Είναι 1866 όταν ο Γιάκουμο Κοϊζούμι, ή, καλύτερα, αυτός που αργότερα θα γίνει ο Γιάκουμο Κοϊζούμι αλλά αυτή τη στιγμή είναι μόνο ο Lafcadio και σε μια πρωτύτερη ήταν ο Λευκάδιος,αντιλαμβάνεται με την άκρη του ματιού του το πρόσωπο του Andrea Calbo ή Κάλβου στην αυλή του σχολείου του, του Σεντ Κάθμπερτς του Ντάραμ. Το γεγονός αυτό εκπλήττει σφόδρα τον Lafcadio, μιας και σε κανένα σημείο της δεκαεξάχρονης ως τότε ζωής του δεν είχε κάποια αντίληψη περί του χαρακτήρα του προσώπου του Κάλβου ώστε να το αναγνωρίζει, ενώ είναι αμφίβολο αν είχε ποτέ ακούσει το όνομα του Ζακυνθινού, χαμένου όπως ο ίδιος στον στρόβιλο του χωροχρόνου και στη σαγήνη των μεταμορφώσεων.
Ωστόσο, γεγονός είναι πως το ονοματεπώνυμο «Ανδρέας Κάλβος» σχηματίζεται αυτόματα και ανεξήγητα στο μυαλό του νεαρού Λευκάδιου, που, χαμένος κυριολεκτικά στη σκέψη αυτή, στη σκέψη ότι μόλις είδε ένα πρόσωπο το οποίο ο ιδιοκτήτης του έχει χάσει και πιθανώς να αναζητά, και μάλιστα απελπισμένα, βρίσκεται πρόσωπο με πρόσωπο με έναν χαμηλής ευφυίας Σκοτσέζο νταγλαρά ονόματι Ντάνκαν, ο οποίος, εν μέσω μιας φαντασίωσης ότι εφορμά κατά τού κατακτητή στη μάχη του Κουλόντεν, λογχίζει, εξ αμελείας αλλά ανεπίστρεπτα, τον Lafcadio με μια ακονισμένη στέκα που βρήκε πεταμένη απ’ τον επιστάτη στον προαύλιο χώρο (στη δική της προηγούμενη ζωή, η στέκα αυτή είχε διδακτικό ρόλο, καθώς απ’ αυτήν κρεμόταν ένας παλιότερος χάρτης της βρετανικής αυτοκρατορίας στην αίθουσα διδασκαλίας).
Ο Γιάκουμο, αυτός που θα γίνει ο Γιάκουμο αλλά είναι ακόμη μόνο ο Lafcadio, ουρλιάζει από πόνο σαν Κύκλωπας καθώς το μυτερό κομμάτι της στέκας του Ντάνκαν διαπερνά την κόρη του αριστερού του ματιού. Ξεχνάει μεμιάς τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Calbo, τα οποία θα ξαναθυμηθεί εντελώς απρόβλεπτα πολύ μετά, μετά το Σινσινάτι, τη Νέα Ορλεάνη, την κουζίνα Cajun και το βουντού, λίγο πριν τα τέλη του Σεπτέμβρη του 1904, στο Τόκιο. Τότε όμως το πρόσωπο του Calbo εμφανίζεται στον μονόφθαλμο Χερν ως γιαπωνέζικο φάντασμα, ως Yōkai, καθώς σκύβει να μυρίσει τα λουλούδια στον κήπο του μια γλυκιά νύχτα στις αρχές του ιαπωνικού Φθινοπώρου.
Τρέμοντας σχεδόν, ο Γιάκουμο, κάποτε Lafcadio και αρχικά Λευκάδιος, παιδί που εγκαταλείφθηκε κατ’ επανάληψη και απ’ όλους μέχρι να βρει καταφύγιο στη στοργική αγκαλιά του υπερφυσικού, θα επιστρέψει στο δωμάτιό του, θα εντοπίσει έναν ενημερωμένο χάρτη της βρετανικής αυτοκρατορίας και θα μετρήσει την ακριβή απόσταση ανάμεσα στο Σεντ Κάθμπερτς του Ντάραμ και στο Λάουθ του Λίνκολνσιρ. Είναι 159,9 μίλια και ήταν τρία χρόνια πριν τον θάνατο του Calbo, ο οποίος, σκέφτεται με κάποιο τρόμο ο Γιάκουμο, πιθανώς να μη βρήκε ποτέ το χαμένο πρόσωπό του.