Οι φωτογραφίες είναι του
_______
Δημήτρη Τσουμπλέκα
_________
από την ατομική του έκθεση «Αμαζόνιος» (2022) που εγκαινίασε το εκθεσιακό πρόγραμμα του ΕΜΣΤ «Εxtra Muros» καθώς επίσης από τη σειρά «Ναυάγιο με θεατή-Αυτοπορτρέτο» (2023), μέρος των οποίων εκτίθεται στην ομαδική έκθεση «Ελευσίνα Mon Amour», στο πλαίσιο της Ελευσίνας Πολιτιστικής Πρωτεύουσας (ως τα τέλη Σεπτεμβρίου στο Παλαιό Ελαιουργείο Ελευσίνας).
Δεκαεννιά νησιά που (ου)λείπουν από τη χαρτογράφηση πασών των θαλασσών
Με χαρτογραφικό συντονισμό της Αμάντας Μιχαλοπούλου
Τα αόρατα νησιά ήταν η τελική άσκηση στο 3ο
Εργαστήριο Δημιουργικής Γραφής της Ανάφης, αφιερωμένο φέτος στο κίνημα Oulipo. Δουλέψαμε με κάθε είδους αυτοδεσμεύσεις: λιπογράμματα, αναγραμματισμούς, αρκτικόλεξα, κοντραρίμες, παρηχήσεις, παλίνδρομα, ασκήσεις ύφους, λογοκλοπές.
Η έναρξη εργασιών έγινε —μέσω zoom— από τον συγγραφέα Pablo Martin Sanchez, μέλος του Εργαστηρίου Δυνητικής Λογοτεχνίας (ναι, οι ουλιπιστές ζουν ανάμεσά μας και συναντιούνται μια φορά το μήνα για φάνε μαζί και να γράψουν). Ο Sanchez ζήτησε να χωριστούμε σε ζεύγη και να γράψουν οι μισοί κριτική για έργα που δεν υπάρχουν, τα οποία θα συγγράψουν μετά οι άλλοι μισοί.
Την τελευταία μέρα του σεμιναρίου ζήτησα από τα δεκαεννιά μέλη του εργαστηρίου να φτιάξουν τα δικά τους Αόρατα Νησιά, με αφετηρία τις Αόρατες Πόλεις του Ίταλο Καλβίνο. Στα νησιά Δερματοστιξία, Θυμήσεια, Χαραλούπη, Λέξανδρο, Χρυσδεχά κυκλοφορούν Μπεργκμανονυχτερίδες, Αμελήγκια, Αρκουδογαμώσαυροι. Οι κάτοικοί νιώθουν θυμωδία, αγρανέφικτο, νοστασφάλεια, θυμοναξιά, ή ερωτοίκτο. Κοιμούνται με υποθερμοπόδια σε λεκανοκρέβατα, σκαρφαλώνουν στα καταρτοφέγγαρα κι αγναντεύουν βουνά που χάνονται εδώ και ξεπροβάλλουν εκεί. Στα νησιά αυτών των ερασιτεχνών ουλιπιστών και ουλιπιστριών θα βρείτε φρεσκοπαλιά πράγματα και το κρεβάτι του Ίταλο Καλβίνο. Θα συνειδητοποιήσετε ότι ο «Ηλίανθος» αναγραμματίζει κάθετι «αληθινό». Μόνος περιορισμός μας οι 199 λέξεις. Για να σεβαστώ την οδηγία που έθεσα σταματώ εδώ.
Άγκρια
Φαντάσου ένα νησί πάνω στο βουνό.
Η Άγκρια ήταν νησί, ώσπου ο Καλβίνο, επιστρέφοντας από μακρινό ταξίδι, εγκατέστησε εκεί τον ελεφαντομά.
Το θηλαστικό αυτό εξαφάνιζε τα πάντα με την προβοσκίδα του: το κρεβάτι του Καλβίνο, την αγαπημένη του κούπα, τον καναπερέκ και τον Ζωρζ που καθόταν εκεί, το δάσκαλο και τους μαθητές της έκτης δημοτικού, το δήμαρχο και τον παπά. Στο τσακ γλύτωσε ο καντηλανάφτης. Ο Καλβίνο πρότεινε να βάλουν ένα χεράκι να ανεβάσουν το νησί στην κορυφή του όρους Μοντ. Συμφώνησαν, ιδίως ο καντηλανάφτης που μυριζόταν ότι ήταν επόμενος για εξαφάνιση.
Ο Καλβίνο ήξερε ότι ο συγκεκριμένος ελέφαντας γίνεται φαντομάς σε υψόμετρο μεγαλύτερο των τετρακοσίων μέτρων. Κατέστρωσαν τότε σχέδιο εκθαλάσσωσης της κορυφής του όρους Μοντ. Άνοιξαν χαντάκι βαθύ περιμετρικά της κορυφής. Έβαλαν τον ελεφαντομά να μεταφέρει νερό με την προβοσκίδα του, δωροδοκώντας τον με λιχουδιές. Έτσι, γέμισαν το χαντάκι με θαλασσινό νερό ενώ τον κράτησαν απασχολημένο και δεν εξαφάνισε κανέναν άλλον. Ύστερα, ανέβασαν εκεί την Άγκρια. Αμέσως μόλις ο ελεφαντομάς πάτησε στο νέο τόπο, εξαφανίστηκε. Ο Καλβίνο τα είχε υπολογίσει σωστά. Εκείνο που δεν υπολόγισε ήταν η βροχολύπη που ξέσπασε όταν σταμάτησε να βρέχει και στέρεψε το χαντάκι. Και άντε να βάλεις τους νησιώτες να ζήσουν στο βουνό.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Ελεφαντομάς: σπάνιο είδος θηλαστικού που απαντάται κυρίως στα βάθη της ζούγκλας του Ενταμάμ. Μοιάζει με ελέφαντα όμως εξαφανίζεται ως δια μαγείας σαν τον Φαντομά, όταν βρεθεί σε υψόμετρο μεγαλύτερο από τετρακόσια μέτρα. Ο ίδιος μπορεί να εξαφανίσει οτιδήποτε ακουμπήσει με την προβοσκίδα του
Καναπερέκ: καναπές που φτιάχτηκε ειδικά για να κάθεται ο Ζορζ Περέκ την εποχή που έγραφε το Ζωή, Οδηγίες Χρήσης.
Βροχολύπη: η λύπη που προκαλείται όταν σταματάει να βρέχει και στερεύει το νερό.
Το νησί με το όνομα Ηλίανθος
Του Γιώργου Βλάσση
Η ιστορία του νησιού με το όνομα Ηλίανθος είναι μια ιστορία αποπροσανατολισμού.
Στο κέντρο του νησιού φύτρωνε ο μεγαλύτερος ηλίανθος που υπήρξε ποτέ.
Τα παιδιά έλεγαν ότι φτάνει τον ουρανό. Οι μεγαλύτεροι συμφωνούσαν.
Κάθε πρωί οι είκοσι κάτοικοι του νησιού συγκεντρώνονταν στην μεγάλη παραλία για να δουν την ανατολή.
Το «καθρέπτισμα» όπως εκείνοι έλεγαν.
Την πρώτη στιγμή της ημέρας που οι δύο ήλιοι κοιτάζονταν.
Ο ανθός του γιγαντιαίου φυτού, από τον πόθο του για φως, έγερνε τόσο που σχεδόν ακουμπούσε την θάλασσα.
19 Ιουνίου 2023.
Ο ήλιος ανέτειλε πιο μεγάλος και πιο φωτεινός.
Το φυτό τεντώθηκε με τέτοια φωτορμή προς τις ακτίνες του, που ολόκληρο το νησί τραντάχτηκε.
Άρχισε να κινείται.
Ήταν ελεύθερο.
Έμοιαζε να χορεύει στην θάλασσα πριν αρχίσει να πετάει.
Κοντά στην στρατόσφαιρα έγινε αόρατο από την γη.
Κανείς δεν ξέρει τι απέγινε.
Κάποιοι λένε ότι διαλύθηκε από την ταχύτητα.
Άλλοι, ότι ο ηλίανθος μαράθηκε από την έλλειψη νερού και οξυγόνου.
Οι πιο αισιόδοξοι, ότι τελικά τα κατάφερε. Έφτασε στον ήλιο.
Το νησί έγινε φως.
Η ιστορία του νησιού με το όνομα Ηλίανθος είναι μια ιστορία προσανατολισμού.
Αν δεν πιστεύετε ότι το νησί υπήρξε, κάνετε λάθος.
Άλλωστε η ίδια η λέξη «ηλίανθος» είναι αναγραμματισμός της λέξης «αληθινός».
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Φωτορμή: Δύναμη που κινεί τα ηλιοτρόπια προς το φως του ήλιου.
Δερματοστιξία
Αυτό που κάνει το νησί της Δερματοστιξίας ξεχωριστό είναι ότι μεταμορφώνεται διαρκώς. Πάνω στο χώμα έχουν αφήσει το στίγμα τους οι αιώνες, όπως τα χρόνια αφήνουν ραγάδες στο δέρμα. Τα σπίτια χωρίζουν και ενώνονται. Κάθε φορά που η Δερματοστιξία κλείνει, δεν είναι η ίδια: το σχολείο ενώθηκε με την αστυνομία και σχημάτισε τη σχολειονομία. Η εκκλησία ενώθηκε με το μπακάλικο του Τάκη και τώρα λέγεται «Εκκλησία ο Τάκης». Από το μπόλιασμα των αλμυρικιών στην παραλία με τα πορτοκάλια στα μποστάνια, στην «Εκκλησία του Τάκη» μπορεί πλέον να βρει κάποιος αλατισμένα πορτοκάλια. Το ιερό ζώο της Δερματοστιξίας λέγεται Οχίτλερ. ‘Ολοι το δοξάζουν από φόβο, γιατί ξέρουν ότι κάθε φορά που η αγκαθωτή του ουρά σέρνεται στην πλατεία, προμηνύει την επόμενη μεταμόρφωση του νησιού. Οι Δερματοστιξίτες προσπαθούν να εξευμενίσουν τον Οχίτλερ με προσευχές και θυσίες. Αντικείμενο θυσίας είναι όσοι είναι διαφορετικοί: κάποτε ήταν ένα αγόρι που αδυνατούσε να διακρίνει το πράσινο χρώμα, άλλοτε μια κοπέλα που δε γελούσε με τα αστεία των παιδιών στη σχολειονομία. Σπάνιες φορές οι θυσίες πιάνουν τόπο. Τις περισσότερες φορές όμως ο φλοιός του νησιού ξεραίνεται, μαζεύει και σπάει. Γι’ αυτόν τον λόγο οι κάτοικοι ζουν με το αίσθημα της εφημεροασφάλειας, μέχρι την επόμενη εμφάνιση του οχίτλερ.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Εφημεροασφάλεια: Επίπλαστη ασφάλεια που εξανεμίζεται κάθε φορά που ο οχίτλερ κάνει την εμφάνισή του στη Δερματοστιξία.
Οχίτλερ: Ιερό ερπετό που τρέφεται από μισαλλοδοξία και προκαταλήψεις.
Σχολειονομία: Το τριθέσιο σχολείο της Δερματοστιξίας στο οποίο ο αγρονόμος διδάσκει Αφύσικη Αγωγή και Ξύλινη Γλώσσα.
Η χώρα του Κάποτε
Της Χριστίνας Περάκη
Εγώ ξέρω πού πάνε οι αναμνήσεις όταν πεθαίνουν.
Ξέρω πού βρίσκεται το πεπερασμένο, το οριστικά χαμένο, ο μη τόπος της μνήμης.
Εγώ ξέρω πού βρίσκεται η χώρα του Κάποτε.
Λέγεται Θυμήσεια.
Αναδιπλώνεται στο χωροχρόνο.
Την έχω χαρτογραφήσει σπιθαμή προς σπιθαμή.
Εκεί, οι αναμνήσεις έχουν υλική υπόσταση. Είναι τα στρατευμένα πνεύματα της λήθης.
Διάφανα και ουδέτερα.
Κινούνται αενάως.
Για παράδειγμα, έχω συναντήσει τον εαυτό μου έμβρυο στο καρυδότσουφλο να αφουγκράζεται τη ζωή απέξω.
Έχω διασταυρωθεί με το πρώτο μου γέλιο και το πρώτο μου κλάμα.
Με φανταστικούς φίλους, αρχετυπικά κιρκάδια, αλλόκοτα πλάσματα του φόβου.
Με όψεις θανάτου.
Στην ενδοχώρα, τριγυρνάει η γιαγιά μου.
Στύβει πορτοκάλια. Σουρώνει το χυμό με το διχτάκι.
Με αποκαλεί «χρυσό μου».
Πιο πέρα, παρατηρώ τη μητέρα να χάνει τα μαλλιά της.
Τον πατέρα να στέκεται βουβός.
Στο βάθος, βλέπω τον εαυτό μου να με εγκαταλείπει.
Κάποιο βράδυ, έπεσα πάνω στην ανάμνησή σου.
Μου είπε πως θα με αγαπά μέχρι το τέλος του κόσμου.
Ποιου κόσμου;
Θυμήθηκα τότε το αδειαύριο που μ' έπιανε έπειτα από κάθε μας συνάντηση.
Τρόμαξα τόσο, που αποφάσισα να μην ξαναπατήσω ποτέ εκεί.
Κατάλαβα την αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού.
Και τώρα διαλύω στην επικράτεια του εγκεφάλου μου ιστούς από αράχνες που δεν υπάρχουν.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Θυμήσεια, η: Είναι το μέρος που πάνε οι αναμνήσεις όταν χάνονται ή απωθούνται.
Κιρκάδι, το: Μυθικό ζώο. Λέγεται πως η μάγισσα Κίρκη μεταμόρφωσε κάποιους από τους συντρόφους του Οδυσσέα σε ζαρκάδια, αντί για χοίρους, λόγω της ομορφιάς τους. Κίρκη+Ζαρκάδι= Κιρκάδι
Αδειαύριο, το: Το αίσθημα κενού με το οποίο ξυπνά κανείς, έπειτα από ένα έντονο βράδυ. Συνήθως διαρκεί όλη την επόμενη ημέρα και κορυφώνεται το σούρουπο.
Μαριονήσι
Της Γιώτας Μήκου
Πέρα, μακριά στη θάλασσα, υπάρχει ένα νησί που δεν το ξέρει κανείς, το Μαριονήσι. Όλοι οι κάτοικοι του νησιού έχουν το ίδιο όνομα. Μαρία ονομάζονται οι γυναίκες, Μάριος οι άνδρες και Μαράκι τα ζώα των σπιτιών.
Το νησί είναι όμορφο με αμμουδερές παραλίες και πλούσια βλάστηση. Γύρω από τα σπίτια έχουν όλοι τα μποστάνια των λαχανικών και τα κοτέτσια τους. Οι Μαρίες ασχολούνται με τις εξωτερικές εργασίες, ενώ οι Μάριοι φροντίζουν το σπίτι και τα παιδιά.
Η μόνη απειλή για τους φιλήσυχους πολίτες είναι τα νυφιτσακάλια που συχνά κάνουν επιδρομές στα κοτέτσια. Ειδικά μετά την εξαφάνιση των γαμπροτσακαλιών, αυτό γίνεται όλο και πιο συχνά.
Οι άνθρωποι του νησιού είναι πολύ ευγενικοί. Συνήθως, αν κάποιος κάνει λάθος διακατέχεται από απογοητευγνωμοσύνη
για τα σχόλια των άλλων.
Στο νησί υπάρχουν δύο εποχές. Το καλοκαίρι διαρκεί τρεις μήνες ενώ ο χειμώνας μόνο ένα. Το χειμώνα με τις πολλές βροχοπτώσεις το νησί βυθίζεται στη θάλασσα μέσα σε ένα προστατευτικό διάφανο περίβλημα. Είναι η εποχή που πολλοί κάτοικοι νιώθουν κατάθλιψη.
Στο νησί δεν υπάρχουν ηλικιωμένοι. Όλοι οι άνθρωποι στα 49 τους χρόνια χάνουν την ικανότητα της βάδισης και καθηλώνονται για ένα χρόνο στα λεκανοκρέβατα μέχρι να φύγουν από τη ζωή, ακριβώς στα πενήντα τους χρόνια.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Νυφιτσακάλι, το : μικρόσωμο σαρκοφάγο ζώο, ζει στο δάσος, τρώει κότες και ζευγαρώνει με το γαμπροτσακάλι.
Απογοητευγνωμοσύνη, η : συναίσθημα που αισθάνεται κάποιος όταν δεχθεί επικριτικά αλλά εποικοδομητικά σχόλια, που έχουν εκφρασθεί με πολύ ευγενικό τρόπο.
Λεκανοκρέβατο, το: κρεβάτι με ενσωματωμένη λεκάνη τουαλέτας, σχεδιασμένο για κλινήρεις ασθενείς.
Closest Dump
Στο νησί Closest Dump τα ζώα φαίνεται να κυριαρχούν στους ανθρώπους κι οι άνθρωποι έχουν ζωώδη συμπεριφορά. Έχουν ξεχάσει να περπατάνε στα δυο τους πόδια: έρπουν, μπουσουλάνε, πηδάνε, κάποιοι έχουν μάθει ακόμη και να πετάνε. Ο μύθος λέει πως όλα ξεκίνησαν όταν πρωτοήρθε στο νησί ο γνωστός Μπεργκμανονυχτερίδας. Κρύφτηκε σε ένα σπηληφαίστειο και κανείς δεν τον είχε συναντήσει. Τα πράγματα άλλαξαν όταν η Συννεφαννιές Βαρντά επισκέφτηκε το νησί με το μελαγχολικό κισλοφσκύλο της ο οποίος —μυρίζοντας παντού ζελατίνη— μπήκε στο σπηληφαίστειο και αντίκρισε τον Μπεργκμανονυχτερίδα. Μόλις κοιτάχτηκαν στα μάτια όλα στο νησί έγιναν ασπρόμαυρα — ακόμη και η πορτοκαλοκόκκινη λάβα του σπηληφαιστείου. Ο Νολαετός άρχισε να κρώζει, η Συννεφανιές αναλήφθηκε στον ουρανό και μια Κουαροννυφίτσα κοιτούσε τρομαγμεξτασιασμένη όσα παράξενα συνέβαιναν στο ήρεμο μέχρι τότε νησί στη μέση της Αφρικής. Ένας Αρονοφσκιπποπόταμος βγήκε μέσα από την ασπρόμαυρη λάβα και επιβεβαίωσε πως όλα ήταν ένα όνειρο του Μπεργκμανονυχτερίδα: ήταν η πρώτη μέρα συννεφιάς στο νησί και δεν τον ξύπνησε, όπως κάθε μέρα, ο ήλιος. Ο Τομ Ρομπινσώνας βγήκε γυμνός από τη θάλασσα, πιο στεγνός από ποτέ, παρέα με με μια καμήλα και μ’ ένα τσιγάρο στο στόμα. Άναψε με τον αναπτήρα, τα χρώματα επανήλθαν και ο Τομ Ρομπινσώνας απόλαυσε το τσιγάρο του.
Χαραλούπη
Πρώτη φορά διάβασα για την Χαραλούπη και είδα σκίτσα ηλιοχαρών, σε ένα παλιό βιβλίο για διάφορους χαμένους πολιτισμούς. Τείνω να πιστεύω ότι υπήρξε στ’ αλήθεια η Χαραλούπη, το χαμένο νησί που ποτέ κανείς δεν είδε. Αλλιώς δεν εξηγείται το γεγονός ότι βαθυσκάφη που ερευνούν το βυθό, βρίσκουν σποραδικά σε ένα συγκεκριμένο σημείο στον Ατλαντικό, υπολείμματα ηλιοχαρών. Σύμφωνα με τους θρύλους, οι κάτοικοι του νησιού βίωναν το —άγνωστο σε εμάς— αίσθημα του haramonimum κι έκαναν συχνά ζεστά λουτρά.
Φαίνεται ότι κάποτε κατέφθασαν στο νησί ναυτικοί από άλλες ηπείρους, που έφεραν μαζί τους τη λύπη, την οποία μετέδωσαν στους κατοίκους. Η αντίδραση που προκλήθηκε ανάμεσα στο haramonimum των γηγενών και στη λύπη των ξένων ναυτικών, προκάλεσε έκρηξη στον ψυχισμό των μόνιμων κατοίκων, κατά την οποία εξοντώθηκαν αμφότερα τα συναισθήματα, με αποτέλεσμα τον αφανισμό των Χαραλουπαίων από κατάθλιψη.
Αργότερα εξαφανίστηκε και το ίδιο το νησί, πιθανότατα από κάποια έκρηξη ηφαιστείου, όπως συνήθως συμβαίνει όταν εξαφανίζονται νησιά.
Κανείς δεν έμαθε για την τύχη των ξένων ναυτικών, αλλά και κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι το νησί υπήρξε.
Πάντως οι δύτες ανασύρουν μερικές φορές και απολιθωμένα οστά ζώων που πιστεύεται ότι ανήκουν σε χαρουποφάγους σκύλους.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Χαρουποφάγος σκύλος: Ράτσα σκύλου που έχει εξαφανιστεί και πιστεύεται ότι τρεφόταν αποκλειστικά με χαρούπια. Έχουν αναλυθεί απολιθωμένα περιττώματά του, ενώ υπάρχουν σχετικές αναφορές σε αρχαίους θρύλους.
Haramonimum: Μόνιμη χαρά. Αίσθημα που ωθεί το άτομο σε εξωτερίκευση με ομιλίες, γέλωτες, ρυθμικές κινήσεις μετά μουσικής ή άνευ, αδιαλείπτως και ισοβίως.
Ηλιοχαρά: Αρχέγονο είδος ηλιακού θερμοσίφωνα που ζεσταίνει νερό για το μπάνιο, συλλέγοντας την ηλιακή ακτινοβολία με κάτοπτρα, που την κατευθύνουν, συγκεντρωμένη σε ισχυρές δέσμες, προς έναν λέβητα που περιέχει νερό.
Γνεφονήσι
Είναι ένα κομμάτι γης, καταμεσής στη θάλασσα, ζωσμένο από μεγάλα βράχια. Σε κάποιον κολπίσκο βρίσκεται εδώ κι εκεί ο οικισμός του.
Εδώ κι εκεί; Μα πώς, θα αναρωτηθείτε. Μα γιατί οι κάτοικοι του, έρμαια του αγρανέφικτου τους για το άφθαρτο και ακατάλυτο του έρωτα, μετακινούνται συνεχώς, με την αυταπάτη ότι χτίζοντας ένα νέο ποθόσπιτο
σε έναν άλλον τόπο, θα κρατήσουν άσβεστη την ερωτική επιθυμία των ζευγαριών τους.
Άνθρωποι που ζουν στα σύννεφα, θα πείτε. Εγώ θα πω, που ζουν σαν σύννεφα, μια αλλόκοτη νομαδική ζωή.Την ίδια που ζει και το νησί τους, ένα πετροκάραβο που ταξιδεύει ακυβέρνητο στη θάλασσα.
Γιατί κάθε που γεμίζει ή αδειάζει το φεγγάρι, το δέρνουν θεόρατα κύματα και ορμητικά υπόγεια θαλάσσια ρεύματα που συντρίβουν τα βράχια του, ενώ κάτω από το νερό τα λιθοδέλφινα ροκανίζουν το πέτρωμα του.
Κι έτσι γοργά το νησί αλλάζει σχήμα, χάνονται από εκεί που βρίσκονταν οι γιαλοί, οι αμμουδιές, τα ακροθαλάσσια του και ξανασχηματίζονται κάπου αλλού. Κι ακόμα, άλλοτε μικραίνει από τη θαλάσσια διάβρωση κι άλλοτε μεγαλώνει, καθώς τα κατακρημνισμένα ασβεστολιθικά του άλατα προσκολλώνται ξανά πάνω του.
Γι αυτό το λένε Γνεφονήσι, έτσι που μεταμορφώνεται διαρκώς, όμοιο με τα σύννεφα που συνταξιδεύουν μαζί του, στο αιώνιο συμπαντικό του ταξίδι.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Γνεφονήσι: Νησί που μοιάζει —και φέρεται— σαν γνέφος/σύννεφο.
αγρανέφικτο: Επίμονη προσπάθεια/επιζήτηση για να αποκτηθεί το μη εφικτό.
Λιθοδέλφινο: Είδος δελφινιού που τρώει το βράχο, αδυνατώντας να βρει διαθέσιμη τροφή, λόγω της συνολικής υποβάθμισης του θαλάσσιου οικοσυστήματος.
Ποθόσπιτο:
Σπίτι, που κατά τη δοξασία των ενοίκων του, έχει την ιδιότητα να τους διαποτίζει με ασυγκράτητο ερωτικό πόθο.
Αο(σαυρο)ρατονήσι
Της Μαργαρίτας Κοσμά
Συναντάται εν συντομία ως Αοσαυρατονήσι.
Το νησί δεν εμφανίζεται πουθενά στον χάρτη, κατοικείται από ανθρωπόμορφες ουλιπιστικές ψηλόλιγνες σαύρες με μακριές κόκκινες απολήξεις για δάκτυλα και τους αρκουδογαμώσαυρους.
Οι δρόμοι είναι χωμάτινοι με θραύσματα σιδερένιου μάγματος. Υπάρχουν χαμηλά σπίτια με περίτεχνες σιδηρουργικές κατασκευές. Στο νησί φύονται αμπέλια. Είναι φυτεμένα περιμετρικά με στρατηγικό τρόπο έτσι ώστε να μην διακρίνεται το εσωτερικό του νησιού από τη θάλασσα. Η μυρωδιά των σταφυλιών στον αέρα είναι μεθυστική. Στο κατωμεριάμπελο κρύβονται οι αρκουδογαμώσαυροι. Τρώνε σταφύλια που η αλήθεια είναι ότι τους αρέσουν πολύ, προσπαθώντας να αποφύγουν τις ουλιπιστικές σαύρες.
Οι σαύρες πάλι διοχετεύουν όλη την ενέργειά τους στο να ξετρυπώσουν τους αγαπημένους τους αρκουδογαμώσαυρους. Ενίοτε τρώνε σταφύλια για να πάρουν λίγη ενέργεια και να γλυκάνουν την λύπη τους. Η λυπομέτρηση των ουλυπημένων πλέον σαυρών είναι τεράστια. Αδυνατούν να ξετρυπώσουν τους αρκουδογαμώσαυρους. Για κάποιο περίεργο λόγο δεν ψάχνουν στο κατωμεριάμπελο.
Δεν γνωρίζουμε αν υπάρχουν επισκέπτες, κανείς δεν έχει παραδεχτεί ότι έχει επισκεφτεί το συγκεκριμένο νησί.
Θρύλοι λένε ότι αυτή η λωρίδα γης βυθίζεται στον πυρήνα της γης κάθε δυο μήνες. Μετά από μια εβδομάδα αναδύεται σε άλλο σημείο του πλανήτη. Κανείς δεν γνωρίζει τι συμβαίνει και που θα επανεμφανιστεί. Έτσι κανείς δεν μπορεί να το διεκδικήσει.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Αρκουδογαμώσαυρος: μεγαλόσωμο ζώο, θυμίζει αρκούδα με ουρά σαύρας. Οι (ουλιπιστικές) σαύρες το ερωτεύονται σφόδρα και το κυνηγάνε για να συνουσιαστούν μαζί του.
Λυπομέτρηση: συναίσθημα, συνδυασμός μέτρου και ψυχοσωματικής κατάστασης, μετράει το μέγεθος της λύπης (ου)λυπημένων σαυρών.
Κατωμεριάμπελο: σύνθετη λέξη ουδέτερου γένους, συναντάται συνήθως σε τοπογραφικούς προσδιορισμούς.
Χρυσδεχά
Καθώς ταξίδεψε εκατόν πέντε μίλια εκτός προορισμού, λόγω καταιγίδας, ο καπετάνιος ακολούθησε ένα τραγούδι – που ήταν θρήνος και λύτρωση μαζί- κι έφτασε στο νησί Χρυσδεχά. Πάνω από τις σκεπές των σπιτιών-σκιών του, αιωρούνταν ένα ολόιδιο νησί. Ολόφωτο, με διαμαντένια άμμο και αλυσίδες κοραλλιών να το φωτίζουν. Τα σπίτια του μύριζαν κανέλα και χαλβά πορτοκάλι και άλλαζαν σχήμα και θέση κάθε μία ώρα.
Να τι μάθαμε από τον καπετάνιο: Στα νότια ακρογιάλια καθρεφτίζονται τα όνειρα των κατοίκων, γεμάτα πετάγματα και μελωδίες. Στα βόρεια, βγαίνουν ανταριασμένοι οι εφιάλτες και πολεμούν με πείσμα για την επικράτησή τους.
Αυτό που εντυπωσιάζει στη Χρυσδεχά είναι η έλλειψη σύννεφων. Μόλις πλησιάσει ένα, οι συννεφοψύκτες το ρουφούν και το τοποθετούν σε καλούπια που έχουν σχήμα καραβιού. Αφού καταψυχθεί, το αφήνουν να αρμενίζει στη θάλασσα των αναμνήσεων. Εκεί τριγυρνούν όντα που αναζητούν νοστασφάλεια. Πληγωμένα, φοβισμένα όντα που ψάχνουν τη χαμένη ελαφρότητα του είναι τους. Σ΄ έναν αντίστροφο καθρέφτη, στέκουν μπροστά στα καράβια, χαμογελούν κι επιστρέφουν.
Κάθε τρία χρόνια, εμφανίζεται η αετοκάλλας
έτοιμη να γεννήσει. Επωάζει το αβγό της για πενήντα τρεις ημέρες και δε σταματά να κελαηδά. Ένα κελάηδημα θρήνου και λύτρωσης. Θρήνος για το τέλος. Λύτρωση για την αρχή. Την πεντηκοστή τέταρτη ημέρα, το νησί εξαφανίζεται.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Αετοκάλλας: μικρό πουλί με χρυσό και γαλάζιο φτέρωμα, που ζει στην κορυφή του Μύτικα. Κάθε τρία χρόνια αποδημά, για να γεννήσει ένα αβγό, στο νησί της Χρυσδεχά. Το κελάηδημά του, έχει έκταση, τρεις οκτάβες.
Νοστασφάλεια: ανάμεικτο συναίσθημα νόστου και ασφάλειας. Η ασφάλεια που νιώθουμε όταν γυρνάμε με νοσταλγία στο παρελθόν, για να αντιμετωπίσουμε κάτι που μας φοβίζει στο παρόν.
Συννεφοψύκτης: o τεχνικός που ειδικεύεται στη συλλογή και κατάψυξη των σύννεφων με ειδική φόρμουλα.
Άνω Λέσφι
Το Άνω Λέσφι βρίσκεται στην καρδιά του Αιγαίου, απέναντι από το πασίγνωστο Κάτω Λέσφι, τη λεγόμενη «ζαργάνα» των Κυκλάδων.
Το Άνω Λέσφι, παρά τις τόσες ομορφιές του, έχει πλέον ερημώσει. Η αιτία; Αυτά τα ζωηροπορτοκαλιά υμενόπτερα, τα αμελήγκια, ζώα πολύ κοινωνικά και αφόρητα πειναλέα, που επιτίθενται ορμητικά σε οτιδήποτε βρώσιμο βρεθεί μπροστά τους. Έτσι, στο Άνω Λέσφι δεν πατάει πλέον τουρίστας.
Στο Κάτω Λέσφι αντίθετα συγκεντρώνονται κάθε χρόνο ορδές από παραθεριστές. Εκεί ζουν και βασιλεύουν οι μεγάλες ψωνάρες του Λεσφιακού συμπλέγματος, οι φιδορουβάδες.
Πέρασαν βδομάδες τώρα που τα αμελήγκια δεν είχαν φάει μπουκιά. Τότε ένα αμελήγκι που το θέρισε το
γουργουρόζηλο αποφάσισε να περάσει στο αντίπερα νησί. Πολύ προσεκτικά κρύφτηκε στην ψάθινη τσάντα μιας τουρίστριας που κατευθυνόταν προς τους φιδορουβάδες. Μύριζε ήδη την μακαρονάδα στο χέρι της.
Το αμελήγκι μας δεν είχε ξαναδεί φιδορουβά. Όταν έφτασε μπροστά του, ξέχασε εντελώς γιατί είχε έρθει. Ο φιδορουβάς ήταν το πιο λυακόρμονο πλάσμα που είχε αντικρύσει. Τότε θυμήθηκε μια ιστορία που τους έλεγαν μικρά, ότι για να σ’ ερωτευτεί φιδορουβάς, πρέπει μακαρόνια με κιμά να του πας και να τραγουδάς: «έλα μου, είναι ακίνδυνη η τρέλα μου». Ετοίμασε λοιπόν την πιο μελένια, την πιο αισθαντική του φωνή και ξεκίνησε να τραγουδήσει δυνατά.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Αμελήγκι, το (ουσ.): μικρό υμενόπτερο έντομο που ζει κατά πολυάριθμες ομάδες σε παραθεριστικά θέρετρα. Αμελεί επιδεικτικά να προνοήσει για το φαγητό του, παρά μόνο καιροφυλακτεί για τυχόν μη επιτηρούμενα υπολείμματα τροφών. Στο τέλος κάθε φθινοπώρου πεθαίνει, καθώς αδυνατεί να βρει τροφή.
Γουργουρόζηλο, το (ουσ.): το συναίσθημα της ζήλειας προς το φαγητό κάποιου άλλου, η ύπαρξη του οποίου επιτείνει την ήδη υπάρχουσα πείνα.
Λυακόρμονος-η-ο (επιθ.): που προκαλεί διέγερση στο σώμα και εντείνει την επιθυμία αναπαραγωγής.
Το Κάτω Λέσφι
Ανήκει στο Λεσφιακό Σύμπλεγμα, φιδογυρστό και απόκρημνο, γεμάτο δέντρα και σεντόγυαλα. Στα σεντόγυαλα ζουν οι φιδορουβάδες. Πλάσματα απ’ όλο τον κόσμο συρρέουν στο νησί με ένα πιάτο μακαρόνια με κιμά μήπως καταφέρουν να δουν κάποιον φιδορουβά. Σε αυτές τις σπάνιες εμφανίσεις τους οι φιδορουβάδες επιδεικνύουν το σώμα τους και λικνίζονται στον ρυθμό του «έλα μου είναι ακίνδυνη η τρέλα μου». Οι φιδορουβάδες είναι πολύ ερωτεύσιμα πλάσματα. Εκείνοι όμως δεν πέφτουν ποτέ στην παγίδα του έρωτα, γιατί υπάρχει ο φόβος του πρωτόφιλου. Σύμφωνα με την ιστορία, πριν από 3.000 χρόνια δυο φιδορουβάδες ερωτεύτηκαν. Μόλις ο ένας άγγιξε τα χείλη του άλλου ένιωσαν έντονο πρωτόφιλο κι εκστασιάστηκαν. Στο επόμενο φιλί όμως το πρωτόφιλο εξαφανίστηκε. Για χρόνια φιλιόντουσαν μεταξύ τους μπας και το ξανανιώσουν. Μάταια. Το νησί είχε μετατραπεί σε φιδορουβόργιο. Ο αρχηγός τους αποφάσισε να απαγορεύσει τους έρωτες και τα φιλιά και επέβαλλε το σεξ μόνο για ανάγκες αναπαραγωγής. Οι φιδορουβάδες αναγκάστηκαν να υπακούσουν και για να ξεχάσουν το πρωτόφιλο το ‘ριξαν στον χορό και τη γυμναστική. Λέγεται ότι το τραγούδι «έλα μου είναι ακίνδυνη η τρέλα μου» το έγραψαν εκείνοι οι δύο ερωτευμένοι φιδορουβάδες κι ότι όλα τα πλάσματα τούς το τραγουδάνε με την ελπίδα να κερδίσουν τον έρωτά τους.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Σεντόγυαλο (ουσ.): Γυάλινο σεντούκι μέσα στο οποίο ζουν βασιλικά οι φιδορουβάδες.
Φιδορουβάς (ουσ.): Γοητευτικό γυμνασμένο ζώο που ζει σε σεντόγυαλο και εμφανίζεται σπάνια. Για να μπορέσετε να δείτε έναν φιδορουβά πρέπει να κρατάτε ένα πιάτο μακαρόνια με κιμά.
Πρωτόφιλο (ουσ.): το συναίσθημα που εμφανίζεται όταν κάποιος ακουμπάει για πρώτη φορά τα χείλη κάποιου άλλου. Συμβαίνει μόνο μια φορά στη ζωή.
Κορμονήσι
Αγωνιούσα να μπω στο πλοίο. Που διέσχιζε μπλε φυτείες, καθώς εισχωρούσε στο νησί. Έριξα άγκυρα στη κουπαστή. Έψαχνα. Έτσι οι μέρες ήταν διαφορετικές. Ήταν μυρωδιές. Δευτέρα ήταν η πρώτη. Επιθυμούσα νερό ποτισμένο δυόσμο. Έτριβα τα δάχτυλα με θρούμπι. Πασάλειβα το χαρτί. Έφτιαχνα προτάσεις. Έτσι περνούσαν οι ώρες, δίχως ματαιότητα. Πλησίαζα σε κάποιο βράχο. Μετέωρη. Στα σύννεφα ίπταται σταυρός. Λένε ότι ξέβρασε το νησί θεός.
Τετάρτη. Ακρωτήρια αιωρούνταν. Το λες και άνυδρο. Άνυδρη βροχή. Μια αιώρα άνυδρη. Έκαιγαν τα σωθικά. Κι εκείνος ο κορμοράνος ύφαινε σταγόνες. Με κατάβρεξε. Έβγαλα τη γλώσσα μου. Ένιωσα ασφαλής. Μεγάλωνα τις μέρες, τον παρατηρούσα. Πέμπτη. Κοπάδι από μωβ αμάραντους. Έψαχναν για άγγιγμα. Ζωύφια ανήλιαγα τυραννούσαν τη σκέψη. Παρασκευή. Πήρα το μονοπάτι για βράχο απόκρημνο. Βουτιά από ψηλά. Φουρτουνιασμένο νερό, ξάλμυρο. Ψαράδες σαν καλάμια ξέμπαρκα. Στη μέση του πελάγους ησύχαζαν. Απόχρωση θρουμπιού, αμάραντου. Μέρες τώρα τα άσχημα νέα δεν έφταναν ως εδώ. Ξόρκιζα την αγριότητα, όπως οι ψαράδες-καλάμια ξόρκιζαν τα άγρια νερά. Σάββατο πια. Μυρωδιά ψαρόσουπας. Παρατηρούσα. Μια χώρα ενετική, ανάκωχη από ανέμους. Και από πειρατικές εισροές.
Κυριακή με το γρήγορο. Ούτε ήθελα να συνηθίσω τις μέρες. Αγόρασα θρούμπι. Ίσως κρατήσω μια τούφα αμάραντου από αμμούδες. Και θ’ αγοράσω σουβενίρ κορμοράνου από υπαίθρια αγορά. Εις μνήμην.
Λέξανδος
Της Μπετούλ Μέτσο
Στη Λέξανδρο επικρατούσε ειρήνη και ησυχία. Παντού κρυστάλλινα νερά και ψηλοί ασπρόμαυροι φοίνικες που παρείχαν δροσιά και σκιά. Το νησί ήταν γεμάτο όμορφα σπίτια, λουλούδια, πουλιά και πεταλούδες ασπρόμαυρες. Εκεί είχε φτιάξει το ησυχαστήριό της μια συγγραφέας. Στο δωμάτιό της άνθιζαν ιδέες και σκέψεις και πετούσαν υψηλά αισθήματα. Η συγγραφέας είχε όλα όσα ήθελε εκτός από κάποιον ν’ αγαπά. Μόνη της συντροφιά ένα ουλιποντίκι, που το είχε κλειδωμένο σε κλουβί για να προστατεύσει τις λέξεις της. Μια νύχτα, η συγγραφέας είδε στο όνειρό της κάποιον που ποτέ δεν είχε συναντήσει. Ήταν αυτός που σκεφτόταν όταν έγραφε για την αγάπη. Της χάρισε ένα φιλί και εκείνη ένιωσε μια μεγάλη κλεψυκαρδία, αλλά όταν ξύπνησε κατάλαβε ότι όλα αυτά ανήκαν στον κόσμο του ονείρου. Δεν είχε νόημα πια να γράφει για αγάπη. Αποφάσισε λοιπόν να ανοίξει το κλουβί και να αφήσει το ουλιποντίκι να φάει όλες τις λέξεις που μίλαγαν για αγάπη και για άλλα τρυφερά συναισθήματα. Όταν το ουλιποντίκι καταβρόχθισε τις λέξεις της, άρχισε να αλλάζει μορφή και έγινε άνθρωπος. Υποσχέθηκε στη συγγραφέα αγάπη και ευτυχία. Ήταν αυτός που είχε δει στο όνειρό της. Τότε η λεξιθήκη της γέμισε με λέξεις αγάπης και το νησί πήρε πάλι τα χρώματά του.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Ουλιποντίκι (το): Ένα ζώο που ζει στα σπίτια των συγγραφέων και το μόνο που τρώει είναι οι λέξεις.
Κλεψυκαρδία (η): Η αίσθηση όταν νιώθουμε ότι κάποιος μας έκλεψε την καρδιά και τον ερωτευτήκαμε.
Λεξηθήκη (η): Μια θήκη όπου μπορεί κανείς να αποθηκεύσει όλες τις λέξεις που γνωρίζει.
Θυμωδία
Στο νησί της Θυμωδίας, στον κατακόρυφο μονόλιθο βράχο, φτάνεις κολυμπώντας. Με μακροβούτι μπαίνεις σε θαλάσσια σπηλιά. Φως λιγοστό, κινείσαι ψηλαφώντας. Τεντώνεσαι κι αγγίζεις στην οροφή χοντρές ρίζες που κρέμονται σα ροζιασμένα δάχτυλα. Μια συνεχής βοή σου τρυπά τα αυτιά, δονεί τα τοιχώματα. Πίσω τους έχουν λαξευτεί στοές. Η θυμωδία αντηχεί σε βάραθρα που κρύβουν τους οργίλους κατοίκους. Θυμωμένες λέξεις πέφτουν και δημιουργούν χειμάρρους οργής. Αν τις πιάσεις πριν ακουμπήσουν στο έδαφος και τις μασήσεις καλά, η όρασή σου βελτιώνεται. Βλέπεις τα θυμόμετρα.
Ναι, μπορείς να τα ακουμπήσεις. Αν είσαι ψύχραιμος τα σπρώχνεις. Ανοίγουν σαν καταπακτή για το κέντρο του νησιού. Ανεβαίνεις σκαρφαλώνοντας τον κορμό ενός τεράστιου δέντρου. Στις κουφάλες του σκαλισμένα σπίτια για τους λιγότερο θυμωμένους. Δρόμοι κυκλικοί οδηγούν σε δαιδαλώδεις αίθουσες για τις θυμωδίνες.
Γύρω τρέχουν φουντωτά θυμόνια. Θες να τα κυνηγήσεις. Αν σκοντάψεις θα πέσεις στο πηγάδι. Τολμάς. Κολυμπάς ανάποδα. Βγαίνεις στον κρατήρα, μια λίμνη περιτριγυρισμένη από θυμολήθες. Είναι το ψηλότερο σημείο, κορφή του βράχου-νησιού. Παντού θυμαρίσια.
Ο θυμός έχει γίνει θύμος. Βλέπεις σπίτια πουπουλένια, άσπρα, απαλά, που κινούνται διαρκώς. Σκέφτεσαι ότι το νησί είναι σύννεφο, πετά στον ουρανό, πάνω από τη θάλασσα, ένα σύννεφο που φορτώνει οργή και ξεσπά βρόχινους καταρράκτες που βουτούν κατευθείαν στο νερό.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Θυμωδία: Σύνθετη, προερχόμενη από την συνένωση των λέξεων θυμός και μελωδία. Συναίσθημα που προέρχεται από την ψυχική ικανοποίηση μέσω της μελωδίας που παράγει η λεκτική ή ηχητική εξωτερίκευση του θυμού.
Θυμόμετρο: προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων θυμός και μέτρο. Το όργανο που μετρά την ένταση του θυμού.
Θυμωδίνες:) Οι ωδίνες αποβολής του θυμού
Θυμόνι: Υποείδος του παγωνιού. Χαρακτηριστικό του είναι ότι ο θυμός που κουβαλά κάνει τα φτερά του κόκκινα.
Θυμολήθες: Σωρός (θημωνιά) από θίνες που με το φύσημα του αέρα φέρνει λήθη θυμού.
Θυμαρίσια: Το είδος κυπαρισσιού που απορροφά το θυμό
Θύμος: Αειθαλής θάμνος, το θυμάρι.
Αουρόρα
Η Αουρόρα, παράξενο νησί στις παρυφές του Αναπλιώτικου Πελάγους, αναφαίνεται στον αφρό της θάλασσας με την αυγή και μόλις ο ήλιος ξεκολλήσει απ’ τη γραμμή του ορίζοντα βυθίζεται και πάλι στα κατάβαθά της.
Πριν καλά καλά ροδίσει, οι Αουριώτες πετάγονται έξω από τα σπίτια τους. Βιάζονται να ρουφήξουν «αυγή, φως κι αγέρα» προτού ξαναβουλιάξουν στο πηχτό σκοτάδι. Μαζί τους ξεχύνονται και τα κατοικίδια τους, οι περίφημες γατοπαγαγαλλίδες, πλάσματα εκ φύσεως περίεργα, γκρινιάρικα και απαιτητικά που δεν σταματούν στιγμή να φλυαρούν σε άπταιστα γαλλικά και να τρέχουν πάνω κάτω μυρίζοντας κάθε γωνιά του νησιού. Μοναδική βλάστηση στο νησί οι μαύρες βουκαμβίλιες που σπεύδουν κι αυτές να ξεδιπλώσουν κλαδιά, φύλλα και άνθη προσέχοντας μην τα τσαλαπατήσουν οι ατίθασες γατοπαπαγαλλίδες. Οι Αουριώτες απλώνουν τα μουδιασμένα πόδια τους στα υπαίθρια υποθερμοπόδια του νησιού και απολαμβάνουν καθημερινά ένα μισάωρο ξέφρενης ακινησίας.
Λένε πως οι ευσταλείς Αουριώτες δεν αγαπούν σχεδόν καθόλου τη δουλειά και προτιμούν να αράζουν και να τραγουδούν παρέα με τις γατοπαπαγαλλίδες τους τα αγαπημένα τους γαλλικά τραγουδάκια.
Κι ακόμα λένε πως οι ευπαθείς Αουριώτισσες δεν έχουν δει ποτέ το πρώτο φως της μέρας. Το ύπουλο σύνδρομο της Ακροπαγοπονίας τις κρατά ξάγρυπνες στο κρεβάτι μέχρι τα χαράματα και μετά πού κέφι για βόλτες;
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Γατοπαπαγαλλίδες: Ενδημικό αιλουροπτηνό της Αουρόρας που προέκυψε από διασταύρωση Αουριώτικης γάτας και Γαλλικού παπαγάλου.
Ακροπαγοπονία: Σύνδρομο που εκδηλώνεται με πάγωμα, μούδιασμα και οξύ πόνο στα άκρα από τη δύση του ηλίου μέχρι την ανατολή.
Υποθερμοπόδια: Υποπόδια υψηλής τεχνολογίας με ενσωματωμένο σύστημα θέρμανσης που κρατούν ζεστά τα πόδια.
Ελεφανάφη
Της Πηνελόπης Νάστου
Νησί που βρίσκεται σε ίση απόσταση μεταξύ Ελαφονήσου και Ανάφης. Το τροπικό του κλίμα έχει υπάρξει έντονο θέμα συζήτησης μεταξύ κλιματολόγων, γεωλόγων και πολιτικών ακτιβιστών, καθώς από πολλούς θεωρείται προμήνυμα της κλιματικής καταστροφής. Ακατοίκητο από ανθρώπους, η συνολική του επιφάνεια είναι 28.32 τετραγωνικά χιλιόμετρα και το μέγιστο υψόμετρο 430 μέτρα. Καλύπτεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από δάση μπαμπού — τα μοναδικά στην Ελλάδα. Μέσα τους κατοικεί ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο είδος πάντα — που αγαπάει για πάντα— καθώς και το προστατευόμενο είδος του ελεφαντίου.
Σήμερα στο νησί υπολογίζεται πως υπάρχουν περίπου 150 ελεφαντία, τα οποία λόγω της ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας τους, σπανίως ζευγαρώνουν. Επιπλέον, η ύπαρξη τους απειλεί εμμέσως και τον πληθυσμό των πάντα. Οι σπάνιες συνευρέσεις μεταξύ ενός ελεφαντίου κι ενός πάντα αφήνουν πίσω μικρά ελεφάντα - τα οποία δυστυχώς δεν μπορούν να αναπαραχθούν. Μετά από κάθε συνεύρεση ο δεσμός δεν κρατάει πολύ καθώς το ελεφαντίο συνεχώς ερωτιέται για την σχέση του με το πάντα. Και γι αυτό, ο χωρισμός είναι σχεδόν πάντα αναπόφευκτος. Αυτό οδηγεί τα πάντα σε βαθιά θυμοναξιά και άρνηση περαιτέρω προσπάθειας αναζήτησης δεσμού. Σε πολύ βαριές περιπτώσεις οδηγεί και σε αυτοκτονία.
Ομάδες ζωολόγων και ψυχολόγων προσπαθούν μάταια να σώσουν τα παραπάνω είδη με λίγες δυστυχώς ελπίδες.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Ελεφαντίο: Συγγενές ζώο του ελέφαντα το οποίο έχει την τάση να λέει το πρώτο αντίο - σε σχέσεις, μαζώξεις κι επαγγελματικές ευκαιρίες.
Θυμοναξιά:
Συναίσθημα που νιώθουν τα γήινα πλάσματα όταν ο θυμός που νιώθουν τα οδηγεί σε αίσθηση έντονης μοναξιάς.
Ερωτιέμαι: Όταν ένα γήινο πλάσμα σκέφτεται κι αναρωτιέται εμμονικά αν είναι αρκετά ερωτευμένο με το σύντροφο του.
Το νησί που δεν γράφει - γράφει
Της Πόπης Παλταδάκη
Θα σου μιλήσω τώρα για ένα νησί με φυλακισμένα μολύβια και ιδέες που πάλλονται στον αέρα.
Εκεί οι σκέψεις τον χειμώνα παγώνουν μόλις βγουν από τις ανάσες των ανθρώπων .
Το καλοκαίρι εξατμίζονται και αφήνουν στις αλυκές ένα παχύ ίζημα από «μα τι ήθελα να πω τώρα».
Το «ξέχασα» η «το ξέχασα» είναι η πιο κοινή φράση και την γράφουν στα αναμνηστικά μπλουζάκια που πουλούν σε αμμουδένια μαγαζιά χτισμένα σε σχήμα κάστρου.
Η καμπάνα του μοναστηριού χτυπάει κάθε μέρα την ώρα της έμπνευσης. Δεν την ακούει όμως κανένας λόγω μια σπάνιας ασθένειας των ακουστικών τυμπάνων που οφείλεται στον διαρκή παφλασμό των κυμάτων, στον ήχο της σπάνιας βροχής και στο σφύριγμα του αέρα ανάμεσα στα καταρτοφέγγαρα.
Τα τοπικά προϊόντα που θα βρεις σε αφθονία ανάλογα την εποχή : ανασορήγματα, χαρμολύπη, γραφοπενίες, αόνειρα, απνοές, άπνοιες .
Όλα τα σπίτια κοιτάνε προς την Ανατολή όταν οι τρεις ήλιοι του νησιού εμφανίζονται και μετακινούνται προς τη Δύση όταν ο ένας , ο δυο και ο τρία ήλιος ταυτόχρονα δύουν. Αυτό, κάθε τρεις μήνες.
Ίσως πεις:
— Είναι δυνατόν ;
— Τι εννοείς ;
— Γίνεται ;
— Τι δεν γίνεται ;
— Όλα αυτά.
— Αυτά όλα γίνονται, τα αλλά όχι .
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Καταρτοφέγγαρα: Τα κατάρτια των πλοίων που ακουμπούν στα φεγγάρια του νησιού.
Ανασορήγματα: οι ανάσες που παίρνει κάποιος για να προλάβει το καρδιοχτύπι που συμβαίνει τέσσερις στιγμές πριν την πρώτη ματιά του ομώνυμου έρωτα.
Γραφοπενία: η παντελής απουσία συγγραμμάτων.
Αόνειρα: τα όνειρα που δεν θυμόμαστε, τα περισσότερα δηλαδή.
Απνοές: η θέση μεταξύ εισπνοής και εκπνοής – δάνειο από τον «φωτεινό» Γιώργο Βλάσση.
Φρεσκοπαλιά
Του Μιχάλη Μίγγου
Στη Φρεσκοπαλιά —ένα κομμάτι γης που περικλείεται από θάλασσα— τίποτα δε θυμίζει το νησί που κάποτε ξέραμε. Μόνα έμψυχα όντα είναι τα ζώα και ανάμεσα τους η γαταλέξια που νιαουρίζει μελωδικά και τεντώνεται στην παραλία. Δεν μπορεί να καταλάβει γιατί παρελθόν, παρόν και μέλλον έγιναν κουβάρι σε αυτό το μέρος. Ερωτοίκτος οδηγεί τα βήματά της στον ψιψινάρκισσο, τον γάτο που μέχρι χθες περιφρονούσε. Δίνουν ραντεβού στα ερειπωμένα ξεχασπίτια, κοιμούνται δίπλα σε φίδια και ποντίκια που πια δεν τα κυνηγούν και στους καθρέφτες της βλακαντικερί αντικρίζουν τα είδωλά τους από ένα μέλλον μακρινό. Ή μήπως παρελθόν;
Με λίγα λόγια συνέβη το εξής: τα νεκρά κατοικίδια των ανθρώπων του νησιού βγαίνουν από τους καθρέφτες και συμπεριφέρονται σαν ρομπότ που δεν ξέρουν τους βασικούς κανόνες επιβίωσης. Και στους δρόμους, άλλα ρομπότ ετοιμάζονται να δώσουν οδηγίες στους μελλοντικούς τουρίστες. Κάθε φορά που το ένα αιλουροειδές θέλει να δώσει κουράγιο στο άλλο, ακολουθεί ο διάλογος στη δική τους γλώσσα:
— Γαταλέξια, θα με αγαπάς και αφού πια θα σου έχει περάσει ο ερωτοίκτος;
— Ναι, ψιψινάρκισσε, μόνο εμείς υπάρχουμε ανάμεσα στα παλιά και τα καινούρια. Μυρίζω πάνω σου αυτά που ένιωθες μέχρι χθες κι αυτά που ορμάνε από έναν κόσμο που δεν έχουμε δει ακόμα.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
Φρεσκοπαλιά: νησί όπου διασταυρώνονται το παρελθόν και το μέλλον.
Γαταλέξια: γάτα με μελωδικό νιαούρισμα.
Ψιψινάρκισσος: γάτα με χαρακτηριστικά νάρκισσου.
Ερωτοίκτος: όταν τελικά ερωτεύεσαι εκείνον που λυπάσαι.
Ξεχασπίτια: Άδεια ακατοίκητα σπίτια με ξεχασμένα αντικείμενα.
Βλακαντικερί: αντικερί στην οποία συχνάζουν ζώα που δεν μπορούν να αγοράσουν τίποτα.