Απηχήσεις-συνάφειες του Καζαντζάκη στο έργο της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ

Ο ΝΚ στο σπίτι του Γιάννη Αγγελάκη, πατρικό της Κατερίνας (Αίγινα 1931)
Ο ΝΚ στο σπίτι του Γιάννη Αγγελάκη, πατρικό της Κατερίνας (Αίγινα 1931)


«Νεαρό κλωσοπούλι του Παρνασσού, μη με ντροπιάσεις», έγραφε κάποτε σε γράμμα του, ο Καζαντζάκης στη μικρή του βαφτισιμιά Κατερίνα. Στη διαδρομή της, η Αγγελάκη-Ρουκ, μια από τις σπουδαιότερες ποιητικές φωνές της εποχής μας, τον δικαίωσε. Σε συνέντευξή της, στην Ελένη Γκίκα, στην ερώτηση: «Ποια καζαντζακική φράση ή πράξη σημαίνει για σας Καζαντζάκης;», η ποιήτρια απάντησε: «“Δεν πιστεύω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος”, είναι το μότο της ζωής μου! Και το ότι ο άνθρωπος είναι αυτός που δίνει το μέγεθός του στον ουρανό…» (Διαθέσιμο στο: https://www.fractalart.gr/katerina-angelaki-rouk/, ανακτήθηκε στις 8-5-2023).

Πνεύμα ανήσυχο, οξύ, ο Καζαντζάκης, με το εύρος της ορμητικής σκέψης του, την εκφραστική ικανότητα, τη δημιουργική φαντασία, καθώς και τη βαθιά αίσθηση της πραγματικότητας, κατάφερε μέσα από το έργο του να επιδράσει και να επηρεάσει με την αισιοδοξία της βούλησης την ποιήτρια από νεαρή ηλικία, η οποία έζησε για την ποίηση, αγάπησε τις λέξεις, ακολούθησε τη μοίρα τους, ξεδίψασε με τους χυμούς της γλώσσας, και ξαναπλάστηκε από αυτήν. Αρετές του έργου τού Καζαντζάκη, όπως η γλώσσα, η ελληνική, η μητρική, η ποικίλη και υψηλή, που οδηγεί πιο πέρα από την κοινή στάθμη των έργων άλλων δημιουργών, μαζί με τη θεατρική που πυκνώνει νοήματα και φαντασία, αποτελούν απηχήσεις και στην ποίηση της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, ώστε σε συνέντευξή της να υποστηρίξει:

«Η γλώσσα, οι γλώσσες, είναι για μένα μια αστείρευτη πηγή γνώσης, χαράς. Να μαθαίνεις, να ζεις ξένες γλώσσες χωρίς ποτέ να ξεχνάς ότι με καμιά δεν μπορείς να αντικαταστήσεις τη μητρική σου. Η γλώσσα δεν είναι μόνο το άλφα και το ωμέγα της ποίησης και κάθε δημιουργίας του λόγου, αλλά και κάθε εμπειρίας. Χωρίς να το συνειδητοποιούμε, κάθε στιγμή της ζωής μας –έτσι τουλάχιστον πιστεύω εγώ– πρώτα “λογοκρίνεται” και έπειτα “εισπράττεται”. Καμιά φορά, φαντάζομαι ότι χωρίς τη γλώσσα δε θα ξέραμε τι είναι πόνος και χαρά ή και ότι ανάλογα με τον συλλαβικό ήχο της λέξης “πόνος” σε μια γλώσσα βιώνεται διαφορετικά και η αίσθηση του πόνου.»
(Διαθέσιμο στο: http://www.dekata.gr/pdfs/9/rouk_zoi_poiisi.pdf, περ. (Δε)κατα, άνοιξη 2007, Ευτυχία Παναγιώτου 2007, ανακτήθηκε στις 8-5-2023).


Η Κατερίνα Αγγελάκη (1947). Αρχείο Γιάννη Στεφανάκη
Η Κατερίνα Αγγελάκη (1947). Αρχείο Γιάννη Στεφανάκη

Ο στοχασμός δεν ξεφεύγει. Το θαύμα της ζωής θα υμνηθεί με παρόμοιο τρόπο και στους δυο, ζωή για την οποία όχι μόνο μπορούμε, αλλά έχουμε χρέος και πρέπει να αγωνιστούμε. Η πνευματική πολυμέρεια του Καζαντζάκη τροφοδοτεί και μπολιάζει τη σκέψη της ποιήτριας. Ως να έχει πάρει τη σκυτάλη, με πνευματική οξύτητα, συνεχίζει με λόγο ζωντανό, αφουγκράζεται ανησυχίες και αγωνίες της εποχής της, και εν τέλει ανοίγει δρόμο δικό της. Η ανθρωπιά καθορίζει την πορεία, η συνισταμένη της ευθύνης μαζί με αυτή της αγάπης, την κατευθύνει. Οι έννοιες του χρόνου, του θανάτου, της ζωής, της φύσης, του έρωτα, της μοναξιάς, της φθοράς, της αθανασίας διατρέχουν τόσο το σύνολο του έργου του Καζαντζάκη, όσο και αυτό της ποιήτριας. Με βιωμένα τα πολιτιστικά στοιχεία, πορεύεται με τα γήινα, τα πραγματικά, μια ματιά διεισδυτική που αντιλαμβάνεται την ανθρώπινη ύπαρξη και τον κόσμο σε βάθος, μια κατάθεση γραφής ρεαλιστική, ένα ποιητικό έργο καθολικό, που θέτει ερωτήματα στον αναγνώστη περισσότερο με το εμείς, παρά το εγώ, στοιχεία που αναδεικνύουν το πνευματικό της μέγεθος.

Σε συνέντευξή της στην Ασημίνα Γερογιάννη καταθέτει:

«Είχα την τύχη να είμαι βαφτιστικιά του Καζαντζάκη και να ανήκω σε μια οικογένεια με πολλά γράμματα και γνώσεις. Και έτσι δεν θυμάμαι ποτέ να μην έγραφα ποιήματα. Και το 1956 ήμουνα δεκαεπτά χρονών και μου δημοσίευσε ποίηση ο Γουδέλης στην Καινούρια Εποχή, με εισαγωγή του Καζαντζάκη. Συγκεκριμένα, δημοσίευσε το ποίημα Μοναξιά. Να έτσι έγινε και από δεκαεπτά χρονών ήμουνα στο διάζωμα.» και απαντώντας στην επόμενη ερώτηση σχετικά με λογοτεχνικά πρότυπα και επιρροές, λέει: «Σίγουρα βέβαια από τον Καζαντζάκη. Βασικά δεν ξέρω αν έχω επηρεαστεί, αυτό είναι θέμα των κριτικών της λογοτεχνίας. Αλλά με τον Καζαντζάκη μεγάλωσα. Διάβαζα από πολύ μικρή και μετά όταν τελείωσα το Γυμνάσιο, πήγα στην Νότια Γαλλία, όπου έμεινα με την Ελένη Καζαντζάκη.»
(Διαθέσιμο στο: https://www.vakxikon.gr/%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AF%CE%BD%CE%B1 /, ανακτήθηκε στις 8-5-2023)


Καρτποστάλ του ΝΚ στην Κατερίνα Αγγελάκη (1948). Αρχείο: Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη
Καρτποστάλ του ΝΚ στην Κατερίνα Αγγελάκη (1948). Αρχείο: Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη

Από αυτή την επιρροή, απόρροια το νόημα της ελευθερίας, που όσο φαίνεται σημαίνον στον Καζαντζάκη, άλλο τόσο ο ίδιος πόθος, γίνεται κυρίαρχο πάθος στην Αγγελάκη-Ρουκ, και τούτο, επειδή η ελευθερία και η ανθρώπινη πραγματικότητα συμπορεύονται. Επιλέγει η ποιήτρια τη φράση του Καζαντζάκη «Δεν πιστεύω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος», υιοθετώντας την μάλιστα, ως το μότο της ζωής της, και δεν είναι τυχαίο. Η ίδια παραδέχεται την επίδραση του έργου του, σίγουρη πως απαραίτητη προϋπόθεση της ελευθερίας, είναι η απουσία τόσο του φόβου, όσο και της ελπίδας. Για τη μεγαλύτερη απορία του ανθρώπου, που δεν είναι άλλη από το αινιγματικό φάσμα του θανάτου, η οποία απασχόλησε τόσο τον Καζαντζάκη, η ποιήτρια στη συλλογή Με άλλο βλέμμα (εκδ. Καστανιώτης 2018), γράφει:

«Ο θάνατος είναι πάντα ο κυρίαρχος εχθρός, αλλά ως προσωπική εμπειρία μόνο στη φαντασία ζει. Ο άνθρωπος του δίνει σημασία ιστορική και τον συλλαμβάνει σαν την αρχή μιας καινούριας ζωής. Τώρα η ιδέα του θανάτου αδιάφορη μ’ αφήνει, αν και παγώνει με αυτή το σώμα. Τώρα μόνο η επιβίωση είναι η ιδέα που με κατέχει…»

Ο θάνατος για την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, είναι μια εξέλιξη, που την αφήνει αδιάφορη, και ίσως, η αγάπη, που έχει για τη ζωή, και η αξία που της προσδίδει, να μην πηγάζουν από πουθενά αλλού παρά από το αντίθετό της, έτσι ώστε η επιβίωση να είναι ο μείζων σκοπός πριν το τέλος. Ο θάνατος κυρίαρχος εχθρός, αλλά μόνο στη φαντασία, γι’ αυτό και μένει αδιάφορη, γι’ αυτό μέσα από την ερωτική ανάταση στην ποίησή της, περιφρονείται αυτή η πράξη του τέλους. Όλο το θετικό νόημα της διαδρομής της, συμπυκνώνεται στο τώρα. Στο ποίημα «Θάνατος, ο ανύπαρκτος» διαβάζουμε : «Εγώ τώρα το θάνατο κατάματα κοιτώ/κι αδιάφορη μ' αφήνει∙/με αγωνία δεν τον ρωτάω, να μαντέψω δεν προσπαθώ/πόση ζωή μου μένει.»

Ο Ζορμπάς, είχε μάθει τον Καζαντζάκη να αγαπά τη ζωή και να μη φοβάται θάνατο. Αυτή η παράφορη αγάπη του μεγάλου κρητικού στοχαστή για τη ζωή και το άφοβο αντίκρισμα του θανάτου, απηχείται στην Αγγελάκη-Ρουκ. Ο θάνατος γίνεται η αιτία που αγαπά τη ζωή. Αυτό συνεπάγεται ότι η ποιήτρια νιώθει τη χαρά της δικής της ύπαρξης, με αποτέλεσμα η ζωή να αποκτά ξεχωριστό νόημα. Το περιεχόμενο της ζωής και η αιτία που δημιουργεί την έλξη προς αυτήν, ώστε να νιώθει τη συγκίνηση της ύπαρξης, αποτελεί το ζητούμενο. Η υπερήφανη σκέψη του Καζαντζάκη, αλλά και η φιλοσοφική του στάση απέναντι στη ζωή, βρίσκεται και στο δικό της έργο. Η ηθική που στηρίζει τη ζωή του, δίδει προσανατολισμό και σ’ εκείνη, ως να τής ήταν οικεία τα λόγια:

«Τι είναι ο θάνατος; Είναι μια καρδιά ορθή, σαν έρθει η ώρα της!» (Καζαντζάκης Ν., Ταξιδεύοντας. Ιταλία-Αίγυπτος, Σινά-Ιερουσαλήμ, Κύπρος - Ο Μοριάς, εκδ. Διόπτρα 2022).

Η εκδίωξη κάθε ελπίδας και φόβου, στον Καζαντζάκη, απηχείται και στην ποίηση εκείνης, και είναι αυτή, μια ματιά προς την ίδια κατεύθυνση, που σηματοδοτεί την πραγματική ελευθερία. Διαβάζουμε στην Οδύσεια:

«Αλάτι ο θάνατος και τη ζωή πολύ τη νοστιμίζει» (Καζαντζάκης Ν., Οδύσσεια, Σ, στ. 910-12, εκδ. Καζαντζάκη, 2006) και από την ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ «Στη Λυπιού λατρεύεται ο έρωτας-θάνατος/σαν έννοια μία, ακέφαλη γιατί χωρίς ελπίδα.» (Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Ποίηση 1963-2011, εκδ. Καστανιώτη 2014, Λυπιού, ζ, σ. 349).

Όσο για το νόημα της ίδιας της ζωής, ας διαβάσουμε τι απαντά η ίδια σε συνέντευξή της:

«Βάζεις δύσκολα (γελάει)… είναι να ζεις όσο πιο κοντά στην ουσία μπορείς; Αν νομίζεις ότι είναι ο καταναλωτισμός, την έχεις βάψει. Το νόημα της ζωής είναι η υπεραξία της ίδιας της ζωής που εξαρτάται από σένα αν θα σε εμπνεύσει ή όχι.»
(Διαθέσιμο στο: http://hellenicpoetry.com/uncategorized/katerina-anghelaki-rooke/, Diastixo, 1-6-2016, ανακτήθηκε στις 8-5-2023).)

Παραθέματα που αντλήθηκαν από το έργο τους σχετικά με τον θάνατο


Η Κατερίνα με τη μητέρα της
Η Κατερίνα με τη μητέρα της
1. Ο θάνατος

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

«Ελευτερία ή θάνατος! μουρμούρισε κουνώντας άγρια την κεφάλα του. Ελευτερία ή θάνατος, έ κακοκοίρηδες Κρητικοί! Ελευτερία και θάνατος! Αυτό πρέπει να γράψω εγώ στο μπαϊράκι μου, αυτό ’ναι το αληθινό μπαϊράκι του κάθε αγωνιστή! Ελευτερία και θάνατος! Ελευτερία και θάνατος!» (Ο καπετάν Μιχάλης, σ. 482)

«Ο θάνατος τριγυρνάει το νου μου σήμερα/και μοιάζει με τη λαχτάρα του ανθρώπου για το σπίτι του,/ύστερα από πολλά χρόνια αιχμαλωσία.» (Οι Αδερφοφάδες, σ. 131)

«Αδερφέ μου Θάνατε», μουρμούριζε, «αδερφέ μου Θάνατε…» Κι άνοιγε τα μπράτσα του σα να ’θελε να τον αγκαλιάσει.» (Ο φτωχούλης του Θεού)

«Αλάτι ο θάνατος και τη ζωή πολύ τη νοστιμίζει» (Οδύσσεια, Σ, σ. 614, στ. 912)

ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

«Τώρα η ιδέα του θανάτου / αδιάφορη μ’ αφήνει, / αν και παγώνει με αυτή το σώμα.» (Με άλλο βλέμμα, εκδ. Καστανιώτη 2018, προλογικό σημείωμα.)

«βρήκα απόψε στο μαξιλάρι μου / δώρο να μού ’χει κάνει ο πόλεμος / την ασημαντότητα του θανάτου μου.» (Άδεια φύση, Κέδρος 1993, 16η μέρα ή Το τέλος του προσώπου, σ. 31)

«λέω παράπτωμα και εννοώ/ για το θάνατο να ζητώ εξηγήσεις» (Ωραία έρημος η σάρκα, εκδ. Καστανιώτη 2018, Τα γράμματα, σ. 13)

«Όλο ελπίζει πως κάποτε θ’ αποτυπώσει τη διαφορά / ανάμεσα στο χωρισμό και το θάνατο»
«κι αισιοδοξεί πως η αδιόρατη στιγμή / όταν η εγκατάλειψη η απλή / μεταμορφώνεται σε θάνατο οριστικό / θα συλληφθεί στο τέλος.»
Ανάξιος στάθηκε τη διαφορά αυτή / ν’ αποτυπώσει ο φωτογράφος. / Κι απ’ την κολυμπήθρα της τέχνης του / αναδύθηκε μια μουντζούρα ζωής / μια μαϊμουδίσια μούρη θανάτου / μια επανέκδοση του αρνητικού / μια ανανέωση της αγιάτρευτης απουσίας / της εγκατάλειψης, της σιωπής. (Ωραία έρημος η σάρκα, εκδ. Καστανιώτη 2018, Ο φωτογράφος, σ. 23 και 26)

«Στη Λυπιού λατρεύεται ο έρωτας-θάνατος / σαν έννοια μία, ακέφαλη γιατί χωρίς ελπίδα.» (Ποίηση 1963-2011, εκδ. Καστανιώτη 2014, Λυπιού, ζ, σ. 353)

«Τη γέννησή σου αγάπησα / όχι το θάνατό σου / μη μου ζητάς να μη διψώ / τον κόσμο / ότι δεν πρόλαβα να πιάσω και να δω / διπλά με μαχαιρώνει.» (Ποίηση 1963-2011, εκδ. Καστανιώτη 2014, Ο Μαύρος Άγγελος, σ. 255)

Στο έργο της ποιήτριας, υπάρχει μια ωριμότητα από τα νεανικά της χρόνια ακόμα. Η επικράτηση της βαθιάς σκέψης και της αναλυτικής προσέγγισης πάνω στην ποίηση, υπηρετείται με συνέπεια, με ξεχωριστή ποιότητα, ως να επιτελεί ένα χρέος στο όνομα του Καζαντζάκη. Έτσι ο στοχασμός και ο ποιητικός λόγος σμίγουν και αυτό είναι ευλογία. Η ζωή, μπορεί να μοιάζει με ένα φύσημα ανέμου που έρχεται, φεύγει, και χάνεται, όμως το διάστημα αυτό της ζωής, επιτρέπει στην ποιήτρια να μετρήσει στιγμές, να αποθησαυρίσει μνήμες, να ονειρευτεί αναζητώντας στη σύγχρονη εποχή την ελπίδα στεγάζοντας την καλοσύνη, την αγάπη, το ήθος εντός, και να αποκτήσει εν τέλει ένα σπουδαίο ποιητικό μέγεθος.
Για την Αγγελάκη-Ρουκ η ζωή είναι ένας καθρέφτης που μπορεί να καθρεφτίζει τον κόσμο και την ίδια. Ισοδυναμεί με την πληρότητα, ενώ η απώλεια, η απουσία, ο θάνατος μοιάζει να έχει το άλλο πρόσωπο της σιωπής. Η ποίησή της, επιδέχεται πολλές και διαφορετικές αναγνώσεις, πάντα όμως θα είναι μαθητεία στη ζωή. Από την χωρίς παρηγορητικούς λόγους ποιητική σκυταλοδρομία του θανάτου, θα ερευνήσουμε κοινές ματιές στη ζωή και στη φύση, η οποία υμνείται στο έργο τους. Σε δήλωση της, ότι πρωταρχική πηγή της ποίησής της είναι η φύση, διατυπώνει τη σκέψη:

«Για μένα, η ποίηση και η φύση είναι αδιάρρηκτα δεμένες. Δεν μπορώ να φανταστώ ένα ποίημα που να μην ξεκινάει από τη φύση, έστω κι αν θεματικά δε μοιάζει να έχει κάποια σχέση. Η φύση κατέχει την ιδέα και την εκτέλεση της ομορφιάς, και η ποίηση γεννήθηκε να εγγράψει αυτή την ομορφιά.»
(Διαθέσιμο στο: http://www.dekata.gr/pdfs/9/rouk_zoi_poiisi.pdf, περιοδικό (Δε)κατα, άνοιξη 2007, Ευτυχία Παναγιώτου 2007, ανακτήθηκε στις 8-5-2023).

Η φύση κατέχει την ίδια περίοπτη θέση, καθαγιάζεται, συσχετίζεται με τη ζωή και τον έρωτα, αξιοποιείται μεταφορικά, διατρανώνει την παρουσία της, ενώ η καταστροφή της θεωρείται ως αμαρτία. «Το ζωογόνο περιεχόμενο της βλάστησης», (Κ. Αγγελάκη-Ρουκ, Άδεια φύση, Κέδρος 1993, Η φρασούλα, σ. 35) όπως γράφει η ίδια, χαρουπιές που έχουν ψυχή, ή κρύβουν κάτι τρεμάμενο και αόρατο, κυπαρίσσια που τη μια αγγίζουν τον ουρανό και την άλλη ραχητικά κοιτάζουν αφηρημένα, αήττητες συκιές, ελιές του φεγγαριού, πεύκα που αντάρεψαν στον άνεμο, ποτάμια, σκουροπράσινοι λόφοι, λάμψεις, ταπεινά χορταράκια, στάχυα και φίδια να παρασύρουν την αγιοσύνη στην ακτή μέχρι να συντριβεί στα βράχια. Γιασεμιά και μπιγκόνιες, ευωδιές της γαζίας και ανθισμένες μυγδαλιές συναινούν στο όνειρο. Ο έρωτας σωματοποιείται στο δέντρο της μαστίχας, στο άγγιγμα του πεύκου. Η βλάστηση πανταχού παρούσα τροφοδοτεί το φως, οδηγεί στην ελευθερία και στην εσωτερική άνθιση. Ένα κλαδί ανθισμένο λεμονανθούς, μέλισσες, χρυσόμυγες, όλα στην ποίησή της, σ’ ένα αβασίλευτο ήλιο, σ’ ένα ρόδι που σκάει για να πετάξει τρομαγμένη μια νυχτερίδα, για να σε ξαφνιάσει το πράσινο χάος και να μην μπορείς να μετρήσεις σμάρια χελιδόνια και αμπελώνες. Όσο οι θάλασσες επιστρέφουν, το μπλε σε διαρκή κίνηση οδηγεί στην ελευθερία. Τα πουλιά με διαίσθηση γυναίκας, σταθερά σύμβολα, μάτια της κουκουβάγιας που περιγελούν τα σύννεφα, έντομα, στα μονοπάτια των μυρμηγκιών, πεταλούδες με το ασήκωτο βάρος της ομορφιάς, τζιτζίκια, αράχνες, σκαθάρια, σκουλήκια, βρίσκουν θέση στο έργο τους, επιτελώντας ένα σκοπό.

Παραθέματα που αντλήθηκαν από το έργο τους σχετικά με τη φύση

1. Φύση

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

«—Τέτοια θα ’ναι κι η Παράδεισο, λέει ο Χαράλαμπος ο καντηλανάφτης· ήλιος απαλός, σιγανή βροχούλα, λεμονιές ανθισμένες, ναργιλέδες και ψιλή κουβέντα στους αιώνες των αιώνων.» (Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, σ. 8)

«Το στόμα του φιδιού στα δροσερά καλάμια,/το κεντρί της κίτρινης σφήκας/ αλαφρό είναι το κακό που μπορούν να σού κάμουν. Πολύ πιο φαρμακερός είναι ο κόρφος της γυναίκας.» (Ο Βραχόκηπος)

«Αί, μωρέ σεις, χωριάτες μέρμηγκοι, σταροκουβαλητάδες, / θα ρίξω παπαρούνα κόκκινη, φωτιά να πιάσει ο κάμπος» (Οδύσσεια, Α΄, στ. 47-48)

«Έλα να κλάψουμε για κείνους που δεν μπορούν να κλάψουν, πούχουν στεγνά τα μάτια και γεμάτα δάκρυα την καρδιά. Για τα λουλούδια που ανοίγουν και μαραίνονται, για τα βουνά πούναι αιώνια για τους Θεούς που έρχονται και πεθαίνουνε στην γη, για τα μεγάλα μέτωπα και τα μεγάλα φτερά με τις μικρές φωληές, για τάστρα που κάτι αγωνίζονται να πουν και δεν μπορούνε.»
«Λυγίζει το λουλούδι όταν πολλή δροσούλα του δώσει ο ουρανός. Λυγίζει από την αγάπη η ψυχή μου.» (Όφις και κρίνο)

«Μεσημέρι. Πύρινοι κατεβαίνουν από τον Ουρανό οι εναγκαλισμοί του Μεγάλου Ερωτεμένου κι ακίνητη η γη γίνεται Μητέρα. Τα σπαρτά ολόχρυσα ηρεμούν και γέρνουν βαρειά τα κεφάλια λες και συλλογιούνται. Λες και προμαντεύουν το δρεπάνι. Πέρα τα βουνά σωπαίνουν. Η γη μεγάλη ξαπλώνεται κι ησυχάζουν τα πουλιά μέσα στα δέντρα κι αναπαύονται τα ζώα κάτω από τους ίσκιους.» (Όφις και κρίνο)

«Ένας κισσός ολοπράσινος ακολασταίνει μέσα μου και πλέκεται γύρω, τριγύρω στον νου μου, και κάποιον κόσμο ζητά ν’ αγκαλιάσει. Κάποια άνθιση μυστική ρόδων και μενεξέδων τελείται μέσα μου και τα μπουμπούκια ακούω να σκουν και τα μάτια των κλάδων ν’ ανοίγουν και τα πουλιά να κελαηδούν, να κελαηδούν…» (Όφις και κρίνο)

Κατά το μεσημέρι η βροχή είχε σταματήσει, έσκισε ο ήλιος τα σύννεφα και πρόβαλε δροσερός, τρυφερός, νιολουσμένος και κανάκιζε με τις αχτίδες του τ' αγαπημένα νερά και χώματα» (Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά)

ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

« “Τι ’ναι αυτά; Τι ’ναι αυτά;” / ακούγεται μέσα μου να τσιρίζει / ένα πουλί στριγγό / “ Δεν είν’ αυτό που ψάχνεις, δεν είν’ αυτό”.» (Ωραία έρημος η σάρκα, εκδ. Καστανιώτη 2018, Αυτό, σ. 10)

«ένα τίποτα άνοιξης ερχόταν με τον αέρα / ένα τίποτα έρωτα ξαφνικά μες την κάμαρα / “ ένα τίποτα” είπαμε και πέρασε η ζωή.» (Ωραία έρημος η σάρκα, 2018, Αέρας σηκώνεται, σ. 11)

«Οι γλάροι κουτσομπολεύουνε το φως, / παρέες παρέες πάνω στο κύμα / σχολιάζουνε τις τόσες του ελλείψεις, / απ’ όλες η χειρότερη η νύχτα.» (Άδεια φύση, Κέδρος 1993, Ο οίστρος του θανάτου, Β΄, σ. 11)

«σαν μέλισσες να εγκατέλειψαν / δυο πεθαμένους εραστές / και να φτεροκοπάνε τώρα πια / με κείνων κει το πάθος» (Ωραία έρημος η σάρκα, 2018, Ερωτευμένο ερπετό, σ. 48)

«Αιωνιότητα, φώναζε. / Αιωνιότητα ο έρωτας κι η τρυφερότης. Μυγδαλιές άνθιζαν στα σταυροδρόμια / μυριάδες τα κορίτσια / υποσχόταν γιους κι αρραβωνιάσματα.» (Ποίηση 1963-2011, εκδ. Καστανιώτη 2014, Η επιστροφή του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου, σ. 40)

«Πουλί. Μικρό πουλί / και στην τέφρα / πάλι τη ζωή τιτιβίζεις / εσύ / κι όλα όσα είναι έξω από το τζάμι.»(Ποίηση 1963-2011, εκδ. Καστανιώτη 2014, Σημειώσεις για το βιβλίο του πατέρα, σ.107)

«Πώς το λουλούδι δε λέει ποτέ / να μην εκτελέσει τον προορισμό του; (Ποίηση 1963-2011, 2014, Το άνθος διδάσκει, σ. 391)

«Πρώτη παπαρούνα / πρώτο καλοκαίρι με γυμνά μπράτσα / και ξαφνικά νύχτα αγρύπνιας.»
«Ξέρεις την αγάπη του καλοκαιριού με τ’ αγιόκλημα / την αγάπη των υδάτινων ζώων / και των γιασεμιών με τον λευκό τοίχο.»
«Άσε με ν’ αγκαλιαστώ τη γης / με τα ρύζια και τα στάχυα / με τις πορείες ταπεινών εντόμων»
«είμαι ό,τι θυμούνται τα φύλλα» (Ποίηση 1963-2011, 2014, Τελευταίο γυναικείο τραγούδι της Αλιείης, σ. 22 και 23)

«Η γύμνια με το χορταράκι δοξάζεται / κι η δόξα δεν είναι άλλο / από μια ανεχτή ζωή.» (Ποίηση 1963-2011, 2014, Προς τον άγιο, σ. 344)

Γνωρίζουμε πως, με όσα ερεθίσματα και αν παρέχει η φύση, ο άνθρωπος δεν εξελίσσεται μέσω των αισθήσεων. Ο νους είναι υπεύθυνος για την κατανόηση των εννοιών. Όσο η κατάθεση της γραφής του Καζαντζάκη περιέχει έννοιες, άλλο τόσο και η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ αποτελεί όαση στοχασμών. Ο λόγος και των δύο, ξεπερνά τη δυνατότητα των αισθήσεων. Ο νους, η ψυχή, η καρδιά παράγουν ένταση, φόρτιση, συγκίνηση. Ο Καζαντζάκης προσπάθησε ν’ αποκτήσει βαθιά, και αληθινή γνώση της πραγματικότητας. Αξιοποίησε τη δύναμη της φαντασίας, και αν είναι αλήθεια πως το όνειρο αποτελεί την κορυφαία έκφραση της, τότε διαβάζοντας τους στίχους:

«γιατρεύει τ’ όνειρο τις πιο βαθιές λαβωματιές του ξύπνου,/ας τον αφήσει να νειρεύεται μη σωχαθεί η ζωή του» , εκδ. Καζαντζάκη 2006, 2006, Αθήνα, (Οδύσ., ραψ. Τ, 954-5),

κατανοούμε τη σωτήρια δύναμη του, κάτι που αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης και στον ποιητικό λόγο της ευαίσθητης, της ερωτικής Αγγελάκη-Ρουκ, η οποία μετατρέπει την υλική πραγματικότητα σε ονειρική όταν γράφει:

«Αυτό το πετυχαίνεις με το να βουτάς/αδιάκοπα το κακό όνειρο/στην αγιότητα της φύσης.» (Ωραία έρημος η σάρκα, εκδ. Καστανιώτη 2018, Η μεταγραφή του εφιάλτη, σ. 29.)

Ο ποιητικός της χώρος αγγίζει τη νύχτα, εκπληρώνεται σ’ αυτήν. Το νυχτερινό τοπίο την έλκει καθώς είναι γεμάτο όνειρα. Κάποιοι εφιάλτες που καταγράφονται είναι λίγοι, ασήμαντοι, οπότε δεν πτοείται, καταθέτει όμως πως, «Στη ρίζα κάθε ποιήματος, υπάρχει μια πληγή και το ποίημα είναι κάτι σαν ουλή». (Διαθέσιμο στο: http://www.dekata.gr/pdfs/9/rouk_zoi_poiisi.pdf, ανακτήθηκε στις 8-5-2023).

Παραθέματα που αντλήθηκαν από το έργο τους σχετικά με το όνειρο.

2. Όνειρο

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

«γιατρεύει τ’ όνειρο τις πιο βαθιές λαβωματιές του ξύπνου, / ας τον αφήσει να νειρεύεται μη σωχαθεί η ζωή του» (Οδύσσεια, Τ, 954-5)

«Είμαι χλωμός κι εξαντλημένος και κοίτομαι ακόμα στο κρεβάτι και προσπαθώ να θυμηθώ. Ποιος ήταν λοιπόν αυτός ο άγγελος πούλθε τη νύχτα στ’ όνειρό μου κι εξάπλωσεν απάνω μου τα φτερά του και μούπε να παλέψουμε;» (Όφις και κρίνο)

«Στα βάθη των σκέψεων μου τα πλειό μυστικά κι απόκρυφα φεγγοβολεί το άγιο Βήμα της ψυχής μου. Εκεί πάνω έστησα το είδωλό Σου, ω Πολυαγαπημένη. Τα όνειρα μου εκστατικά γονατίζουν μπροστά Σου.» (Όφις και κρίνο)

«Ένιωσα να κολυμπώ αθόρυβα, σιγανά, όπως σε όνειρο, σε διάφανα πράσινα νερά, με γεμάτο φεγγάρι.» (Ο Βραχόκηπος)

«Μα πάλι με συνεπήρε ο φόβος, ώρα πολλή πάλευα μέσα μου, κουράστηκα, ακούμπησα το κεφάλι απάνω στην περγαμηνή, με πήρε ο ύπνος κι είδα όνειρο, ήμουν ξαπλωμένος, λέει, κάτω από ένα δέντρο ανθισμένο, φυσούσε ο Θεός, σαν αγεράκι μυρωδάτο, απάνω μου, ετούτο ήταν το δέντρο της Παράδεισος κι είχε ανθίσει!» (Ο Βραχόκηπος)

«—Τα ονείρατα, είπε, είναι τα νυχτοπούλια του Θεού, φέρνουν μηνύματα και πριν κινήσουμε για την άγια ετούτη πόλη, είδα όνειρο: μια μαύρη κλώσα, τόσο αχαμνή, τόσο μικρές οι φτερούγες της που, όσο κι αν τις άπλωνε, δεν μπορούσαν να σκεπάσουν όλα της τα κλωσόπουλα. Έβρεχε και πολλά, αφτέρουγα ακόμα, έμεναν απέξω και βρέχουνταν. Έπρεπε, έπρεπε να καταλάβω το μήνυμα και να μη φύγω.» (Ο Βραχόκηπος)

ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

«Αυτό το πετυχαίνεις με το να βουτάς / αδιάκοπα το κακό όνειρο / στην αγιότητα της φύσης.» (Ωραία έρημος η σάρκα, εκδ. Καστανιώτη 2018, Η μεταγραφή του εφιάλτη, σ. 29)

«Ονειρεύτηκα / πως βρέθηκα στην παλιά ερωτική φωλιά, / μα όλα είχαν αλλάξει.» (Άδεια φύση, Κέδρος 1993, 18η μέρα ή Η Νέα Τάξη Πραγμάτων, σ. 33)

«και ποιος ξέρει σε τι αβυσσαλέες αγκαλιές / νεκρών θα πέσει. Έτσι και κοιμηθεί βαριά / έτσι και ονειρευτεί βαθιά / τα ουράνια το πουλί.» (Άδεια φύση, 1993, 19η μέρα ή Τι ξέρουμε για τον ύπνο, σ. 34)

«Βιβλιοθηκάριος των ονείρων καταχωρεί τη Νύχτα / μετά τα Νήπια και βυθίζεται στον ύπνο. / Εκεί ξαναβρίσκει το παλιό του σώμα να μυρίζει δάφνη της Ελλάδας. Πικρή.» (Άδεια φύση, 1993, Ανηφορίζοντας η νόηση του ποιητή σπάει, σ. 40)

« “Ω, άστε με να ονειρευτώ πως έζησα πολύ!”» / φωνάζει το νυχτοπούλι / καθαρό στις προθέσεις του / ολόισια στο στόχο.» (Άδεια φύση, 1993, Όσο και να λέμε, σ. 51)

«Άλλο από τη ζωή, τι μπορεί να σε κρατάει; / Σκέφτομαι το όνειρο με την ασπροειδή θάλασσα / κι είναι σαν να προσπαθώ να θυμηθώ / το πρόσωπο της πεθαμένης από χρόνια μάνας μου / ή το βλέμμα του αγαπημένου ζώου που χάθηκε ξαφνικά μες στο χειμώνα.» (Άδεια φύση, 1993, Πρώτα στο όνειρο αλλάζει το τοπίο, σ. 56)


Το έργο του Καζαντζάκη, γεμάτο ποιητική μαγεία, καθώς συνιστά μια μεγάλη πρόκληση στη διαλεκτική των ιδεών, παρατηρούμε να απηχείται στην Αγγελάκη-Ρουκ. Το ιδεολογικό περιεχόμενο, οι αξιακοί κώδικες, όπως της φύσης που εξισώνεται με τον πολιτισμό, ο ανυπόκριτος θαυμασμός για το μεγαλείο της ζωής, ο έρωτας, τα ορθάνοιχτα μάτια απέναντι στη σκοτεινή άβυσσο, το αχόρταγο βλέμμα που αδράχνει κάθε σπίθα σα να τη βλέπει για πρώτη φορά, η ελευθερία, η γλώσσα που έρχεται να μυήσει τον αναγνώστη στις ουσιαστικές αξίες του κόσμου. Όλα τα παραπάνω, αποτυπώνονται με έμφαση στο έργο του Καζαντζάκη, και βρίσκοντας γόνιμο πνεύμα επαναλαμβάνονται κατά κάποιο τρόπο στην ποιήτρια, η οποία πατώντας στα ίδια χνάρια, με αφετηρία τα βιώματα και την ύπαρξη φτάνει στις ιδέες.
Μπορεί το όνειρο να αποτελεί ενίοτε σωσίβια λέμβο της νόησης, αλλά η ελευθερία είναι εκείνη που καλεί από το υψηλότερο βάθρο, αυτή που σχετίζεται με το δικαίωμα και τη δυνατότητα για επιλογή. Αξίζει προσεγγίζοντας ένα μεγάλο προβληματισμό του Καζαντζάκη, που δεν είναι άλλος από την ύπαρξη, ή μη, του Θεού, να ερευνηθεί το πώς η Αγγελάκη-Ρουκ προσλαμβάνει τις δύο αυτές έννοιες. Την απάντηση, μας την έχει δώσει η ίδια, η οποία θεωρούσε κληρονομιά του Καζαντζάκη, «την πίστη της στην απιστία στο Θεό». Έτσι, μέσα στην εξελικτική πορεία του έργου της παραμένει σταθερά ελεύθερη, μοναχική, χωρίς να ζητά εγγυήσεις σωτηρίας και λύτρωσης. Επιλέγει την ανθρώπινη μοίρα, μοίρα του προσωρινού, του φθαρτού. Κάθε μεταφυσική σκοπιμότητα που υπόσχεται την αιωνιότητα την αφήνει μάλλον αδιάφορη. Το διάστημα που προηγείται του θανάτου, αποκτά ενδιαφέρον. Αυτό θα υπηρετήσει με την αισθητική του λόγου που γεννά η ποίηση, η ποίηση σώζει και σώζεται, η γραφή είναι που έχει μέλλον. Το σώμα γίνεται κυρίαρχο. Σκέψεις, συναισθήματα, απώλειες, συγκινήσεις, τραύματα, όλα με ξεκάθαρη την επίγνωση ημερομηνίας λήξης.
Γνωρίζει καλά την εναντίωση του Καζαντζάκη σε κάθε δόγμα και σύστημα θρησκείας που εγκλωβίζει τον άνθρωπο στερώντας του την ελευθερία, γι’ αυτό και ακολουθεί τη στάση του. Με την απουσία όχι μόνο του θρησκευτικού στοιχείου, αλλά και των μεταφυσικών αγωνιών, ο νους, οι πνευματικές δυνάμεις είναι αυτές που χρησιμοποιούνται σε ένα χειραφετημένο ποιητικό λόγο, ακόμη και για να μιλήσει η φθορά, ο χρόνος, το τραύμα, ο πόνος, ή να ξυπνήσει η μνήμη, ο έρωτας, η γυναίκα, το σώμα, για να τολμήσει να γράψει «ο παράδεισος κερδίζεται/με το σώμα/κι είναι κι αυτός θνητός». (Κ. Αγγελάκη-Ρουκ, Ποίηση, 1963-2011, εκδ. Καστανιώτη 2014, Ο Θρίαμβος της σταθερής απώλειας [1978], Τα πόδια μου, σ.172)
Ο ποιητικός της λόγος απενοχοποιημένος, αναζητώντας ένα πεδίο καθαρότητας γίνεται ενάντιος στον εξουσιαστικό, οπότε και χωρίς Θεό για να θριαμβεύσουν τα γήινα. Κάπως έτσι θολώνει το τοπίο της εξωτερικής πραγματικότητας, δίνεται σημασία στην εσωτερική κατάσταση όπου οι αρετές αποτελούν την ουσία ώστε να φωτιστεί ο δρόμος της αρετής, και η ποιήτρια, στο ασφαλές πεδίο της λογοτεχνίας, για να εκφραστούν μεγάλες αξίες που πρεσβεύει, δεν αποκλείεται να έφερνε συχνά στο μυαλό της τους παρακάτω στίχους της Οδύσειας:

Κρασί δεν είναι, αδέλφια, η λευτεριά μήτε γλυκιά γυναίκα / μήτε και βιος μεσ’ στα κελάρια σας μήτε και γιος στην κούνια. / Έρμο τραγούδι ‘ναι ακατάδεχτο και σβήνει στον αγέρα! (Οδύσσεια, Α΄, στ. 55-57)

Παραθέματα που αντλήθηκαν από το έργο τους σχετικά με τον Θεό και την ελευθερία

3. Θεός – Ελευθερία

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Κρασί δεν είναι, αδέλφια, η λευτεριά μήτε γλυκιά γυναίκα / μήτε και βιος μεσ’ στα κελάρια σας μήτε και γιος στην κούνια. / Έρμο τραγούδι ‘ναι ακατάδεχτο και σβήνει στον αγέρα! (Οδύσσεια, Α΄, στ. 55-57)

Ο Θεός μάχεται στο κάθε πράμα, με τα χέρια τανυσμένα προς το φως. Ποιο φως; Όξω κι απάνω από κάθε πράμα! (Ο βραχόκηπος)

Η ουσία του Θεού μας είναι ο ΑΓΩΝΑΣ. (Ο βραχόκηπος)

Δε λευτερώνουμε μονάχα Θεό παλεύοντας κι υποτάζοντας τον ορατό γύρα μας κόσμο, δημιουργούμε Θεό. (Ο βραχόκηπος)

Πολέμα από τα πράματα, πολέμα από τη σάρκα, από την πείνα, από το φόβο, πολέμα από την κι από την αμαρτία να δημιουργήσεις Θεό.» (Ο βραχόκηπος, σ. 217)

ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

Αν τουλάχιστον πίστευα στο Θεό / θα ’χαν τα χέρια σου / άπειρες ερμηνείες / όταν κινούνται / και μ’ ανεβάζουν στον ουρανό / έναν ουρανό σαν του Ρίλκε / με λυπημένους αγγέλους / να φυσούν τη μοναξιά / κάτω στη γη / υπονοούμενα φτερά / και ντροπαλή η μιλιά τους / γιατί δεν υπάρχουν. (Ποίηση 1963-2011, Αν τουλάχιστον πίστευα σε θεό, σ. 251)

— Σε βρίσκει η ποίηση;
Είναι συνδυασμός. Περπατάει αυτή στον δρόμο, περπατάς εσύ στον δρόμο και ξαφνικά την αναγνωρίζεις. Λες «αυτή είναι». Βέβαια μπορεί και να μην την αναγνωρίσεις.
— Και σ’ αλλάζει;
Εμένα, ναι. Όχι απλώς μου άλλαξε τη ζωή, την καθόρισε. Δηλαδή, δεν είχα κανέναν άλλο θεό, τίποτε άλλο δεν θυμάμαι να λατρεύω περισσότερο. (Διαθέσιμο στο: http://hellenicpoetry.com/unca... Πενταλια, 21.3.2015., ανακτήθηκε στις 8-5-2023)

«Θεέ μου, τι θα γίνουμε; / Πώς θα πορευτούμε; / Πώς θα πιστέψουμε; / Πώς θα ξεγελαστούμε; / Μ’ αυτή την αλλόκοτη φυγή των πραγμάτων / των ψυχών από δίπλα μας; / Ένας δρόμος υπάρχει, ένας τρόπος. / Μια θα ‘ναι η Νίκη: / αν πιστέψουμε, αν γίνουμε, αν πορευτούμε. / Μόνοι μας. (Ποίηση 1963-2011, Αντί για πρόλογο «Μοναξιά», σ. 9)

Η θρησκεία στη Λυπιού / είναι μια Έννοια Ακέφαλη. (Ποίηση 1963-2011, Λυπιού, ζ, σ. 352)

«τις ξέρω αυτές τις σκέψεις / για το Θεό τάχα που κατοικεί / στο ναό του στήθους σου / στην πραγματικότητα όμως / για να με κρατάς έξω από κάθε / ζωικό συμπέρασμα.» (Ποίηση 1963-2011, Απαγορευτικό, σ. 378)

Έντιμοι, έντιμοι οι άγγελοι / γιατί κι όταν ακόμη / σε στραβώνουν με το άσπρο / ψιθυρίζουν: «Δεν υπάρχω».
(Ποίηση 1963-2011, Αγγελικά ποιήματα, Interlude, σ. 204)

Στο πλαίσιο αυτής της εργασίας, αισθάνθηκα πολλές φορές πως τόσο κάποια κείμενα του Καζαντζάκη, όσο και κάποια ποιήματα της Αγγελάκη-Ρουκ, έχουν τη μαγεία να λειτουργούν ως καθρέφτες. Βάζοντάς τα σε αντιπαραβολή, η ματιά συναντούσε την ποιήτρια, παρούσα εκεί, στη φύση, στην αγωνία, στην ανθρωπιά, στην αγάπη, στις λέξεις μιας ολόφωτης ποιητικής γλώσσας, να ενεργοποιεί νέα κανάλια επικοινωνίας, με τους επόμενους γραφιάδες, επισημαίνοντας επιδράσεις, επιρροές, συνάφειες. Νοερά, ένιωσα πως υπέβαλα εγώ την ήδη διατυπωμένη ερώτηση:

« – Αυτός που σας έσπρωξε στην ποίηση δεν ήταν άλλος από τον ίδιο τον Καζαντζάκη. Πώς ακριβώς έγινε το βάπτισμα του πυρός;» Tο ίδιο νοερά, ήρθε ψιθυριστά η απάντηση: “Δεν είναι τόσο απλό το θέμα. Είναι ότι έζησα όλη μου τη ζωή στη σκιά του αλλά δεν τον πρόλαβα ζωντανό, διότι ήμουνα στο Γυμνάσιο και περίμενα πώς και πώς για να τελειώσω. Με περίμεναν ο Καζαντζάκης και η Ελένη στην Αντίπολη στη Γαλλία, αλλά πέθανε έξι μήνες πριν τελειώσω, οπότε ένα από τα πολύ δύσκολα πράγματα στη ζωή μου είναι ότι ποτέ δεν τον είδα ζωντανό, ποτέ δεν του έσφιξα το χέρι”.
(Διαθέσιμο στο: https://www.patris.gr/2017/07/31/katerina-angelaki-rouk-o-nonos-mou-o-nikos-kazantzakis/, ανακτήθηκε στις 8-5-2023).

Στη φράση, «Είναι ότι έζησα όλη μου τη ζωή στη σκιά του…», όχι μόνο δεν βαραίνει η σκιά του Καζαντζάκη, αλλά από τον τρόπο που έχει διατυπωθεί, φαίνεται το μέγεθος της αγάπης. Εκείνος, στη ζωή και στο έργο του, αντιλαμβανόμενος τη σημασία της αγάπης, πορεύεται με όχημα αυτήν. Ως συγγραφέας, όρισε την εποχή του, και ακόμη πιο πέρα. Καθώς φαίνεται καθόρισε και την ποιήτρια, ώστε να εκφράσει, τις πιο ασύλληπτες περιοχές της συνείδησης με γνώμονα την ίδια ηθική προτροπή. Όσο η γυναίκα στον Καζαντζάκη κατέχει τα κλειδιά της αγάπης, (η μητέρα του, η Μαγδαληνή που εξαγνίζεται με την αγάπη, οι αδελφές του Λαζάρου, η Ορτάνς που για την αγάπη του Ζορμπά ονειρεύεται μια άλλη, τίμια ζωή, η Παναγία που στερείται τη θεϊκή δύναμη αφήνοντας να μιλήσει η μάνα που λαχταρά το παιδί της κ.α.), άλλο τόσο στην Αγγελάκη-Ρουκ, η ανάδειξη της γυναικείας υπόστασης και εμπειρίας αποτελεί ένα ακόμη χρέος στον ποιητικό πυρήνα του έργου της. 

«Παναγία η Συνταξιδιώτισσα». Μικρού σχήματος λαϊκή εικόνα βρεφοκρατούσας που έπαιρνε μαζί του στα ταξίδια του ο ΝΚ.


Η ποιήτρια, προκειμένου να μιλήσει για τη γυναικεία ψυχοσύνθεση κατανοεί και υπερασπίζεται το θηλυκό, όταν η «Μαγδαληνή» βιώνει με πόνο τον ματαιωμένο έρωτα. Στην «Πηνελόπη» που υφαίνοντας, αρχικά θρηνητικά την απουσία της ζωής και του έρωτα, διαγράφει στην πορεία ελπίδες και ψευδαισθήσεις, για να ξαναστήσει τον κόσμο της φτάνοντας στην πλήρη άρνηση έρωτα και μύθου. Αλλά και στην «Ιφιγένεια» όταν στρώνονται λιβάνι τα σκαλοπάτια προς τη θάλασσα κι εκείνη, στο ξύλινο μπαλκόνι παίζει με χαϊμαλιά και ιστορίες αγάπης, η ποιήτρια επιμένει στη δυνατότητα διαμόρφωσης του ανεξάρτητου εαυτού. Η Αγγελάκη-Ρουκ, χρησιμοποιώντας ποικίλα σύμβολα, έρχεται να διεκδικήσει την αποκατάσταση της γυναικείας ύπαρξης, σπάζοντας τα κοινωνικά στερεότυπα. Η γυναίκα στο έργο της ποιήτριας γίνεται δημιουργός, επιλέγει, μεταπλάθει την επώδυνη εμπειρία σε γνώση, σε σοφία, εγκαταλείπει φόβο και βαριές σκιές για να ελευθερωθεί και ας είναι αυτό στο «τελευταίο φως».

Παραθέματα που αντλήθηκαν από το έργο τους σχετικά με την αγάπη, τη γυναίκα και την ποίηση

4. Αγάπη – Γυναίκα - Ποίηση

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

«— Ο γερο-Πατριαρχέας, ο παραλυμένος, είπε η χήρα, με κάλεσε προχτές και μου ‘πε πως είναι θέλημα της Δημογεροντίας εγώ μεθαύριο να κάμω την Μαγδαληνή. Ντράπηκα. Έχω ακουστά τι θα πει Μαγδαληνή, κι εγώ είμαι –έτσι κατάντησα!– η Μαγδαληνή του χωριού… Κι όμως, όταν μου το ’πε, ντράπηκα. Μα τώρα, Γιαννακό, δεν ντρέπουμε. Αν έβρισκα το Χριστό κι αν είχα ένα μπουκάλι λεβάντα, θα το ’σπαζα και θα του ’πλενα τα πόδια, κι ύστερα θα του τα σφούγγιζα με τα μαλλιά μου… Έτσι μου φαίνεται. Και θα στέκουμουν πλάι στην Παναγιά την Παρθένα και δεν θα ντρεπόμουν, μήτε κι αυτή θα ντρέπουνταν που θα μ’ έβλεπε κοντά της…» (Ο Χριστός ξανασταυρώνεται)

— Πώς πρέπει ν’ αγαπούμε το Θεό, γέροντά μου; ρώτησε.
— Αγαπώντας τους ανθρώπους παιδί μου.
— Και πώς πρέπει ν’ αγαπούμε τους ανθρώπους;
— Μοχτώντας να τους φέρουμε στο σωστό δρόμο.
— Και ποιος είναι ο σωστός δρόμος;
— Ο ανήφορος
(Ο Χριστός ξανασταυρώνεται)



ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

– Αυτός που σας έσπρωξε στην ποίηση δεν ήταν άλλος από τον ίδιο τον Καζαντζάκη. Πώς ακριβώς έγινε το βάπτισμα του πυρός;

«Δεν είναι τόσο απλό το θέμα. Είναι ότι έζησα όλη μου τη ζωή στη σκιά του αλλά δεν τον πρόλαβα ζωντανό, διότι ήμουνα στο Γυμνάσιο και περίμενα πώς και πώς για να τελειώσω. Με περίμεναν ο Καζαντζάκης και η Ελένη στην Αντίπολη στη Γαλλία, αλλά πέθανε έξι μήνες πριν τελειώσω, οπότε ένα από τα πολύ δύσκολα πράγματα στη ζωή μου είναι ότι ποτέ δεν τον είδα ζωντανό, ποτέ δεν του έσφιξα το χέρι». Διαθέσιμο στο: https://www.patris.gr/2017/07/31/katerina-angelaki-rouk-o-nonos-mou-o-nikos-kazantzakis/ ανακτήθηκε στις 8-5-2023).

Τη Μεγάλη Παρασκευή / η Παναγιά ξαναγίνεται το πρόσωπο της ημέρας / κι η δική μου μάνα ξεμαρμαρώνει.(Ποίηση 1963-2011, Η μάνα μου κι ο Σατανάς, σ. 122)

Πόσο, ω πόσο ακόμη / μες στο φθαρμένο σκεύος μου / αγάπη θα προσφέρω / τέτοιο φτωχό αντίδωρο / στη σιωπή του κόσμου / που σε κυκλώνει μουλωχτή / σαν κάμπια το πευκάκι. (Ποίηση 1963-2011, Εννοώντας τη νεότητα, σ. 231)

Λάτρεις της ελευθερίας και οι δύο, με μοναδικό προσωπικό ύφος, λάτρεις και της μοναξιάς, στοχαστές στα πιο ψηλά δώματα της λογοτεχνίας, αφοσιωμένοι στον αγωνιζόμενο άνθρωπο. Ο Καζαντζάκης, έδειξε το δρόμο στην ποιήτρια, η ίδια το παραδέχτηκε. Οι καταθέσεις της γραφής της, είναι καταθέσεις ψυχής. Τα νοήματα, υψηλής αξίας, διαπνέονται από καθαρό τρόπο σκέψης, γλωσσική αρτιότητα, διεισδυτική ματιά απέναντι σε πρόσωπα, καταστάσεις, γεγονότα. Είναι τα ίδια χαρακτηριστικά που κάνουν διαχρονικά και δημοφιλή τα έργα του Καζαντζάκη, γι’ αυτό στην ερώτηση:

«—Ήταν λοιπόν για εσάς ο Νίκος Καζαντζάκης το “χρυσό σκουφί” του νου σας;», η ποιήτρια χωρίς δεύτερη σκέψη απαντά αυθόρμητα: «Ήταν πιο πολύτιμος κι από ένα ολόχρυσο σκουφί. Θα ήθελα βέβαια να τον είχα αγγίξει, να του είχα μιλήσει προσωπικά, να του είχα απευθύνει τα ερωτήματά μου για όλα όσα το έργο του είχε εμφυσήσει μέσα μου.»
(Διαθέσιμο στο : http://hellenicpoetry.com/unca... Αποσπάσματα από συνεντεύξεις της Κ. Αγγελάκη Ρουκ (1939-21 Ιανουαρίου 2020), και λίγα της ποιήματα. In Honour and Memory of the Hellenic Poetess …, ανακτήθηκε 8-5-2023)

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, είναι εκείνη, που όχι μόνο καταδέχτηκε να με διαβάσει, αλλά και με έσπρωξε στην ποίηση, δείχνοντάς μου, με αγάπη και εμπιστοσύνη, αυτό το «χρυσό σκουφί» του Καζαντζάκη, με την εντολή να κοπιάσω για τη ζωή και την ποίηση. Αισθάνομαι βαθιά ευγνωμοσύνη, στάθηκα ειλικρινά τυχερή, που μπόρεσα, αφ’ ενός διαβάζοντάς της ποιήματά μου, να ζητώ τη γνώμη της, και αφετέρου, να έχω την ευκαιρία της λέω ευχαριστώ.

Στη μνήμη της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, ελάχιστο χρέος.




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Καζαντζάκης Ν., Ταξιδεύοντας. Ιταλία-Αίγυπτος, Σινά-Ιερουσαλήμ, Κύπρος, Ο Μοριάς, Διόπτρα 2022
Καζαντζάκης Ν., Οδύσεια, εκδ. Καζαντζάκη 2006
Καζαντζάκης Ν., Ο καπετάν Μιχάλης (Ελευθερία ή Θάνατος), εκδ. Καζαντζάκη
Καζαντζάκης Ν., Οι Αδερφοφάδες, εκδ. Καζαντζάκη 1962
Καζαντζάκης Ν., Ο φτωχούλης του Θεού, εκδ. Καζαντζάκη 1964
Καζαντζάκης Ν., Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, εκδ. Καζαντζάκη 1965
Καζαντζάκης Ν., Όφις και κρίνο, εκδ. Καζαντζάκη 1974
Καζαντζάκης Ν., Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, εκδ. Καζαντζάκη 1973
Καζαντζάκης Ν., Ο Βραχόκηπος, εκδ. Καζαντζάκη 1981Αγγελάκη-Ρουκ Κ., Με άλλο βλέμμα, εκδ. Καστανιώτη 2018
Αγγελάκη-Ρουκ Κ., Άδεια φύση, Κέδρος 1993
Αγγελάκη-Ρουκ Κ., Ωραία έρημος η σάρκα, εκδ. Καστανιώτη 2018
Αγγελάκη-Ρουκ Κ., Ποίηση, 1963-2011, εκδ. Καστανιώτη 2014

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
     

    αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: