Ο Γιώργος Βέης (Αθήνα 1955), από τους νεότερους ηλικιακά και πλέον δραστήριους συγγραφικά ποιητές της λεγόμενης Γενιάς του ’70, πολυβραβευμένος με σημαντικές διακρίσεις, εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1974 με την ποιητική συλλογή Φόρμες και άλλα ποιήματα 1970-1973, από τις εκδόσεις του Λεωνίδα Χρηστάκη «Κούρος» (τχ. 23). «Αβρός, ρομαντικός, ερωτικός, πνευματικός», όπως τον χαρακτήρισε ο Μιχάλης Μερακλής (Πυλαρινός, 2021:8), μας έχει δώσει δεκατέσσερις ποιητικές συλλογές [Φόρμες και άλλα ποιήματα (1974), Κι άλλη ποίηση (1976), Όλοι κοιμούνται στο καράβι (1979), Ο δράκος του μεσημεριού (1983), Παράφραση της νύχτας (1989). Γεωγραφία κινδύνων
(1994), Χρυσαλλίδα στον πάγο (1999), Υστερόγραφα γης (2004), Λεπτομέρειες κόσμων (2006), Ν όπως Νοσταλγία ( 2008), Μετάξι στον κήπο (2010), Βλέπω (2013), Για ένα πιάτο χόρτα (2016), Βράχια (2020)], εννέα ταξιδιωτικά βιβλία [Ασία, Ασία. Σινικές και άλλες μαρτυρίες (1999), Στην απαγορευμένη πόλη. Μαρτυρίες από την Άπω Ανατολή (2004), Με τις Μογγόλες. Μαρτυρίες συνεκδοχές
(2005), Έρωτες τοπίων. Μαρτυρίες μεταφορές (2007), Από το Τόκιο στο Χαρτούμ. Μαρτυρίες, συνδηλώσεις (2009), Μανχάταν-Μπανγκόκ. Μαρτυρίες, μεταβάσεις (2011), Παντού. Μαρτυρίες, μεταμορφώσεις (2015), Ινδικοπλεύστης. Μαρτυρίες, παρεκβάσεις (2017), Εκεί. Μαρτυρίες από το Βιετνάμ, την Ινδονησία, την Ιαπωνία, την Κίνα, το Καμερούν, τη Γερμανία (2019)], πλήθος κριτικών για μελέτες και βιβλία ξένης και ελληνικής λογοτεχνίας, επιβεβαιώνοντας τη στερεότυπη, αλλά ουσιαστική, (προ)ειδοποίηση, που καθιέρωσε στο βιβλίο του Από το Τόκιο στο Χαρτούμ, «Η συνέχεια στο επόμενο…».
Ποιητής, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας συνιστούν κύριες και καίριες ιδιότητες, αξεχώριστες μεταξύ τους, που συνθέτουν τη λογοτεχνική προσωπικότητα του Γιώργου Βέη. Η κριτική πολύπλευρα και πληθωρικά έχει επισημάνει τα κύρια χαρακτηριστικά της γραφής του, ποίησης και πρόζας, ενώ πρόσφατα έχουν δημοσιευτεί δύο τόμοι, εξαιρετικοί ως προς την αντιπροσωπευτικότητα του υλικού (εισαγωγή, χρονολόγιο, αποσπάσματα κριτικών μελετών, ανθολόγιο, συνεντεύξεις) που περιέχουν, και την εμβρίθεια και οξυδέρκεια της ματιάς του επιμελητή Θεοδόση Πυλαρινού, με θέμα την ποίηση και τα ταξιδιωτικά κείμενα του Βέη.
Η διακειμενική συνείδηση, η διάθεση στοχασμού πάνω στην ελληνική και ξένη λογοτεχνία, ο έρωτας και η γυναίκα, ο ασίγαστος πόθος, ο προβληματισμός για τον ρόλο της ποίησης, η υλική υπόσταση του κόσμου με όλα τα μικρά και ασήμαντα πλάσματά του προερχόμενα από το φυτικό και ζωικό βασίλειο, η χαρμολύπη που γεννά η συνειδητοποίηση της αέναης ροής του πανδαμάτορα χρόνου, το ταξίδι –κυριολεκτικό ή μεταφορικό– και η διάθεση περιήγησης και αναζήτησης νέων τόπων και αξιοθαύμαστων τοπίων, σε συνδυασμό με την πυκνότητα, λιτότητα και υπαινικτικότητα της γραφής, την ευελιξία του στίχου και των μορφών, την ειδολογική ποικιλία, τον διάλογο ανάμεσα στον τίτλο και το κυρίως σώμα του ποιήματος, είναι κάποιοι μόνο από τους τόπους (θεματικούς και ποιητικούς) της ποίησης του Γιώργου Βέη, που έχει ήδη επιμελώς επισημάνει η κριτική.
Στα ταξιδιωτικά του κείμενα —τα οποία συχνά ορίζει ως «μαρτυρίες», αποδίδοντας έτσι την ουσία αυτών— ο Γιώργος Βέης μας μεταφέρει σε τόπους που επισκέφτηκε ή έζησε πραγματικά, με την ιδιότητα του προξένου ή πρέσβη, ή και νοητά με τη δύναμη της φαντασίας. Η παραδοσιακή για το είδος οριζόντια, ab ovo, αφήγηση των γεγονότων αίρεται, «ενώ η γνώση παρέχεται αλλότροπα, διδακτικά μεν αλλά ως σύνθεση της πληροφορίας με την ιστορία, του θαυμασμού με τη διαπορία, του προβληματισμού με την οραματική διάθεση» (Πυλαρινός, 2022: 11). Μέσα από τα τοπία που ζωγραφίζει με λέξεις στο χαρτί, χωρίς να κρύβει την προτίμησή του στο μυστήριο και τη σαγήνη της τοπογραφίας και της ανθρωποτοπίας της αγαπητικά ιδωμένης Άπω Ανατολής, ο Βέης διαβάζει τον έξω και έσω κόσμο ως ολότητα, αναζητώντας και επιδιώκοντας την πολυπόθητη ισορροπία ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, τη ζωή και τον θάνατο, τη φθορά και την αφθαρσία, την ποίηση και την πρόζα. Πολυπρισματικά και ενίοτε πολυφωνικά, ο Βέης μέσα από τα ταξιδιωτικά του κείμενα ψυχογραφεί με λόγο μικροπερίοδο, υποβλητικό και γοητευτικά φιλοσοφικό, άντρες και γυναίκες, που συνάντησε στο διάβα του.
Το ταξίδι αποτελεί, λοιπόν, κοινή συνισταμένη του ποιητικού και πεζογραφικού έργου του Γιώργου Βέη, ο οποίος έχει δηλώσει πως
«Στο βαθμό που quidquid recipitur ad modum recipientis recipitur, που πάει να πει “κάθε ερμηνεία είναι βέβαια ερμηνεία του θέματός της, αλλά από τη σκοπιά του ερμηνευτή” κάθε φορά που γράφω εντυπώσεις, γράφω, κατ’ ανάγκην, εαυτόν. Ήτοι αλήθειες σύμφωνα με το μέτρο των δυνατοτήτων μου να διαβάσω λίγο πολύ σωστά τον κόσμο. Και τον διαβάζω κυρίως με τη φόδρα του. Γράφω, τις περισσότερες φορές, ως μόνιμος κάτοικος, παρά ως περαστικός» (Πυλαρινός, 2022:315).
Μόνιμος κάτοικος της ποίησης και της πρόζας, ο Βέης γράφει «εαυτόν», εξωτερικεύοντας τις φιλοσοφικές και υπαρξιακές ανησυχίες ενός φωτισμένου αναγνώστη και μελετητή της λογοτεχνίας, ενός ιδιότυπου πολίτη του κόσμου (Πυλαρινός, 2021: 32).
Πίσω από το μαγευτικό του ταξιδιού και την ευ-τοπία των τόπων της ποίησης και της πρόζας του Βέη, λανθάνει ο θάνατος. Ο θάνατος ως υπαρξιακό τέλμα, ως κώλυμα στην ευτυχία του ανθρώπου, ως αναπόφευκτο γεγονός που θα κόψει απότομα το σκοινί της περιπέτειας της ζωής, αλλά και ως μετωνυμία του ανικανοποίητου του έρωτα, ως απομάγευση της φύσης, ως παραίτηση από τη βίωση νέων εμπειριών, χρωματίζει ελεγειακά τη φωνή του συγγραφέα. Γράφει ο ποιητής στο σονέτο με την ένδειξη 3 από την ενότητα «Μεσσηνιακή Μάνη (έναστρη)» της συλλογής Υστερόγραφα γης:
Χαμηλώνει τώρα επικίνδυνα η σελήνη
πάνω απ’ τα πεύκα, θ’ ακουμπήσει τις έννοιες
μήπως θ’ αλλάξει σημασίες, να γίνουμε κύκλοι,
να δώσει αξία στ’ όνειρο και ζωή στο γράμμα;
Απομάγευση τοπίου ίσον θάνατος, πηγές
γρύλλοι, οι βελόνες, οι λεύκες, τα κλαδιά μ’ έρωτα
αιθέρας: οι λέξεις λευκές από παλαιότητα
ίπτανται, δέξου το είσαι μέλλων τάφος, το ψωμί
των άλλων, το μέλι, η αλήθεια του αέρα
επιστατεί εδώ η μαντική, άκου πέταλα
πέτρες ανοίγουν στη μέση όχι με φαντασία
αλλά μ’ εξαίσιο φιλί, προσωδία τίμια
της άνοιξης δηλαδή δοσμένη χάρις, με τρέλα
σαν το λόγο που ρίζωσε στου μυαλού σου την κοίτη.
Η αποδοχή πως είμαστε μέλλοντες τάφοι δεν συνιστά πεσιμιστική θεώρηση του κόσμου και του εφήμερου της ανθρώπινης ύπαρξης. Αντίθετα, είναι έμμεση παρότρυνση για την όσο το δυνατόν πιο έντονη και ουσιαστική βίωση του θαύματος και της ομορφιάς της ζωής, ακόμα και όταν με ειρωνική χροιά και αφοπλιστική —ίσως και λίγο κυνική— ειλικρίνεια περιγράφει, σε πρόζα πλέον, τα πανδοχεία του Άδη στην Ιαπωνία, ταπεινά πανδοχεία για νεκρούς, τα οποία
«λόγω της γνωστής, πάγιας σχεδόν στενότητας των κατοικήσιμων χώρων σπανίως οι νεκροί συγγενείς όλων των βαθμίδων χωρούν στο σπίτι με τους ζωντανούς» [Γιώργος Βέης, «Τα πανδοχεία του Άδη», στο: Παντού. Μαρτυρίες, μεταμορφώσεις (2015)]
μετατρέπονται σε κατάλυμα για «ζευγαράκια του παράνομου, του εξόφθαλμα εναλλακτικού ή και του λεγόμενου καθωσπρέπει έρωτα». Ζωή και θάνατος, χαρά και θλίψη, Άνω και Κάτω Κόσμος εναλλάσσονται στο έργο του Γιώργου Βέη, ο στοχασμός του οποίου καταβυθίζεται στα πιο τραυματικά γεγονότα και αδιέξοδα συναισθήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, κατορθώνοντας να αναδυθεί και πάλι στην επιφάνεια μέσα από την πίστη στην ιαματική δύναμη της γραφής και του τοπίου, μιας και δίνοντας στα μάτια μας τα καλύτερα τοπία, θα αποκτήσουμε την αιωνιότητα μέσω της κατάκτησης της μνήμης.
_____________
Θεοδόσης Πυλαρινός (ανθολόγηση-εισαγωγή-επιμέλεια), (2021), Για τον Γιώργο Βέη. Κριτικά κείμενα (για την ποίησή του), Λευκωσία: Αιγαίον.
Θεοδόσης Πυλαρινός (ανθολόγηση-εισαγωγή-επιμέλεια), (2022), Κριτικά κείμενα (ταξιδιωτικές μαρτυρίες), Λευκωσία: Αιγαίον.