Το ζήτημα δεν είναι αν οι Κινέζοι έφτασαν εκεί που πήγαν οι Έλληνες. Το ζήτημα είναι να καταλάβουμε πώς στράφηκαν αλλού…
JEAN-PIERRE VERNANT
Το μεσημέρι πέρασε μέσα στα φυλλώματα, στα νοτισμένα πεζούλια, αφήνοντας πίσω του δύο-τρία ιδεογράμματα – στιγμές για απομνημόνευση. Ο κυκεώνας της γραφής, η απληστία του χρόνου: να απομονώσω, να συμπυκνώσω, χωρίς σπουδή, το οριακό κάτι. Έχω φέρει μαζί μου ένα τετράδιο. Διαβάζω το σημαδιακό για την περίσταση επτάστιχο: «Ω, ο Φοίνικας! ο Φοίνικας! Πώς ξέπεσε η αρετή μου! Τα περασμένα δεν τα ελέγχει πια! Τα μελλούμενα είναι εικασίες. Σταματήστε λοιπόν! Σταματήστε λοιπόν! Όσοι ασχολούνται με τα κοινά και τα καθοδηγούν. Βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο ». Μιλάει ένας τρελός, ο Τσιέχ Γυ, κάπου στο κρατίδιο του Τσου, καθώς περνάει από μπροστά του μια άμαξα που μεταφέρει τον Κομφούκιο. Η παράδοση λέει ότι ο Δάσκαλος κατέβηκε αμέσως να του μιλήσει και να του ζητήσει εξηγήσεις, αλλά ο τρελός χάθηκε στο τέλος του δρόμου. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν ο Κομφούκιος θα άλλαζε εν μέρει την διδασκαλία του, αν τελικά προλάβαινε τον παραλογισμένο. Αυτό που ξέρουμε όμως είναι ότι η προφητεία επαληθεύτηκε σ’ ένα βαθμό. Η σπασμένη επιγραφή και η μεταγενέστερη αποκατάστασή της σε πιο νηφάλιες περιστάσεις δίνουν το μέτρο μιας σκληρής πάλης ιδεών στο εσωτερικό της σινικής κοσμοαντίληψης. Η τραυματισμένη πέτρα είναι η επιτομή προκαταλήψεων και φοβιών. Το απλούστερο πράγμα, το συστατικό της φύσης, καταγράφει άλλη μια φορά ρήξεις, υστερίες κι ανατροπές στο χώρο μιας εφαρμοσμένης βιοθεωρίας. Η πέτρα είναι το αδιάψευστο θυσιαστήριο – κείμενο.
Η αρχαία εμμονή των Κινέζων στον Φοίνικα υποδηλώνει σαφώς την προσήλωση στη θεωρία της ανακύκλησης των όντων. Η συνάντηση με τον μυστικισμό του Πυθαγόρα, ένας ασίγαστος πόθος διαιώνισης. Κι ο Κομφούκιος – Φοίνικας, ένα σαφές δόγμα αθανασίας, υποδόριο, ακατάβλητο. Η μία ρητορική έξαρση, καθόλα συγγνωστή και αναμενόμενη στους κύκλους των αφοσιωμένων μαθητών; Η γοητεία που ασκεί ο Φοίνικας θα παγιδεύει πάντα την ορθή εξαγωγή συμπερασμάτων. Στην επικράτεια των μύθων ο Κομφούκιος – Φοίνικας είναι η ειλικρίνεια του ονειρικού.
Όχι το πένθος λοιπόν, αλλά η υπερηφάνεια. Οι τάφοι – κήποι δηλώνουν εδώ κάτι πέρα από τη συνήθη υπόμνηση της θνητότητας. Το τελεσίδικο πέρας των πράξεών μας, τα μνήματα, χωρίς τα καθιερωμένα εμβλήματα περισσότερο διαδεδομένων, ή λιγότερο γνωστών θρησκευτικών δογμάτων, είναι σωροί χωμάτων, που έγιναν σιγά-σιγά φυτώρια στοχασμών για την άμεση ευτυχία του ενθαδικού ανθρώπου. Είναι αυτή ακριβώς η εξάλειψη του ιερατικού, η ακύρωση του περιώνυμου δέους που είθισται να υποβάλλουν τα δικά μας νεκροταφεία. Ναι, ένας αέρας ζωής, κάτι σαν αδιάλειπτο παρόν πνέει εδώ, δίνοντας στις αλέες του νεκροταφείου την αύρα μιας αειθαλούς σχολής σκέψης.
Το αίσθημα μιας πηγαίας σοφίας: ο ρυθμός του κόσμου είναι εύληπτος, η αρετή ελέγχεται, κατονομάζεται, γίνεται σημείο, αφορμή διαλογισμού. Ο Κομφούκιος μοιράζεται συστηματικά τις γνώσεις του με τους ακροατές του. Θέλει να βάλει στη θέση της δεισιδαιμονίας, που ταλαιπωρεί τους σύγχρονούς του, τον κώδικα μιας αιτιολογημένης ηθικής. Ο τάφος του διαβάζεται δηλαδή ως υπονόμευση του τρομακτικού.
Ινδάλματα και απωθημένα της Κίνας αποτυπωμένα με σπάνια ορμή στα άψυχα. Είναι τα αντικείμενα που μεταμορφώνονται σε επιχειρήματα, σε εκμαγεία αναστοχασμών. Τα ταφικά ενθύμια είναι εν τέλει εγχειρίδια πολιτικής ιστορίας. Εμείς είμαστε οι φιλοξενούμενοι, οι παροδικοί αναγνώστες. Οι τάφοι – βιβλία είναι οι οικοδεσπότες.
Δεν ξέρω αν θα ξαναρθώ εδώ. Θα μ’ ενδιέφερε μια πολυήμερη παραμονή στο εσωτερικό της επαρχίας Σαντόνγκ. Να χαρτογραφήσω αναλογίες και συνεκδοχές. Να σπουδάσω πιθανές αντιστοιχίες του χώρου και των γραπτών. Να δω τις παραβολές και τις αλληγορίες να απεικονίζονται στα τοπία που κατοίκησε ο Κομφούκιος. Να τα προσάρμοζα μετά στην κλίμακα αυτού του τάφου. Υπόθεση ταξιδιωτικής οντολογίας.
Και το ερώτημα επανέρχεται. Τι συμβαίνει με τη γυναίκα; Με την οποιαδήποτε γυναίκα; Αυλική ή μη; Είναι να απορεί κανείς πώς μπόρεσε να αναπνεύσει το θήλυ μέσα στην αλύγιστη τυποποίηση αυτής της συγκεκριμένης ηθικής συμπεριφοράς. Διδάσκει άραγε, ή ειρωνεύεται ασύστολα ο επαΐων από το Τσιφού; Ο απόηχος της μεγάλης αντινομίας φτάνει ευδιάκριτος ως τις μέρες μας: « Αυτή που μπορεί να μας αρέσει ως γυναίκα είναι εκείνη, που δεν διακρίνεται για τα σπουδαία ταλέντα της, ή την αξιοθαύμαστη ποιότητα του χαρακτήρα της». Εδώ ο Κομφούκιος συναντά διαχρονικά τον Σοπενχάουερ.
Δεν μπορούμε ούτε να αποδείξουμε, ούτε να αναιρέσουμε την ύπαρξη, όπως δίδαξε ο μέγας εμπειριστής, ο Ντέιβιντ Χιουμ. Αποδεχόμαστε συνεπώς το σχετικό, το κατά την γενικότερη μαρτυρία μάλλον απτό, την απροσδιοριστία δηλαδή όλων εν γένει των μορφών, τον Κομφούκιο μέσα κι έξω από την τελευταία του κατοικία να συμμετέχει στα κοινά και να είναι την ίδια στιγμή εξ αντικειμένου νεκρός. Όπως λόγου χάριν συμβαίνει σήμερα. Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι αυτό το χορταριασμένο σύμβολο, που καταχρηστικά ίσως περιγράφουμε, φωτογραφίζουμε και θυμόμαστε ως τάφο, είναι η απόδειξη μιας απόλυτης σχετικότητας: ο Σοφός λείπει εμμένοντας, τα Ανάλεκτα
του είναι ζωντανά Πείσμον χθες στην κυριολεξία του όρου. Μήπως αυτό ισχύει για κάθε τάφο; Που σεβόμαστε, που μας αφορά, εννοώ. Για κάθε φάντασμα που μας γεννά;
Το πράσινο φως, διυλισμένο, φτάνει ως εδώ αφήνοντας στα φυλλώματα των δέντρων ένα χνούδι από το σύμπαν. Ή άλλως του χωροχρόνου. Σαν τη γύρι των λουλουδιών, ένα κέρδος από το ελάχιστο, ένα συν από το σχεδόν τίποτα. Το παν χωρίς μεσάζοντες, εννοώ βεβαίως τους φθόγγους. Όπως η μουσική από το λαούτο του Κομφούκιου. Το μη βάρος του ουσιώδους.
Με τον τρόπο του Βλαδίμηρου: «Μια πεταλούδα στο πάρκο, μια ορχιδέα σε μια βιτρίνα, με ένα μυστηριακό τίναγμα της ψυχής, μπορούν να αναβιώσουν το σύμπαν». Στις σελίδες του μυθιστορήματος του Ada, ο Ναμπόκοφ μιλάει κάποτε σαν καλός μαθητής του ΤΑΟ. Δεν το κρύβει, απλώς επισημαίνει διαστάσεις. Όπως εδώ, στο υποτυπώδες εξωτερικά, συλλογικό μαυσωλείο από χόρτα και δήθεν απαθή δέντρα, όλα πείθουν ότι πράγματι μπορούν να αναχθούν ανά πάσα στιγμή σε ένα ευρύτερο, ελαστικό πεδίο μετωνυμιών και συνειρμών. Δεν πρόκειται για ένα επίπεδο υπερβατικών συσχετισμών, αλλά για μια ένυλη, απτή πραγματικότητα, που επιδέχεται πολλαπλές, αβίαστες διευρύνσεις. Μια ταφική σημειολογία, που αναπόφευκτα ανανεώνει με ειλικρίνεια το ορατό. «Κλάματα και οδυρμοί, πένθιμα φορέματα και οι διάφορες διάρκειες του πένθους είναι τα επουσιώδη της θλίψης. Για να γίνουν ουσιαστικά πνεύματα χρειάζεται η τέχνη του νου και της καρδιάς. Τα επουσιώδη υπήρχαν και τον παλιό καιρό αλλά οι άνθρωποι δεν τους δίνανε πρωτεύουσα θέση » συναινεί ο Τσουάνγκ Τζου. Σα να είναι δίπλα μου, να σκύβει σ’ ένα θάμνο.
Μετρώ τα μανιτάρια, που ευδοκιμούν στην υγρασία του τάφου. Σύμβολα αδιάφθορα της γονιμότητας των νεκρών. Πέντε μανιτάρια στη σειρά: η ακρίβεια της γραμματικής των Αναλέκτων του Κομφουκιανού Κανόνα. Σε μια φυτολογική εκδοχή το ανοικτό μάθημα, ένας ακόμη συνειρμός που φυτρώνει στο χώμα.
Έφυγα τελευταίος. Πήρα μαζί μου χρώματα, λεπτομέρειες των μηνυμάτων, εξέχοντα σύμβολα. Αλλά και την ανεπιτήδευτη ταπεινότητα, την αλκή του χαμηλού. Τα καθαρογράφω τώρα όλα αυτά στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Βολικό γραφείο, γόνιμη ώρα. Διακρίνω στο ημίφως: η πολλή γνώση είναι καταστροφή. Παλαιά πεποίθηση των Κινέζων. Όσον αφορά στις δικές μας εκτιμήσεις και κρίσεις για το μέγεθος αυτής της προσφοράς ας αντιπαραβάλλω ενδεικτικά την εξής συγκριτική αποτίμηση, αντλώντας ό,τι αρμόζει στη συγκεκριμένη περίπτωση από την πλούσια παρακαταθήκη της διαλεκτικής του Διαφωτισμού: «..όλοι οι μέχρι τούδε μεγάλοι καλλιτέχνες της διοίκησης(ο Κομφούκιος στην Κίνα, το imperium romanun, ο Ναπολέοντας, ο παπισμός την εποχή που ενδιαφερόταν για τη δύναμη και όχι μόνο για τον κόσμο), εκεί όπου τα κυρίαρχα ένστικτα κορυφώθηκαν μέχρι τούδε, χρησιμοποιώντας τον πνευματικό διαφωτισμό - τουλάχιστον τον άφησαν να προχωρά (όπως οι πάπες της αναγέννησης). Η αυταπάτη της μάζας σχετικά μ’ αυτό το σημείο, για παράδειγμα σε κάθε δημοκρατία, είναι εξαιρετικά πολύτιμη: το να γίνουν οι άνθρωποι μικρότεροι και πιο εύκολα κυβερνώμενοι επιδιώκεται σαν να είναι “πρόοδος” !». Η νιτσεϊκή κριτική στάση θα μπορούσε να θεωρηθεί, παρά τις ενδεχόμενες απλουστεύσεις της, ένα μέτρο προφύλαξης μας απέναντι στον κομφουκιανό δελεασμό. Ίσως από μια άλλη πλευρά να συνιστά τη βάση μιας εκ των υστέρων απόλυτης αποενοχοποίησης όλων εκείνων, που αμφισβήτησαν στην καθημερινή πράξη την αλύγιστη τάξη του Κανόνα.
Αργότερα χρειάστηκε να επιστρέψω στον θυμόσοφο Τσουάνγκ Τζου. Αποδελτίωσα ένα διάλογο συγκρατημένης αισιοδοξίας. Είναι ένας κόκκος σύνεσης. « Έλα κοντά μου Χούι,» είπε ο Κομφούκιος. «Η οικογένειά σου είναι φτωχή, η κοινωνική σου θέση ταπεινή. Γιατί δε διορίζεσαι να γίνεις αξιωματούχος;»
«Δεν θέλω να διοριστώ και να γίνω αξιωματούχος », είπε ο Χούι. «Έχω πενήντα στρέμματα στην εξοχή που μου δίνουν τη φάβα μου και το κουρκούτι μου και δέκα στρέμματα μέσα στα τείχη που μου δίνουν μετάξι και λινάτσα. Η χαρά είναι να παίζω το λαούτο μου και η ευτυχία μου να μελετώ το ΤΑΟ που διδάσκεις. Δεν έχω καμιά επιθυμία να διοριστώ και να γίνω αξιωματούχος!». Ο Κομφούκιος άλλαξε έκφραση και είπε « Πολύ καλά σκέπτεσαι, Χούι. Έχω ακούσει πώς όποιος είναι ευχαριστημένος με τα λίγα δεν παγιδεύεται με σκέψεις για τα κέρδος, πως όποιος βρει μέσα του αυτό που τον ικανοποιεί πραγματικά δεν φοβάται τη χασούρα και πως όποιος επιδιώκει να τελειοποιηθεί μέσα του δε ντρέπεται επειδή δεν έχει μια θέση στην κοινωνία. Από καιρό τα λέω αυτά, μόνο τώρα όμως τώρα τα βλέπω να εφαρμόζονται, Χούι. Κι αυτό είναι το δικό μου κέρδος ».
Το πρωί πήραμε το δρόμο της επιστροφής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΘΕΜΑΤΩΝ
Κομφούκιου, Τα Ανάλεκτα, Φιλοσοφικές συνομιλίες με τους μαθητές του, σε δύο τόμους. Εισαγωγή – μετάφραση – ερμηνευτικές σημειώσεις Σωτήρης Χαλικιάς, Ίνδικτος 2001
Νίτσε Φρίντριχ, Η χαρούμενη γνώση, μετάφραση Λίλας Τρουλινού, Εξάντας 1996
Τσουάνγκ Τσου, μετάφραση Μάνια Σεφεριάδη, εκδόσεις Ερμής, 1987
Vladimir Nabokov, Ada – Άντα ή πάθος, Ένα οικογενειακό χρονικό, μετάφραση: Μυρτώ Αναγνωστοπούλου, 2021
Jean-Pierre Vernant, από την ομιλία του στη συζήτηση με θέμα “L’ evolution des idèes en Chine et en Grèce du VI au II siècle, βλ. ανωτέρω Κομφούκιου, Τα Ανάλεκτα