Σταυροβελονιά

H. W. Couwenberg, κατά τον Jeremias G. Rugendas, 1830-1845: Μελέτη χεριού με βελόνα μεταξύ του αντίχειρα και του δείκτη. Rijksmuseun, Άμστερνταμ
H. W. Couwenberg, κατά τον Jeremias G. Rugendas, 1830-1845: Μελέτη χεριού με βελόνα μεταξύ του αντίχειρα και του δείκτη. Rijksmuseun, Άμστερνταμ



Πήδη­ξα μέ­σα στο λε­ω­φο­ρείο πριν κα­λά ανοί­ξει η μπρο­στι­νή του πόρ­τα. Εί­χα ήδη χά­σει το πρώ­το μι­σό της διά­λε­ξης και δεν υπήρ­χε λό­γος να πα­ρα­φέ­ρο­μαι. Όσο γρή­γο­ρα κι αν χτυ­πού­σα ει­σι­τή­ριο θα έφτα­να και πά­λι την ίδια ώρα. Ανέ­κτη­σα ισορ­ρο­πία, αξιο­λό­γη­σα τις κε­νές θέ­σεις και επέ­λε­ξα αυ­τή στο βά­θος. Απέ­να­ντί μου μια γριά. Δεν θυ­μά­ται πρό­σω­πα. Κά­θε γυ­ναί­κα που αντι­κρί­ζει εί­ναι η νε­κρή της κό­ρη. Χαι­ρε­τά όλους τους επι­βά­τες με την ίδια θέρ­μη. Την αγνο­ούν και η καρ­διά της ρα­γί­ζει ώσπου το βλέμ­μα τους να χα­θεί από το το­πίο. Της αντα­πο­δί­δουν το χα­μό­γε­λο και ο πό­νος παύ­ει, για μια στιγ­μή, για μια ζωή. Το όχη­μα εκτε­λεί το δρο­μο­λό­γιό του, συ­να­ντά ξα­νά την αφε­τη­ρία και της στε­ρεί την ανά­μνη­ση πριν αυ­τή απο­τυ­πω­θεί στα βλέ­φα­ρά της. Ανα­μέ­νει την επό­με­νη στά­ση και την επό­με­νη κο­πέ­λα που θα κά­τσει αντί­κρυ της. Στους άν­δρες επι­βά­τες πε­ρι­γρά­φει τις αρε­τές της μο­νά­κρι­βης και στους εν­δια­φε­ρό­με­νους χα­ρί­ζει μια φω­το­γρα­φία της, από­κομ­μα από κά­ποιο πε­ριο­δι­κό. Αυ­τοί την απο­χαι­ρε­τούν και πε­τούν δια­κρι­τι­κά το τσα­λα­κω­μέ­νο πια χαρ­τί κα­τά την έξο­δο. Οι σε­λί­δες συσ­σω­ρεύ­ο­νται στη γω­νία του λε­ω­φο­ρεί­ου. Αστέ­ρια του σι­νε­μά χα­μο­γε­λούν κά­τω από την αστι­κή σκό­νη.

Αι­σθα­νό­μουν κα­λά με τον εαυ­τό μου και απά­ντη­σα στον χαι­ρε­τι­σμό. Δά­κρυ­σε και μου μί­λη­σε για τα πα­λιά. Από τη τσέ­πη της έβγα­λε ένα μι­κρό κέ­ντη­μα. Εί­πε πως εί­ναι για μέ­να και πε­ριέ­γρα­ψε λου­λού­δια πά­νω στο ύφα­σμα μα οι άναρ­χες σταυ­ρο­βε­λο­νιές δια­φώ­νη­σαν.

Κα­τέ­βη­κα από το λε­ω­φο­ρείο. Δεν ξέ­ρω πώς, βρέ­θη­κα πά­λι σπί­τι σου.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: