Το δημόσιο και το ιδιωτικό στην ποίηση του Γιάννη Βαρβέρη

Ο Γιάννης Βαρβέρης
Ο Γιάννης Βαρβέρης / φωτ. Γι­ά­ν­νης Πα­τί­λης


Για τον Γιάννη Βαρβέρη τα ποιήματα είναι «πολυτελείς στιγμές», «πολυτελείς καταστάσεις» που συμπυκνώνονται σε μερικές καίριες ώρες.[1] Υποστήριζε πως τα ποιήματα γράφονται με συναισθηματικές εμμονές[2] και ισχυριζόταν πως για τον ίδιο , όλος ο κόσμος «ιδρύει» ποιητικές στιγμές.
Ο Γιάννης Βαρβέρης διαφοροποιείται εν πολλοίς από τους ομότεχνούς του. Σύμφωνα με τον Βαγγέλη Χατζηβασιλείου «εμφανίζεται εξαρχής απαλλαγμένος από τα ιδεολογικά δεσμά που βάρυναν στα δοκιμαστικά τους βήματα ορισμένους από τους παλαιότερους ποιητές της γενιάς». Ο Βαρβέρης για να αναδείξει τα αδιέξοδα του σύγχρονου κόσμου χρησιμοποιεί την ειρωνεία, το χιούμορ, τον αυτοσαρκασμό. Το χιούμορ και η αυτοαναίρεση επεκτείνονται κάποιες φορές και στην ίδια τη μορφολογία.[3] Ακόμα, βασικό χαρακτηριστικό είναι η παρουσία του θανάτου σ’ όλες τις ποιητικές συλλογές, όχι με την έννοια των επιθανάτιων ποιημάτων. Ο θάνατος ο οποίος συνδιαλέγεται με τον έρωτα και ενυπάρχει με τη ζωή, καθότι μέσα στο χρόνο αποτελούν αδιαίρετη ενότητα. Το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στο αστικό τοπίο, τη νυχτερινή περιπλάνηση στην πόλη, επανέρχεται με συνεχείς αναφορές στην Ομόνοια και στις περιοχές του κέντρου της Αθήνας.
Αξίζει να προσεγγιστεί η ποιητική συλλογή του Αναπήρων πολέμου, (1982) ως προς τους άξονες του ιδιωτικού και του δημόσιου. Όσον αφορά την ιδιωτική σφαίρα, στα ποιήματα «Το γράμμα» και «Σκι», θα παρακολουθήσουμε τις ποικίλες διαστάσεις του έρωτα, ενώ στα ποιήματα «Ωδή για την ακεραιότητα της χώρας», «Αμηχανία ρακοσυλλέκτη δράκουλα» και «Ηλεκτρικός» θα επικεντρωθούμε στη δημόσια σφαίρα, δίνοντας έμφαση στην απροκάλυπτη ειρωνεία και την έμμεση αναφορά στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής.

‘‘Το εγώ μπροστά στο φάσμα του επικείμενου αφανισμού του’’

Για αρχή, ο τίτλος της ποιητικής συλλογής Αναπήρων πολέμου μας προϊδεάζει για τη θεματική των ποιημάτων που θα ακολουθήσουν. Ο έντονος απόηχος του πολέμου (συλλογικής συνθήκης) έχει διαβρώσει τις ψυχές των ανθρώπων και είναι τραυματισμένοι. Ο πόλεμος θα μπορούσε να συνοψιστεί σε μια γενικότερη αλλοτρίωση που υφίσταντο οι άνθρωποι της εποχής του. Ακόμη, ως πρόσταγμα της ποιητικής συλλογής ο ποιητής παραθέτει αυτούσια σχόλια του Γάλλου τραγουδοποιού Léo Ferré,[4] «Το αληθινό δράμα των μοναχικών είναι ότι κάνουν τα πάντα για να μη μείνουν μόνοι». Η αντισυμβατικότητα και ειρωνεία των στίχων του Ferré συνάδουν με το ύφος της ποίησης του Βαρβέρη. Έπειτα, πολλά από τα ποιήματα του διακρίνονται από μουσικότητα, η ρυθμικότητα χαρακτηρίζει την ποίηση του Βαρβέρη. Εμβαθύνοντας στο ποίημα «Το γράμμα» διαπιστώνουμε ότι ο ανεκπλήρωτος έρωτας βρίσκεται στο επίκεντρό του. Το ποιητικό υποκείμενο πασχίζει να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του ερωτικού αντικειμένου: «κόπηκα ράφτηκα ένα αγνοία σου / κατά τις πιθανές σου επιθυμίες». Το ποιητικό υποκείμενο προσαρμόζεται ακόμα και αν γνωρίζει ότι αυτή η προσπάθεια είναι μάταιη «κι είναι σαφείς οι προοπτικές του μέλλοντος μας». Συνεπώς, έχουμε ένα πάσχον ποιητικό υποκείμενο, καταβεβλημένο «τσαλακωμένο γράμμα μου» ακριβώς, επειδή ο πόθος του είναι ανολοκλήρωτος ,ωστόσο περιμένει εναγωνίως την παραμικρή πιθανότητα επαφής. Το ποίημα ολοκληρώνεται με την φράση «Κάποτε θα μ' αγγίξουνε τα δάχτυλα σου». Ο ποιητής δεν εστιάζει σε μια μνήμη που βιώθηκε αλλά σε μια μνήμη που δεν μπορεί να βιωθεί.
Στο σημείο αυτό σκόπιμο είναι να γίνει αναφορά και στην μεταμόρφωση τον αντικειμένων (ανιμισμός των πραγμάτων).[5] Ο Βαρβέρης μεταμορφώνει το ποιητικό υποκείμενο σε αντικείμενο με ανθρώπινη υπόσταση και κατά αυτό τον τρόπο είναι σαν να επισημαίνει την ανικανότητα της ανθρώπινης οντότητας. Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι στην αρχή το ποιητικό υποκείμενο μεταμορφώνεται σε γράμμα και στη συνέχεια, με το φόβο του επερχόμενου καλοκαιριού, «Μα τώρα πιά που μπαίνει το καλοκαιράκι/ κι είναι σαφείς οι προοπτικές του μέλλοντος μας», θα μεταμορφωθεί σε ακόμα πιο ευτελές αντικείμενο, όπως είναι το σουσάμι και το φλούδι με σκοπό να υπάρξει η επαφή, το άγγιγμα. Συμπληρωματικά, η Μαρία Ψάχου[6] υπογραμμίζει ότι τα ρούχα και τα μικροαντικείμενα της καθημερινότητας του ανθρώπου προσεγγίζονται με τρόπο που επιτρέπει στο ποιητή να σταθεί στοχαστικά σε ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης.[7] Ο ποιητής Γιώργος Μαρκόπουλος επισημαίνει «ότι στους στίχους αυτούς πρέπει να προσεχθεί το γεγονός μια άκρως ερωτικής ταπεινότητας, που μπορεί να οδηγήσει τον ποιητή στην αυτοκατάργηση ή και να τον μετατρέψει σε αντικείμενο ακόμη, προκειμένου να διεκδικήσει την κοινωνία με το άλλο πρόσωπο».[8]
Παραμένοντας στο χώρο του ιδιωτικού και στο θέμα του έρωτα, στο ποίημα «Σκι» παρατηρούμε μια μετατόπιση από μια πιο συναισθηματική διάσταση[9] (στο προηγούμενο ποίημα) σε μια αμιγώς σαρκική διάσταση , πλήρωση του έρωτα.

Σκι

Ακρίδα του ρίγους
το αυτί μου μια πίστα
η γλώσσα σου εξαίσιος σκιέρ
πεταχτών ελιγμών απίθανων ψιθύρων
με τινάζει στα σλάλομ τ’ ουρανού.

Μετά παίρνεις νωθρά το σουτιέν σου απ’ το πάτωμα
κουμπώνεις τη μελαγχολία του κόσμου
στον ήχο
της κόπιτσας.

( Αναπήρων πολέμου, Υψιλον, 1982)

Στο ποίημα περιγράφεται μια ερωτική σκηνή. Σε αντιδιαστολή με το προηγούμενο ποίημα της συλλογής Το γράμμα, εδώ ο έρωτας λαμβάνει την σαρκική διάσταση. Ο ποιητής με λόγιο ύφος χρησιμοποιεί τολμηρή, ενδεχομένως και αντισυμβατική γλώσσα για να περιγράψει μια φευγαλέα ερωτική συνεύρεση.[10] Το ποίημα αποτελείται από δύο στροφές και είναι σαν να χωρίζεται σε δυο πράξεις , την στιγμή της ερωτικής συνάντησης «Ακρίδα του ρίγους … σλάλομ τ΄ ουρανού» και η σκηνή που επακολούθησε «Μετά παίρνεις νωθρά ..της κόπιτσας». Στην πρώτη στροφή- πράξη, τα γεγονότα είναι σαν να συμβαίνουν γοργά «πεταχτών ελιγμών- τινάζει στα σλάλομ» ενώ ο ρυθμός στο τέλος του ποιήματος είναι βραδύς «παίρνεις νωθρά». Κατ’ αντιστοιχία παρατηρείται και αλλαγή της διάθεση του ποιητικού υποκειμένου. Ειδικότερα στην πρώτη στροφή με τη φράση : «με τινάζει στα σλάλομ τ΄ ουρανού» υποδηλώνεται η ευχάριστη συναισθηματική διάθεση του ποιητικού υποκειμένου, η οποία και αλλάζει ολοκληρωτικά στη τελευταία στροφή του ποιήματος : «κουμπώνεις τη μελαγχολία του κόσμου». Μολονότι το ποίημα παρουσιάζει αδρομερώς την ερωτική επαφή, εντούτοις οι περιγραφές είναι αποκαλυπτικές και λεπτομερειακές. Προβάλλεται η σαρκική όψη του έρωτα, χωρίς να δίνεται έμφαση στο συναίσθημα.[11] Το ιδιωτικό λειτουργεί ως διαφυγή από το κοινωνικό-δημόσιο. Ειδικότερα, η ατομική-ερωτική επαφή λειτουργεί ως διαφυγή από την κοινωνική μελαγχολία που επιβάλλεται «κουμπώνεις τη μελαγχολία του κόσμου».


‘‘Εραστής των εξ αρχής χαμένων στοιχημάτων’’

Εν συνεχεία, κατευθυνόμενοι με άξονα το Δημόσιο θα γίνει ανάλυση ορισμένων ποιημάτων από τη συλλογή Αναπήρων πολέμου.

Ωδή για την ακεραιότητα της χώρας

Γνωρίζουν άραγε οι στρατηγοί μας
πως οι φαντάροι αφού μιλήσουν
στο υπεραστικό κορίτσι τους
αφήνουν μαλακά το ακουστικό
σαν να χαϊδεύουν;

Πολύ ανησυχώ
αρχίζω και φοβάμαι
για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας.

Ποίημα με υπαινικτική, περιπαικτική ειρωνεία η οποία ξεκινά και από τον τίτλο του. Συνεπώς, δεν πρόκειται για ένα ποίημα με εγκωμιαστικό χαρακτήρα, παρωδεί το λογοτεχνικό είδος της ωδής. Το ποίημα αποτελείται από δύο μέρη (ίδια δομή με το ποίημα «Σκι»). Στηλιτεύει το ότι δήθεν, για χάρη της ακεραιότητας της χώρας καταπολεμείται η τρυφερότητα των στρατευμένων. Επικρίνει τον τρόπο εκπαίδευσης των στρατευμένων, τα στερεοτυπικά χαρακτηριστικά όπως η αρρενωπότητα που θα πρέπει να διακρίνει τους ανθρώπους που φυλάσσουν τη χώρα. Έπειτα, και τα ρήματα που υπάρχουν στο ποίημα: ανησυχώ, φοβάμαι είναι άκρως ειρωνικά, ο ποιητής προβάλει την αλήθεια του με εργαλεία τη σάτιρα και τον σαρκασμό. Σ αυτό το ποίημα παρατηρούμε πώς το ιδιωτικό εισβάλλει στο δημόσιο «αφήνουν μαλακά το ακουστικό / σαν να χαϊδεύουν» και λειτουργεί ως διαφυγή από το μηχανισμό εκείνο που αποφλοιώνει τον άνθρωπο από τη τρυφερότητα. Δεσπόζουσα θέση, δηλαδή έχει το δημόσιο στο οποίο όμως υπάρχει η τομή του ιδιωτικού.

Συμπερασματικά, παρατηρούμε ότι στα ποιήματα «Σκι» και «Ωδή για την ακεραιότητα της χώρας» υπάρχουν δύο μικροαντικείμενα της καθημερινότητας, η κόπιτσα στο πρώτο ποίημα και το ακουστικό στο άλλο όπου λειτουργούν ως δίοδοι ιδιωτικού και δημόσιου. Το δημόσιο τέμνει το ιδιωτικό και το αντίστροφο.

Αμηχανία ρακοσυλλέκτη δράκουλα

Με το σταυρό τρυπώντας με στο στήθος
Τέλος ρουφήχτηκα στο οικείο μου μαύρο
Κι ησύχως διαλυθήκατε στην έξοδο.
Κρέμασαν τις ποδιές εκείνες
μοίρασαν μεταξύ τους τα πουρμπουάρ
τα ρολά κατεβάσαν και τράβηξαν
για Λιόσια Μεταμόρφωση κι αλλού.
Το πανί με το δόντι μου σκίζοντας
στην πλατεία ο έρμος κατέβηκα
κάνα πρόγραμμα ψάχνοντας
της ζωής μου.

Και το βρήκα να κλαίει κυρία
άγνωστη μου κυρία
να σπαράζει στο κλάμα
και το πήρα στις μαύρες φτερούγες μου
και υπερίπταμαι τώρα της πόλης
τώρα αδειάζουν οι δρόμοι παντού
με στραβώνουν τα φλας
οι αρχές κι ο στρατός σ ετοιμότητα
κι οργίλοι πάπαρδοι ξορκίζουν τους αιθέρες
μα που να ’στε που να ’στε κυρία
το παιδί σας κυρία μου κλαίει
το παιδί σας στα νύχια του Δράκουλα
δε φοβάστε λοιπόν ένα Δράκουλα
επιτέλους σκεφτείτε τη θέση μου
τι θα γίνει κυρία τι θα γίνει
φανταστείτε με
αν το αγαπήσω.


Θάνατος, αστικό τοπίο

Το ποίημα είναι ένας δραματικός μονόλογος. Από το τίτλο του ποιήματος αποκαλύπτεται ο κεντρικός ήρωας, ο δράκουλας. O δράκουλας παρουσιάζεται ως αλληγορικό προσωπείο του θανάτου. Ο Βαρβέρης χρησιμοποιεί αλληγορικές φιγούρες, οι οποίες λειτουργούν ως μετωνυμία του θανάτου. Η Σαλώμη[12], ο δράκουλας, αλλού ο ποιητής Καβάφης με αποκορύφωμα τον Φιλέας Φογκ[13] πρωταγωνιστή μιας ολόκληρης ποιητικής συλλογής του Βαρβέρη, γίνονται φορείς του θανάτου. Μέσα από τα προσωπεία αυτά ο θάνατος εξανθρωπίζεται, παίρνει διαστάσεις συγκεκριμένου προσώπου και αντιμετωπίζεται ως φυσική υπόσταση[14]. Αυτή η τεχνική επιτρέπει στο Βαρβέρη να αναρωτηθεί αναφορικά με την ρευστότητα και την αστάθεια των πραγμάτων. Ο Αλέξης Ζήρας[15] συμπληρώνει, ότι αυτή η ανθρωποποίηση του θανάτου η γείωση του, δηλαδή από το κόσμο του υπερφυσικού και του άυλου σ ένα κόσμο που ορίζεται με ανθρώπινες διαστάσεις και μέτρα είναι αυτό ακριβώς που δίνει ζωή στο νεκρό.
Το σκηνικό τοπίο του ποιήματος είναι συγκεκριμένο, βρισκόμαστε στο τέλος μια κινηματογραφικής παράστασης στο κέντρο της Αθήνας . Οι τοπογραφικές αναφορές: Λιόσια, Μεταμόρφωση αποκαλύπτουν το αστικό τοπίο. Θα χαρακτηρίζαμε τον Βαρβέρη ως ποιητή του άστεως, συνθέτει την προσωπική μυθολογία του μέσα από την αστική εμπειρία και την κοινωνική πραγματικότητα που βιώνει το πρόσωπο εξατομικευμένα αλλά και ως μέλος του συνόλου στη σύγχρονη μεγαλούπολη.[16] Εκτός από το αστικό τοπίο που αποτελεί σημείο αναφοράς σ όλη τη ποιητική πορεία του Βαρβέρη, αξίζει να επισημανθεί και ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό της ποίησης του, που αφορά στη γλώσσα. Ένα σύμπλεγμα δημοτικής και καθαρεύουσας, σε συνδυασμό με ξένες εκφράσεις και λεξιλόγιο δανεισμένο από τον προφορικό και καθημερινό λόγο συνυπάρχουν στο ποιητικό του σύμπαν. Για αυτό το λόγο, το επίρρημα ησύχως συνυπάρχει με τη λέξη φλας (αγγλικό δάνειο) και αντιστοίχως η λέξη πάπαρδοι με το ρήμα υπερίπταμαι σ ένα ενιαίο σώμα κειμένου. Η ωμή κυριολεκτική, σκληρή γλώσσα αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της σάτιρας. Συνταιριάζει σατιρικούς στίχους με λυρικές στιγμές στο ποίημα με σκοπό να αναδείξει τα αδιέξοδα του σύγχρονου κόσμου σε μια πολύπλευρη και ιδιόμορφη σύζευξη πολιτικού, κοινωνικού και υπαρξιακού προβληματισμού[17]. Συνεπώς, η ειρωνική διάθεση στις φράσεις, «οι αρχές κι ο στρατός σε ετοιμότητα , κι οργίλοι πάπαρδοι ξορκίζουν τους αιθέρες» είναι πρόδηλη. Παρότι δεν θα χαρακτηρίζαμε τον Βαρβέρη ως πολιτικό ποιητή, ωστόσο σε πολλά ποιήματα του υπάρχουν αναφορές , όπως «Η Ελλάδα στο χάρτη μια μπόρα που ξεσπάει καταπάνω μου » από το ποίημα «Το ράμφος βυθίζεται όπου βρει» και «στην πόλη αυτή που τη μαστίζουν τα τσογλάνια» από το ομώνυμο ποίημα.
Στο ποίημα παρατηρούμε ότι το δημόσιο περιβάλλον ενοχλεί τον Δράκουλα «με στραβώνουν το φλας / οι αρχές και ο στρατός σε ετοιμότητα / κι οργίλοι πάπαρδοι ξορκίζουν τους αιθέρες» αλλά και αντίστροφα το ποιητικό υποκείμενο-δράκουλας τρομάζει το δημόσιο «δε φοβάστε λοιπόν ένα δράκουλα».

Κλείνοντας, η ποίηση του Γιάννη Βαρβέρη είναι υπαρξιακή ποίηση εσωτερικής ενδοσκόπησης και στοχαστικής διερεύνησης της ανθρώπινης μοίρας. Κατόρθωσε να αναδειχθεί ως ποιητής και του έρωτα και του θανάτου[18]. Ο θάνατος αν και αποτελεί κεντρικό άξονα ολόκληρης της ποιητικής του σταδιοδρομίας, δεν αντιμετωπίζεται από τον ποιητή φοβικά αλλά αντίθετα ‘’στέκεται’’ απέναντι του ειρωνικά, κατά μια έννοια θα λέγαμε πως ο θάνατος είναι συνεχώς παρών, επειδή αντιδιαστέλλεται στην ζωή. Ως εκ τούτου, το τελευταίο ποίημα της ποιητικής συλλογής «Αναπήρων πολέμων» έχει τίτλο «Να επισκεπτόμαστε τους επιζώντες ποιητές» και ο ποιητής μας υπενθυμίζει πως η λήθη είναι χειρότερη από το θάνατο, συνεπώς αυτή η στροφή από το συγκεκριμένο ποίημα του Βαρβέρη θα μπορούσε να αποτελεί και τον επίλογο της δικής του ζωής:

Οι καλοί ποιητές μας φεύγουν μια μέρα / όχι γιατί πεθαίνουνε / από έμφραγμα ή από καρκίνο / αλλά γιατί φυτρώνουνε στα βλέφαρα τους / λουλούδια τρομερά.




Βιβλιογραφία

Βαρβέρης, Γ.(2000) Ποιήματα Τόμος Ά (1975- 1996), Κέδρος.
Βαρβέρης, Γ. - Κάργας Β. Χ., (2003) «Η ποίηση είναι το αισθητικό μας αποκούμπι. Συνέντευξη στο Βασίλη Κάργα», περ. Εξώπολις, τχ.18. 118-121.
Ζήρας, Α. (1986) «Φαντασία θανάτου, Γιάννης Βαρβέρης, ο θάνατος το στρώνει», Γράμματα και Τέχνες, τχ.48
Θεοχάρης, Γ .Χ. (2013) Ένας φανατικός της ζωής σε έλξη θανάτου, Οδός Πανός, τχ. 159. 51-53.
Κουμανταρέας, Μ.(2013) Εραστής των εξ αρχής χαμένων στοιχημάτων, Οδός Πανός τχ. 159. 11-14.
Κακίσης, Σ. (2018) Δεν συμφωνώ! Μια συνομιλία του Σωτήρη Κακίση με τον Γιάννη Βαρβέρη. Ερατώ.
Μέντη, Δ. (2016) Και με τον ήχο των για μια στιγμή επιστέφουν… Gutenberg.
Παπαγεωργίου, Κ. Γ. (2019) Προσεγγίσεις στην ποίηση της γενιάς του ’70. Γκοβόστης.
Τσαλαπάτης, Θ. (2019) Γιάννης Βαρβέρης. Γκοβόστη.
Φωσκαρίνης, Θ. (2013) Αφιέρωμα στον Γιάννη Βαρβέρη.(1955-2012) Οδός Πανός, τχ.159, 53-56.
Χρονάς, Γ. (2013) Στον κήπο του Γιάννη Βαρβέρη. Οδός Πανός, τχ.159, 58-60.
Ψαρράς, Χ.(2013) Ο ερωτικός Βαρβέρης. Οδός Πανός, τχ.159, 30-37.
Ψάχου, Μ. (2011) «Η ποιητική γενιά του ΄70 ιδεολογική και αισθητική διερεύνηση». Διδακτορική Διατριβή
Ψάχου, Μ. (2017) «Μύθος και πραγματικότητα των γραμματολογικών προσδιορισμών για την ποιητική γενιά του ΄70», περ. Νέα Εστία, τχ. 1875.
Ψάχου, Μ. (2017) «Η ποιητική γενιά του ΄70 και η εκδρομή που δεν έχει τέλος», περ. Τα Ποιητικά, τχ. 28.
Vitti, M. (2016) Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνία. Οδυσσέας.

Δικτυογραφία

Βέης,Γ. (2021, Μάιος 12). Αφιέρωμα: Γιάννης Βαρβέρης. https://www.hartismag.gr/hartis-12/afierwmata/giannhs-barberhs Λιαροπούλου,Ε.(2021, Μαίος 12). H ποιητική Γενιά του ’70. http://ediasp.blogspot.com/2013/02/h-70.html
Μέντη, Δ.(2021, Απρίλιος 13). Η Ομόνοια του Γιάννη Βαρβέρη . https://www.hartismag.gr/hartis-12/afierwma/h-omonoia-toy-giannh-barberh
Χατζηβασιλείου,Β.(2021, Απρίλιος 12). Δεν πίστευε στις υψωμένες σημαίες. https://www.tovima.gr/2011/05/29/books-ideas/den-pisteye-stis-ypswmenes-simaies/
Χουζούρη, Ε. (2021,Μάρτιος 14). Η λοξή –ανατρεπτική;– ματιά του Γιάννη Βαρβέρη. https://www.hartismag.gr/hartis-13/xartofylakio-oi-anagnwstes-mas-grafoyn/h-loxh-anatreptikh-matia-toy-giannh-barberh
Δημητρούλια,Τ.(2021, Μάρτιος 14). Μια προσέγγιση της Γενιάς του ’70 . https://www.dimitroulia.gr/mia_proseggisi_tis_genias_toy_70-article-669.html?category_id=63
Ψαρρά, Χ.(2021,Μάρτιος 14). Ο Μέγας Καρπάθιος. https://www.hartismag.gr/hartis-12/afierwma/o-megas-karpaoios
Tζουραμάνη, Δ.(2021, Απρίλιος 09). «Ψάχνοντας σαν τους πεζογράφους κι εγώ, στοιχεία για ένα ποίημα».Η πεζόμορφη ποίηση του Γιάννη Βαρβέρη . https://www.fractalart.gr/i-pezomorfi-poiisi-toy-gianni-varveri/
Ζήρας, Α.(2021, Απρίλιος 09). Ένα τρίπτυχο για τον Γιάννη Βαρβέρη. https://www.poeticanet.gr/triptyxo-gianni-barberi-meros-a-2122.html?category_id=36
Ψάχου, Μ.( 2021, Απρίλιος 09). Ο Καβάφης και η ποίηση της γενιάς του ΄70. https://www.avgi.gr/tehnes/53650_o-kabafis-kai-i-poiisi-tis-genias-toy-70

Φάντη, Χ.(2021, Απρίλιος 09). Ιδιαιτερότητες και χαρακτηριστικά μοτίβα στην ποίηση του Γιάννη Βαρβέρη. https://www.hartismag.gr/hartis-12/afierwma/idiaiterothtes-kai-xarakthristika-motiba-sthn-poihsh-toy-giannh-barberh
Χατζηβασιλείου,Β. (2021, Απρίλιος 09).Η επέλαση του θανάτου.  https://tapoiitika.wordpress.com/%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CF%83%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CE%B4%CE%B1-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%B1/%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CF%83%CE%AD%CE%BB%CE%B9%CE%B4%CE%BF-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%BF-4/
Δημητρούλια, Τ.(2021, Απρίλιος 09).Κλειδιά ποιητικής ωριμότητας. https://www.kathimerini.gr/culture/355119/kleidia-poiitikis-orimotitas/


 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: