Δωμάτιο με Δόντια

Δωμάτιο με Δόντια

Έλσα Κορνέτη, «Δωμάτιο με δόντια και άλλες κοφτερές ιστορίες», Μελάνι 2023

Δωμάτιο με δόντια και άλλες κοφτερές ιστορίες είναι ο τίτλος της δεύτερης συλλογής διηγημάτων της Έλσας Κορνέτη. Περιλαμβάνει τριάντα μικρές ιστορίες μαγικού ρεαλισμού, που κυοφορήθηκαν την περίοδο της πανδημίας, τις ημέρες εκείνες όπου το παράλογο έγινε λογικό, το αφύσικο φυσικό, τα νοήματα αντιστράφηκαν και η καθημερινότητα από διαρκής και πολυσχιδής δράση μετα-τράπηκε σε ακινησία και στασιμότητα. Ο καθένας κλείστηκε αναγκαστικά στο δωμάτιό του, στο δικό του μικροκλίμα, στο δικό του σκηνικό, να ζήσει ως πρωταγωνιστής και θεατής ταυτόχρονα το δικό του δράμα εσωτερικού χώρου. Το βλέμμα των άλλων ως καθρέπτης της ταυτότητας και της αξίας μας δεν ήταν πλέ-ον διαθέσιμο. Γίναμε «σταματημένοι, ανύπαρκτοι αόρατοι» Αίφνης ο καθένας βρίσκεται έγκλειστος σε περιορισμένο χώρο, με κλειδοκράτορα και παντεπόπτη ελεγκτή το φόβο, ενώπιος ενωπίω με τον γνώριμο ή άγνωστο εαυτό του απέναντι στη δική του άβυσσο, καλωδιωμένος μπροστά σε ποικίλων μορφών και σχημάτων οθόνες. Η τεχνολογία επελαύνει ανεξέλεγκτη και ανερμάτιστη στο φοβικό πεδίο μια σοκαρισμένης συνείδησης. Σ’ αυτό το περιβάλλον γεννιούνται οι ιστορίες της Έλσας Κορνέτη.

Όταν η πραγματικότητα υπερβαίνει τη φαντασία, ο λόγος εξέρχεται από τον πραγματικό χώρο και τον τρέχοντα χρόνο για ν’ αναζητήσει «την αλήθεια της φαντασίας και της φαντασίας την αλήθεια», να διερευνήσει το μυστήριο της ύπαρξης, ισορροπώντας πάνω στην «ασάφεια των ορίων μεταξύ της λογικής και της τρέλας». Η Κορνέτη με τη γλωσσοπλαστική δύναμη του ποιητικού της λόγου, έχει την ικανότητα να δημιουργεί θαυμαστές μαγικές εικόνες, που αναδύονται από τα βάθη του συμπαντικού χρόνου και του συλλογικού ασυνειδήτου, από προηγούμενα στάδια της δημιουργίας. Ο πολύμορφος και πολυποίκιλος κόσμος των μύθων και των παραμυθιών με τις συμβολικές άχρονες φιγούρες του έρχεται να συνδράμει τη φαντασία για να συνθέσει τις δικές της παράδοξες ιστορίες που εκτυλίσσονται στο εσωτερικό σύμπαν των καθημερινών ανθρώπων, χωρίς τις περισσότερες φορές οι ίδιοι να τις αντιλαμβάνονται ως φορείς εσωτερικών μηνυμάτων, ως πηγή πληροφοριών για τη δική τους λησμονημένη αλήθεια.

Η συμβολική γλώσσα πρωταγωνιστεί. Τα δόντια του τίτλου και η επιθετική λειτουργία τους να κόβουν, να πολτοποιούν μετατρέπονται από αναγκαίο όργανο αφομοίωσης της τροφής σε αμυντικό και επιθετικό όπλο. Τα δόντια γίνονται τα τείχη και τα οχυρά ανθρώπου, οι φρουροί που δεν αφήνουν να περάσει τίποτα από τον έξω κόσμο στο σώμα, μάχονται την επαφή με τον άλλο άνθρωπο, αλλά και τα φονικά όπλα που απειλούν να μας συνθλίψουν κυριολεκτικά και μεταφορικά. Εξαπολύουν επίθεση συχνά αιφνίδια και απροσδόκητη. Μπορεί, για παράδειγμα, να είναι οι ματαιωμένες ζωές μας που ορμούν να μας κατασπαράξουν, η ασημαντότητα που μας απειλεί μέσα από τις οθόνες. Το στόμα γίνεται εδώ η κοιλότητα που οδηγεί ζωντανούς στην άβυσσο, σύμβολο κλειστοφοβικό, μας παραπέμπει στις εικόνες των δράκων, των μεγάλων ψαριών αλλά των μυθικών τεράτων που ξερνούν φωτιά και απειλούν με ολοσχερή αφανισμό.

Το παράδοξο έρχεται να δείξει το πραγματικό, αυτό που επιμελώς το άτομο αρνείται να κοιτάξει. Η συγγραφέας με τη μαγική γλώσσα του παραμυθιού δημιουργεί την αίσθηση της συμπαντικής ρευστότητας, της αέναης κίνησης, καθώς ο κύκλος της ζωής, δημιουργία καταστροφή, αναγέννηση αναβιώνει καθημερινά στο αχανές εσωτερικό τοπίο, όπου φυτά αλλόκοτα, σαρκοφάγα και μη, παράξενα φτερωτά όντα, ζώα με αλλόκοτη συμπεριφορά κινούνται σε έδαφος ολισθηρό, ο κίνδυνος της καταβύθισης υπαρκτός και ένα αδηφάγο στόμα αναπάντεχα παραμονεύει να καταπιεί ό,τι δεν έχει λόγο να υπάρχει πια. Ο εσωτερικός βυθός, ένας ανέγνωρος κόσμος ανεξερεύνητος, υφίσταται καθημερινά εκρήξεις και αναταράξεις από τον αρχέγονο τρόμο, που αφυπνίστηκε αυτή την περίοδο της παρατεταμένης παύσης. Περίεργοι υπόκωφοι ήχοι, απροσδιόριστοι, από αδιευκρίνιστες πηγές υποβάλλουν την ατμόσφαιρα της ανησυχίας, εντείνουν την εναγώνια αναμονή μιας ανατροπής. Ανά πάσα στιγμή κάτι σπάζει, θρυμματίζεται και επιχειρεί, έστω προσωρινά, να συγκολληθεί για να επιβιώσει. Οι ήρωες καλούνται ν’ αποκρυπτογραφήσουν τους νυχτερινούς εφιάλτες, τα επαναλαμβανόμενα όνειρα, αναγκάζονται να κοιτάξουν τη μέχρι τώρα αποσπασματική ζωή τους, «άλλοτε άνοστη και άλλοτε ωμή», που την υποτιμούσαν, κάποιες φορές την εξευτέλιζαν, βλέπουν την πλήξη τους, που γέμιζε προσωρινά μόνο με καταναλωτικά αγαθά, τόσα που έφραξαν οι αποθηκευτικοί χώροι των σπιτιών τους, αρχίζουν ν’ αντιλαμβάνονται ότι η ανεκτικότητα σε ό,τι επιβαλλόταν απέξω κατέληξε συνώνυμη της παραίτησης και της υποταγής. Άλλοτε πάλι για να αποφύγουν την επιθετική μανία των σκέψεων καταφεύγουν στη μακαριότητα των ψευδαισθήσεων. Η άσκηση βίας στα πλάσματα της φύσης, στα οικόσιτα ζώα και πουλιά, που φυλακίζονται για να διασκεδάζουν την πλήξη των κουρδισμένων ανθρώπων, καταγγέλλεται με μια ευφάνταστη αντιστροφή ρόλων, καθώς τα πλάσματα αυτά παίρνουν, έστω προσωρινά, την εκδίκησή τους. Ο θυμός για την παράδοξη καθημερινότητα γίνεται ειρωνεία, λόγος δηκτικός, όπως ταιριάζει σε κοφτερές ιστορίες, άλλοτε μεταμφιέζεται σε καρναβαλική παρωδία για να καταγράψει τις απόπειρες διαφυγής στην εικονική πραγματικότητα, τις αποδράσεις με τα ευφυή παραισθησιογόνα ή μέσω των άτεχνα σκηνοθετημένων παραστάσεων γιορτής, έτσι για να πάρει χρώμα η άχρωμη πραγματικότητα, να θυμηθεί ο άνθρωπος το γέλιο, το άγγιγμα, ν’ αφεθεί σε ονειρικό ταξίδι στο χρόνο σε μια φαντασμαγορική πόλη-φάντασμα, όπου κι εκεί όμως τα κοφτερά δόντια των αρουραίων τον περιμένουν.

Παράλληλα στο βιβλίο συναντάμε διηγήματα στα οποία εκφράζονται οι προβληματισμοί για τη μεταιχμιακή εποχή που βιώνουμε, κυρίως εμείς οι άνθρωποι του παλαιότερου ανθρωποκεντρικού κόσμου, καθώς μεταβαίνουμε σε μια μετα-ανθρώπινη εποχή. Έκδηλος ο προβληματισμός για την τεχνητή νοημοσύνη, την απομάγευση του κόσμου, την κερδοσκοπική εκμετάλλευση των πάντων, την απώλεια της αίσθησης του ιερού αλλά και η έγνοια ότι παραδίδουμε όλες τις στιγμές της ζωής μας σε μια συσκευή που καταγράφει την ιστορία μας και ανά πάσα στιγμή ένα λάθος μπορεί να τη διαγράψει. Η δυνατότητα περιήγησης σε ψηφιακούς δια-δρόμους, ο πειρασμός της διάδρασης με τους υπολογιστές υπόσχεται εμπειρίες μαγικές, εξωπραγματικές, μια σύντομη φυγή από «Μια ζωή χωρίς μαγεία, χωρίς την αναζήτηση του υπερπραγματικού, χωρίς πίστη στο μεταφυσικό, μια ζωή άγευστη, μια ζωή νεκρή, σαν ξεραμένη μέδουσα σε βράχο». Οι εμπειρίες όμως αυτές αποδεικνύονται μη διαχειρίσιμες από τον ανθρώπινο ψυχισμό, καθώς ανυποψίαστος παγιδεύεται σε περιοχές της δικής του εσωτερικής αβύσσου.

Κοφτερές αφηγήσεις, χωρίς ηθικολογίες, διδακτισμούς και οικολογικά κηρύγματα συνθέτει η Κορνέτη για την υβριστική συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι σε όλα τα έμβια όντα, την ανελέητη εκμετάλλευση της φύσης και των γήινων πόρων, επισημαίνοντας απεγνωσμένα τη μέγιστη απειλή η γη να γίνει μια άνυδρη έρημος, η ζωή να εξαφανιστεί και να μετατραπούμε σε αστρική σκόνη που θα ρουφήξει κάποιος γαλαξίας. Τουλάχιστον « Η προοπτική ότι ο κόσμος τελειώνει φέρει μέσα της κάτι από μια μελλοντική ιστορία σαν το τέλος των πάντων και την αρχή των άλλων».

Η πόλη της Θεσσαλονίκης χωρίς να κατονομάζεται, είναι ωστόσο αναγνωρίσιμη, όταν η συγγραφέας επιχειρεί την κοινωνική στρωματογραφία μιας πόλης. καταγγέλλοντας τη σοβαροφάνεια, την υποκρισία, το σκοταδισμό, τον καθωσπρεπισμό που διακρίνει τις αρχές της και μέρος του πληθυσμού της. Η πόλη διαχωρίζεται σε τρία μέρη : την άνω, τη μέση και την κάτω πόλη. Οι υπαινιγμοί για την περιπέτεια των σπουδαίων αρχαιολογικών ευρημάτων, η βίαιη απόσπασή τους από το φυσικό τους χώρο για τις ανάγκες του ακριβοθώρητου μετρό είναι εμφανείς. Με βάση αυτή τη στρωματογραφία της πόλης, η κόλαση είναι επάνω, ο παράδεισος κάτω από το έδαφος, εκεί που κατοικούν οι τρελοί, οι ανήσυχοι διαφορετικοί ή οι καλλιτέχνες που ταυτίζονται με το δημιούργημά τους, διαμελίζονται ως ο αμνός για χάρη του έργου τους. Η ευαισθησία, η δημιουργική ψυχή αναγκάζεται να δραπετεύσει, να μεταμορφωθεί σε ανθρωπόμορφο πουλί, για να γλιτώσει από το μένος των διωκτών της, που δεν είναι άλλοι από τους αυτοαποκαλούμενους ευαίσθητους. Η ειρωνεία και εδώ εμφανέστατη και δραστική. Όσο για το μυστικό του κόσμου, αυτό το στιλπνό γαλάζιο μαργαριτάρι, που αποκαλύπτεται μόνο στους ανιδιοτελείς, στους παραδομένους στη γαλήνη και στην ιερή σύνδεση με την ολότητα της δημιουργίας, αναζητείται να αιχμαλωτιστεί και ν’ αναλυθεί. Απειλούμενο από τη νοσηρή καταστροφική περιέργεια των σαρωτών ερευνητών του βυθού παραδόθηκε στην πρωτόγνωρη θαλάσσια δίνη και χάθηκε μαζί με τη θεσπέσια μελωδία sogno d’ amor, γραμμένη κι αφιερωμένη στους σύγχρονους αλιείς μαργαριταριών.

Η Έλσα Κορνέτη έγραψε δυνατά ρεαλιστικά κείμενα, με έκδηλη φιλοσοφική και κριτική διάθεση, ποιητικές αφηγήσεις με λόγο αιχμηρό, ρυθμικό, και δραστικό. Τα διηγήματα, παρά την αυτοτέλειά τους, συνομιλούν διαρκώς με συνδετικά μοτίβα και σύμβολα. Τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου απανωτές εικόνες διαδέχονται η μια την άλλη για τη ζωή μας στον απρόβλεπτο 21ο αιώνα. Η δυστοπία έχει δώσει ήδη το στίγμα της. Η συγγραφέας με μοναδικό εργαλείο το λόγο, που κι αυτός είναι μια λειτουργία σοβαρά απειλούμενη, βλέπει, προειδοποιεί και αντιστέκεται στο αδηφάγο τεράστιο στόμα που μας απειλεί. Οι άνθρωποι καθηλωμένοι στο στοματικό στάδιο, καταβροχθίζουμε αγαθά και ανθρώπους. Η αγάπη εξαγοράσιμη, το έπαθλο για την υποχώρηση των επιθυμιών μας και για την υποταγή στους ισχυρούς άλλους του ιδιωτικού βίου μας. Μια κοινωνία ανταγωνιστική όπου τα αιτήματα της πρωτιάς και της διάκρισης, να είσαι κάποιος για να αξίζεις, καταπίνουν πολλούς ανθρώπους και τους οδηγούν στο εσωτερικό κενό, την παραίτηση, την κατάθλιψη ή την παράνοια. Επινοούμε την αυτοτιμωρία μας, ματαιώνοντας κάθε απόπειρα διαφυγής, άστεγοι στα νεόχτιστα σπίτια μας, Το παιδί μέσα μας χρόνια παραμένει έγκλειστο και υφίσταται την ενήλικη αναλγησία μας, μέχρι να έρθει μια απρόβλεπτη στιγμή που θα εκραγεί και θα μας συντρίψει.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: