Κλειδοκύμβαλα της Θεσσαλίας

Αθανάσιος Κίρχερ, Αιολική Άρπα από το σύγγραμμα «Νέα Φωνουργία / ή / Γάμος Μηχανο-φυσικός / Τέχνης και Φύσεως / Παράνυμφος Φωνοσοφία / τεχνηέντως συναφθείς» (Phonurgia Nova, 1673).
Αθανάσιος Κίρχερ, Αιολική Άρπα από το σύγγραμμα «Νέα Φωνουργία / ή / Γάμος Μηχανο-φυσικός / Τέχνης και Φύσεως / Παράνυμφος Φωνοσοφία / τεχνηέντως συναφθείς» (Phonurgia Nova, 1673).

Το μόνο ακουσθέν κλειδοκύμβαλο στη νοτιοδυτική Θεσσαλία

«Αν εξαντλήσουμε το θέμα μας, θα πέσει εξαντλημένο στο πάτωμα.» Δια στόματος του παλιού εκείνου Δάλλα κατά τη διδασκαλία του De bello gallico. Στην Ελλάδα δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμα ο Αστερίξ. Ευωδίαζαν ανιστορικά τα τριαντάφυλλα. Στο διπλανό θρανίο κολλητά με την ασύλληπτη φιλολογική μάσκα Σεραφείμ. Το ντάμι [ακατάγραφο σε Δημητράκο, Χρηστικό και ΛΚΝ — μόνο στο Θεσσαλικό Γλωσσικό ιδίωμα του Χαντζιάρα και το επιτομοδίτομο εγκυκλοπαιδικό Παπυράκι του 1961] — τούβλινο μονόχωρο σπιτάκι στο απόσκιο της αυλής έσταζε υγρασία στη μέση η σόμπα μπουμπουνίζοντας και όλοι εμείς γύρω της νήπιοι μεταξωτοί σκόροι ξηλώνοντας τη λατινομάθεια στο ντάμι μέχρι που γινόταν διάφεγγο αραβούργημα στο ύφος εσπερινής φανερώσεως παλιού άγουρου Απριλίου. Άγουρου Απριλίου, Είχε ψύχρα, οι πασχαλιές ανθισμένες. Τα ποδήλατα ακουμπισμένα στον τοίχο (1965 στο νομό Καρδίτσας 1 αυτοκίνητο ανά 231 κατοίκους —στην Αθήνα 1 ανά 19) —το ένα μισοπεσμένο, ο ένας τροχός γυρισμένος προς τα μέσα βίαια συστροφή της άρθρωσης τόσο κοντά σε στραμπουληγμένο ανθρώπινο μέλος ανθρώπινο όχημα — σταματημένη κίνηση σε ετοιμότητα επανεκκίνησης πάντα πηγαίνοντας προς αενάως αιωνίως μετατιθέμενο τέρμα. Στο τέλος του μαθήματος αχνίζοντας στην πύρα της ξυλόσομπας, ρουφώντας ηχερά τη ζουμερή έγκλιση των γραμματικών εγκλίσεων. Ποδηλασία θα έρθω με το ποδήλατο στους άφωτους δρόμους Σπάνια ασθενικά κατακίτρινα μοναχικοί τροπισμοί της νύχτας της πυρακτώσεως φώτα γιγάντιες λαμπυρίδες ανεμόσυρτες ανεβατές στους αραιούς ξύλινους στύλους του ηλεκτρικού Ογκηρό νυχτοδρόμιο της σκιάς προς την άλλη αποθήκη. Του πιάνου Δίπλα στο σπίτι, Παλιά σιταποθήκη, Μεταποιημένη σε σχολείο. Άδειες αίθουσες σούρουπο αργά. Χωνεμένοι σχολικοί ήχοι με σουρντίνα νυχτωμένης μέρας Θάλπος καλοχωνεμένου κάρβουνου σελαγίζοντας την τέφρα τη βουβή στάχτη. Στόμια σκοτεινά της μνήμης Με τον κούφιο βόγγο αδειανού γκαζοντενεκέ που κλοτσούν παιδιά πιτσιλισμένα με λάσπη και κραυγές χαράς θείο μπαρόκο στα καθημάς 1735 Κοντσέρτο nach Italiänischen Gusto vor ein Clavicymbel mit zweyen Manualen Denen Liebhabern zur Gemüthsergötzung verfertiget Γ.Σ. Μπαχ Δεύτερο μέρος Αντάντε οστινάτο στο αριστερό χέρι Εικονόγλωσσα Γολγοθά Μεγάλη Τρίτη τρίτες κατιούσες μικρές σκαλωμένες Μαύρα χάρτινα πουλιά καρφιτσωμένα στα σύρματα του ηλεκτρικού Κόρυμβοι απειλητικοί Στάση καταιγίδας Πάλι και πάλι στάση πένθους στα μπάσα  Έ-ν-ν-α  παρεστιγμένο σταριστερό Ανα δύο ρε στακάτο λακωνική ανάσχεση της πλημμυρίδας των δακρύων Μεταστροφή της μονοτονίας του πένθους από δημόσιο σε ιδιωτικό Το ερημοπούλι συνεχώς επαναλαμβανόμενο μαντοφωνικό σκούρο για να στίξει την αόριστη Πεδιάδα Το αξιοθαύμαστον Κυπαρίσσιον διαβαίνει με τα λιγνά του σχήματα την Τοποθεσίαν και την δίδει ένα ελεγείον χαρακτήρα





und mit starren Fingern / Dreht er was er kann Και με τα δάχτυλα τα παγωμένα παίζει όπως μπορεί. Μέχρι αργά βαθιά στη νύχτα. (Το μόνο ακουσθέν κλειδοκύμβαλο στη νοτιοδυτική Θεσσαλία.)




«Το πρώτον ακουσθέν εν Θεσσαλία κλειδοκύμβαλον»


«Πόσος καιρός είναι ένας αιώνας;»

ΑΠΟ ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΕΥΑΣ

«Ήχοι του παλαιού Καιρού επιτυχαίνουσι παντού το αυτί μας»
ΙΩΑΝΝΟΥ ΛΕΟΝΑΡΔΟΥ, ΝΕΩΤΑΤΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΧΩΡΟΓΡΑΦΙΑ, ΠΕΣΤΗ
1836

«[…] Εις την παρούσαν λοιπόν Βίβλον κατεστρώθη η τερπνοτάτη Θεσσαλία· [Η Θεσσαλία] είναι τόπος πολλά ωραίος και περίφημος, τον οποίον αυτή η φύσις εχάραξεν· όθεν δεν δυνάμεθα να μη ρίψωμεν το βλέμμα μας εις αυτήν με κάποιαν ξεχωριστήν ηδονήν. […] η Πεδιάς της Κοιλάδος της Θεσσαλίας διαχωρίζεται από όλα τα μέρη δι’ υψηλών Βουνών από τον επίλοιπον Κόσμον, και σχηματίζει μίαν περικλεισμένην βραχώδη λεκάνην, της οποίας παρομοία δεν ευρίσκεται εύκολα […] Από όλα τα μέρη συρρίζουν Χείμαρροι εις απάντησιν του Πηνειού […]» : Ιωάννης Λεονάρδος, Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία (Προς τους Φιλαναγνώστας – Επιθεωρία της Θεσσαλίας), Πέστη 1836. 

——————


«[…] Θα επισκεφθεί και τον Βελήπασα στο σεράι του Τυρνάβου. Ο πασάς τον ρώτησε για το αμερικάνικο εμπόριο. Θα έστελνε στην Αμερική ένα καράβι για να αγοράσει μερικά από τα “περίεργα προϊόντα της”. Στο σεράι βρισκόταν και μια ορχήστρα με Γερμανούς μουσικούς από τη Μάλτα. Για να τιμήσουν τους Αμερικανούς έπαιξαν τον αγγλικό εθνικό ύμνο: «God save the King.»: Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1810-1821, Τόμος Γ2, Αθήνα 1975, σ. 487-488. Ο επισκέπτης του γιού του Αλή, Βελή πασά, είναι ο Αμερικάνος φιλέλληνας κλασικός φιλόλογος Edward Everett (1819).

——————

«[…] Στα ριζά του κάστρου, κοντά σε μια πηγή, ο Βελής είχε χτίσει ένα εξοχικό σεράι. Τα νερά περνούσαν μέσα από την έπαυλη και την κρατούσαν δροσερή. “Ο σημερινός ιδιοκτήτης που δεν έχει ιδέα υδροστατικής παραμέλησε το κτίριο και το μετέτρεψε σε καφενείο. Οι ασπρισμένοι τοίχοι είναι γεμάτοι ονόματα Ελλήνων, Τούρκων και μερικών Ευρωπαίων. Κάποιος Άγγλος έγραψε σε διάφορα σημεία της αίθουσας του καφενείου αισχρότητες από κείνες που ασχημίζουν τους τοίχους του Λονδίνου. Έτσι οι Τούρκοι και οι Έλληνες θα μάθουν από τα πολιτισμένα έθνη και τις άσεμνες επιγραφές.»: Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1810-1821, Τόμος Γ2, Αθήνα 1975, σ. 477. Ο επισκέπτης είναι ο νεαρός Άγγλος ελληνιστής και δάσκαλος ξένων γλωσσών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Peter Edmund Laurent (1819). Το κάστρο είναι της Τριπολιτσάς. 

——————

«[…] στον Τύρναβο, όπου τους υποδέχτηκε ο Βελήπασας στο σεράι. Ο Βελήπασας διατηρούσε πολλά σεράγια στη Θεσσαλία. Τα τρία κυριότερα ήταν το Ακ σεράι στη Λάρισα, της Δεστάνης, της Αγιάς και του Τυρνάβου. Ο Ιωάννης Λεονάρδος, που είχε επισκεφθεί το σεράι του Βελήπασα στον Τύρναβο το 1822 το περιγράφει στη «Χωρογραφία» του […] Στο σεράι της Δεστάνης υπήρχε και τεχνητή λίμνη για τις λεμβοδρομίες του χαρεμιού (Επαμ. Φαρμακίδη, Η Λάρισα από των μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής εις την Ελλάδα [1881], Τοπογραφική και ιστορική μελέτη, Βόλος 1826) […] η Γαλλία είχε χάσει πια την επιρροή της στη οθωμανική αυτοκρατορία και οι Άγγλοι συνοδοιπόροι συμβούλεψαν τον Dupré να μην αποκαλύψει την εθνικότητά του. Αλλά δεν ήθελα να απαρνηθώ την πατριδα μου, γράφει ο περιηγητής. —Άλλοτε, είπε ο Βελής, όταν ερχόταν στην Ελλάδα ακόμα κι ένας Γάλλος μπαρμπέρης προκαλούσε την ίδια εντύπωση που προκαλεί σήμερα ένας πρεσβευτής. Για να ψυχαγωγήσει τους ξένους ο Βελής κάλεσε μια Ιταλίδα που είχε στο σεράι για να τραγουδήσει. “Ήρθε η σινιόρα, του φίλησε το χέρι αλλά είπε ότι δεν μπορεί να τραγουδήσει γιατί της είχαν ξεκουρδίσει το πιάνο”. Ο Κούμας γράφει ότι ο Βελήπασας έφερε το πρώτο πιάνο στην Ελλάδα. Το κουβάλησαν από την Τριπολιτσά στο σεράι του Τυρνάβου. Στις 6 Ιουνίου 1809 έγραφε ο πασάς από την Τριπολιτσά στον Άγγλο Hunter, έμπορικό πράκτορά του στη Μάλτα: “… σας μένω πολλά ευχάριστος δια την επιμέλειαν οπού έλαβε διά να μου στείλει το πγιάν-φορτ το οποίον πολλά γουστάρω διότι μου άρεσεν, την αγοράν του λοιπόν ας την περάσει εις την παρτίδα” […] Ο Βελής πρόσφερε στους ξένους περιηγητές μια άμαξα με έξι άλογα για να πραγματοποιήσουν εκδρομή στον Πηνειό […] Το τέλος του Βελή ήταν οικτρό […]»: Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1810-1821, Τόμος Γ2, Αθήνα 1975, σ. 512-513. Ο επισκέπτης (1819) του Βελήπασα είναι ο Γάλλος ζωγράφος Louis Dupré.

——————

«[…] Την 1η Απριλίου [1819] ύστερα από δέκα ώρες πορεία μέσα σε υπερβολική ζέστη, φτάσαμε στον Τούρναβο [sic]. Ο Βελή πασάς, γιός του Αλή πασά, έδωσε εντολές να καταλύσουμε στο σπίτι του γιατρού του, που ήταν Έλληνας, και μας είπαν πως σύντομα θα μας δεχόταν ο ίδιος. Πήγαμε για ακρόαση. Στην είσοδο του παλατιού ήταν συνωστισμένο ένα πλήθος ανδρών όλων των τάξεων και από όλες τις γειτονικές χώρες. Όμως εμάς μας πέρασαν αμέσως σε ένα δωμάτιο όπου έξι Τούρκοι και τρεις Έλληνες προεστοί, όλοι στην υπηρεσία του πασά, ήταν απασχολημένοι με το να γράφουν πάνω στα γόνατά τους. Είχαν την ευγένεια να μας προσφέρουν πίπες και καφέ και έπειτα ξαναστρώθηκαν στη δουλειά.

»Λίγες στιγμές αργότερα οδηγηθήκαμε μέσα σε μια αίθουσα υποδοχής που είχε μήκος πενήντα βήματα περίπου και ήταν διακοσμημένη με ιδιόρρυθμη μεγαλοπρέπεια. Πάνω σε ένα απέραντο ντιβάνι ήταν τακτοποιημένα συμμετρικά τριάντα οκτώ κατακόκκινα μαξιλάρια, κεντημένα με γοητευτικά σχέδια ανατολίτικου ύφους. Οι τοίχοι ήταν πλουμισμένοι με καθρέφτες και χρυσώματα. Ο ίδιος τρόπος διακόσμησης συνεχιζόταν και στο πανύψηλο ταβάνι. Χρυσωμένα ανάγλυφα τρόπαια καταλάμβαναν από κάτω μέχρι επάνω τις τέσσερις γωνίες, ενώ τοπία, άκομψα ζωγραφισμένα, χωρίς προοπτική, όμοια με τις ταμπέλες των χωριών μας, κυριαρχούσαν κατά μήκος του διαζώματος. Πλαισιωμένα με αψιδωτά υπέρθυρα δεκαεπτά παράθυρα ορθάνοιχτα, άφηναν να φανούν ελεύθερα υπέροχες εξοχές, και από κάθε αψίδας κορυφή κρεμόταν ένα πλούσιο κλουβί, μέσα στο οποίο κυκλοφορούσε ένα καναρίνι, σαν να αποτελούσε απαραίτητο εξάρτημα για κάθε πίνακα η εικόνα ενός φυλακισμένου, πάνω σ’ αυτή τη γη της υποτέλειας. Όλο αυτό το σύνολο, αν και βάρβαρο, δεν υπολειπόταν ούτε σε μεγαλείο, ούτε σε εντύπωση […] Δυο καναπέδες είχαν τοποθετηθεί κατ’ εξαίρεση για μας, απέναντι από τον πασά, στο βάθος της αίθουσας αριστερά, όπου ήταν η τιμητική θέση. Ήταν καθισμένος οκλαδόν πάνω στο ντιβάνι, ανάμεσα σε τρεις Τούρκους οι οποίοι στέκονταν όρθιοι μέχρι να τους δοθεί η διαταγή να καθίσουν, αφού πρώτα προσκάλεσε εμάς τους ίδιους με ένα νεύμα. Παρατηρήσαμε το όμορφο κεφάλι του, τη μακριά μαύρη γενειάδα του και το πλούσιο μαχαίρι που συγκρατούνταν στη ζώνη του. Το σώμα και τα γόνατά του ήταν τόσο διπλωμένα και βυθισμένα μέσα στα μαξιλάρια , ώστε δεν μπορούσαμε να υπολογίσουμε το ύψος του, ούτε να δούμε πώς έβγαιναν τα χέρια του από τα ρούχα ή από τη γούνα του. Ο Βελής μας έκανε μιαν ανάλαφρη υπόκλιση, και ξεκίνησε να μας μιλάει πρώτος, εκφραζόμενος σχεδόν πάντοτε στα ελληνικά και μερικές φορές στα ιταλικά […] Στη συνέχεια ο Βελής πρότεινε να ακούσουμε μια Ιταλίδα αοιδό. Η σινιόρα ήλθε μέσα στην αίθουσα και του φίλησε το χέρι, όμως καθώς είχε προσκληθεί να τραγουδήσει, ζήτησε συγγνώμη και παραπονέθηκε πως ήταν αδύνατον να μας διασκεδάσει, γιατί το πιάνο της ήταν ξεκούρδιστο. Ο πασάς, καθώς δεν είχε τίποτα πλέον να μας πει, μας πρόσφερε την άμαξά του για να μας οδηγήσουν στην κοιλάδα των Τεμπών.

»Αυτή ήταν η πρώτη επικοινωνία μας με τον γιο του Αλή πασά, ο οποίος έμοιαζε με τον πατέρα του μόνον στη στυγερότητα και τα βίτσια του. “Γνωρίζουμε, λέει ο Πουκεβίλ, ότι έχουν μεταφρασθεί για χάρη του Βελή, τα πιο αισχρά βιβλία της Ευρώπης. Ηδονιζόταν να ανακατεύει τον πόνο με την ηδονή, μάτωνε με δαγκωματιές τα χείλη της όμορφης γυναίκας που ατίμαζε, ξέσκιζε με τα νύχια του τις καμπύλες που μόλις είχε χαϊδέψει. Στον καιρό μου βλέπαμε ακόμα στα Γιάννενα ένα θύμα της λαγνείας του που βγήκε με κομμένα αυτιά από την αγκαλιά του”. Ο οικοδεσπότης μας, που ήταν και ο γιατρός του, μας πληροφόρησε ότι αυτός ο πρίγκιπας κατατρώγεται κρυφά από τα πλέον επαίσχυντα νοσήματα, πράγμα που ωστόσο δεν τον εμποδίζει να διατηρεί ολόκληρο χαρέμι […]»: Louis Dupré, Ταξίδι στην Αθήνα και στην Κωνσταντινούπολη ή Συλλογή προσωπογραφιών, εικόνων και ελληνικών και τουρκικών κοστουμιών, τα οποία ζωγραφίστηκαν επιτόπου εκ του φυσικού, λιθογραφήθηκαν και χρωματίστηκαν, Παρίσι 1825. Ο επισκέπτης του σαραγιού του Βελήπασα στον Τύρναβο είναι και πάλι ο Γάλλος ζωγράφος, ακουαρελίστας, λιθογράφος και σκιτσογράφος Λουί Ντιπρέ. 

——————

«[…] εις την πόλιν Τύρναβον, κειμένην προς τα θερινάς δυσμάς […] Τα πολλά κυπαρίσσια των Ελληνικών Εκκλησιών και 2. μικρά μοναστηράκια προς το Βουνόν φανερώνουν την ορθόδοξον Ελληνικήν Λατρείαν της οποίας οι περισσότεροι είναι ομολογηταί [1836]· 2. Τζιαμία αποδείχνουν την διοίκησιν του Ημισελήνου, και οι χαλασμένοι τοίχοι των Παλατίων μας ενθυμίζουν την προ δεκαέξ Ετών αιματώδη δεσποτείαν του Βελή Πασσά· αυτά είναι τα εξέχοντα σχήματα ταύτης της Πόλεως.

»Εις τα προπύλαιά της στρέφει ρέων ο Ξηράης, ένας πλατύς αμμώδης, πατητός Χείμαρρος, επί του οποίου είναι στημένη μακρουλή και στενή Γέφυρα. Η σειρά αυτή των Οικοδομημάτων εκτείνετο εδώ έμπροσθεν εις τας όχθας πλησίον του Γεφυρίου· και από αυτά τα Οικοδομήματα άλλα μεν ήσαν υψηλότερα, άλλα δε χαμηλώτερα κτισμένα. Αυτά συνίστοντο από πολλά μικρά και μεγάλα Δωμάτια, τα οποία ήτον χρωματισμένα με τα λαμπρότατα χρώματα, και πολλά με εικονογραφίας κι σκαλίσματα από σμύλακα, στολισμένα κατά τον κάλλιστον Ασιατικόν Στύλον. Κατ’ εξοχήν όμως εν τω μέσω αυτών υψώνετο εν ωραιότατον Οικοδόμημα τριόρωφον, του οποίου η Τεκτονική ήτον πολλά διάφορος των άλλων και κατά τον ωραίον Ευρωπαϊκόν τρόπον της νέας Τεκτονικής. Τα Δώματα εις το υψηλώτερον πάτωμα ήτον πολλά λαμπρώς , και χαριτωμένως στολισμένα, εκ των οποίων μιας Σάλας αι πλευραί ήτον από καθρέπτας κατασκευασμέναι. Από το ένα εξώστεγον μιας άλλης Σάλας, το οποίον ήτον προς την ανατολικήν γωνίαν του Οικοδομήματος, παριστάνετο μία εξαίρετος θεωρία προς την Λάρισσαν, και προς τας από τον Πηνειόν οφιοειδώς ποτιζομένας Πεδιάδας. Εις δε το κάτω πάτωμα εκτείνετο κατά μήκος μία μεγαλωτάτη Σάλα με ωραιοτάτας ζωγραφίας, της οποίας το έδαφος ήτον από τετραγώνους πλάκας στρωμένον, όπου πολλάκις επαρασταίνοντο παρά των Ευρωπαίων Θέατρα και Κωμωδίαι επί της δεσποτείας του Β. [Βελή] Π. [πασά]. Προς τούτοις δε ήσαν και Λουτρά πλουσίως στολισμένα, και προς το δυτικόν μέρος των Οικοδομημάτων ευρίσκοντο τινές νεοφυτευμένοι Κήποι· και εν μέσω της εξωτερικής αυλής τούτου του του λαμπρού Οικοδομήματος, εσώζετο ακόμη το Κυπαρίσσιον της Αγίας Παρασκευής, την οποίαν κρημνίσας αυτός εκ θεμελίων, έκτισε τούτο το Παλάτιον. [υποσημειωμένο:] Ενώ εχρημάτισα εις τους 1822. [χρόνους] Γραφεύς εις τον αοίδιμον Πρωεστώτα Τυρνάβου Αλέξ. Σισμανούλην, περιεργεία φερόμενος, υπήγα εν μια των ημερών δια να θεωρήσω το Παλάτιον (προ της πυρκαϊάς αυτού) του ανωτέρω ειρημένου Β. Πασσά, το οποίον μοι εφάνη πολλά λαμπρόν και μεγαλοπρεπές· μ’ όλον ότι είχον ιδεί και προτήτερα εις την Μοναρχίαν της Αουστρίας ωραιότερα, μ’ όλον τούτο, και αυτό μου είλκυσε την περιέργειαν […]»: Ιωάννης Λεονάρδος, Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία (Πελασγιώτις), Πέστη 1836. Ο «ελάχιστος Ομογενής, Θετταλομάγνης» Ιωάννης Α. Λεονάρδος περιγράφει εκ του φυσικού μα και ενθυμούμενος άλλα άλλων το παλάτι του Βελήπασα στον Τύρναβο.

——————

«Μηνιαίον εικονογραφημένον περιοδικόν Ανθρωπότης», Έτος α’, Τεύχος β’, Αθήναι, Δεκέμβριος 1919: «Η Ελληνικότης της Β. Ηπείρου και το Πρώτον Κλειδοκύμβαλον εν Θεσσαλία» υπό Γ.Δ. Ροδοπούλου:

»[…] εκ της αλληλογραφίας του Βελή Πασά, και εκ των άλλων πολυτίμων ανεκδότων εγγράφων της συλλογής του κ. Γ. Ζυγαλάκη, της κατατεθειμένης εις το Ιστορικόν και Εθνολογικόν Μουσείον, καταδηλούται ότι και ο χαρακτήρ και η γλώσσα και αυτών των εξισλαμισθέντων Ελλήνων της Βορείας Ηπείρου , παρέμειναν Ελληνικά, αφού όχι μόνον ο Αλή Πασάς και οι υιοί του, αλλά και αυτοί οι Πρόξενοι των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων αλληλογραφούντες με τους υιούς του Αλή Πασά έγραφον ελληνιστί […] Επίσης, ο εν Πάτραις Πρόξενος του “Ιμπεράτορος της Γερμανίας (Αυστρίας), ελληνιστί γράφων προς τον Βελή Πασάν, προσαγορεύει αυτόν “υψηλότατον, γενναιότατον, συνετότατον και πολυχρόνιον”. Μετατεθείς εκ του Μωρέως εις Θεσσαλίαν ο Βελή Πασάς, έκτισε μεγαλοπρεπέστατα μέγαρα εις Δέστανην της Αγυιάς και εις Τύρναβον. Εις Δέστανην, εκτός της μεγαλοπρεπείας της οικοδομής, ης φαίνονται ακόμη τα ερείπια, σώζεται και η τεχνητή λίμνη, εις την οποίαν διασκέδαζον με λεμβοδρομίας αι διάφοροι καλλοναί του χαρεμίου του.

»Το εν Τυρνάβω παλάτιον ήτο ωκοδομημένον, (ως γράφει ο Ιω. Λεονάρδος ο εκ της μεγάλης οικογενείας των Λεονάρδων των Αμπελακίων εις την νεωτάτην “Χωρογραφίαν της Θεσσαλίας” κατά τον ευρωπαϊκόν τρόπον της νέας τεκτονικής, όπου πολλάκις επαρασταίνοντο παρά των ευρωπαίων   “θέατρα και κωμωδίαι “ και ταύτα κατά το 1812 – 1820 περίπου.

»Το περιεργότερον όλων είναι ότι εις το χαρέμιον του Βελή Πασά εν Τυρνάβω εκαλλιεργείτο και η Ευρωπαϊκή Μουσική· διότι μεταξύ άλλων αντικειμένων πολυτελείας είχε κομίσει και κλειδοκύμβαλον. Τουλάχιστον αυτό φαίνεται εξ επιστολής του Βελή Πασά από 6 Ιουνίου 1809 εκ Τριπολιτσάς εις τον εν Μάλτα ανταποκριτήν του Ούντερ. Γράφει· “Σας μένω πολλά ευχάριστος δια την επιμέλειαν που έλαβες να μου στείλεις το   πγιάν φoρτ (Piano forte), το οποίον πολλά γουστάρω διότι μου άρεσεν”. Βεβαίως το πγιάν φoρτ μετεκομίσθη εκ Τριπολιτσάς εις Τύρναβον, όπου εχρησιμοποιείτο “δια τα θέατρα και τας παραστάσεις, κατά τον ευρωπαϊκόν τρόπον” και δια τας τέρψεις του χαρεμίου.

»Και αυτό βεβαίως υπήρξεν το πρώτον ακουσθέν εν Θεσσαλία κλειδοκύμβαλον, και εις τούτο τα πρωτεία έχει ο Τύρναβος.» 

——————

«[…] Ο Βεζίρης [ο Βελήπασας] καθόταν σ’ ένα ντιβάνι στο πάνω άκρο του, στο κεφάλι του φορούσε ένα μεγάλο μπλε τουρμπάνι με λωρίδες άσπρου λινού στη χαμηλότερη μπορντούρα του, η εξωτερική του ρόμπα ήταν κόκκινη με πλούσια γούνα στις άκρες της, στη ζώνη του είχε περασμένο ένα εγχειρίδιο, του οποίου η φαρδιά λαβή ήταν σκεπασμένη με πετράδια […] Στο χαμόγελό του υπήρχε κάποια χάρη, που έκανε παράξενη αντίθεση με το δυνατό και ορμητικό γέλιο του Αλή πασά, και σε όλες του τις κινήσεις μια κάποια λεπτότητα εντυπωσιακή, αν και δεν διέφερε από τη συνηθισμένη συμπεριφορά του Τούρκου ευγενούς. Ο Βελή πασάς είναι τριάντα οχτώ περίπου χρονών, με κανονικά και ωραία χαρακτηριστικά, και η έκφραση του προσώπου του συμφωνεί με το χαρακτήρα που μόλις περιγράψαμε. Γενικά ο χαρακτήρας του έχει μια τάση προς καταφανή τρυφηλότητα […] Καμιά φορά στην ομιλία του ανακάτευε και κάποια σπασμένη ιταλική φράση με τα πιο καθαρά ρομέικά του […] σε όλη τη διάρκεια της συνέντευξης ο τρόπος του διατήρησε τον ίδιο πολιτισμένο τόνο […] Ήταν σαφές πως τον είχε διαπλάσει εν μέρει κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα […] Ο Βελής έχει δύο συζύγους […] Το χαρέμι του Βελή στη Λάρισα λέγεται πως έχει εξήντα γυναίκες, αλλά αυτό το έμαθα ως απλή φήμη και ως τέτοια την παραθέτω […] Είναι ο μόνος Τούρκος για τον οποίο μπορούμε να πούμε πως αντιλαμβάνεται την αξία των αρχαιολογικών γνώσεων και του αρέσουν σε κάποιο βαθμό τα δείγματα τέχνης, τα οποία έφερε στο φως η αρχαιολογική έρευνα […] Το βράδυ της δεύτερης μέρας μας στη Λάρισα οι τρεις γιατροί του Βελή [ο Γιαννιώτης Γιάννης Βηλαράς, ο Σουλιώτης Λουκάς Βάγιας ή Βάιας ή Μπίας και ο Ζακυνθινός Γεώργιος Θερειανός—όλοι με σπουδές στην Ιταλία και τη Βιέννη] ήρθαν όπως τους είχε ζητήσει ο Βελής για να μου δώσουν το πλήρες ιστορικό των παθήσεών του και της θεραπευτικής αγωγής που είχαν εφαρμόσει ως τώρα[…]: Henry Holland, Ταξίδια στα Ιόνια Νησιά, την Αλβανία, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία κτλ. κατά τα έτη 1812 και 1813, Λονδίνο 1815, μτφρ. Γιώργου Καραβίτη. Ο 24χρονος Άγγλος γιατρός Χένρι Χόλαντ διηγείται την επίσκεψή του στο σεράι του Βελήπασα στη Λάρισα.

——————

«… genius loci … genius locutionis»
ΑΛΑΝ Σ. ΓΟΥΑΪΣ, ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ ΜΙΜΗΣΗ: ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ

«Γεωγραφίαν τε και χωρογραφίαν παρά τας άλλας μαθήσεις προκρίνειν» »
ΙΩΑΝΝΟΥ ΛΕΟΝΑΡΔΟΥ, ΝΕΩΤΑΤΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΧΩΡΟΓΡΑΦΙΑ, ΠΕΣΤΗ 1836

«Έτσι, όπως πάντα, οι καλύτερες χρήσεις των πραγμάτων είναι συμπτωματικές»
ΑΛΑΝ Σ. ΓΟΥΑΪΣ, ό.π.

«Συνεχίζοντας την πορεία μας πάνω σ’ αυτή τη δεύτερη λοφοσειρά, ακολουθώντας έναν βραχώδη και ανώμαλο δρόμο, φτάσαμε ξαφνικά στην κορυφή μιας ράχης που σταματά σε μιαν απότομη πλαγιά στα βόρεια, και σχηματίζει ένα όριο σ’ αυτήν την κεντρική περιοχή της Θεσσαλίας […] Δεν θυμάμαι να έχω δει τοπίο με πιο ιδιαίτερα και μεγαλειώδη χαρακτηριστικά από αυτό που είχα μπροστά μου εδώ και το οποίο γινόταν ακόμη πιο εντυπωσιακό με την αιφνίδια εμφάνισή του […] Τη στιγμή που έφτασα στη ράχη, ο ήλιος έλαμπε πάνω από την πεδιάδα δημιουργώντας μια αστραφτερή θαμπάδα σε όλη της την έκταση. Ήταν σαν να στεκόμουν πάνω από μια τεράστια λίμνη και μέσα στην περίμετρο των 150 τουλάχιστον μιλίων (160 χλμ.) δεν υπήρχε ούτε ένα ύψωμα για να καταστρέψει την εντύπωση. Αυτό που τώρα είναι εντύπωση, μπορεί κάποτε να ήταν πραγματικότητα και είναι αδύνατο να κοιτάξουμε τη μεγάλη αυτή λεκάνη, την επίπεδη, ομοιόμορφη επιφάνειά της και το φράγμα των βουνών που την περιβάλλουν από παντού, χωρίς να πιστέψουμε την παράδοση ότι κάποτε καλυπτόταν από νερά. Η εντύπωση αυτή είναι πολύ πιο έντονη από αυτό το σημείο, παρά από οποιοδήποτε άλλο, απ’ όπου παρατήρησα τον Θεσσαλικό κάμπο. Στη σημαντική αυτή είσοδο από νότο στην πεδιάδα βρισκόταν η αρχαία πόλη της Θαυμακίας και ο σημερινός Δομοκός καλύπτει την ίδια αξιόλογη τοποθεσία πάνω στην ψηλή κορυφή ενός λόφου. Η κορυφή του στεφανώνεται από ένα κάστρο που μοιάζει να κρέμεται πάνω από την πεδιάδα. Η εξαιρετική θέα από αυτό το σημείο δεν διέφυγε της προσοχής των αρχαίων συγγραφέων. Ο Λίβιος βεβαιώνει την προέλευση του ονόματος Θαυμακία από την έκφραση του θαυμάσιου χαρακτήρα της […] Κάνει την ίδια παρομοίωση της πεδιάδας με μεγάλη θάλασσα:

«Γιατί η Θαυμακία βρίσκεται σε ύψωμα πάνω από το δρόμο καθώς έρχεσαι από τας [Θερμο]Πύλας και τον Μαλιακό Κόλπο μέσω Λαμίας, πάνω ακριβώς στο πέρασμα, και δεσπόζει σ’αυτό που αποκαλούν Κοίλη Θεσσαλία· διασχίζεις δύσβατους ορεινούς όγκους, δρόμους που κλωθογυρίζουν μέσα από ένα στροβιλισμό κοιλάδων, και όταν φτάσεις στην πόλη, απλώνεται ξαφνικά μπροστά σου κάτι σαν την απεραντοσύνη του ανοιχτού πελάγους, ολόκληρη η πεδιάδα ώστε να είναι αδύνατον να μετρήσεις με το μάτι ό,τι βλέπεις κάτω και μπροστά σου ίσαμε κει που πάει. Από το θαύμα αυτό την είπαν Θαυμακία“.

»Την ομοιότητα κάνει πιο έντονη η ιδιαίτερη καμπυλότητα των βουνών που αποτελούν τα όριά της και για τα οποία δεν μπορώ να πω τίποτα περισσότερο παρά να παραθέσω μια σύντομη αλλά εμφατική περιγραφή τους από τον Πλίνιο:

“Στη Θεσσαλία υψώνονται τριάντα τέσσερα βουνά που τα ονομαστότερα είναι το Κερκέτιο Όρος, ο Όλυμπος της Πιερίας και η Όσσα. Απέναντί τους έχουν την Πίνδο και την Όθρυ. Αυτά είναι στραμμένα προς τη Δύση, ενώ το Πήλιο όρος προς την Ανατολή. Σχηματίζουν εν χορώ μια καμπύλη θεατρικού κοίλου όπου φωλιάζουν σαν να παρακολουθούν θέατρο εβδομήντα πέντε πόλεις.”

»Όταν φτάσαμε στην κορυφή του περάσματος του Δομοκού, κοίταξα για τελευταία φορά τη μεγάλη Θεσσαλική πεδιάδα, την οποία δεν είχα ξαναδεί έτσι, λάμποντας σε όλη της την επιφάνεια με μια ομοιόμορφη λάμψη, αλλά σκεπασμένη με σκοτεινές και ακατάστατες μάζες, που επέτρεπαν πού και πού να περάσουν οι εξασθενημένες ακτίνες ενός χειμωνιάτικου ήλιου, κι έδιναν σ’ αυτό το αχανές τοπίο μια άγρια και πολύ εντυπωσιακή όψη. Σταμάτησα λίγη ώρα στην κορυφή της ράχης για να τη θαυμάσω και θα έμενα περισσότερο αν δεν ήταν οι συνοδοί μου Τάταροι του Αλή και του Βελή να με παρακινήσουν δείχνοντάς μου το προχωρημένο της μέρας και τη φύση του ορεινού δρόμου , που μας περίμενε.»: Henry Holland, ό.π.

——————

«Λίγες περιοχές της Ελλάδας παρουσιάζουν τόσο έντονα χαρακτηριστικά όσο η πεδιάδα της Θεσσαλίας. Απ’ όποια πλευρά κι αν προσεγγίσουμε αυτή τη λεκάνη, πρέπει πάντα να διαβούμε τη ρεματιά ενός ποταμού ή την πλαγιά ενός βουνού. Την εκπληκτικότερη θέα μας την προσφέρει ο Δομοκός. Αυτή η μεγάλη κωμόπολη, που στέκει σκαρφαλωμένη σαν φρουρός πάνω από την πεδιάδα της Καρδίτσας, έπαιξε πάντα το ρόλο της πύλης της Θεσσαλίας και η κατάληψή της από τα τούρκικα στρατεύματα, το 1897, σήμανε το τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου. Από εδώ, το χειμώνα το πανόραμα απλώνεται πάνω από τα τετράγωνα των χωραφιών, και μακριά στον ορίζοντα τις μέρες που ο ουρανός είναι καθαρός, μέχρι τον επιβλητικό χιονισμένο όγκο του Ολύμπου. Το καλοκαίρι η αντίθεση είναι εξίσου έντονη, ανάμεσα στην ισχνή βλάστηση από πουρνάρια του πρώτου πλάνου, στα πράσινα τετράγωνα του βαμβακιού, και τα κίτρινα των καλαμιών χαμηλότερα.»: Michel Sivignon, Θεσσαλία: Γεωγραφική ανάλυση μιας ελληνικής περιφέρειας, μτφρ. Γιούλη Αναστοπούλου, Μορφωτικό Ινστιτούτο Αγροτικής Τράπεζας, Αθήνα 1992 (Πρώτη έκδοση του γαλλικού πρωτότυπου Lyon 1975. Οι έρευνες του συγγραφέα άρχισαν το 1963 και συνεχίστηκαν με διαλείμματα ως το 1972).


Ηχητικό παράρτημα


Παραμερίζοντας τα πραγματολογικά ας φανταστούμε πως το πγιάν φορτ του Βελήπασα μπορεί να διέθετε ενσωματωμένο και το νατουραλιστικό «τούρκικο πεντάλ» για την αναπαραγωγή λεπτών ήχων από κουδουνάκια αλλά και αφυπνιστικών από τύμπανα σαν αυτά που συνεπήραν τους Βιεννέζους στις μπάντες των γενιτσάρων.

Μπετόβεν: 6 Variations σε ένα πρωτότυπο θέμα op 76 σε ρε μείζ. Χρονολογία συνθεσης 1809, πιθανόν μεταξύ Μαΐου και Σεπτεμβρίου – στις 11-12 Μαΐου τα γαλλικά στρατεύματα βομβαρδίζουν και καταλαμβάνουν τη Βιέννη. Κατά τις αναμνήσεις του συνθέτη και στενού φίλου τού Μπετόβεν, Φέρντιναντ Ρις, στη διάρκεια των βομβαρδισμών ο Μπετόβεν καταφεύγει στο κελάρι του αδελφού του και σκεπάζει το κεφάλι του με μαξιλάρια γιατί δεν αντέχει το θόρυβο. Χρονολογία έκδοσης 1810, Λιψία και Λονδίνο. Αφιερωμένο στον Φραντς Ολίβα, στενό φίλο του Μπετόβεν. Ο Μπετόβεν επιστρέφει στο θέμα στο 4ο Μέρος [«Τούρκικο Εμβατήριο»] της σκηνικής μουσικής για το θεατρικό έργο του Άουγκουστ φον Κότσεμπου «Τα ερείπια των Αθηνών» op.113 (1811).

Σβιατοσλάβ Ρίχτερ, Σάλτσμπουργκ, 17-19 Αυγούστου 1970

Εμίλ Γκίλελς, Μόσχα, 1966

Άλφρεντ Μπρέντελ

Επίδειξη γενιτσαρικών βοηθητικών εξαρτημάτων σε πιάνο του κατασκευαστή Άντον Μάρτιν Τιούμ (Βιεννη,1815), από την Σουζάνα Σκερμ, καθηγήτρια πιάνου στο Εθνικό Μουσείο Μουσικής του Πανεπιστημίου της της Νότιας Ντακότα

Η κόρη του Βλαδίμηρου Σοφρονίτσκι, ρωσοκαναδή πιανίστρια Βιβιάνα Σοφρονίτσκι στο Βαλς αρ. 1 D.145 του Σούμπερτ, σε αντίγραφο από τον Πολ ΜακΝάλτι ενός Κόνραντ Γκραφ του 1819, με «τούρκικο πεντάλ»


J.S. Bach: Concerto nach Italiänischen Gusto vor ein Clavicymbel mit zweyen Manualen Denen Liebhabern zur Gemüthsergötzung verfertiget BWV 971 (1735). Πλήρες. Με την Κριστίν Σορνσχάιμ. Ηχογραφημένο στις 15 Φεβρουαρίου 2019, στην Κατοικία Μπαρτολότι στο κέντρο του Άμστερνταμ.


J.S. Bach: Concerto nach Italiänischen Gusto vor ein Clavicymbel mit zweyen Manualen Denen Liebhabern zur Gemüthsergötzung verfertiget BWV 971 (1735). Πλήρες Με την Τατιάνα Νικολάγεβα στο πιάνο, 1982.


__________

ΝΒ
Μερικές φορές οι σύνδεσμοι δεν λειτουργούν με απλό ctrl+click.
Τότε ο επιθυμών να ακούσει, οφείλει να τους αντιγράψει και να τους κολλήσει στο σχετικό πεδίο του Google.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: