Ας ξεκινήσω με μία ερώτηση που όλοι κάνουμε ή/και δεχόμαστε όταν συστηνόμαστε σε κάποιον. «Εσύ με τι ασχολείσαι;» Εγώ, λοιπόν, ασχολούμαι με το θέατρο – με διάφορους τρόπους: ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας, θεατροπαιδαγωγός· ασχολούμαι, επίσης, με την περφόρμανς – πρακτικά και θεωρητικά, μια που αποτελεί το αντικείμενο της έρευνας που εκπονώ στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής· και, τέλος, με την ποίηση.
Συχνά ακολουθεί μια, ακατανόητη για εμένα, ερώτηση: «ναι, αλλά ποιο προτιμάς περισσότερο;». Κανένα. Κανένα, γιατί κάθε τι που θέλω να πω έχει τον δικό του τρόπο έκφρασης, το δικό του μέσο, τη δική του γλώσσα. Κι ακόμη, η απάντηση είναι «κανένα», γιατί τα νιώθω μέσα μου αξεδιάλυτα, τα νιώθω ως συγκοινωνούντα δοχεία που το ένα τροφοδοτεί το άλλο και, αν δεν συνυπάρχουν όλα μαζί, δεν μπορεί να υπάρξει κανένα από μόνο του. Ίσως τα παραπάνω να διαβάζονται ως κλισέ εκφράσεις, γι’ αυτό σπεύδω να δώσω μερικά συγκεκριμένα παραδείγματα.
Είθισται να ζητείται από τους δημιουργούς ένα σύντομο artisticstatement (καλλιτεχνική δήλωση), με το οποίο παρουσιάζουν τον τρόπο σκέψης τους, τις θεματικές με τις οποίες καταπιάνονται στα έργα τους και τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν. Στη δική μου καλλιτεχνική δήλωση τα τελευταία χρόνια δεσπόζει ένας, βαρύς σαν άγκυρα για εμένα, στίχος του Μανόλη Αναγνωστάκη: «Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους» («Μιλώ»). Άλλοτε, πάλι, δίνω ονόματα σε παραστάσεις (π.χ. «Θρυμματισμένη Ανάμνηση») παραφράζοντας τους ποιητές:
Μα όταν μες στη θρυμματισμένη θύμηση αναδεύω
ερείπια, βρίσκω απόκριση βαθιά, γιατί τα μάρμαρα
κι οι πέτρες κι η ιστορία μένουν για να θυμίζουν
το πέρασμά σου ανάμεσα στην ομορφιά – απόκριση
για όσα περιμένω και δεν πήρα.
(Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, «Ερείπια της Παλμύρας»)
Άλλες φορές πάλι μεταφέρω στίχους αυτούσιους ως το μόνο στοιχείο λόγου που μπορεί να συνοδεύσει μια περφόρμανς (π.χ. το ανέκδοτο ποίημά μου «Τι (δεν) είναι μια γυναίκα», που αποτελεί μέρος της περφόρμανς Κάθε μέρα είναι μέρα της γυναίκας). Ακόμη, όμως, και κατά την κριτική ανάλυση και σύνθεση των επιμέρους θεμάτων που σχετίζονται με το θέμα του διδακτορικού μου, δηλαδή τις πολιτικές περφόρμανς στα Βαλκάνια, η ποίηση με βοηθά να σκεφτώ outofthebox, να αναγνωρίσω τους συμβολισμούς πίσω από τις δράσεις των καλλιτεχνών, καθιστώντας την εργασία μου περισσότερο δημιουργική και εύφορη.
Από την άλλη, η ενασχόλησή μου με τις παραστατικές τέχνες έχει επηρεάσει σαφώς και το περιεχόμενο των ποιημάτων μου, βλ. τα ποιήματα «Ιβάν Πετρόβιτς» και «Καμιά Ελπίδα». Παράλληλα, έχει αποτελέσει κοιτίδα έμπνευσης για τον τίτλο της τελευταίας μου ποιητικής συλλογής Ανοιχτά φωνήεντα και δαγκωμένα σύμφωνα. Η φράση αυτή δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία συνηθισμένη οδηγία που δίνεται σε μαθήματα ορθοφωνίας. Μεταφέροντάς την, όμως, σε άλλο πλαίσιο το νόημα της μεταβάλλεται και οι δυνατότητες ερμηνείας ανοίγονται μπροστά μας απεριόριστες.
Αυτό ακριβώς είναι που καταφέρνει η ποίηση, αλλά και οι παραστατικές τέχνες, εισρέοντας στις ακαδημαϊκές μου σπουδές και το αντίστροφο. Να ανανεώνω πάντα το βλέμμα μου απέναντι στα πράγματα, να προσπαθώ να τα ορίσω εκ νέου με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, να μη θεωρώ τίποτα δεδομένο και αναμφισβήτητο. Να ψάχνω, να μελετάω, να γράφω.
Ιωάννα Λιούτσια