Είναι όμορφη. Πώς να το αρνηθείς; Είναι ταλαντούχα. Ίσως. Εκπροσωπεί τον νέο τρόπο με κάθε τρόπο, δίνοντας συνεντεύξεις και μιλώντας επί παντός επιστητού. Δικαιούται να συνδιαλέγεται με τον Schubert αυτοπροσώπως (βλ. το τελευταίο βίντεο), να κοιτά απ’ την κορυφή της υπεροχής της το κοινό που την χειροκροτεί, την ορχήστρα που την περιβάλλει, τον μαέστρο που ενσαρκώνει την αμηχανία της γενιάς του απέναντι στον οδοστρωτήρα του αυτονόητου που ο νέος τύπος ανθρώπου, αγκαλιά με τις πολυεθνικές, εισήγαγε, εξοστρακίζοντας ήθη αιώνων. Δικαιούται, τέλος, να αναγνωρίζει στο βάθος του καθρέφτη την ανάκλαση του θνητού της μεγαλείου, αυτής της αμφιλεγόμενης προίκας που, μετά την έλευση της Νταϊάνας, υποχρεώνει κάθε πριγκίπισσα να δείχνει προσιτή, με σάρκα και οστά, με μπράτσα πρόθυμα να υπηρετήσουν ένα λεπτεπίλεπτο άρπισμα του Debussy όσο και την καθημερινή μαγειρική με αποδέκτη τον εκλεκτό της καρδιάς της.
Ένας θάνατος την κυκλώνει. Σαν μοίρα και σαν πρόληψη. Η ίδια η γιγάντωση της εικόνας ξυπνά την επιθυμία της απώλειας. Κάθε φούσκα στο όριο της διάρρηξης, κάθε παρά φύσιν ασυνέχεια, εγκυμονεί την αυτοκαταστροφή, το διαισθανόμαστε κι ας προσπερνάμε έντρομοι, ακόμα κι όταν πρόκειται για τον εχθρό μας. Στον βυθό της συνείδησης κατοικεί ένας κωφάλαλος που ξέρει την κοινή μοίρα νικητή και ηττημένου.
Όμως, μιλάει πέντε γλώσσες, γεννήθηκε στη Γεωργία, ζει στο Παρίσι και είναι κάθε δευτερόλεπτο του χρόνου της έτοιμη να εκτεθεί στην κάμερα, κυρίως τότε που αυτή στοχεύει στις απονευρωμένες περιοχές της συναισθηματικής μας ρηχότητας. Το ίδιο της το παίξιμο, αν ακούσεις απ’ την πλευρά της προσευχής, φορά το τοξικό ένδυμα ενός ναρκισσισμού, σπαρμένου σαν δίδυμος αδερφός και σαν ζιζάνιο στην στιγμή της πρώτης μητρικής επένδυσης στο βρέφος-πριγκίπισσα. Εκείνη την αποφράδα στιγμή το κορίτσι απώλεσε το δικαίωμα «να είναι ο εαυτός της», κατά πως λεν οι διαφημιστές. Και ποιος να ήταν άραγε εκείνος ο εαυτός της;
Εδώ θα πρέπει λίγο να σταθώ, μέσα σε τούτη τη φύση που μας γέννησε και που μας ταλαιπωρεί με την Άνοιξή της, να αναρωτηθώ τι απ’ όλα τούτα έχει νόημα για μας. Τι είναι σύμμαχος και τι εχθρός. Τι είναι ομορφιά, ταλέντο, σύμβολο, μητέρα κι η αδερφή. Τι είναι όλα αυτά που είναι όταν λέει πως είναι.
Στο βίντεο μπορεί κανείς να διακρίνει διά γυμνού οφθαλμού [θεμιτή γυμνότητα, να παρατηρήσω] τον τρόπο που η ορχήστρα και η κάθε γύρω λεπτομέρεια οικοδομούν μια διδακτική πυραμίδα αποθέωσης της εξουσίας, που έχει στη βάση της το τελευταίο βιολί, περνά απ’ την μπαγκέτα του γέροντος μαέστρου, για να κορυφωθεί στην παιγνιώδη φράντζα της Κάτιας. Αυτή η φράντζα ακινητοποιείται πάνω στο εκστασιασμένο της μέτωπο κατά την μεγαλειώδη στιγμή εκείνου του subito piano, στα δύο λεπτά και πέντε δεύτερα ακριβώς (2:05΄΄), τότε που όλα γύρω λάμπουν για να καταδείξουν πως το μουσικό έργο έχει, για τις ανάγκες του θεάματος, μεταλλαχθεί από σύμβολο ισονομίας απέναντι στο αναντίρρητο του θανάτου σε σύμβολο εξουσιαστικής δομής, σύμβολο που διαβρώνει κάθε φιλόμουσο και κάθε παιδί που θα αφήσει την τρυφερή σάρκα της ψυχής του να κολυμπήσει στην πειθώ των διονυσιασμένων αρπισμάτων, να κολυμπήσει στην εικόνα της Κάτιας (μέσα στην ίδια την Κάτια θα έλεγα, αν δεν ήταν πλέον ή ασφαλές πως η πραγματική Κάτια απουσιάζει οριστικά αφού την έχει κατασπαράξει η εικόνα της), να κολυμπήσει στην ατμόσφαιρα πάνδημου θαυμασμού, στο κύμα χειροκροτημάτων που, ανεξέλεγκτο, ορθώνεται, παρότι με κάθε λεπτομέρεια απ’ τους παραγωγούς προγραμματισμένο, αφού, καθώς επίσης ξέρετε, οι σύγχρονοι κλακαδόροι ονομάζονται τηλεοπτικοί σκηνοθέτες και διατηρούν υψηλότατους μισθούς.