Η διαπολιτισμική μαγειρική του βλάκα

Η διαπολιτισμική μαγειρική του βλάκα


O Αριστοτέλης στο βιβλίο του «Κυμαίων Πολιτεία» αναφέρει ότι κοντά στην αρχαία πόλη Κύμη βρισκόταν η πόλη Βλακεία. Από εκεί πιθανόν προέρχεται η λέξη βλακεία και βλάκας. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι κάτοικοι της Βλακείας ήταν βλάκες, αντιθέτως, ήταν πανέξυπνοι, δραστήριοι και είχαν μεταξύ τους στενούς δεσμούς σε τέτοιο βαθμό, που κάθε μέρα μαγείρευε ένας για όλους και όλοι μαζί έτρωγαν το ίδιο φαγητό. Αυτό ήταν μεγάλη βλακεία, διότι μια αστοχία κάποιου πραγματικού βλάκα προκάλεσε μαζική δηλητηρίαση και οι περισσότεροι κάτοικοι της Βλακείας πέθαναν. Από τότε, η λέξη βλακεία και βλάκας σχετίστηκε κατ΄ αρχάς με την ασχετοσύνη, την αμυαλοσύνη και τη στενοκεφαλιά στη μαγειρική.

Όπως και τότε, έτσι και σήμερα, οι βλάκες κρατούν (αν και οι περισσότεροι από αυτούς δεν το γνωρίζουν) πολλές από τις παραδόσεις της Βλακείας. Γι΄ αυτό η μαγειρική και η κουζίνα του κάθε γνήσιου βλάκα είναι ίδια και απαράλλαχτη σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, με αποτέλεσμα, η βλακεία, σύμφωνα με τον Ματάις Φαν Μπόξελ, να «είναι ο ενωτικός κρίκος κάθε κοινωνίας», μια ιδιότητα υπερταξική, υπερεθνική και διαπολιτισμική, όπως γράφει και ο Θόδωρος Καρζής.

Τα βασικά υλικά της μαγειρικής του βλάκα είναι πονηριά, αλαζονεία, κυνισμός, επιθετικότητα, εγωισμός, ναρκισσισμός, ματαιοδοξία και αισιοδοξία. Όλα αυτά είναι ομοιόμορφα τοποθετημένα στην κουζίνα του, μέσα σε ομοιόμορφα λευκά ορθογώνια επιτοίχια ντουλάπια, το κάθε ντουλάπι καταλήγει στο κάτω μέρος σε ένα πιστό πήλινο αντίγραφο της κεφαλής του. Όταν ο βλάκας θέλει να μαγειρέψει, βάζει κάτω από το πήλινο κεφάλι κάθε ντουλαπιού, μια χύτρα φτιαγμένη από κοπανιστό αέρα και στρίβει προς τα πίσω ταυτόχρονα και τα δυο αυτιά του πιστού πήλινου αντιγράφου του κεφαλιού του, αμέσως το στόμα ανοίγει, η γλώσσα πετάγεται έξω και χύνεται στη χύτρα η ποσότητα από το υλικό που χρειάζεται. Τα γραμμάρια υπολογίζονται αυτόματα και «τρέχουν» στα μάτια της πήλινης κεφαλής του, στο δεξί οι μονάδες και στο αριστερό τα δεκαδικά. Η χύτρα βράζει πάνω σε φρέσκα ψέματα, στους τριακόσιους εξήντα πέντε βαθμούς Κελσίου και μετά από μισή περίπου ώρα μεστής, σιτεμένης, μπουρμπουληθρώδους βλακείας είναι έτοιμη να σερβιριστεί.

Από όλα αυτά τα μαγειρικά υλικά του βλάκα, η αισιοδοξία είναι εξέχον χαρακτηριστικό της μαγειρικής του και γίνεται αιτία σοβαρών ατυχημάτων όταν ο βλάκας το παρακάνει με την ποσότητα που χρησιμοποιεί. Δεν είναι λίγες οι χύτρες που εκτόξευσαν τα καπάκια τους, αδυνατώντας να συγκρατήσουν την ορμή της αισιοδοξίας που βράζει, δεν είναι λίγοι οι βλάκες που τραυματίστηκαν θανάσιμα από τέτοια περιστατικά. Γι΄ αυτό και Κάρλο Τσιπόλα στο δοκίμιό του «Οι βασικοί νόμοι της ανθρώπινης ηλιθιότητας» έχει δώσει αναλυτικές οδηγίες πως να αποφεύγεται το ατύχημα από την υπερπήδηση που κάνει το αγανακτισμένο από την υπεραισιοδοξία καπάκι.

Όπως αποκάλυψε η Χελένε Βάιγκελ, η δεύτερη γυναίκα του Μπρεχτ, στα ημερολόγιά της, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ και ο Ρόμπερτ Μουζίλ βρέθηκαν στη Γενεύη το 1927, στο ίδιο τραπέζι, καλεσμένοι από έναν γνήσιο υπεραισιόδοξο βλάκα συγγραφέα, τον άγνωστο Γκρεν Μίχτενβολ. Εκνευρισμένοι αλλά εντυπωσιασμένοι και ο δυο από τον ύψιστο παραλογισμό και κυρίως, από το απαίσιο δείπνο, έφυγαν άρον-άρον κι όταν επέστρεψαν πίσω στα σπίτια τους, ο μεν Μπέρτολτ Μπρέχτ άρχισε να γράφει τις Ιστορίες του κ. Κόινερ, ενώ ο Μουζίλ το βιβλίο του Περί βλακείας, επαληθεύοντας και οι δυο τη ρήση του Μαρκ Τουέιν: «Αν δεν υπήρχαν οι βλάκες, οι έξυπνοι δε θα 'χαν καμιά τύχη». Ο δε, Γκρεν Μίχτενβολ, χρησιμοποιώντας τα ονόματα των δυο διάσημων συνδαιτημόνων του σαν δόλωμα για τους αναγνώστες, έγραψε και αυτός την ίδια χρονιά το απερίγραπτα κακό βιβλίο του Ένα αξέχαστο δείπνο με τον Μπέρτολτ Μπρεχτ και τον Ρόμπερτ Μουζίλ που έκανε μεγάλη εμπορική επιτυχία.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: