Οι ιδιομορφίες της μετάφρασης ενός έργου graphic novel: οι δυσκολίες που παρουσιάζει εν γένει η μετάφραση αυτού του είδους λόγου, εξαιτίας (και) της εικόνας που τον συνοδεύει. Οι ιδιαίτερες δυσκολίες του συγκεκριμένου έργου.
————————
Επανερχόμαστε, μετά από κάποιο καιρό, στις ενδιαφέρουσες μεταφρασεολογικές συζητήσεις της σειράς Μεταξύ μας, για τους άλλους. Η σειρά, υπενθυμίζουμε και επισημαίνουμε, στόχο έχει να αναδείξει «μεταξύ μας», δηλαδή εντός των τειχών του μεταφραστικού σιναφιού, τις στρατηγικές και τις τεχνικές κάποιων καλών μεταφράσεων σε δύσκολα έργα, καθώς και να καταδείξει στο ευρύ κοινό, τους «άλλους», τις αθέατες, από αυτό, δυσκολίες της λογοτεχνικής μετάφρασης και τη σημασία της ποιότητας της μετάφρασης, όσον αφορά την απόλαυση της ανάγνωσης. Στοχεύει και στοιχηματίζει στην ορατότητα της μετάφρασης (και όχι του/της μεταφραστή/μεταφράστριας). Η μέθοδος είναι απλή: ανοιχτές ερωτήσεις προς τον/την μεταφραστή/μεταφράστρια ενός συγκεκριμένου καλά μεταφρασμένου έργου. Αυτή τη φορά έχουμε δυο πρωτιές στη σειρά Μεταξύ μας. Για τους άλλους. Για πρώτη φορά πρόκειται για μετάφραση από τα γερμανικά και για πρώτη φορά πρόκειται για μετάφραση graphic novel. Μια συχνά εμφανιζόμενη βασική δυσκολία στη μετάφραση της graphic novel, είναι ότι τη πληροφορία της εικόνας που συνοδεύει το πρωτότυπο, είναι αρκετά πιθανόν, για λόγους πολιτισμικής ετερότητας, να μην είναι δυνατόν να την προσλάβει ο αναγνώστης της μετάφρασης, Φανταστείτε, για παράδειγμα, μια ελληνική graphic novel, στην οποία κάποιοι κεντρικοί ήρωες έχουν στην εμφάνισή τους χαρακτηριστικά τα οποία παραπέμπουν σε αναγνωρίσιμες από το ελληνικό κοινό μορφές του ελληνικού θεάτρου σκιών, π.χ. τον Καραγκιόζη και τον Χατζηαβάτη, υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς και τις ιδιότητες που πάγια αποδίδονται σε αυτές και είναι γνωστές στο ευρύ κοινό, αλλά όχι κατ’ ανάγκην και στο κοινό μιας ξένης γλώσσας στην οποία μεταφράζεται το έργο. Το συγκεκριμένο έργο, με του οποίου τη μεταφράστρια θα συζητήσουμε γραπτώς (sic), είναι Ο Βασιλιάς των Πλανόβιων, Ο Γκρέγκορ Γκογκ και η αδελφότητά του, των Μπέα Ντέιβις και Πάτρικ Σπετ, εκδόσεις ΚΨΜ 2022. Μεταφράστρια είναι η Μαριάννα Χάλαρη. Το έργο τοποθετείται χρονικά στον Μεσοπόλεμο, άρα είναι μάλλον επίκαιρο. Ας δούμε περί τίνος πρόκειται:
Στουτγάρδη, Πεντηκοστή 1929: Η αστυνομία στήνει οδοφράγματα, τα μαγαζιά της πόλης έχουν ξεπουλήσει ό,τι λουκέτο διέθεταν.
Ο Γκρέγκορ Γκογκ, γνωστός σε κάθε γωνιά της Γερμανίας ως "Βασιλιάς των Πλανόβιων", συγκεντρώνει όλους τους περιπλανώμενους, γυναίκες και άντρες, στο Διεθνές Συνέδριο Πλανόβιων και κηρύσσει την "εφ' όρου ζωής γενική απεργία". Δύο χρόνια νωρίτερα ο Γκογκ, πρώην ναύτης, είχε ιδρύσει την "Αδελφότητα των Πλανόβιων" με σκοπό να βοηθήσει τους άστεγους και να τους οργανώσει πολιτικά.
Μια ιστορία για τη φτώχεια και την ελπίδα, για τη φιλία και τη διαμαρτυρία — και για ένα ξεχασμένο κεφάλαιο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. (Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).
«Εκεί όπου τελειώνει ο αστός, αρχίζει ο παράδεισος!» (Γκρέγκορ Γκογκ).
EΡΩTHΣH: Ποιες ήταν οι δυσκολίες του έργου που οφείλονται ειδικά στο γεγονός ότι πρόκειται για graphic novel; Πώς τις αντιμετώπισες, ποιοι/ες ή/και τι, σε βοήθησαν;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Καταρχάς θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για τη δυνατότητα που μου δίνεις να πω δυο λόγια για τη μετάφραση του Βασιλιά των Πλανόβιων, την οποία έκανα με μεγάλη χαρά. Κάθε μετάφραση έχει τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητές της, οι οποίες σχετίζονται τόσο με το πρωτότυπο, ως έργο αυτό καθεαυτό, όσο και με το ευρύτερο πλαίσιο στο οποίο καλείται η μεταφράστρια ή ο μεταφραστής να το αποδώσει στη γλώσσα στην οποία μεταφράζει. Ως προς τις εγγενείς ιδιαιτερότητες του είδους στο οποίο ανήκει Ο Βασιλιάς των Πλανόβιων, λοιπόν, θα σημείωνα σίγουρα το ζήτημα του δεδομένου χώρου. Το μεταφρασμένο κείμενο στο γκράφικ νόβελ, και στα κόμικς γενικότερα, πρέπει να χωρέσει σε συγκεκριμένα πλαίσια και μπαλονάκια, δηλαδή σε συνήθως αυστηρά ορισμένο χώρο, και οποιαδήποτε σημαντική απόκλιση ή υπέρβαση στον αριθμό των χαρακτήρων πρέπει να αντιμετωπιστεί είτε με πιο «οικονομικές» αναδιατυπώσεις είτε με παρεμβάσεις γραφιστικού τύπου. Άλλες δυσχέρειες έχουν να κάνουν με το αμιγώς εικαστικό μέρος του πρωτότυπου έργου. Στο βιβλίο υπάρχει, για παράδειγμα, ένα δισέλιδο το οποίο αποτελεί κολάζ από αποκόμματα εφημερίδων, το εξώφυλλο ενός περιοδικού κ.λπ. Δεν μπορούσα, βέβαια, να το αφήσω εντελώς αμετάφραστο –δεδομένου, μάλιστα, ότι πρόκειται για κείμενα σε μια γλώσσα με την οποία δεν είναι εξοικειωμένο το μεγαλύτερο μέρος του αναγνωστικού κοινού– ούτε όμως να μεταφράσω απευθείας στο κολάζ, καθώς έτσι θα επεμβαίναμε από κοινού με τη γραφίστρια με καταστροφικό τρόπο στη δουλειά της εικονογράφου. Η λύση, τελικά, στην οποία καταλήξαμε με τους συντελεστές της έκδοσης, τον Δημήτρη Γκόβα και τον εκδότη Βασίλη Γραμέλη, καθώς και τις συνεργάτιδες του εργαστηρίου γραφικών τεχνών Σύνθεση των εκδόσεων ΚΨΜ, ήταν να διατηρήσουμε το αρχικό layout και να προσθέσω μια επεξηγηματική σημείωση στο τέλος. Λύσεις, επομένως, βρίσκονται, απλώς χρειάζονται λίγο περισσότερη σκέψη και συζήτηση.
Ποιες ήταν οι δυσκολίες που δεν μπορούν να αποδοθούν στο εικαστικό μέρος του έργου, δηλαδή δυσκολίες γλωσσικές ή πραγματολογικές; Πώς τις αντιμετώπισες, ποιοι/ές ή/και τι, σε βοήθησαν;
Στον Βασιλιά των Πλανόβιων έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους που υπήρξαν στην πραγματικότητα, που έδρασαν σε ένα δεδομένο ιστορικό πλαίσιο, της λεγόμενης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, κι ας είναι μυθιστορηματικοί χαρακτήρες στην προκειμένη περίπτωση. Θεωρώ ότι η ύπαρξη ιστορικού υποβάθρου είναι πάντα ένα ζήτημα το οποίο ο μεταφραστής ή η μεταφράστρια πρέπει να διαχειριστεί με προσοχή και ιδιαίτερη φροντίδα. Από αυτή την άποψη ήταν εξαιρετικά χρήσιμο το επίμετρο, σε κάθε περίπτωση όμως χρειάστηκε έρευνα για τη σωστή απόδοση κάποιων όρων, για παράδειγμα των λέξεων που σχετίζονται με το κίνημα των Vagabunden, κάτι που με απασχόλησε πολύ. Στο ύφος, επίσης, το οποίο είναι συνολικά απλό, αντιμετώπισα μερικές δυσκολίες ως προς την εύρεση αντιστοιχιών σε καθημερινές εκφράσεις της εποχής, τις οποίες απέδωσα με κάπως πιο παλιομοδίτικες δικές μας, π.χ. «παλιόπαιδο», «τεμπελχανάς», «χαραμοφάης» κ.λπ. Όταν, όμως, παίρνουν τον λόγο άτομα που κατέχουν κάποια αξιώματα (π.χ. δικαστές) το ύφος γίνεται πιο άκαμπτο, ξύλινο, στα όρια –όπως και στο γερμανικό– του γελοίου. Η λύση ήταν κάποιες επιλογές τις οποίες θα αποκαλούσα μάλλον καθαρευουσιάνικες. Δεν ακολούθησα κάποια αυστηρή γραμμή, αλλά πορεύτηκα έχοντας ως γνώμονα την ατμόσφαιρα του πρωτοτύπου. Όπως συμβαίνει γενικά στη μετάφραση, επρόκειτο για μια συνεχή διαδικασία λήψης αποφάσεων, άλλοτε με χαμηλότερο και άλλοτε με υψηλότερο βαθμό δυσκολίας. Ουσιαστικές ήταν, επίσης, οι παρατηρήσεις της επιμελήτριας Μαρίας Μαυροματάκη στο τελικό κείμενο. Ξεχωριστό κομμάτι στη διαδικασία της μετάφρασης ήταν, επίσης, η απόδοση που έπρεπε να επιλέξω για κάποια τραγουδάκια και στιχάκια που γνώριζαν μεγάλη διάδοση εκείνη την εποχή. Κατέληξα σε μια κατά προσέγγιση απόδοση, διατηρώντας κάποιες ομοιοκαταληξίες στα ελληνικά για να μη χαθεί το στοιχείο του ρυθμού.
«Das Lumpenlied»: Τραγούδι σε στίχους Erich Mühsam, μουσική Béla Reinitz και ερμηνεία Ernst Busch
Για την απόδοση ενός σημείου στο οποίο ήταν προφανής η χρήση γλωσσικού ιδιώματος, χρειάστηκε να επικοινωνήσω με τον ίδιο τον συγγραφέα Patrick Spät, ο οποίος ανταποκρίθηκε άμεσα και συνέβαλε κατά αυτό τον τρόπο στην επιλογή στην οποία προχώρησα. Είχα, ωστόσο, συμβουλευτεί και φυσικές ομιλήτριες που, είτε λόγω επαγγέλματος (συγγραφείς, μεταφράστριες κ.λπ.) είτε λόγω γεωγραφικής εγγύτητας στην περιοχή στην οποία μεγάλωσε ο κεντρικός ήρωας του έργου, μπόρεσαν να με βοηθήσουν στην κατανόηση του εν λόγω σημείου. Πάντα ρωτάω ανθρώπους που πιστεύω ότι θα μπορούσαν να γνωρίζουν κάτι σχετικό. Tο θεωρώ απαραίτητο βήμα. Και ας μην ξεχνάμε την τεράστια συμβολή των διαδικτυακών πηγών, είτε πρόκειται για λεξικά είτε για μπλογκ και φόρουμ στα οποία μπορεί κανείς να ξετρυπώσει τις πιο απίθανες πληροφορίες. Από αυτές δε, ξεκίνησε για μένα μια νέα αναζήτηση για πρόσωπα που μου έκαναν εντύπωση και με το έργο των οποίων επίσης θα ήθελα να ασχοληθώ μεταφραστικά στο μέλλον, για παράδειγμα τα κείμενα της ποιήτριας, ηθοποιού και χορεύτριας Γιο Μιχάλι (Jo Mihaly). Ως γνωστόν, οι ανακαλύψεις στο ίντερνετ, όπως εξάλλου και οι διακειμενικές αναφορές στα ίδια τα έργα, λειτουργούν αλυσιδωτά και ανοίγουν, ιδανικά, νέους ορίζοντες αναγνωστικής εξερεύνησης.
(13:50-15:50)
Γνωρίζοντας την εμπειρία σου σε μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων που δεν εμπίπτουν στην κατηγορία της graphic novel, πώς θα παρουσίαζες, εν συντομία, την μεταφραστική ιδιαιτερότητα της graphic novel εν γένει, πέραν του συγκεκριμένου έργου;
Νομίζω ότι η ιδιαιτερότητα της μετάφρασης στο συγκεκριμένο είδος έγκειται ακριβώς στους τεχνικούς περιορισμούς που υπαγορεύονται από την ίδια τη φόρμα του, αλλά και στην άμεση συνομιλία μεταξύ σεναρίου και εικόνων. Κάθε καρέ αποτελεί κατά κάποιον τρόπο μια ενότητα με την οποία επιτυγχάνεται ένα αποτέλεσμα στο πρωτότυπο κείμενο. Κάτι παρόμοιο πρέπει να συμβαίνει και στο μετάφρασμα, και αυτή η ιδιότητα του συγκεκριμένου κειμενικού είδους καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις μεταφραστικές επιλογές. Δεν ήταν λίγες οι φορές, για παράδειγμα, που η έκφραση ενός προσώπου ή μία χειρονομία, όπως τις έχει αποτυπώσει η εικονογράφος Bea Davies, με οδήγησαν στην επιλογή μιας μεταφραστικής λύσης έναντι μιας άλλης, γιατί π.χ. το βλέμμα του ομιλούντος προσώπου ήταν αυστηρό και έκρινα πως μάλλον δεν ταίριαζε μια ηπιότερου ύφους έκφραση την οποία είχα σημειώσει στην πρώτη γραφή.
Πώς έφτασες –γλωσσοπλαστικά– στον τόσο εκφραστικό και «δημιουργικό» τίτλο;
Ο τίτλος Der König der Vagabunden ήταν κάτι που με απασχόλησε από την πρώτη στιγμή. Για να καταλήξω στη μεταφραστική πρότασή μου έπρεπε πρωτίστως να απαντήσω στο ερώτημα τι ακριβώς σημαίνει Vagabund: ο περιπλανώμενος άνθρωπος, εκείνος που δεν έχει μόνιμη κατοικία. Επίσης, έπρεπε οπωσδήποτε να βρω έναν μονολεκτικό τρόπο απόδοσης, καθώς oποιαδήποτε περίφραση δεν εξυπηρετούσε ούτε την αμεσότητα που οφείλει να έχει ο τίτλος ούτε, βέβαια, την απαραίτητη οικονομία χαρακτήρων στα μπαλονάκια, για να μη βρεθούμε προ δυσάρεστων εκπλήξεων στα επόμενα στάδια της έκδοσης. Οι επιλογές «αλήτης» και «αλήτισσα», αλλά και «απάχης», απορρίφθηκαν λόγω της από ηθικής άποψης αρνητικά φορτισμένης σημασίας τους, ενώ άλλες όπως «νομάδες», «περιπλανώμενοι», «φερέοικοι» είτε δεν παρουσιάζουν ικανοποιητική πραγματολογική αντιστοιχία με το πρωτότυπο, είτε δεν προσφέρονται για λόγους οικονομίας χώρου, ή, πάλι, δεν εξασφαλίζουν εύηχο αποτέλεσμα. Οι «πλάνητες», τέλος, σε ένα κείμενο με μεγαλογράμματη γραφή, θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν ξεχωριστούς, αλλά μάλλον παράταιρους αστρικούς συνειρμούς. Μεταξύ «αστέγων» και πιο αρχαιοπρεπών «πλανόβιων» –τους οποίους εντόπισα στο Αντιλεξικό του Βοσταντζόγλου και αμέσως βρήκα άκρως ενδιαφέροντες– προκρίθηκαν οι δεύτεροι ως η πιο πρόσφορη, από κάθε άποψη, λύση: Εμπεριέχουν, ταυτόχρονα, τη ζητούμενη ιδιότητα του πλάνητα βίου και την ανέστια κατάσταση. Αμφιταλαντεύτηκα για τη χρησιμότητα ενός σημειώματος της μεταφράστριας, αλλά τελικά θεώρησα σημαντική την αναφορά στο ζήτημα, καθώς η τελική επιλογή σίγουρα ξενίζει το σύγχρονο αναγνωστικό κοινό. Θα μπορούσα, ωστόσο, να αφήσω στο σκοτάδι την αναγνώστρια και τον αναγνώστη, πράγμα που θα ήταν εξίσου θεμιτό! Ήταν ζήτημα προσωπικής επιλογής και εντάχθηκε στο βιβλίο με την πλήρη συμφωνία των υπευθύνων της έκδοσης.
To εξαιρετικό επίμετρο σε τι συμβάλλει στο έργο;
Το επίμετρο είναι γραμμένο από τον συγγραφέα, επομένως δεν ξέρω αν αφορά το μεταφρασεολογικό κομμάτι της στήλης, στάθηκε όμως πολύ σημαντικό στην από μέρους μου πρόσληψη του έργου. Για την πρωτότυπη έκδοση πραγματοποιήθηκε εκτενής έρευνα, καθώς ήταν επιλογή των δημιουργών να βασιστούν σε μεγάλο βαθμό στα ιστορικά γεγονότα. Το πολύ κατατοπιστικό επίμετρο που κλείνει την έκδοση βοηθάει τον αναγνώστη και την αναγνώστρια να εξοικειωθούν με τα πρόσωπα, τα γεγονότα και το συνολικό πλαίσιο – άλλωστε, η κίνηση των Πλανόβιων είναι, εν πολλοίς, άγνωστη και στο γερμανόφωνο αναγνωστικό κοινό. Επειδή, όμως, και η ίδια η μετάφραση συνήθως έχει ως αφετηρία της μια πολύ προσεκτική ανάγνωση, το επίμετρο λειτούργησε για μένα ως εισαγωγή στον κόσμο των Πλανόβιων, σε αυτό το μάλλον ξεχασμένο κομμάτι της γερμανικής ιστορίας. Με κατατόπισε πολύ ως προς το ιστορικό υπόβαθρο του κειμένου, διευκολύνοντας τη διαμόρφωση μιας σφαιρικής εικόνας, με βάση την οποία θα μπορούσα να κάνω πιο συνειδητά κάποιες μεταφραστικές επιλογές, π.χ. όσον αφορά τους όρους που περιγράφουν αυτή την κοινότητα των ανθρώπων στη Γερμανία του Μεσοπολέμου. Γνώμονας, εξάλλου, ήταν η διατήρηση του πραγματολογικού πλαισίου, έτσι ώστε να το φέρω λίγο πιο κοντά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό.
_____________
H επιλογή της εικονογράφησης και της μουσικής έγινε από την Μαριάννα Χάλαρη.