Ο Ιάπωνας ζωγράφος Κούμπο Σουνμάν (Kubo Shunman, 1757-1820), μαθητής του περίφημου Κιτάο Σιγκεμάσα, είχε στο σπίτι του μια μικρή λιμνούλα, πράγμα σύνηθες για όλους τους Ιάπωνες. Εκεί κολυμπούσαν τέσσερα ιερά —σύμφωνα με την γιαπωνέζικη παράδοση— πολύχρωμα, μεγάλα Κόι. Δίπλα ακριβώς στη λιμνούλα, στον τοίχο του σπιτιού του, ο Κούμπο Σουνμάν είχε ζωγραφίσει με τέχνη μοναδική και λεπτομέρεια ασυναγώνιστη τέσσερις πετεινούς με πολύχρωμα φτερά μέσα σε περίτεχνο πορτοκαλί πλαίσιο γεμάτο με κόκκινα και μπλε λουλούδια. Ένα πρωί διαπίστωσε με μεγάλη έκπληξη ότι τέσσερις πετεινοί κολυμπούσαν στην ιερή λιμνούλα του παρέα με τα Κοι, ενώ οι ζωγραφιές τους στον τοίχο ήταν σταθερές και αναλλοίωτες, ήταν δε, τόσο ζωηροί και χαρούμενοι, που κάθε τόσο ύψωναν τα κεφάλια τους προς τον ουρανό και όσο πιο δυνατά μπορούσαν, λαλούσαν και τα φτερά τους επιδείκνυαν με καμάρι, τα δε ψάρια, σάλτους μεγάλους έκαναν, ενθουσιασμένα με τους νέους συγκατοίκους τους. Το θέαμα φαινόταν παράταιρο, τα κοκόρια να κολυμπούν σαν ψάρια και τα ψάρια να χαίρονται από αυτή την άνευ προηγουμένου συγκατοίκηση, γι΄ αυτό και ο Κούμπο Σουνμάν, προκειμένου να μην κατηγορηθεί ότι έχει παρεκτραπεί, εκθέτοντας τις παραδόσεις της χώρας σε παρερμηνείες επικίνδυνες και αλλοπρόσαλλες, σφάλισε φοβισμένος την πόρτα του κήπου του και σταμάτησε να δέχεται επισκέπτες, απέκλεισε ακόμη και τους πιο στενούς του φίλους. Ήταν σίγουρος ότι η κοινωνία δεν θα ανεχόταν και δεν θα μπορούσε να κατανοήσει κάτι τόσο αφύσικο κι αυτός, ένιωθε αδύναμος να εξηγήσει πως όλα έγιναν τόσο φυσικά ένα πρωινό και παρά τη θέλησή του.
Έτσι, ο Κούμπο Σουνμάν πέρασε όλη του την ζωή κλειδωμένος στο σπίτι, ταΐζοντας τα κοκορόψαρα (κοκονό για τους γιαπωνέζους) και γράφοντας χαϊκού ( «Κοκόρι ψάρι/ η θεά/ το θέλημά της», «Νερό η τροφή/ λαλεί/ η μοναξιά μου» ). Μόνο όταν πέθανε αποκαλύφθηκε το μυστικό της απομόνωσής του. Οι γείτονές του, αντίθετα από αυτά που πίστευε, εντυπωσιάστηκαν από την εικόνα που αντίκρυσαν με τα κοκόρια να κολυμπούν χαρούμενα σαν ψάρια, το θεώρησαν μήνυμα ιερό της θεάς Μικότο, θεάς της χαράς, της αγάπης και της αποδοχής, το σπίτι του Κούμπο Σουνμάν μετατράπηκε σε τόπο προσκυνήματος και το κοκορόψαρο ή κοκονό έγινε σύμβολο χαράς και αποδοχής, τα δε τα χαϊκού του Κούμπο Σουνμάν συμπεριλήφθηκαν στις βουδιστικές τελετές.