Τζόζεφ Μέρικ: Ο άνθρωπος πίσω από το «τέρας»

«Στην οδό Μάιλ Εντ, απέναντι από το Βασιλικό Νοσοκομείο του Λονδίνου, υπήρχε ένα μικρό κατάστημα. Ένα τσουβαλόπανο αντικαθιστούσε την πόρτα εισόδου και ένα χαρτί έγραφε ότι το κοινό μπορούσε να δει τον Άνθρωπο Ελέφαντα με εισιτήριο δύο πένες. Πάνω στο πανί, ζωγραφισμένο με έντονα χρώματα, ήταν το πορτρέτο του Ανθρώπου Ελέφαντα. Αυτή η ακατέργαστη ζωγραφιά απεικόνιζε ένα τρομακτικό πλάσμα, που μόνο στους εφιάλτες του θα μπορούσε να το δει κάποιος: Η φιγούρα ενός άνδρα που θύμιζε ελέφαντα».

Με αυτά τα λόγια ξεκινούσε το βιβλίο του «Ο Άνθρωπος Ελέφαντας και άλλες αναμνήσεις» ο δόκτωρ Φρέντερικ Τρεβς (1853-1923), ένας από τους γνωστότερους χειρουργούς στην Αγγλία του 19ου αιώνα με ειδίκευση στην ανατομία, και θεράπων ιατρός της βασίλισσας Βικτωρίας και του διαδόχου, Εδουάρδου Ζ΄. Το βιβλίο του, μείγμα επιστημονικής μελέτης και ευαίσθητης προσέγγισης σε αυτό το ανθρώπινο πλάσμα, εκδόθηκε το 1923, λίγους μόλις μήνες πριν το θάνατό του διαπρεπούς επιστήμονα. Τα γεγονότα που περιέγραφε είχαν συμβεί αρκετά νωρίτερα, στα τέλη του 19ου αιώνα.
Ο Φρέντερικ Τρεβς κατέγραψε με λεπτομέρειες τη βασανισμένη ζωή του Τζόζεφ Μέρικ (1862-1890), ενός ανθρώπου του οποίου το κεφάλι και το σώμα είχαν τέτοια φοβερή δυσπλασία, ώστε είχε καταντήσει έκθεμα σε περιφερόμενους θιάσους και τσαντίρια «τεράτων». Ο Τρεβς τον ανακάλυψε τυχαία, όταν ο Μέρικ ήταν 21 χρονών. Τον πήρε υπό την προστασία του και του χάρισε λίγα ήρεμα και ευτυχισμένα χρόνια στο τέλος της –σύντομης όσο και μαρτυρικής– ζωής του. Οι εμπειρίες που αποκόμισε από την επαφή με αυτόν τον δύσμορφο, αλλά ιδιαίτερα ευαίσθητο άνθρωπο, αποτέλεσαν το υλικό της εξιστόρησής του. Σε αυτό ακριβώς το βιβλίο, καθώς και στο «Άνθρωπος Ελέφαντας: Μια μελέτη στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια» (1973), του ανθρωπολόγου Άσλεϊ Μόνταγκιου, βασίστηκε η ταινία του Ντέιβιντ Λιντς «Ο Άνθρωπος Ελέφαντας». Προβλήθηκε το 1980, με τη συμπλήρωση 90 χρόνων από το θάνατο του Ανθρώπου Ελέφαντα και ήταν υποψήφιο για οκτώ Όσκαρ –ανάμεσά τους και εκείνο της Καλύτερης Ταινίας. Ο Άντονι Χόπκινς (δόκτωρ Τρεβς) και ο Τζον Χερτ (Άνθρωπος Ελέφαντας), υποδύθηκαν τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες. Ο Τζον Χερτ, μάλιστα, με την ερμηνεία του (ιδίως στη σωματική έκφραση), κέρδισε μια υποψηφιότητα Όσκαρ και το βραβείο Bafta καλύτερου ηθοποιού τη χρονιά εκείνη.
Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισε ο Χερτ, ήταν η μεταμόρφωσή του σε τερατόμορφο πλάσμα. Καθημερινά, απαιτούνταν επτά ώρες μακιγιάζ και άλλες δύο ώρες στο τέλος κάθε γυρίσματος, για να το αφαιρέσουν. Έπρεπε να βρίσκεται στο πλατό στις 5 το πρωί, προκειμένου να τον έχουν ετοιμάσει μέχρι το μεσημέρι για το γύρισμα. Το εξοντωτικό πρόγραμμά του ολοκληρωνόταν στις 10 το βράδυ, οπότε ανακτούσε την κανονική του όψη.
Η εντυπωσιακή μεταμόρφωση του ηθοποιού οφειλόταν στον Κρίστοφερ Τάκερ, ένα Βρετανό μετρ του προσθετικού μακιγιάζ. Το μέικ-απ σχεδιάστηκε με βάση τα ανατομικά εκμαγεία του σώματος του Τζόζεφ Μέρικ, που φυλάσσονται στο μουσείο του Βασιλικού Νοσοκομείου του Λονδίνου. Η εκπληκτική δουλειά του Τάκερ πάνω στο κεφάλι και το σώμα του Τζον Χερτ, σίγουρα άξιζε το Όσκαρ. Δυστυχώς για αυτόν, δεν υπήρχε ακόμα στις απονομές η κατηγορία του Καλύτερου Μέικ-Απ. Έγινε, πάντως, αιτία να προσθέσει η Ακαδημία το σχετικό βραβείο από την επόμενη χρονιά, εξαιτίας της έντονης κριτικής που δέχτηκαν τα μέλη της επειδή δεν τίμησαν το εξαιρετικό μέικ-απ αυτής της ταινίας.

Η αφίσα της ταινίας «Ο Άνθρωπος Ελέφαντας» (1980) Ο Τζόζεφ Μέρικ σε φωτογραφία που φυλάσσεται στο Μουσείο του Βασιλικού Νοσοκομείου του Λονδίνου. Ο Τζον Χερτ, αγνώριστος ως Τζόζεφ Μέρικ, χάρη στον μετρ του προσθετικού μακιγιάζ Κρίστοφερ Τάκερ. Διαφημιστικό φυλλάδιο των παραστάσεων, με προμετωπίδα: «Το μεγαλύτερο φαινόμενο που έχει δει ποτέ αυτό το μέρος της χώρας». Ο Τζόζεφ Μέρικ της ταινίας είχε ανάλογη μοίρα με εκείνον της αληθινής ζωής, στα λαϊκά θεάματα του Λονδίνου… …εκεί που τον συνάντησε, για πρώτη φορά, ο δόκτωρ Φρέντερικ Τρεβς (Άντονι Χόπκινς). Στην είσοδο, ο «καρπός του προπατορικού αμαρτήματος» γαργαλούσε τη νοσηρή περιέργεια. Ο δόκτωρ Φρέντερικ Τρεβς σε ελαιογραφία του 1883, χρονιά που γνώρισε τον Τζόζεφ Μέρικ. Χάρη στη σωτήρια επέμβαση του Τρεβς, το «τέρας» γλύτωσε από τη βαρβαρότητα των «φυσιολογικών». Ο δόκτωρ Φρέντερικ Τρεβς και ο κουκουλοφόρος, για λόγους προστασίας, Τζόζεφ Μέρικ, σε μια επινοημένη σκηνή της ταινίας. Ιατρική επίδειξη του Τζόζεφ Μέρικ από τον δόκτορα Φρέντερικ Τρεβς. Η σκιά αποκαλύπτει, εντούτοις, την ανατομική δυσπλασία. Φωτογραφίες του Τζόζεφ Μέρικ και ανατομικό εκμαγείο του σκελετού του (Μουσείο Βασιλικού Νοσοκομείου του Λονδίνου) Η ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στον Μέρικ και τον Τρεβς καταγράφηκε στο βιβλίο του τελευταίου, αποτελώντας τη βάση για το σενάριο της ταινίας. Ο Τζόζεφ Μέρικ αποφάσισε, για μια φορά, να γύρει στο προσκεφάλι όπως όλοι οι άλλοι, με τίμημα τη ζωή του. «Ο Άνθρωπος Ελέφαντας και άλλες αναμνήσεις» του (Σερ, πλέον) Φρέντερικ Τρεβς εκδόθηκε το 1923, λίγους μήνες πριν το θάνατό του.

 

 

Ο Τζόζεφ Κάρεϊ Μέρικ, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Ανθρώπου Ελέφαντα (στην ταινία και, περιέργως, στο βιβλίο του δόκτορα Φρέντερικ Τρεβς, αναφέρεται ως «Τζον»), γεννήθηκε στο Λέστερ της Αγγλίας. Ήταν ένα απόλυτα φυσιολογικό μωρό και τίποτα δεν έδειχνε το μαρτύριο που τον περίμενε. Στη διάρκεια των πρώτων χρόνων της ζωής του άρχισαν να εκδηλώνονται τα συμπτώματα μιας –άγνωστης τότε– ασθένειας, που –χρόνους αργότερα– η επιστήμη θα ονόμαζε «σύμπτωμα του Πρωτέα» (από τον αρχαίο θεό που μπορούσε να αλλάζει το σχήμα του σώματός του). Το δέρμα του Μέρικ ζάρωσε, το σώμα του γέμισε θηλωματώδεις όγκους και μια μεγάλη οστεώδης απόφυση εμφανίστηκε στο μέτωπό του. Το ένα χέρι και τα δύο πόδια του μεγάλωσαν αφύσικα, ενώ, σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, στη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας έπεσε και τραυματίστηκε σοβαρά στο ισχίο, με αποτέλεσμα να υποστεί μόνιμη βλάβη.
Μια φυλλάδα που κυκλοφόρησε γύρω στο 1884 και προσφερόταν ως πρόγραμμα στο κοινό των παραστάσεων, έγραφε ότι είχε χοντρό ζαρωμένο δέρμα σαν του ελέφαντα και σχεδόν ίδιο χρώμα στο σώμα. Σύμφωνα με τους ανεκδιήγητους ισχυρισμούς, η αποκρουστική εμφάνιση οφειλόταν στον τρόμο που είχε προκαλέσει στη μητέρα του η θέα ενός ελέφαντα, όταν τον κυοφορούσε. Η ιδέα ότι μια έντονη συναισθηματική εμπειρία, ή ένα ψυχολογικό σοκ, μπορούσε να επηρεάσει μια έγκυο γυναίκα και να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην αρτιμέλεια του κυοφορούμενου μωρού, ήταν κοινή αντίληψη στην Αγγλία του 19ου αιώνα.
Η σουρεαλιστική σκηνή στην αρχή της ταινίας, που δείχνει την επίθεση ενός ελέφαντα στην έγκυο μητέρα, ειρωνεύεται αυτές τις εξωφρενικές θεωρίες. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια που απευθύνει στο κοινό ο παρουσιαστής του θεάματος: «Η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις! Σκεφτείτε τη μοίρα της φτωχής μάνας αυτού του πλάσματος, που την έριξε καταγής ένας άγριος ελέφαντας σε κάποιο αχαρτογράφητο νησί της Αφρικής, ενώ βρισκόταν στον τέταρτο μήνα της εγκυμοσύνης της. Το αποτέλεσμα μπορείτε να το δείτε αμέσως… Κυρίες και κύριοι… Ο φοβερός Άνθρωπος Ελέφαντας…».
Η αποκάλυψη του «τέρατος» στην ταινία, βασίστηκε στις εντυπώσεις που μετέφερε ο Φρέντερικ Τρεβς στις σελίδες του βιβλίου του: «…Πλήρωσα ένα σελίνι και μπήκα στο μαγαζί. Ο χώρος ήταν γεμάτος σκόνη, το φως αμυδρό και στο βάθος υπήρχε μια κουρτίνα. Ο παρουσιαστής την τράβηξε αποκαλύπτοντας μια κυρτή ανθρώπινη φιγούρα, καλυμμένη με μια κουβέρτα. Φυλακισμένος σε αυτό το μαγαζί που φωτιζόταν από το αχνό μπλε φως του αεριόφωτος, ο διπλωμένος στα δύο άνθρωπος ήταν η ενσάρκωση της μοναξιάς. Ο παρουσιαστής, λες και μιλούσε σε σκυλί, διέταξε: “Σήκω όρθιος!”. Το πλάσμα υπάκουσε σιωπηλά, αφήνοντας την κουβέρτα που το σκέπαζε να πέσει κάτω. Μπροστά μου αποκαλύφθηκε ο πιο αποκρουστικός άνθρωπος που είχα δει στη ζωή μου. Στην καριέρα μου είχα αντιμετωπίσει θλιβερές παραμορφώσεις προσώπου εξαιτίας τραυματισμού ή κάποιας αρρώστιας, όπως επίσης ακρωτηριασμούς και στρεβλώσεις του σκελετού. Ουδέποτε όμως είχα συναντήσει μια τόσο υποβαθμισμένη ή διεστραμμένη εκδοχή ανθρώπινου όντος, σαν κι αυτή τη μοναχική φιγούρα που αντίκρυζα».
Με αφορμή την κινηματογραφική μεταφορά του Ανθρώπου Ελέφαντα και του αντίκτυπου που είχε η ταινία, ο Αμερικανός κριτικός λογοτεχνίας Λέσλι Φίντλερ έγραψε ότι τα τέρατα προξενούν τόσο τον υπερφυσικό τρόμο όσο και τη φυσική συμπάθεια, διότι αμφισβητούν τα συμβατικά όρια ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό, στο ζώο και τον άνθρωπο, στον εαυτό μας και τον άλλο. Εκεί, κατά τον Φίντλερ, εδράζεται η χαιρέκακη βουλιμία του κοινού να βλέπει τερατώδη πλάσματα στα λαϊκά θεάματα του είδους. Ο ίδιος ο Φρέντερικ Τρεβς, σχολιάζοντας την απέραντη μοναξιά του Ανθρώπου Ελέφαντα, έγραψε στο βιβλίο του: «Όλοι τον αντιμετώπιζαν με ένα βλέμμα τρόμου και αποστροφής. Τον περιέφεραν στη χώρα, ως κάτι τερατώδες και αντικείμενο σιχασιάς. Τον απέφευγαν λες και ήταν λεπρός και τον είχαν φυλακισμένο σαν άγριο ζώο. Η μόνη εικόνα του κόσμου που είχε, ήταν από μία τρύπα στο σκεπαστό κάρο με το οποίο τον μετέφεραν».
Όση ήταν η μοναξιά, άλλη τόση ήταν και η δυστυχία του Ανθρώπου Ελέφαντα. Στα 21 χρόνια του δεν είχε νιώσει ποτέ ευτυχία, ούτε ήξερε κάτι από τις χαρές της ζωής. Δεν είχε παρελθόν να αναπολήσει, ούτε μέλλον να κοιτάξει μπροστά. Η μόνη παρηγοριά του ήταν να αποτραβιέται σε μια σκοτεινή γωνιά, για να κρύψει την ασχήμια του. Σε αυτή την κατάστασης τον βρήκε ο Τρεβς και τον πήρε υπό την προστασία του, προσφέροντάς του ιατρική φροντίδα, ψυχολογική στήριξη και μια ανεκτίμητη γαλήνη.
Η ταινία δεν αποδίδει πιστά το βιβλίο του Τρεβς. Προστέθηκαν εμβόλιμες σκηνές μυθοπλασίας, όπως η απαγωγή του Τζόζεφ Μέρικ από το θάλαμο που νοσηλευόταν, η λαθραία μεταφορά του στην Ευρώπη από τον δεσμοφύλακα-παρουσιαστή του θεάματος, η απόδραση και η επιστροφή του στο Λονδίνο και στο σωτήρα γιατρό. Ο Μέρικ είχε πάει, όντως, στην Ευρώπη. Όχι ως θύμα απαγωγής, αλλά ακολουθώντας (εκών άκων) το τσίρκο στις περιοδείες του. Αυτό, όμως, είχε συμβεί πολύ πριν γνωρίσει τον Τρεβς. Σε κάποιες άλλες σκηνές, ωστόσο, η ταινία μένει πιστή στις περιγραφές του βιβλίου. Όπως η επίσκεψη του Μέρικ, για πρώτη φορά στη ζωή του, σε θέατρο, με ειδικό καμουφλάζ και σε πριβέ θεωρείο, για να μην τρομάξει τους υπόλοιπους θεατές.
Ο Άνθρωπος Ελέφαντας πέρασε ήρεμα τα τελευταία χρόνια της σύντομης ζωής του, σε έναν ειδικά διαμορφωμένο θάλαμο, απολαμβάνοντας τη φροντίδα του δόκτορα Τρεβς και του υπόλοιπου προσωπικού του νοσοκομείου. Πέθανε στις 11 Απριλίου 1890, σε ηλικία 27 ετών, στη διάρκεια του ύπνου του. Το επίσημο πόρισμα ανέφερε ως αιτία θανάτου την ασφυξία. Πιστεύεται ότι ο Μέρικ, που αναγκαζόταν να κοιμάται καθιστός λόγω του βάρους της κεφαλής του, προσπάθησε να ξαπλώσει στο κρεβάτι όπως κάνουν όλοι οι άλλοι άνθρωποι, με αποτέλεσμα να υποστεί εξάρθρωση του αυχένα. Ο Φρέντερικ Τρεβς τον αποχαιρέτησε στις σελίδες του βιβλίου του με αυτά τα λόγια: «Υπήρξε “λαϊκό θέαμα” στον άκαρδο κόσμο της ματαιότητας. Του συμπεριφέρονταν άθλια, τον χλεύαζαν, τον εξομοίωναν με ζώο. Αλλά πίσω από αυτή την απωθητική εικόνα, το πνεύμα του φανέρωνε ένα άτομο γενναίο, ανθεκτικό στις αδικίες της ζωής, με μάτια που εξέπεμπαν ένα θαυμαστό κουράγιο».



Το πρωτότυπο τρέιλερ της ταινίας:

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: