1.
Όταν ο άνθρωπος ονειρεύεται συλλογικά, ονειρεύεται τιμές ακίνητων, το κόστος της ζωής, τα σχολεία για τα παιδιά, τι να ψωνίσει. Όταν το όνειρο γίνεται εφιάλτης, βυθίζεται σε εικόνες βίας, σε μυρωδιές καμένης γης, σε φλασιές πορνό και μια αποπνικτική αίσθηση φόβου.
Πέρασα και περνάω τη ζωή μου μέσα σε μια δέσμη παραισθήσεων. Αρκετές φορές μέσα στη μέρα, νιώθω ότι συμμετέχω σε μια συζήτηση που διεξάγεται σ’ ένα κόμματι του νου μου, ανεξάρτητη από τα τεκταινόμενα, ανεξάρτητη από τη συγκυρία της στιγμής, όπως θα έλεγε ο Ναμπόκοφ. Είναι μια ουδέτερη, αποστασιοποιημένη, ανώνυμη φωνή, που την πιάνω να λέει λέξεις που δεν έχουν σημασία για μένα. Τελικά όμως αποδεικνύονται χρησιμότατες πολύ αργότερα. Ξεπηδούν χωρίς λόγο σε ένα κείμενο κι ενώνουν τα απομακρυσμένα. Βοηθούν στη συμμαχία αντιθετικών πεδίων. Πυροδοτούν.
Όσο για τις επαφές με τους άλλους, πέφτω σε χαρακτήρες (ανθρώπους εννοώ!) που λες κι έχουν ξεπηδήσει από μυθιστορήματα του Ουίλιαμ Γκάντις. Το θέμα της συζήτησης μέσα σε μια σκηνή, φαινομενικά κατανοητό, σταδιακά ξεφεύγει και ακυρώνεται. Οι χαρακτήρες του ξεκινούν μέσα σε μια ομίχλη και μένουν εκεί. Ασαφείς, και φαινομενικά ατελώς σχεδιασμένοι. Εξυφαίνουν ένα κουκούλι με το οποίο συναλλάσσομαι αλλά ποτέ δε σπάει για βγει η πολύχρωμη πεταλούδα.
Ως νικητής της γήινης μάχης ο άνθρωπος είναι πλέον απελπιστικά προβλέψιμος. Με τα είτε/είτε του, τους άμεσους νεολογισμούς του επί των φρικωδέστερων συνθήκων, τα πλαίσια και τα αφηγήματά του και, τέλος, την αποφυγή της αποδοχής του ως εκείνος που πραγματικά είναι: ένα μυρμήγκι του σύμπαντος.