Βραβείο Μετάφρασης 2022

Βραβείο Μετάφρασης 2022


Η Νί­κη Σταυ­ρί­δη εν­νή­θη­κε (1954) και με­γά­λω­σε στην Πό­λη. Σπού­δα­σε Αγ­γλι­κή Φι­λο­λο­γία στο Πα­νε­πι­στή­μιο της Κω­στα­ντι­νού­πο­λης (İstanbul Üniversitesi, Edebiyat Fakültesi) και Κοι­νω­νι­κή Αν­θρω­πο­λο­γία στο Πα­νε­πι­στή­μιο Αι­γαί­ου στη Μυ­τι­λή­νη. Στην Αθή­να ήρ­θε το 1979. Έχει ζή­σει 8 χρό­νια στην Ιτα­λία.
Έχει με­τα­φρά­σει τουρ­κι­κά και αγ­γλι­κά βι­βλία. Με­τα­ξύ των έρ­γων που με­τέ­φρα­σε από τα τουρ­κι­κά στα ελ­λη­νι­κά εί­ναι το μυ­θι­στό­ρη­μα Ξυ­λό­κερ­κος πόρ­τα (Erguvan Kapısı) της Ογιά Μπαϊ­ντάρ (εκδ. Κο­νι­δά­ρη 2013), Ο ου­ρα­νο­ξύ­στης του Ταχ­σίν Γιου­τζέλ (εκδ. Κέ­δρος 2012), η αν­θρω­πο­λο­γι­κή με­λέ­τη Δεν έχω πα­τρί­δα έχω τον τό­πο μου - Ρω­μιοί της Πό­λης- Χώ­ρος, μνή­μη, τε­λε­τουρ­γί­ες της Νουρ­ντάν Τουρ­κέρ (εκδ. Πα­τά­κη 2018), Απο­συ­νά­γω­γοι του Ογούζ Ατάι (εκδ. Gutenberg 2022), Πα­λιός κή­πος-Πα­λιά αγά­πη της Τε­ζέρ Οζ­λού (εκδ. Τσου­κά­του 2023) κ.ά.
Έχει με­τα­φρά­σει στα ελ­λη­νι­κά και επι­με­λη­θεί το Ημε­ρο­λό­γιο εξο­ρί­ας - Ερ­ζε­ρούμ 1943 του Γιώρ­γου Χα­τζη­δη­μη­τριά­δη (εκδ.  Εστία 2011).
Έχει με­τα­φρά­σει στα τουρ­κι­κά το μυ­θι­στό­ρη­μα Το κα­πλά­νι της βι­τρί­νας της Άλ­κης Ζέη (α' έκ­δο­ση Boyut Yayınları 1989, β' έκ­δο­ση Arion Yayınları 2007).
Από τα αγ­γλι­κά, με­τα­ξύ άλ­λων, με­τέ­φρα­σε το μυ­θι­στό­ρη­μα Το πη­γά­δι της μο­να­ξιάς (The Well of Loneliness) της Radclyffe Hall (εκδ. Κουκ­κί­δα 2003).

Συμ­με­τεί­χε στις συλ­λο­γι­κές εκ­δό­σεις:
Η Ελ­λά­δα των γυ­ναι­κών (στα γερ­μα­νι­κά: Griechenland der Frauen, Verlag Frauenoffensive, 1989 / ελ­λη­νι­κή έκ­δο­ση: Εναλ­λα­κτι­κές Εκ­δό­σεις, 1992)
Και με­τά τα 50 τι - Μαρ­τυ­ρί­ες γυ­ναι­κών για τη μέ­ση ηλι­κία (εκδ. Αλε­ξάν­δρεια, 2011).

Ήταν μέ­λος της ομά­δας που δη­μιούρ­γη­σε το Ελ­λη­νο­τουρ­κι­κό λε­ξι­κό (εκδ. Ρο­δα­μός 1994) και το Τουρ­κο­ελ­λη­νι­κό λε­ξι­κό (Εκδ. Κέ­ντρο Ανα­το­λι­κών Γλωσ­σών και Πο­λι­τι­σμού, 2000). Επί­σης επι­με­λή­θη­κε το Τουρ­κο-ελ­λη­νι­κό Λε­ξι­κό (2013) και το Ει­κο­νο­γρα­φη­μέ­νο Τουρ­κο-ελ­λη­νι­κό Λε­ξι­κό (2016) των εκ­δό­σε­ων Πα­τά­κη.
Έχει με­τα­φρά­σει στα τουρ­κι­κά τα κεί­με­να των ιστο­σε­λί­δων Με το βλέμ­μα των πε­ρι­η­γη­τών (www.​tra​velo​gues.​gr) και Πε­ρι­η­γη­τι­κές δια­δρο­μές (www.​tra​velt​rail​s.​gr) του Ιδρύ­μα­τος Αι­κα­τε­ρί­νης Λα­σκα­ρί­δη.
Μια συλ­λο­γή δι­η­γη­μά­των της με τί­τλο Μι­κρές αστό­λι­στες ιστο­ρί­ες εκ­δό­θη­κε το 2018 στις Εκ­δό­σεις του Βι­βλιο­πω­λεί­ου της Εστί­ας.
Εί­ναι μέ­λος της Εται­ρεί­ας Με­λέ­της της κα­θ' ημάς Ανα­το­λής (www.​etmelan.​gr)
και της συ­ντα­κτι­κής επι­τρο­πής του πε­ριο­δι­κού Η Κιν­στέρ­να.

Τί­τλοι κρι­τι­κο­γρα­φί­ας στο πε­ριο­δι­κό Η Κιν­στέρ­να:

- Γιώρ­γος Βα­λα­σιά­δης, Και στα Τα­ταύ­λα χιό­νι, τχ. 9, Ιού­νιος 2006
- Σερ­γκούν Αγάρ, Φί­λη­σα μια φο­ρά την Ευ­δο­ξία μτφ. Φ. Κα­ρά­ο­γλαν, τχ.11, Ιού­νιος 200
- Ιρέ­νε Ουνζ-Μαυ­ρο­γορ­δά­του, Το πα­λιό σπί­τι στο Βό­σπο­ρο, μτφ. Εύη Με­λά, τχ.12, Δε­κέμ­βριος 200
- Πά­νος Ν. Τζε­λέ­πης, Ιστο­ρί­ες του Νταή Στα­βρή από την επο­χή των σουλ­τά­νων, τχ.13, Ιού­νιος 2008
- Σο­φία Σπα­νού­δη, Γράμ­μα­τα από την Πό­λη, τχ.15, Ιού­νιος 2009
- Φετ­χιέ Τσε­τίν, Η για­γιά μου μτφ. Φ. Κα­ρά­ο­γλαν, τχ.16, Δε­κέμ­βριος 2009
- Λι­λί­κα Μπο­μπό­λου, Φε­μι­νι­σμός Εσω­τε­ρι­κού Χώ­ρου-Χρο­νι­κό μιας πο­ρεί­ας στο φε­μι­νι­στι­κό κί­νη­μα (1979-2005),  τχ.17, Ιού­νιος 2010
- Γιάν­νης Πα­πα­κώ­στας (επιμ.), Προς την αδελ­φήν στρα­τιώ­του-Γράμ­μα­τα από το Μι­κρα­σια­τι­κό Μέ­τω­πο, τχ.18, Δε­κέμ­βριος 2010
- Θω­μάς Κο­ρο­βί­νης, Φα­χι­σέ Τσί­κα,  τχ.19, Ιού­νιος 2011
- Γιάν­νης Μα­κρι­δά­κης, Η άλω­ση της Κων­στα­ντί­ας, τχ.20, Δε­κέμ­βριος 2011
- Πά­νος Ν. Τζε­λέ­πης, Ένας ντα­ής, τχ. 21-22, 2012
- Ντα­βίντ Μπο­ρα­τάβ, Ψί­θυ­ροι στο Μπέιο­γλου, μτφ. Αριά­δνη Μο­σχο­νά, τχ. 21-22, 2012
- Ιζ­ζέτ Τζε­λά­σιν, Μαύ­ρος ου­ρα­νός, μαύ­ρη θά­λασ­σα, μτφ. Κρυστ. Γλυ­νια­δά­κη, τχ. 24, 2014
- Γρη­γό­ρης Οι­κο­νο­μί­δης,
Χαλ­κη­δό­να, η ελ­λη­νι­κή κοι­νό­τη­τα της ασια­τι­κής Πό­λης (ντο­κι­μα­ντέρ), τχ. 24, 2014
- Θω­μάς Κο­ρο­βί­νης, '55, τχ. 25, 2015
- Θα­νά­σης Βαλ­τι­νός, Ο τε­λευ­ταί­ος Βαρ­λά­μης, τχ.25, 2015
- Ίρις Τζα­χί­λη, Μπαϊ­ντί­ρι 1922 - Μια ιστο­ρία απώ­λειας από τη Μι­κρα­σία,  τχ. 25, 2015
- Soloúp Αϊ­βα­λί (κό­μικ), τχ. 26, 2016
- Χρή­στος Ανα­γνω­στό­που­λος, Το τέ­λος της μπα­λά­ντας, τχ. 27, 2017
- Νουρ­ντάν Τουρ­κέρ, Δεν έχω πα­τρί­δα έχω τον τό­πο μου - Ρω­μιοί της Πό­λης - Χώ­ρος, Μνή­μη, Τε­λε­τουρ­γί­ες, χτ. 28, 2018
- Χρή­στος Ανα­γνω­στό­που­λος, Ανα­βο­λές και κα­τή­φο­ροι, τχ. 29, 2019
- Ηρα­κλής Μήλ­λας Ο οι­κο­γε­νεια­κός τά­φος, τχ. 30, 2020
- Ηλί­ας Μα­γκλί­νης, Εί­μαι όσα έχω ξε­χά­σει, τχ. 30, 2020
- Ελέ­νη Φί­λη-Νιό­τη, Ένα σού­ρου­πο σε μια γει­το­νιά του Πέ­ρα, τχ. 31, 2021
- Χρυ­σού­λα Ανα­γνω­στο­πού­λου, Ελ­λη­νί­δες εκ­δό­τριες στην Οθω­μα­νι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία (1887-1922), τχ. 32, 2022
- Φυ­ρου­ζάν, Ένα κα­λο­καί­ρι γε­μά­το αγά­πη, μτφ. Θ. Ζα­ρά­γκα­λης, τχ. 32, 2022
- Ρέα Στα­θο­πού­λου, Οι πο­δη­λά­τισ­σες, τχ. 32, 2022

Τα τε­λευ­ταία χρό­νια με­λε­τά το λο­γο­τε­χνι­κό έρ­γο του αρ­χι­τέ­κτο­να Πά­νου Ν. Τζε­λέ­πη (Πό­λη 1894-Αθή­να 1976) και το έρ­γο του Χρή­στου Δο­σί­θε­ου Ανα­γνω­στό­που­λου (Πό­λη 1941-Βί­σμπα­ντεν 2018).

Εδώ και εί­κο­σι πέ­ντε χρό­νια ζει και ερ­γά­ζε­ται στην Αθή­να. Εκτός από τα τουρ­κι­κά μι­λά­ει αγ­γλι­κά, ιτα­λι­κά και γαλ­λι­κά.


(Απόδοση ποιητικών τμημάτων: Δημήτρης Μαύρος)
_________

Από­σπα­σμα από το μυθ­στό­ρη­μα του Oguz Atay Aπο­συ­νά­γω­γοι, Gutenberg 2022

Βρα­βείο Με­τά­φρα­σης του περ. Χάρ­της (2023)
_________

Πρώ­τη φο­ρά στη ζωή του λα­χτά­ρη­σε να ήταν άλ­λος άν­θρω­πος. Ήταν μια αί­σθη­ση σαν τη δί­ψα για ένα άγνω­στο πιο­τό. Να μπο­ρείς ν’ αλ­λά­ξεις. Να γί­νεις ένα και­νούρ­γιο ον που δεν ανα­γνω­ρί­ζεις ού­τε ο ίδιος. Μια με­τα­μόρ­φω­ση, μια αλ­λα­γή που κά­θε ζω­ντα­νό πλά­σμα επι­στρα­τεύ­ει όσες δυ­νά­μεις έχει για να της αντι­στα­θεί. Εί­ναι μια ρο­πή που τρο­μά­ζει και έλ­κει ταυ­τό­χρο­να. Πό­σο δύ­σκο­λο για τον άν­θρω­πο να σκε­φτεί ότι μπο­ρεί να αλ­λά­ξει, μπο­ρεί να κα­τα­νι­κή­σει το τυ­φλό πεί­σμα των κυτ­τά­ρων του που πα­λεύ­ουν με όλες τους τις δυ­νά­μεις να αντι­στα­θούν στους εξω­τε­ρι­κούς πα­ρά­γο­ντες, προ­σπα­θούν να απο­βά­λουν τα ξέ­να στοι­χεία που θέ­λουν να ει­σχω­ρή­σουν στο σώ­μα. Το να αλ­λά­ξεις σή­μαι­νε να γί­νεις ξέ­νος προς τον εαυ­τό σου. Όταν ένα υπό­λειμ­μα τρο­φής πά­ει και κρύ­βε­ται σε μια μι­κρή κοι­λό­τη­τα του δο­ντιού μου, τι ορ­μη­τι­κά που του επι­τί­θε­ται η γλώσ­σα, και πα­ρό­λο που ξέ­ρει ότι δεν μπο­ρεί να μπει μέ­σα, χτυ­πά­ει και ξα­να­χτυ­πά­ει με όλη τη μα­λα­κό­τη­τά της πά­νω στους σκλη­ρούς τοί­χους. Ξέ­νε, του λέ­ει, δεν μπο­ρείς να μεί­νεις σ’ εκεί­νο το κού­φω­μα. Οι σιε­λο­γό­νοι αδέ­νες εκ­κρί­νουν χεί­μαρ­ρους για να δια­λύ­σουν και να πνί­ξουν το κομ­μα­τά­κι· η γλώσ­σα επι­τί­θε­ται εκ νέ­ου σαν φί­δι, προ­σπα­θεί να βρει μια ελά­χι­στη χα­ρα­μά­δα για να ει­σχω­ρή­σει. Ο λαι­μός ξε­ρο­κα­τα­πί­νει, δη­μιουρ­γεί πε­λώ­ριες ρου­φή­χτρες θέ­λο­ντας να κα­τα­πιεί αυ­τό το ασυ­νεί­δη­το μι­κρό πράγ­μα. Όλα μα­ζί συ­νερ­γά­ζο­νται στην προ­σπά­θεια, ανα­λώ­νο­νται. Σχί­ζε­ται η άκρη της γλώσ­σας, ξε­ραί­νε­ται το λα­ρύγ­γι. Σκο­πός εί­ναι η δια­τή­ρη­ση της ολό­τη­τας του ζω­ντα­νού ορ­γα­νι­σμού, η απο­φυ­γή της αλ­λα­γής. Το σώ­μα επα­να­στα­τεί ενα­ντί­ον κά­θε και­νούρ­γιου πράγ­μα­τος· και στο πιο άνε­το κρε­βά­τι του κό­σμου, την πρώ­τη φο­ρά που θα κοι­μη­θεί, θα πε­ρά­σει τη νύ­χτα άυ­πνο. Το μυα­λό, αυ­τός ο τρο­με­ρός δι­κτά­το­ρας του σώ­μα­τος, στην ου­σία εί­ναι ένας συ­ντη­ρη­τι­κός σα­τρά­πης. Και πα­ρ’ όλα αυ­τά δεν εί­ναι τό­σο δε­μέ­νο στις πα­ρα­δό­σεις του όσο εί­ναι το σώ­μα. Κα­μιά φο­ρά θέ­λει να το πα­ρα­σύ­ρει σε νέ­ες πε­ρι­πέ­τειες, σε άγνω­στες εμπει­ρί­ες, και τό­τε έρ­χε­ται αντι­μέ­τω­πο με την τυ­φλή εξέ­γερ­ση των αδα­ών κυτ­τά­ρων. Τα κύτ­τα­ρα δεν υπα­κούν στις δια­τα­γές του διοι­κη­τή: κά­νουν ανταρ­σία. Το σώ­μα μου επα­να­στα­τεί. Κοί­τα­ξε τα χέ­ρια του: τα εξέ­τα­σε με εχθρι­κό βλέμ­μα. Κοι­τά­χτη­καν για λί­γο· έπει­τα τα βλέ­φα­ρα συ­να­ντή­θη­καν με­τα­ξύ τους και έκλει­σαν αρ­γά αρ­γά. Ο Τουρ­γκούτ ανα­σά­λε­ψε, άνοι­ξε τα μά­τια. Έκα­νε μια κί­νη­ση για να διώ­ξει από πά­νω του την υπνη­λία: άνα­ψε άλ­λο ένα τσι­γά­ρο.

«Πρέ­πει να αφή­σω τον εαυ­τό μου», μο­νο­λό­γη­σε. Πρέ­πει να πά­ψω να αντι­στέ­κο­μαι. Πρέ­πει να ζή­σω, να δω. Να μη φο­βά­μαι να τα­ξι­δέ­ψω σε τού­τη τη χώ­ρα που δεν γνω­ρί­ζω. Πρέ­πει να μπω στον κό­σμο αυ­τών των απρό­σω­πων αν­θρώ­πων για τους οποί­ους δεν εν­δια­φέ­ρε­ται κα­νείς. Το τα­ξί­δι του Σε­λίμ έμει­νε στη μέ­ση, το ίδιο και το μυα­λό του… Και τι δου­λειά έχω εγώ με αυ­τούς ; Πώς μπο­ρώ, Σε­λίμ ; Τι να κά­νω εγώ μα­ζί τους ; Και τι να κά­νουν αυ­τοί μα­ζί μου ; Μην το λες, Τουρ­γκούτ. Αυ­τοί θα κά­νουν με­γά­λη χα­ρά άμα σε δουν. Θα τους πεις και τα χαι­ρε­τί­σμα­τά μου. Θα πεις ότι εί­χα δου­λειά και δεν μπό­ρε­σα να πάω και να με συγ­χω­ρέ­σουν. Θα δεί­ξουν κα­τα­νό­η­ση. Εί­ναι όπως στα όνει­ρα, Τουρ­γκούτ· αν δεν αντι­στα­θείς με το μυα­λό σου, βρί­σκε­σαι ξαφ­νι­κά μπρο­στά σε μια πόρ­τα. Εί­ναι όλοι τους μα­ζε­μέ­νοι εκεί και σε πε­ρι­μέ­νουν. Εσέ­να θέ­λουν, Σε­λίμ, θέ­λουν τον πρί­γκι­πα των απο­συ­νά­γω­γων.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: