Πολλές φορές έχω την αίσθηση ότι ισορροπώ στο δάχτυλο την υφήλιο που στριφογυρίζει, όπως εκείνη του Τσάπλιν στο Δικτάτορα, και διατρέχω με ταχύτητες αστραπών όλη την ιστορία της γης και των ανθρώπων –όχι μόνο βέβαια των γεγονότων– από γενέσεως κόσμου μέχρι τις μέρες μας και με πιάνει ο απόλυτος πανικός. Δεν έχω δει ούτε και μάθει παρά ελάχιστα πράματα, ούτε και μένει πλέον καιρός. Ένα μόνο με παρηγορεί και ας απλουστεύει τα πράγματα. Ότι παντού τα πάντα, σε όλες τις εποχές. Με τις ιδιαιτερότητες και τις παραλλαγές τους. Μια συνεχής αναζήτηση του θείου –ή υπερτέρων δυνάμεων– επίπεδη, όπως εκείνη των υπερκόσμιων και πολλών δεκάδων, ή και εκατοντάδων μερικές φορές μέτρων, χαραγμάτων στη Nasca του Περού, ή κατακόρυφη με πυραμίδες, πύργους, ακροπόλεις, καθεδρικούς ναούς…
Το υνί σχίζει βαθιά τη γη… έλεγε μία φράση σε αναγνωστικό του Δημοτικού, και από δίπλα ο σπορέας με έναν τουρβά γεμάτο σπόρους που τους έριχνε στη φρεσκοσκαμμένη γη. Μια χαρά επιβίωση! Τι τα ήθελε τα παραπέρα ο άνθρωπος; Είπαν επειδή ο εγκέφαλός του διαφοροποιούνταν σταδιακά από τις διάφορες μορφές ανθρωποειδών... (Θα σύστηνα το Yuval Noah Harari, Sapiens, Μία σύντομη ιστορία του ανθρώπου, μτφρ. Μ. Λαλιώτης, Αλεξάνδρεια 2015, αγγλ. έκδοση Harvill Secker 2014).
Από μικρά ψαροχώρια έγιναν πόλεις εκατομμυρίων αναζητώντας τα της μοίρας τους στον έναστρο ουρανό ή σε κόκαλα ζώων, πόλεμοι για το τίποτε ή για την ωραιότερη ανάμεσα στις γυναίκες, ηγεμόνες, αυτοκρατορίες, ανάκτορα, καλύβες, αποικιοκρατίες για αιώνες, ποταμοί αιμάτων, ξεριζώματα ανθρώπινων καρδιών για να βγει ο ήλιος της επόμενης μέρας, χιλιόμετρα από ιερά κείμενα που ξαφνικά μεταβάλλονται σε σπαθιά, απόψεις διατυπωμένες με εξισώσεις κοσμολόγων και συμπαντολόγων που κυλάνε όπως τα νερά του ποταμού που ύστερα πάνε και πέφτουνε στους καταρράκτες, καλλονές παντού ρυθμίζουν τα πάντα, ιερά, νεκροταφεία λαϊκών που τα κλωτσάνε οι απρόσεκτοι και αστών κάτασπρα σα ναοί, λιτανείες, προσανατολισμοί κτηρίων προς τα κοσμικά σύμβολα, τέχνες για να δαμαστεί ο χρόνος και να παραμείνει το θείον και το κάλλος –όπως τα εννοεί κανείς- ανάμεσα στους ανθρώπους, συνεχείς δεήσεις για τις ψυχές και επισκέψεις ψυχών ξαφνικές γύρω από λουλούδια της νύχτας ενώ οι ποιητές προσπαθούν να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα και οι ιστορικοί και οι πεζογράφοι να διευκρινίσουν γεγονότα και αίτια…
Και ξαφνικά εμφανίζονται από το πουθενά δύο σπαράγματα από τη ζωφόρο του Παρθενώνα – το ένα, ανάμεσα σε άλλα δύο τρία μας το επέστρεψε το Βατικανό, το άλλο, πάλι μαζί με άλλα δυο τρία, μας το επιστρέφει, λένε όπου να ΄ναι, το Kunsthistorisches Museun της Βιέννης. Είμαι σίγουρα ο τελευταίος που θα μπορούσε να «κατηγορηθεί» για λατρεία του κλασικού αρχαιοελληνικού ιδεώδους. Όμως σε αυτά τα δύο σπαράγματα, σίγουρα τα κεφάλια των εφήβων και του αλόγου είναι ένθεα. Και κανείς δεν ξέρει προς τα πού πηγαίνουν.
[2] Οι φωτογραφίες είναι από τον ηλεκτρονικό τύπο.