και του ονείρου μέσα στην (πεζή;) καθημερινότητα Το χαρακτηριστικό χιούμορ της ποίησης του είναι εμφανές και στην ζωγραφική, απροσδόκητο σχεδόν πάντα, συχνά αρκετά μαύρο, προκύπτοντας συνήθως μέσα από τον διάλογο με τον τίτλο του έργου. Η τιμή των έργων του στην αγορά τέχνης δεν έχει πάψει να ανεβαίνει.
Γνώρισε την αναγνώριση εν ζωή, ιδίως μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα του, το 1974, οπότε απέκτησε πρόσβαση στα ΜΜΕ. Επί του θέματος αυτού τοποθετήθηκε με αρκετή σαφήνεια: «Είμαι σε ένα πολύ ψηλό βάθρο, μου βαράνε παλαμάκια και μετά με παρατάνε να πάω μόνος σπίτι. Έτσι είναι η λογοτεχνική δόξα αλά πορτογαλικά».

Mάριου Σεζαρίνι Mάριου Σεζαρίνι Mάριου Σεζαρίνι Mάριου Σεζαρίνι Mάριου Σεζαρίνι

 

 

Ποιήματα


Ποιήματα

Από τη συλλογή Pena capital (Θανατική ποινή), 1957


από το κεφάλαιο της ανταπόδοσης

Σήμερα έρχομαι να σου πω ότι πέθανες και ότι ξαγρυπνώ το κορμί σου
    στο κρεβάτι μου, ένα ξένο και κουφό κορμί ένα ακατανόητο κορμί

την απελπισία εκείνη που έπαψε να έχει δυνάμεις για να υψώνει τις ψηλές πύλες του
        άλλου βασιλείου θλίψη παιδιού που του τα πήραν όλα, ακόμα
        και το μελάνι και τα λουλούδια και τη χαρά να κραυγάζει

αυτό (ως γνωστόν) πρέπει να επιβιώσει γιατί είναι ο δικός σου τρόπος να λούζεσαι
        στην πλάση, να κοιτάς την πλάση σαν και εκείνους που μπορούν ακόμα
        να ρωτούν τα κύματα και να πεθαίνουν

όμως εσύ ακόμα δεν ξέρεις σε ποιο σημείο πέθανες, πηγαίνεις μέχρι το παράθυρο, ρουφάς
        προσεχτικά το οξυγόνο που σου παρέχει ο χώρος, δείχνεις
        γελαστός το τρυφερό πλάσμα που σέρνει στους δρόμους την τωρινή του ύπαρξη ένα κεραυνοβολημένο ζώο

μετά κοιτάς προς το μέρος μου, κοιτάς τα χέρια σου, και τα δύο, τόσο ξεκάθαρα,
        τόσο σίγουρα, είναι τα χέρια ενός στρατιώτη που ψήνεται στον πυρετό,
        πουλιά που διατρέχουν την καινούρια τους έρημο

ξέρεις όμως, είδες εσύ, και πιο πολύ κι από μένα: το χέρι του άντρα είναι γλυκό και
        ολόφωτο σαν τη νύχτα σαν ίχνος καπνού πάνω από
        τα νοσοκομεία

είχαμε μια ιστορία όμως η ιστορία έφυγε, μες σε αυτάρεσκες σειρές
        αγγέλων, για να φτιάχνει τη μέρα σε άλλα μέρη: άλλη σκιά,
        άλλα παρόμοια μάτια

σε άλλο κρεβάτι στα σύννεφα αφήνω τα μαλλιά σου, την κούρασή σου και τη
        μιζέρια μου, τα δικά σου μπράτσα και τα δικά μου, ψηλά σαν
        πόλεις, ψηλά σαν λουλούδια

το αυτοκίνητο σταμάτησε, εκεί κάτω, και εγώ δεν χρειάζεται πλέον να κατεβαίνω
        τις σκάλες, και να κλείνω την πόρτα του δωματίου σου, να διασχίζω με
        ένα πήδημα τη δική μου ζωή

τώρα μπορώ να ονειρεύομαι ώσπου να πάψω να σε βλέπω

ποτάμι όμορφο δίχως δάκρυα


Ο Μάριου Σεζαρίνι ντε Βασκονσέλους
Ο Μάριου Σεζαρίνι ντε Βασκονσέλους

Από τη συλλογή Titânia e A Cidade Queimada (Τιτάνια και Η πυρπολημένη πόλη), 1965


Ποτέ δεν ήμουν τόσο μόνο λέει το κορμί μου και εγώ γελώ με μένα
γιατί κορμί είναι ένα κορμί
δεν έχει και τίποτα να κάνει δε θυμάται θέλει πάντα να είναι γραπωμένο
ζουπηγμένο
στριμωγμένο
κι αν είναι κι ωραίο τόσο το χειρότερα
ζει σε ένα συνεχές τσαλάκωμα

Ναι βέβαια ύλη έλκει η ύλη
το στόμα γίνεται αίμα το αίμα γίνεται σπέρμα
τα ούρα μετά δυσκολίας περιμένουν να γίνει το σπέρμα
και να
έρθει ξανά στην επιφάνεια του αέρα
όταν το σύνολο αποκτά την εκτινασσόμενη μορφή του
κολλάει σε ένα άλλο σώμα σε άλλα πανομοιότυπα χείλη
αλλά από την άλλη πλευρά σαν καθρέφτης
πιστή εικόνα του μεταπλασμένη

Αυτό θέλει το κορμί μου – το κορμί – τη νύχτα και τη μέρα
το οποίο θεωρεί ότι έχω την ηλικία του
κι ότι εγώ γνωρίζω τον άνδρα μόνο από αυτό που κουβαλά
μεσοκάραβα ψηλά πάνω από τα πόδια
– τους πόθους στο τετράγωνο μες στις βαριές ανάσες –


To ζαχαροπλαστείο και εστιατόριο Mexicana, άνοιξε τις πόρτες του το 1946. Ανακαινίσθηκε τα τέλη του ’50 και διακοσμήθηκε από τον μοντερνιστή γλύπτη Querubim Lapa
To ζαχαροπλαστείο και εστιατόριο Mexicana, άνοιξε τις πόρτες του το 1946. Ανακαινίσθηκε τα τέλη του ’50 και διακοσμήθηκε από τον μοντερνιστή γλύπτη Querubim Lapa

Ζαχαροπλαστείο

Από τη συλλογή Nobilíssima Visão (Όραμα ευγενέστατο), 1959


Και η λογοτεχνία τελικά δεν είναι κάτι που ‘χει σημασία
ούτε και η τεχνοκριτική και η καλλιτεχνική φωτογραφία

Τελικά δεν έχει σημασία πώς πάει το μαγαζί
ούτε κι αν έχεις φράγκα και ελεύθερο χρόνο μαζί

Τελικά δεν έχει σημασία το να ‘σαι ομορφονιός
– υπάρχουν χίλιοι τρόποι να δείχνεις για γαμπρός

Τελικά σημασία έχει να μη φοβάσαι: τα μάτια κλειστά μπροστά στον γκρεμό να κρατάς
και κάθετα στα πάθη αμέσως να βουτάς

Έτσι δεν είναι νεαρέ; Κι έχει μπάλα αύριο και εσύ θα πας
πριν από το σινέ τα μπλα μπλα στο καφέ το σπίτι της παστρικιάς

Γιατί τελικά αυτό που έχει σημασία δεν είναι να υπάρχει κόσμος που πεινάει
αφού έτσι κι αλλιώς υπάρχει και τόσος κόσμος που μπορεί να φάει

Γιατί τελικά αυτό που έχει σημασία είναι να μη φοβηθείς
να φωνάξεις το διευθυντή και μπροστά
σε κόσμο πολύ να πεις σε τόνο θυμωμένο:
Διευθυντά! Αυτό το γάλα είναι ξινισμένο!

Γιατί τελικά σημασία έχει να είναι σηκωμένος ο γούνινος γιακάς
βγαίνοντας από το ζαχαροπλαστείο και έξω –εκεί έξω!– με τα πάντα
να γελάς

Με το θαυμαστό γέλιο εκείνου που ξέρει και αγαπά
να έχει καθαρά και πολλά δόντια που να λάμπουνε λευκά


(Ο Marco d’ Almeida απαγγέλλει θεατρικά το ποίημα «Ζαχαροπλαστείο», το οποίο γνωρίζει στις μέρες μας καινούριες δόξες ανάμεσα στους κύκλους των ψαγμένων αναγνωστών — τυχαίο άραγε; — σε μια καφετέρια της εποχής μας, όχι βέβαια την Μexicana….)

Το εργαστήριο

Την προετοιμασία του εργαστηρίου συντόνισε ο Νίκος Πρατσίνης, σε συνεργασία με τον φιλόλογο Χρήστο Κωτσακόπουλο, από τον Πολιτιστικό Τομέα της Πρεσβείας. Από τα άτομα που συμμετείχαν, κάποια διέθεταν επαγγελματική εμπειρία στη μετάφραση, αρκετά όχι. Είχαν ως μητρική γλώσσα την ελληνική ενώ, παράλληλα, τα περισσότερα διέθεταν υψηλό επίπεδο γνώσης της πορτογαλικής γλώσσα. Είχαν ήδη εργαστεί μεταφράζοντας ατομικά τα ποιήματα, τα οποία είχαν λάβει εκ των προτέρων. Κατά τη διάρκεια των δύο ωρών του εργαστηρίου παρουσίασαν τις εκδοχές τους, οι οποίες συζητήθηκαν διεξοδικά, και αντάλλαξαν παρατηρήσεις μεταξύ τους, καθώς και με τον διευθύνοντα την διεξαγωγή του εργαστηρίου μεταφραστή, διερμηνέα και καθηγητή μετάφρασης Νίκο Πρατσίνη.
Στο βαθμό που κάθε ανάγνωση ενός λογοτεχνικού έργου, ειδικότερα δε ενός ποιήματος, οδηγεί και σε μια διαφορετική πρόσληψή του, οι προσεγγίσεις πολλών ατόμων σε μια ομαδική μετάφραση αναδεικνύουν, στο μέτρο του δυνατού, περισσότερες πτυχές του στο μελλοντικό αναγνώστη της. Πέρα από μια δημιουργική και κάπως «διαδραστική» επαφή με το άγνωστο στη χώρα μας ποιητικό έργο του Μάριου Σεζαρίνυ στο πρωτότυπο, καθώς επίσης και το συναφές με αυτό εικαστικό του σύμπαν, το οποίο παρουσιάσθηκε και συζητήθηκε, το ζητούμενο στο εν λόγω εργαστήριο ήταν, συγκεκριμένα, και μια άρτια συνθετική (οιονεί) τελική μεταφραστική εκδοχή. Επισημαίνουμε ακόμη πως ένας άλλος στόχος του εργαστηρίου αυτού, καθώς και κάποιων άλλων που προηγήθηκαν, ήταν να αρχίσει να γίνεται κάπως γνωστή και στην Ελλάδα η ποιητική ή πεζογραφική παραγωγή σημαντικών Πορτογάλων λογοτεχνών, συνήθως άγνωστων.
Η εν λόγω πρωτοβουλία, εκπαιδευτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα, μέσω της διοργάνωσης εργαστηρίου ομαδικής μετάφρασης, είχε την υποστήριξη του Ινστιτούτου Καμόενς (Camões, I.P.), το οποίο στόχο του έχει την προώθηση της πορτογαλικής γλώσσας παγκοσμίως, καθώς και της πορτογαλόφωνης λογοτεχνίας. Είχε επίσης την υποστήριξη του εκδοτικού οίκου Assírio e Alvim. Από τη θέση αυτή, όλοι οι συντελεστές του εργαστηρίου ευχαριστούμε τους δύο αυτούς φορείς. Το εργαστήριο αυτό ομαδικής μετάφρασης, το τέταρτο μιας σειράς παρόμοιων δράσεων, οφείλει πάρα πολλά και στον αναπληρωτή επικεφαλής της Αρχής τής Πρεσβείας, κ. Tiago Carvalho.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: