1
Γυρίσατε από τις διακοπές σας! Ε, και;
Πόσους σκαντζόχοιρους πατήσατε στον δρόμο;
Πόσες σκιές καταχραστήκατε;
Πόσα τζιτζίκια παρερμηνεύσατε;
Κι αφήσατε τόσον καιρό την ερημιά του σπιτιού σας να ηχεί στη διαπασών!
2
Eίδα το χέρι μου απόμερο
Απείθαρχο θα έλεγα, αν είχα προηγούμενες αφορμές
Αμήχανο, αν δεν ήξερα το σημειωτόν του μέσα σε εναλλασσόμενες τριγωνομετρίες
Aμύητο, αν δεν ήξερα τη λήθη των χειραψιών που έχει κάνει‒
Είναι αλήθεια πάντως: κάποιες φορές μυρίζει πεπρωμένο.
3
Γιατί να μιλήσω;
Αν δεν πειράξεις τη σιωπή δεν σε πειράζει
Γιατί να μιλήσω;
Θα είμαι σαν σταρ του βωβού
Που δεν τα κατάφερε στον ομιλούντα
Κανείς αφασικός δεν θα κινδυνεύσει από την ομιλία μου
Ας ξαπλώσω κάτω από τα δέντρα που στάζουν τόσες αυγές
Να πάρω το χρίσμα του ποτέ.
4
Όσο μεγαλώνω
Τα χημικά του χρόνου εμφανίζουν
Τις φωτογραφίες των καταναγκασμών μου
Νόμιζα ότι είχα την πιο άδολη ελευθερία του κόσμου
Την πιο ελεύθερη
Τώρα ο ένας μετά τον άλλον οι καταναγκασμοί προβάλλουν
Δείχνουν πόσο περιορισμένος ήμουν
Σαν ένα έντομο κάτω από το μικροσκόπιο
Μιας αναλφάβητης μοίρας
— Γιατρέ, αυτά τα μυγάκια στο βλέμμα μου θα τα βλέπω για πάντα;
5
Ψάχνω να βρω το πάτημά μου πάνω στην κυλιόμενη
Για να αφεθώ πάνω της
Με αλληγορίες ταξιδιού άλλωστε δεν συνερίστηκα τον χρόνο που περνάει;
Για να συμεριστώ τη φορά της
Όπως πάνω σε ένα αμετάκλητα ευθύγραμμο διάνυσμα
Όπου θα μπορώ να ονειρεύομαι κύκλους.
6
Θα ’θελα μόνο για αυτό να επιστρέψεις στη ζωή
Για να δεις τους περαστικούς της οδού 3ης Σεπτεμβρίου
Να κάνουν στροφή κεφαλής επ’ αριστερά —ή άλλοι επί δεξιά—
Σε κάποιους αδιόρατους επισήμους
Να πηγαίνουν με κατεύθυνση τα μεγάλα Σαββατοκύριακα
Να αφήνουν το βλέμμα τους να πέφτει απαλά
Όπως παίζουν με ένα μωρό
Να δεις, με λίγα λόγια, τη ζωή να συνεχίζεται
Να καταλάβεις ότι κάθε νεκρός επιθυμεί τον θάνατό του
Τον προετοιμάζει
Διαβάζει με κρυψίνοια τα μυστικά σημάδια του
Να δεις όπως κάθε νεκρός ξέρει
ότι κανένας θάνατος δεν είναι αυθαίρετος
Όπως νομίζουν οι επιζώντες
Κι αν είμαι κι εγώ ένας επιζών
Για να πληρώσω δίδακτρα
Στο φροντιστήριο του θανάτου
Πουλάω ακριβά το τομάρι μου
Τις νύχτες σε αυτοδίδακτους τατουατζήδες
Που δειγματίζουν το έγγραμμά μου πάνω στο πετσί
Ώστε να τους βγει ρόδο της σέπιας.
7
O πατρικός ουρανός από πάνω ως συνήθως
Κι η μητρική λάσπη
Τι θα μπορούσα να κάνω άραγε απέναντί τους;
Μόνο αυτά τα άδεια σύννεφα
Που προσποιούνται ότι η αιωνιότητα είναι συμπαγής
Ή, ναι, θα μπορούσα να κολλήσω μια μασημένη τσίχλα
πάνω τους
Κι όχι κάτω από την άσφαλτο, ως συνήθως
Όμως σταυρώνω απλώς τα χέρια
Κι ακούω τον πανικό της εγερτήριας σάλπιγγας
Τη βραδυπόρο επιστροφή της φυσαρμόνικας
Και περιμένω να έρθει ο καιρός κατά παντός υπευθύνου‒
Και δηλώνω ιδία ευθύνη ότι
Η σκέψη πως τα παιδιά φτιάχνουν τους γονείς τους
Δεν με ηρεμεί.
8
H τρελή βροχή ήταν ένα καλό πρόσχημα για τον αποχωρισμό
Νότισε τις παλάμες να γλιστρούν
Κι άφησε τη βροντή να μεταφράσει αδέξια το κλικ της μοίρας.