Η Αιωνιότητα

Μετάφραση: Γιάννης Κάρκης




Η ξανακερδισμένη Αιωνιότητα: Το τελευταίο ποίημα του Ζορζ Περέκ

Το 1979, ο Ζορζ Περέκ ομολογούσε τον «τρόμο» του ενώπιον της ιδέας να γράψει ένα ποίημα «ελεύθερα» και χωρίς να καταφύγει στους περιορισμούς στους οποίους συνήθιζε να υποβάλλει το γράψιμό του.1 Δύο χρόνια αργότερα, θα αναμετριόταν με αυτόν τον τρόμο. Με αφορμή την ανάθεση του ποιητή Emmanuel Hocquard να γράψει κάτι σε ελεύθερο στίχο, συνέταξε το L’Éternité, ένα ποίημα 28 στίχων κατανεμημένων σε πέντε σελίδες (εδώ σημαίνονται με ένα κυματοειδές σύμβολο), το οποίο έμελλε να αποτελέσει το τελευταίο βιβλίο που είδε τυπωμένο πριν από τον πρόωρο θάνατό του σε ηλικία 45 ετών.2
Θα μπορούσαμε να δούμε το ποίημα Η Αιωνιότητα, με τις έκδηλες γεωλογικές του αναφορές, σαν ένα ιζηματογενές πέτρωμα όπου εύκολα αναγνωρίζονται τρία από τα κυρίαρχα στρώματα της νεότερης γαλλικής ποίησης. Από τον Baudelaire επιβιώνει το φευγαλέο, το ετερόκλιτο και το αεικίνητο, στοιχεία που αυτός ο «λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού», όπως τον ονόμασε ο Walter Benjamin, σωστά διείδε στη νεωτερική ζωή των μητροπόλεων. Από τον Rimbaud κατάγεται η οραματική διάσταση, η επαναστατική ορμή, η επιθυμία να εφευρεθεί και πάλι η αιωνιότητα, δυνάμεις απαραίτητες για όποιον θέλει να είναι «απολύτως σύγχρονος» με τον καιρό του. Από τον Mallarmé εμμένει η φιλοσοφική πύκνωση, η ερμητική διατύπωση και η διασπορά στη λευκή σελίδα, θέσεις ενός ποιητικού λόγου που επανεκκινεί συνεχώς από το μηδέν.
Πέραν όμως από μια επάνοδο στις ζωτικές πηγές της γαλλικής ποίησης, το τελευταίο ποίημα του Περέκ είναι μια χειρονομία προς το μέλλον. Αποκαλύπτει τη μορφή που προσλαμβάνει ένα ποίημα λυρικού τρόμου όταν επιλέγει να ξεμακρύνει από τους οικείους τόπους του –εξού και το αίσθημα του ανοίκειου που προξενεί Η Αιωνιότητα. Βλέποντας το τέλος να πλησιάζει, ο συγγραφέας ξεπέρασε τους δισταγμούς του και συνέθεσε ένα ποίημα-ορυκτό, στοιχειωμένο από την αδιάκοπη διάβρωση της αιωνιότητας που λέγεται ζωή. Άλλωστε το «πανεπίπεδο», λέξη παρμένη από τη γεωλογία, ονομάζει ένα χερσαίο ανάγλυφο στο στάδιο του γήρατος. Ο Περέκ δεν πρόλαβε να γεράσει, είχε όμως την πρόνοια να αφήσει στο κατώφλι του θανάτου του ένα πειραματικό ποίημα, μια δυσανάγνωστη διαθήκη.
Αν ακόμα και σήμερα μας φαίνεται τέτοια, είναι γιατί τη συνέταξε σε μια γλώσσα ανόργανη, μη ανθρώπινη σχεδόν, αφού στο ποίημα του δεν υπάρχει άνθρωπος στον ορίζοντα, παρά μόνο μια ακίνητη κίνηση και «μια δίψα για πτύχωση». Ακόμη και το μάτι που καταγράφει τα τοπία, ή η μνεία που γίνεται στο «μέσα μου», εκκρεμεί σε ποιον ή σε τι ανήκουν, καθώς και ποια εσωτερικότητα επικαλούνται. Εδώ ο άνθρωπος, ή μάλλον ο ποιητής-άνθρωπος ως φορέας ενός λυρικού εγώ, απέρχεται. Μέχρι και ο ορίζοντας, σαν ένα καταδικασμένο ζώο, κουρνιάζει στο αινιγματικό μαντρί, τη μοναδική ανθρωπογενή κατασκευή μέσα στο ποίημα, επισφραγίζοντας το με μια εικόνα στρατοπέδου ή κιβωτού. Αλλά αυτό που διασώζεται είναι η καταστροφή. Και μέσα στην κιβωτό φυλάσσεται η διαθήκη μιας ποίησης που απαρνείται το ανθρώπινο πρόσωπο του λυρισμού, προσχωρώντας στον τρόμο ενός λόγου απρόσωπου που περιμένει να ανασκαφεί περισσότερο.
Μετά την καταστροφή, το δυσανάγνωστο στην ποίηση αποπειράται να διατυπώσει κάτι που δεν διαθέτει ακόμα τη γλώσσα του, που δεν μπορεί πια να ειπωθεί με οικεία σχήματα. Ωστόσο κάτι περνά από μέσα του, κάτι μεταδίδεται, αν είμαστε ανοιχτοί να το διαβάσουμε, και εφόσον ξέρουμε τι ζητάμε από την ποίηση. Σχετικά με το βιβλίο του Η Περίφραξη και άλλα ποιήματα,3 φυσική προέκταση του οποίου αποτελεί Η Αιωνιότητα, ο Ζορζ Περέκ δήλωνε: «Είναι μια ποίηση αρκετά ερμητική και εξεζητημένη, που εμένα όμως μου προσφέρει όλα όσα ζητώ από την ποίηση».4 Ιδού ένα ερώτημα που αξίζει να έχουμε συνεχώς μπροστά μας: τι ζητάμε από την ποίηση;
Στο μεταξύ, θα χρειαστεί να έρθει το νερό, να διαχωριστούν τα ύδατα, να τα διασχίσουμε, σε μια απόπειρα εξόδου από το μαντρί της γλώσσας που μας κυκλώνει. Σε αυτό έγκειται επίσης η επαγγελία της Αιωνιότητας: αν «κάθε στιγμή είναι αντοχή και μνήμη» τότε ανά πάσα στιγμή οι δυσανάγνωστες διαθήκες μπορούν να εκτελεστούν.

[1] Georges Perec, « Entretien avec Jean-Marie Le Sidaner », περιοδικό L’Arc, τχ. 76, σ. 3-10, 1979.
[2] Georges Perec, L’Éternité, collection « Chutes », Orange Export, 1981.
[3] Georges Perec, La Clôture et autres poèmes, collection « P.O.L », Hachette, 1980.
[4] Georges Perec, Entretiens et conférences, τ. II : 1979-1981, σ. 314, Éditions Joseph K., 2003.


Η Αιωνιότητα

Η Αιωνιότητα

Καταγόμενη από την αδιόρατη
κυρτότητα του ματιού
– απ’ όπου γνωρίζουμε ότι η γη είναι στρογγυλή –
η αιωνιότητα είναι κυκλική
αλλά επίπεδη

        〜

το μαξιλάρι είναι (βουνό) διάβρωση
το χαλί πανεπίπεδο

δεν υπάρχει πλέον ρήγμα
στον χώρο ούτε μέσα μου

: ο κόσμος πριν να
πτυχωθεί, ένας κυματισμός χόρτων
μεταξύ ανατολής και δύσης

                〜

μια νοητή γραμμή θα διασχίσει
αυτή τη λοξή ταλάντευση

ξέρουμε ότι τα νερά
θα διαχωρίζονταν εκεί αν υπήρχε
νερό

αλλά υπάρχει μόνο
μια δίψα για πτύχωση

                〜

σιλουέτες αλληλεπικαλύπτονται

κατά μήκος αυτής της πλασματικής ράχης
ακίνητες μέσα στην κίνησή τους

κάθε στιγμή είναι αντοχή και μνήμη

                〜

ο ορίζοντας στην απουσία του
είναι ένας στομωμένος δισταγμός

η τρεμάμενη προεικόνιση
του μαντριού
όπου κουρνιάζει η καταστροφή του

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: