Άλογα πάθη / Ο μαέστρος-παρεξήγηση


Άλο­γα πά­θη

Τα άλο­γα το 'σκα­σαν μέ­σα στη νύ­χτα.
Δεν ξέ­ρω αν πή­γαν να συ­να­ντή­σουν τον Αχιλ­λέα ή τον Άι Γιώρ­γη
Ή να καλ­πά­σουν με τα φτε­ρά του Πή­γα­σου στη φα­ντα­σία των παι­διών.

Το βέ­βαιο εί­ναι ότι η μέ­ρα πέ­ρα­σε τυ­πι­κά: όρ­γω­σαν το χω­ρά­φι, κου­βά­λη­σαν πέ­τρες,
αλώ­νι­σαν τα στά­χυα.
Ανα­με­νό­με­νη τε­λε­τουρ­γία για άλο­γα πλά­σμα­τα. Δεν κί­νη­σαν κα­μία υπο­ψία.
Έκρυ­ψαν στις κόγ­χες των μα­τιών όνει­ρα ελευ­θε­ρί­ας ζυ­γί­ζο­ντας με ακρί­βεια την από­στα­ση
από την τρι­χιά του αλω­νά­ρη.

Το βρά­δυ όμως που κοι­μού­νται οι βε­βαιό­τη­τες, ξυ­πνούν οι ανα­τρο­πές.
Με­ρι­κοί καλ­πα­σμοί χω­ρί­ζουν την ήτ­τα από τη νί­κη.
Φεύ­γουν τώ­ρα κι ας άρ­γη­σαν.

Άλογα πάθη / Ο μαέστρος-παρεξήγηση

Ο μα­έ­στρος-πα­ρε­ξή­γη­ση

Εκεί­νος·
ο από­λυ­τος Σύλ­λας ή Ιέ­ρων ή Πε­ρί­αν­δρος
συ­νε­παρ­μέ­νος από κι­νή­σεις μα­έ­στρου των χε­ριών τη δύ­να­μη ζή­λε­ψε
για τα δι­κά του χέ­ρια νέο προ­ο­ρι­σμό ζη­τώ­ντας·
όχι μό­νο στρο­φή του αντί­χει­ρα προς τα κά­τω θα­νά­του κα­τα­δί­κη
και γρο­θιά , όχι υψω­μέ­νη ση­μαί­ας γεν­ναιό­τη­τα, αλ­λά σι­δε­ρέ­νια πυγ­μής γρόν­θος ανη­λε­ώς ζω­ές αφα­νί­ζο­ντας
και σή­κω­μα του δεί­κτη κε­ραυ­νός ολέ­θρου σε υπο­ψή­φιους μελ­λο­θά­να­τους.

Θαύ­μα­σε του μα­έ­στρου τα ανοι­χτά χέ­ρια που στα αυ­τιά του εκέ­λευαν εκεί­νο το «πει­θαρ­χία εὐπρα­ξί­ας μή­τηρ»
παλ­λό­με­να να ανα­σαί­νουν εξαί­σιες μου­σι­κές.
Και στη μέ­ση της ορ­χή­στρας στά­θη­κε εφιάλ­της,
ίδιος Μάκ­βεθ τους Ντάν­καν δο­λο­φο­νώ­ντας τη θέ­ση του να πά­ρει στο φο­νι­κό ψη­φι­δω­τό.

Όμως μα­ταί­ω­ση , πό­νος επι­θυ­μί­ας που ξε­μά­κρυ­νε,
βί­αια χει­ρο­νο­μώ­ντας σιω­πή απλώ­θη­κε στον κό­σμο
κι ού­τε μια νό­τα δε φο­βή­θη­κε κι όλες συ­ντε­ταγ­μέ­να εσί­γη­σαν.

Κι έμει­ναν τα χέ­ρια του από­λυ­του εκεί­νου Σύλ­λα ή Ιέ­ρω­να ή Πε­ρί­αν­δρου ψη­λά
πα­ρά­δο­σης κί­νη­ση στων μου­σι­κών την ετυ­μη­γο­ρία.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: