Επιστολές ή περί άλλα...

Στη στή­λη αυ­τή δη­μο­σιεύ­ο­νται εν­δια­φέ­ρου­σες επι­στο­λές γνω­στών καλ­λι­τε­χνών (συγ­γρα­φέ­ων, μου­σι­κών, ζω­γρά­φων,...) απευ­θυ­νό­με­νες σε φί­λους, συ­να­δέλ­φους, οι­κεί­ους ή απλώς γνω­στούς, στις οποί­ες ανα­φέ­ρο­νται σε θέ­μα­τα που ου­δε­μία σχέ­ση έχουν με το καλ­λι­τε­χνι­κό τους έρ­γο ού­τε, ει δυ­να­τόν, με τις τέ­χνες γε­νι­κό­τε­ρα. Μπο­ρεί να πρό­κει­ται για θέ­μα­τα προ­σω­πι­κά ή επι­και­ρό­τη­τας, να αφο­ρούν τρα­γι­κά συμ­βά­ντα ή να σα­τι­ρί­ζουν κα­τα­στά­σεις και αν­θρώ­πους. Το πιο ση­μα­ντι­κό κρι­τή­ριο για την επι­λο­γή τους θα εί­ναι το εν­δια­φέ­ρον που πα­ρου­σιά­ζουν, φυ­σι­κά, αλ­λά και το κα­τά πό­σο, μέ­σα από αυ­τές, δια­φαί­νο­νται πλευ­ρές της προ­σω­πι­κό­τη­τας των επι­στο­λο­γρά­φων ή των απο­δε­κτών, που απέ­χουν ή και επι­βε­βαιώ­νουν τη συμ­βα­τι­κή ει­κό­να που έχου­με δια­μορ­φώ­σει στο νου μας για τους καλ­λι­τέ­χνες αυ­τούς σαν άτο­μα. Ως εκ τού­του, η επι­λο­γή των επι­στο­λών εί­ναι κα­θα­ρά υπο­κει­με­νι­κή.

Ο Αντρέ και η πεντάχρονη Ομπ Μπρετόν, περιμένοντας το πλοίο για την Αμερική (1940)
Ο Αντρέ και η πεντάχρονη Ομπ Μπρετόν, περιμένοντας το πλοίο για την Αμερική (1940)


ΕΠΙ­ΣΤΟ­ΛΗ ΤΟΥ
ΑΝΤΡΕ ΜΠΡΕ­ΤΟΝ
ΣΤΗΝ
ΟΜΠ (ΑΥ­ΓΗ) ΜΠΡΕ­ΤΟΝ
____________

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 1946

Κα­λη­μέ­ρα μι­κρέ μου Ανα­τέλ­λο­ντα ήλιε,

θέ­λω να πω μι­κρή μου Αυ­γού­λα. Ανη­συ­χώ για σέ­να και για την Ελί­ζα(1) (πή­γαι­νε να της το πεις στ’αυ­τί). Θά­θε­λα τό­σο πο­λύ να εί­μαι κο­ντά σου αυ­τές τις πρώ­τες μέ­ρες του σχο­λεί­ου, να σε βοη­θάω λί­γο τα βρά­δυα. Ελ­πί­ζω, αγα­πού­λα μου, ότι θα θέ­λεις πο­λύ να κά­νεις το κα­λύ­τε­ρο, ακρι­βώς επει­δή δεν εί­μαι εκεί, ώστε να εί­μαι ακό­μα πιο ευ­χα­ρι­στη­μέ­νος μα­ζί σου όταν γυ­ρί­σω. Δεν ξέ­ρω ακό­μα πό­τε θα επι­στρέ­ψω. Η κα­τά­στα­ση της για­γιάς σου(2) πα­ρα­μέ­νει αμε­τά­βλη­τη: εξ αι­τί­ας των ενέ­σε­ων, μι­λά­ει σαν σε όνει­ρο και πά­ντα ανα­φέ­ρε­ται σε σέ­να: «Πού εί­ναι η εγ­γο­νή μου; Πό­σων χρο­νών εί­ναι η εγ­γο­νή μου; Η εγ­γο­νού­λα μου η Ομπ στο Πα­ρί­σι.» Εί­ναι αλή­θεια, ξέ­ρεις. Έτσι ήταν χτες όλο το από­γευ­μα και το ίδιο πά­λι σή­με­ρα το πρωί, όταν άνοι­ξε τα μά­τια της για πρώ­τη φο­ρά με­τά από έξι μέ­ρες και με ανα­γνώ­ρι­σε αμέ­σως. Ο παπ­πούς σου εί­ναι πο­λύ, πο­λύ δυ­στυ­χι­σμέ­νος και μου εί­ναι πο­λύ δύ­σκο­λο να τον απο­τρέ­πω να της μι­λά­ει όλη την ώρα. Και όμως, από σή­με­ρα το πρωί, πι­στεύω ότι δεν εί­ναι στα τε­λευ­ταία της. Το πρό­σω­πό της εί­ναι ξε­κού­ρα­στο, η φω­νή της δυ­να­τή, οι σφυγ­μοί φυ­σιο­λο­γι­κοί. Θα επι­διώ­ξω να συ­να­ντή­σω τον για­τρό μέ­σα στη μέ­ρα για να μά­θω τι νο­μί­ζει κι εκεί­νος. Εγώ θε­ω­ρώ ότι θα μπο­ρού­σε να ζή­σει έτσι για αρ­κε­τό και­ρό ακό­μα. Εάν και εκεί­νος έχει την ίδια άπο­ψη, εν­νο­εί­ται ότι θα επι­στρέ­ψω αμέ­σως.

Πες στην Ελι­ζί­τα(1) ότι την σκέ­φτο­μαι όλη μέ­ρα, ότι την βλέ­πω να ξε­σκο­νί­ζει τα αντι­κεί­με­να, να ετοι­μά­ζει τη σού­πα για το σκυ­λά­κι και ότι αυ­τά, μα­ζί με τις ώρες σου στο σχο­λείο, απο­τε­λούν το ωραίο ημε­ρή­σιο πρό­γραμ­μα που βρί­σκε­ται διαρ­κώς αναρ­τη­μέ­νο στον τοί­χο της ζω­ής μου. Ελ­πί­ζω να βρί­σκει κά­ποιο χρό­νο για διά­βα­σμα και για να παί­ζει νο­ε­ρά στο πε­ντά­γραμ­μο κά­ποια πράγ­μα­τα, στο δω­μά­τιο, κά­τω από τα δύο κο­ρι­τσά­κια με τα ωραία πό­δια.

Γειά σου Αγ­γε­λού­δι μου. Αύ­ριο εί­ναι Πέμ­πτη, άρα εσύ θα κα­τέ­βεις το πρωί να πά­ρεις την αλ­λη­λο­γρα­φία. Θέ­λη­σα να μην απο­γοη­τευ­τείς και να βρεις αμέ­σως ένα γράμ­μα για σέ­να.

Σας φι­λώ και τις δύο, βό­ρεια, ανα­το­λι­κά, δυ­τι­κά και νό­τια της καρ­διάς μου.

Αντρέ


Ελίζα και Αντρέ Μπρετόν στο σπίτι τής οδού Fontaine 42
Ελίζα και Αντρέ Μπρετόν στο σπίτι τής οδού Fontaine 42



(1) Η Ελί­ζα Μπρε­τόν (Elisa Bindorff Breton, 1906-2000), χι­λια­νής κα­τα­γω­γής, ήταν η τρί­τη σύ­ζυ­γος του Αντρέ Μπρε­τόν από το 1945 έως τον θά­να­τό του. Ήταν συγ­γρα­φέ­ας, ζω­γρά­φος και πια­νί­στα.

(2) Πρό­κει­ται για την μη­τέ­ρα του Μπρε­τόν, Marguerite Le Gougès, για την οποία ο Μπρε­τόν, που ελά­χι­στα ανα­φε­ρό­ταν σ’αυ­τήν, εί­χε πει ότι «δεν εί­χε τί­πο­τα το αξια­γά­πη­το». Ήταν πι­στή κα­θο­λι­κή και πε­ρι­γρά­φε­ται σαν γυ­ναί­κα αυ­στη­ρή, αυ­ταρ­χι­κή, μι­κρο­πρε­πής, κα­κό­βου­λη, που επι­ζη­τού­σε την κοι­νω­νι­κή ανέ­λι­ξη και ήταν αντί­θε­τη στις λο­γο­τε­χνι­κές ανα­ζη­τή­σεις του γιου της. Η σχέ­ση του Μπρε­τόν μα­ζί της ανα­φέ­ρε­ται, επί­σης, σαν «δύ­σκο­λη».



Ομπ και Αντρέ Μπρετόν (1955)
Ομπ και Αντρέ Μπρετόν (1955)

Ο Αντρέ Μπρε­τόν (André Breton, 1896-1966), όταν έστει­λε την επι­στο­λή αυ­τή στην κό­ρη του, στο Πα­ρί­σι, στην διεύ­θυν­ση 42, Rue Fontaine, βρι­σκό­ταν στην πό­λη Lorient της Βρε­τά­νης, πα­τρί­δα του πα­τέ­ρα του. Τον Μάιο του 1946 εί­χε επι­στρέ­ψει από τις ΗΠΑ όπου έζη­σε την πε­ρί­ο­δο του Πο­λέ­μου. Την ίδια χρο­νιά εί­χε δη­μο­σιευ­τεί στις ΗΠΑ, από τις εκ­δό­σεις του πε­ριο­δι­κού View, η ποι­η­τι­κή του συλ­λο­γή Young cherry trees secured against hares / Jeunes cerisiers garantis contre les lièvres. Με την επι­στρο­φή του στο Πα­ρί­σι συ­νέ­χι­σε την δρά­ση του με την Υπερ­ρε­α­λι­στι­κή Ομά­δα. Το 1947 θα δη­μο­σιεύ­σει το ποί­η­μα «Ωδή στον Σαρλ Φου­ριέ» (Ode à Charles Fourier) και θα διορ­γα­νώ­σει την Διε­θνή Υπερ­ρε­α­λι­στι­κή Έκ­θε­ση στην Galerie Maeght.

Το εξώφυλλο της; συλλογής «Young cherry trees ...»
Το εξώφυλλο της; συλλογής «Young cherry trees ...»



Η

Ομπ (Αυ­γή) Μπρε­τόν Ελε­ουέ (Aube Breton Elléouët, 1935-) εί­ναι κό­ρη του Αντρέ Μπρε­τόν και της δεύ­τε­ρης συ­ζύ­γου του Ζα­κλίν Λα­μπά (Jacqueline Lamba). Εί­ναι καλ­λι­τέ­χνις και ει­δι­κό­τε­ρα κά­νει κο­λάζ. Ήταν πα­ντρε­μέ­νη με τον ζω­γρά­φο και ποι­η­τή Υβ Ελε­ουέ (Yves Elléouët, 1932-1975).

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: