Τα κατά Μάρκον

Τα κατά Μάρκον

Η γνωριμία μου με τον Μάρκο Φ. Δραγούμη (18.12.1934-19.1.2023) υπήρξε αναπάντεχη. Λίγο πριν τα μέσα της δεκαετίας 1980-1990, στο πλαίσιο του κύκλου εκπομπών με όνομα «Οι διαστάσεις της φολκ μουσικής» τις οποίες σχεδίαζα και παρουσίαζα από το Γ΄ Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, μετέδωσα ένα αφιέρωμα στον Αμερικανό συνθέτη και πιανίστα Louis Morreau Gottschalk (1829-1869). Σχεδόν αμέσως μετά τη μετάδοση, έλαβα ένα τηλεφώνημα από τον Μάρκο, τον οποίο γνώριζα βεβαίως, αλλά πότε δεν είχαμε συναντηθεί ή έστω επικοινωνήσει. Μου ομολόγησε τη μεγάλη έκπληξή του : «Πίστευα ότι δεν υπάρχει άλλος Έλληνας που γνωρίζει τον Gottschalk», θυμάμαι ότι μου είπε. Εξέφρασε μάλιστα την ευαρέσκειά του, για την εκπομπή μου. Είπε επίσης ότι τόσα χρόνια που άκουγε το Γ΄ Πρόγραμμα, όχι αφιέρωμα, ούτε καν ένα έργο του Gottschalk δεν είχε μεταδοθεί· ίσως και να είχε δίκιο. Με ρώτησε που βρήκα το δίσκο με τα έργα του Gottschalk τα οποία μετέδωσα – ήταν ένας δίσκος της εταιρείας MGM με ερμηνεύτρια την Αμερικανίδα συνθέτρια, μουσικολόγο, μουσικοπαιδαγωγό και πιανίστρια, βεβαίως, Jeanne Behrend, τον οποίο μου είχε φέρει από τη Νέα Υόρκη ο εξάδελφός μου Γιώργος Ν. Μονεμβασίτης. Συζητήσαμε λίγο για τον Gottschalk και τη μουσική του, του είπα πώς τον ανακάλυψα – άλλη ιστορία αυτή – και ο Μάρκος εκδήλωσε την επιθυμία της άμεσης συνάντησής μας. Συναντηθήκαμε μετά από λίγες ημέρες στο βασίλειό του, στην οδό Κυδαθηναίων, στην Πλάκα, στο Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο Μέλπως Μερλιέ δηλαδή. Του πήγα ως δώρο γνωριμίας ηχογραφημένο σε μια κασέτα το δίσκο Behrend-Gottschalk. Έφυγα μετά από δυο ώρες περίπου, αποκομίζοντας αποστάγματα σοφίας από τη συζήτησή μας και ως αντίδωρο το δίσκο Δημοτικά τραγούδια από τη συλλογή της Μέλπως Μερλιέ, έκδοση του ΜΛΑ.

Α! ναι! και ένα ακόμη δώρο, άυλο αυτό, ανυπολόγιστης αξίας: τη φιλία του. Μια φιλία που έμεινε αδιατάρακτη τα χρόνια που πέρασαν. Μπορεί να μην επικοινωνούσαμε, να μη συναντιόμαστε συχνά-πυκνά, όμως πάντα μου δώριζε τις εκδόσεις του ΜΛΑ και τα βιβλία του, πάντα με καλούσε στο καλό και το ωραίο που ετοίμαζε. Όπως την Ποιητική βραδιά την οποία οργάνωσε στο ιστορικό ξενοδοχείο Μπάγκειον της Πλατείας Ομονοίας στις 20 Μαρτίου 2019, προεόρτιο της παγκόσμιας ημέρας ποίησης. Μια βραδιά με μεθυστικά αρώματα χρόνων περασμένων, στην οποία ο Λεωνίδας Εμπειρίκος διάβασε ποιήματα του πατέρα του Ανδρέα Εμπειρίκου και της Κατερίνας Γεωργιάδου, ο Τάκης Μανωλόπουλος ποιήματα του Μίλτου Σαχτούρη, η Ναταλία Δραγούμη ποιήματα του Νάνου Βαλαωρίτη και ένα απόσπασμα από το βιβλίο του πατέρα της Μάρκου Μετά τοπικών σποραδικών βροχών και ο ίδιος ο Μάρκος ποιήματα του Τάσου Δενέγρη. Ήταν η τελευταία φορά που συναντηθήκαμε. Ίσως και η τελευταία δημόσια παρουσία και προσφορά του. Μετά λίγες ημέρες μου τηλεφώνησε για να με ευχαριστήσει που ανταποκρίθηκα στην πρόσκλησή του και μου είπε ότι θα μου έστελνε σύντομα το τελευταίο του πόνημα που αποτελείται από σύντομες ημερολογιακές καταγραφές σκέψεων και πεπραγμένων του. Συμπλήρωσε ότι δεν ήταν επίσημη έκδοση, ήταν εκτός εμπορίου, λιγοστά μόνον αντίτυπα ετοίμασε και τα δώριζε σε αγαπημένους του φίλους. Πράγματι μετά από λίγες ημέρες έλαβα τις Αντηχήσεις του. 33 σελίδες μεγέθους Α4, τυπωμένες σε εκτυπωτή γραφείου και δεμένες με σπιράλ. Διάβασα τις σημειώσεις του χωρίς σταματημό. Θαύμασα για μιαν ακόμη φορά την ευρυμάθειά του, την αδιαπραγμάτευτη κριτική σκέψη του, την έλλειψη παρωπιδισμού, τη λακωνικότητα και ακρίβεια του ανεπιτήδευτου λόγου του. Είναι διάχυτη στις σημειώσεις του η ομολογημένη, άλλωστε, αγάπη του για τη μουσική του 19ου αιώνα – μια ζωή ρομαντικός ήταν ο Μάρκος – και η λατρεία του για εκείνη του Γάλλου μουσουργού Hector Berlioz (1803-1869).

Καθώς έφτασε το θλιβερό άγγελμα της αναχώρησής του, ανέτρεξα πάλι στα λόγια του, στις σκέψεις του. Που εκτός από τις Αντηχήσεις του, υπάρχουν και στα υπόλοιπα συγγράμματά του, αλλά κυρίως ταιριάζουν με εκείνα που κατέθεσε στο Σελίδες από το ημερολόγιο ενός μουσικολόγου (εκδόσεις Γκόνη, Σεπτέμβριος 2007).
Ένα μικρό ανθολόγημα των εξομολογήσεών του που έχουν καταγραφεί στα δυο αυτά δωρήματά του, που αυθαίρετα, αλλά παρορμητικά ονόμασα Τα κατά Μάρκον, θα γνωρίσει, φρονώ, τον Μάρκο Φίλιππου Δραγούμη σε όσους δεν τον ξέρουν και θα βοηθήσει αυτούς που τον ήξεραν να κατανοήσουν ακόμη περισσότερο τη θαυμαστή προσωπικότητά του και την κριτική του σκέψη. Μου είχε πει ότι δεν θα είχε αντίρρηση να δημοσιοποιήσω κάποιες από τις ανέκδοτες σημειώσεις του ημερολογίου του. Ούτε τώρα φρονώ ότι θα έχει αντίρρηση. Άλλωστε εκεί που βρίσκεται έχει άλλες ασχολίες. Προφανώς συγκεντρώνει και καταγράφει στοιχεία για το επόμενο σύγγραμμά του που θα έχει τίτλο Οι ιδιαιτερότητες της χορωδιακής μουσικής των Αγγέλων!
Βιογραφικό του μπορεί να βρει ο ενδιαφερόμενος και φιλέρευνος στο διαδίκτυο και στους ιστοτόπους φορέων που τίμησε με τη συνεργασία του. Ιδού όμως πως συστήνεται με το αυτοβιογραφικό του, όπως το κατέγραψε στις Αντηχήσεις του.

Και λίγα αυτοβιογραφικά

Στο σχολείο, ο συμμαθητής μου Α. Κ., στα διαλείμματα, μου έλυνε τις μαθηματικές μου απορίες καθότι ήμουν μαθηματικά, γεωμετρικά και τριγωνομετρικά στούρνος. Και το αστειάκι του, κάθε φορά που συναντιόμασταν, ήταν να με αποκαλεί χαϊδευτικά «κύριε Καθηγητά». Εγώ γελούσα γιατί, το τελευταίο πράγμα που σκεπτόμουν για τον εαυτό μου, ήταν ότι θα γίνω καθηγητής. Κι όμως, έγινα. Δίδαξα μουσική 23 χρόνια στο Δημοτικό – Γυμνάσιο – Λύκειο του Κολεγίου Ψυχικού και 33 χρόνια Γενική Ιστορία της Μουσικής και Οργανογνωσία στο Ωδείο Αθηνών (1970-2003). Κι όλα αυτά, μετά από 10 χρόνια σπουδές εδώ (1952-1962) και δύο με υποτροφία στην Οξφόρδη (1962-1964). Οι σημαντικότεροι δάσκαλοί μου ήσαν οι Γιάννης Ανδρέου Παπαϊωάννου, Ιωάννης Μαργαζιώτης, Σίμων Καράς κι ο Αυστριακός συνθέτης και μουσικολόγος Egon Wellesz.
Η διδασκαλία μ’ ευχαριστούσε αλλά το πραγματικό μου πάθος ήταν η έρευνα γύρω από τη Βυζαντινή και Δημοτική μουσική, το Ρεμπέτικο και τη Δυτική Κλασική Μουσική όλων των εποχών αλλά, ιδίως, του 19ου αιώνα. Έχω ιδιαίτερη αδυναμία στον Berlioz αλλά και πολλούς άλλους γνωστούς συνθέτες της περιόδου. Επίσης, στους συγχρόνους τους που η ιστορία δεν έχει δώσει τη θέση που τους αξίζει. Για το θέμα αυτό γράφω σχετικά στο βιβλίο Σελίδες από το ημερολόγιο ενός μουσικολόγου (Αθήνα 2007).
Οι καρποί των ερευνών μου βρίσκονται στα 10 βιβλία που δημοσίευσα μεταξύ του 2000 και 2018 καθώς και σε σκόρπια άρθρα σε διάφορα, επιστημονικά κυρίως, περιοδικά. Τα περισσότερα βιβλία μου δημοσιεύτηκαν στις εκδόσεις του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου (ΜΛΑ), που ίδρυσε η Μέλπω Μερλιέ το 1930 και η οποία καθοδήγησε τις σπουδές μου από τη στιγμή που εγκατέλειψα τα Νομικά. Για την οφειλή μου στο πρόσωπό της έχω γράψει στον πρώτο τόμο της Παραδοσιακής Μουσικής (σ. 9-11), που εκδόθηκε το 2003. Στο ΜΛΑ προσλήφθηκα ως απλός ερευνητής το 1960 και, μετά από δεκαπενταετία, έγινα υπεύθυνός του. Η τριάδα που δουλεύει τώρα στο ΜΛΑ, εκτός από μένα, είναι ο Θανάσης Μωραΐτης από το 1992 και η Κατερίνα Γεωργιάδου από το 2004. Και είμαι πάρα πολύ τυχερός γιατί και οι δυο τους είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετικοί σαν άνθρωποι και κάτι παραπάνω από ικανοί στη δουλειά τους. Η ευγνωμοσύνη που τους έχω εκφράζεται στην αφιέρωση που τους έκανα στο τελευταίο από τα έξι ποιητικά μου βιβλία που εκδόθηκαν μεταξύ του 1974 και 2014.



Τα σημειώματα που περιέχονται στο πρώτο μέρος αυτού του βιβλίου δημοσιεύονται με τη σειρά της καταχώρησής τους στο μουσικό ημερολόγιο που ξεκίνησα πριν από μερικά χρόνια. Το έναυσμα για τις εγγραφές μου σε αυτό ήταν, άλλοτε κάτι που διάβαζα κι άλλοτε μια σύνθεση που άκουγα και μου7 φαινόταν ότι διαπλέκεται με κάποια άλλη που είχα ακούσει παλιότερα, αλλά που ανήκε σε άλλο συνθέτη. Όταν συγκεντρώθηκαν γύρω στα σαράντα σημειώματα μου γεννήθηκε η επιθυμία να τα εκδώσω, αν και αρχικά τα έγραφα μόνο για τον εαυτό μου. Εδώ είναι απαραίτητο να τονίσω ότι οι δημιουργοί που με απασχόλησαν ιδιαίτερα ανήκουν, με λίγες εξαιρέσεις στον 19ο αιώνα. Μέσα σ’ αυτούς ξεχωρίζουν και αρκετά ονόματα που είναι άγνωστα στους πολλούς. Πρόκειται μ’ άλλα λόγια για μουσικούς που όταν πέθαναν, δίκαια ή άδικα πέθανε μαζί τους και το συχνά σημαντικό τους έργο. Αυτοί ακριβώς είναι οι μουσικοί που τράβηξαν την προσοχή μου στο δεύτερο, βιογραφικό, μέρος του βιβλίου. Θέλησα δηλαδή με τη βιογράφησή τους να βγάλω τα ονόματά τους από την αφάνεια και να κεντρίσω την περιέργεια του φιλόμουσου κοινού για το έργο τους. Ένα ταξίδι στο άγνωστο είναι πάντα γοητευτικό και, πέρα από τις συγκινήσεις και απροσδόκητες εμπειρίες που μας προσφέρει, μας βοηθά συχνά να απαλλαγούμε από τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπά μας.
Καταλήγοντας θέλω να απευθύνω θερμές ευχαριστίες σε δυο αγαπητούς φίλους. Στην Καίτη Ρωμανού που έθεσε στη διάθεσή μου ορισμένες πηγές που αποδείχθηκαν ιδιαίτερα χρήσιμες για τη μελέτη μου και στον Θανάση Μωραΐτη για τη γενικότερη βοήθεια που μου προσέφερε.

Μ. Φ. Δ.
Φθινόπωρο 2004

[Πρόλογος στο βιβλίο Σελίδες από το ημερολόγιο ενός μουσικολόγου]

[ Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου υπάρχουν αρκετά αναπτυγμένα, κάποια περισσότερο, περίπτωση Raff, κριτικά βιογραφικά των ακόλουθων δεκαεπτά δυτικοευρωπαϊκών μουσουργών — η παράθεσή τους στο βιβλίο είναι με αλφαβητική σειρά: Charles-Valentin Alkan (1813-1888), Franz Berwald (1796-1868), Max Bruch (1838-1920), Norbert Burgmüller (1810-1836), Felix Draeseke (1835-1913), Zdeněk Fibich (1850-1900), Niels Gade (1817-1890), Hermann Goetz (1840-1876), Franz Paul Lachner (1803-1890), Otto Nicolai (1810-1849), Hubert Parry (1848-1918), Joseph Joachim Raff (1822-1882), Carl Reinecke (1824-1910), Ferdinand Ries (1784-1838), Anton Rubinstein (1829-1894), Ludwig Spohr (1784-1859), Robert Volkmann (1815-1883). Μετά τα βιογραφικά ακολουθεί ενδεικτική δισκογραφία. ]

Σχέση RAFF και BRUCKNER με αφορμή τη Συμφωνιέτα του RAFF 8.10.2000

H σχέση των δεύτερων θεμάτων των αργών μερών της Συμφωνιέτας του Raff και της 9ης Συμφωνίας του Bruckner είναι αξιοσημείωτη – παρόλο που υπάρχουν διαφορές στην τονικότητα, την ενορχήστρωση και το μέτρο. Πρόκειται τελικά για δυο ίδια θέματα που χρησιμοποιούνται όμως σε δυο σελίδες με μεγάλες και ουσιαστικές διαφορές. Ο Raff τρυφερός, ανάλαφρος, ερωτικός στο Larghettoτου, ενώ ο Bruckner στο Adagio του εκστατικός, στοχαστικός με έντονες μεταφυσικές αναζητήσεις. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η Συμφωνιέτα δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα Divertimento, αντίθετα με την 9η που εμπεριέχει το μουσικό σύμπαν του Bruckner στην πιο κορυφαία και βαρυσήμαντη διατύπωσή του. Η Συμφωνιέτα προηγήθηκε κατά σχεδόν είκοσι χρόνια από την 9η, αλλά δεν έχει ιδιαίτερη σημασία να ψάξουμε αν τη γνώριζε ο Bruckner, αφού όλοι οι ρομαντικοί θα μπορούσαν να έχουν συνθέσει αυτό το τόσο χαρακτηριστικά ρονατικό θέμα.

[Ο Raff και ο Bruckner ήταν αγαπημένοι συνθέτες, ιδίως ο πρώτος, του Μάρκου]

Σχόλιο σε σχόλιο του REDLICH για τους BRAHMS, RAFF και VOLKMANN 21.1.2001

Γράφει κάπου ο Redlich ότι η 1η Συμφωνία του Mahler θα πρέπει να σκανδάλισε πολύ τα ακροατήρια του ύστερου μέρους της δεκαετίας του 1880 με το ριζικό τρόπο που διαφοροποιείται από τον καθωσπρεπισμό (respectability) που επικρατεί στις Συμφωνίες των Brahms, Raff και Volkmann. Και όντως η 1η του Mahler είναι το έργο του επαναστατημένου νέου που φιλοδοξεί να χαράξει έναν δικό του δρόμο. Το ίδιο όμως δεν έκαναν και οι προαναφερθέντες πρεσβύτεροί του στις πρώτες τους Συμφωνίες; Κι εξάλλου σε κανένα από τα έργα τους, νεανικά και μη, δεν βλέπω να επιχείρησαν να φτιασιδώσουν την έμπνευσή τους για να εισπράξουν τα συγχαρητήρια κάποιων φρακοφορεμένων. Ακόμα και η ελαφρότερη σαλονιστική μουσική του Raff (γραμμένη για τον επιούσιο) διαθέτει χάρη και ευγένεια.

Ο TCHAIKOVSKY του ΔΡΟΣΟΥ 27.1.2001

Στα ελληνικά, ένα αρκετά καλό βιβλίο για τον Tchaikovsky γράφτηκε από τον Γεώργιο Δρόσο και κυκλοφόρησε ως ο ενδέκατος τόμος της σειράς “Μουσική” των εκδόσεων Ζαχαρόπουλου. Το διάβασα όλο με ευχαρίστηση, αλλά σε ορισμένα σημεία διαπίστωσα ανακρίβειες. Ο συγγραφέας μοιάζει να αγνοεί ότι, όταν πήγε στη Ρωσία ο Wagner το 1863, δεν ήταν καταδιωκόμενος (σσ 91-92), ότι ο Berlioz δεν ζούσε πια το 1879 (σ. 335) και ότι ο Hanslick, που όντως έκρινε αυστηρά τον Tchaikovsky, ήταν Αυστριακός (σ. 373). Υπάρχουν στο βιβλίο και μερικές κακές διατυπώσεις, όπως και μερικά μικρότερα λάθη, που μπορεί ίσως να οφείλονται στον δαίμονα του τυπογραφείου (χρονολογίες Bortniansky στη σελίδα 365, το ακριβές όνομα του Ippolitov-Ivanov στη σελίδα 473 κ.ο.κ.). Τέλος, ας σημειωθεί ότι ο Tchaikovsky αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και όχι της Οξφόρδης (σ. 530).

[Αυστηρή, όμως τίμια και ευγενική κριτική. Με τον Μάρκο είχαμε συζητήσει και για τα ανάλογα προβλήματα και ... αμαρτήματα που είχαν και τα άλλα βιβλία της συγκεκριμένης σειράς]

Συμφωνία BIZET - Κοριολανός BEETHOVEN 8.4.2001

Ψάχνοντας για κάτι άλλο ανακάλυψα τυχαία μια συγγένεια ανάμεσα στο δεύτερο θέμα της Εισαγωγής Κοριολανός του Beethoven και το επίσης δεύτερο [θέμα] του φινάλε της Συμφωνίας του Bizet. Υπάρχουν αρκετές διαφορές σε αυτά τα τετράμετρα, αλλά στο ξεκίνημα ο Bizet οπωσδήποτε εμπνέεται ιδίως από την κεφαλή του θέματος του Beethoven.

[Άρεσε πολύ στον Μάρκο να ανακαλύπτει συγγένειες και δάνεια στις μουσικές διαφορετικών συνθετών. Ήταν για αυτόν – όπως και για μένα άλλωστε – ένα διασκεδαστικό, αλλά και εκπαιδευτικό παιχνίδι. Ανταλλάσσαμε συχνά τις απόψεις μας για αυτό το θέμα, αλλά και για τα σχετικά ευρήματά μας. Ο «κλέψας του κλέψαντος» ή όπως έλεγε ο Igor Stravinsky, και είχε υιοθετήσει ο Μάνος Χατζιδάκις, «οι μεγάλοι κλέβουν ενώ οι μέτριοι μιμούνται»

Έντεκα άδικα αγνοημένες Συμφωνίες  [ 28.10.2001 ]

Εδώ και λίγα χρόνια ασχολούμαι με τη μελέτη Συμφωνιών, σχεδόν ή εντελώς εξοβελισμένων από τις αίθουσες συναυλιών, γραμμένες από συνθέτες γεννημένους στο πρώτο μισό, ή στα πρόθυρα του 19ου αιώνα. Μερικές από αυτές είναι απλώς συμπαθητικές ώς αδιάφορες. Άλλες πάλι, αν και αξιόλογες, παρουσιάζουν κάποιες ανισότητες. Υπάρχουν όμως και αρκετές που εντυπωσιάζουν τόσο πολύ, ώστε η εξαφάνισή τους από το ρεπερτόριο να αποτελεί αίνιγμα. Αισθάνομαι την ανάγκη να ονομάσω αυτά τα τόσο αδικημένα έργα μεμφόμενος παράλληλα το «σύστημα» που αποφασίζει (σιωπηρά πάντα) για το ποιο έργο ή συνθέτης δικαιούται ή όχι να επιβιώσει. Στον κατάλογο που ακολουθεί δεν έφτασα αβασάνιστα, αλλά μετά από πολλά και με κριτικό αυτί ακούσματα: 1. Burgmüller: Συμφωνία αρ. 2 (1836), 2. Berwald: Συμφωνία αρ. 3 (Singulière, 1845), 3. Gade: Συμφωνία αρ. 3 (1847), 4. Volkmann: Συμφωνία αρ. 1 (1862-63), 5. Raff: Συμφωνία αρ. 5 (Lenore, 1872), 6. Goetz: Συμφωνία σε Φα (1874), 7. Draeseke: Συμφωνία αρ. 2 (1876), 8. Raff: Συμφωνία αρ. 6 (1876), 9. Raff: Συμφωνία αρ. 7 (In den Alpen, 1877), 10. Bruch: Συμφωνία αρ. 3 (1882), 11. Parry: Συμφωνία αρ. 2 (1883)
Αυτός είναι προς το παρόν ο κατάλογος. Πιστεύω ότι γρήγορα θα μεγαλώσσει. Επαναλαμβάνω ότι θεωρώ την απόκρυψη τέτοιων αριστουργημάτων από το μεγάλο κοινό εντελώς ανεξήγητη με κύριους υπεύθυνους, όχι μόνον τα πρόσωπα που αποφασίζουν για τα προγράμματα των συναυλιών, αλλά και τους μουσικολόγους.

[Στον κατάλογο μετά τα ονόματα των συνθετών ο Μάρκος παραθέτει ημερομηνίες γέννησης και θανάτου τους. Παρελήφθησαν μια και έχουν προαναφερθεί. Επισημαίνεται ότι οι σε παρένθεση ημερομηνίες σύνθεσης των έργων ορίζει, χρονολογικά, τη σειρά αναφοράς τους]

Ο Μἀρκος Δραγούμης με τον Λεωνίδα Εμπειρίκο, «Μπάγκειον», 20 Μαρτίου 2019


[Ακολουθούν ερανίσματα από τις Αντηχήσεις]

20/5/2010

Ανακάλυψαν πρόσφατα, αρχαιολογικά ευρήματα με σειρές γραμμάτων που δεν σχηματίζουν λέξεις και που ο Θέμελης θεωρεί ότι υποκρύπτουν δείγματα αρχαίας Ελληνικής μουσικής. Νομίζω ότι κάνει λάθος. Αυτό φαίνεται από το αποτέλεσμα της επιχειρούμενης ερμηνείας, που είναι αντιμουσικό. Δεν πιστεύω ότι οι αρχαίοι πρόγονοί μας είχαν τόσο αλαμπουρνέζικη μουσική σκέψη.

27/6/2010

Μεταδίδει το 3ο το Κονσέρτο για δύο πιάνα του Poulenc. Αργότερα, από δικό μου CD, τυλίχτηκα στους ήχους της Συμφωνίας Manfred του Tchaikovsky, που θεωρώ τη σπουδαιότερή του Συμφωνία. Είναι άξιος συνεχιστής των Berlioz (Φανταστική - Χάρολντ), Λιστ (Φάουστ - Ντάντε) και Raff (Lénore).

21/7/2010

Ο Draeseke και ο Raff δεν μπορώ να καταλάβω γιατί έχουν εξοστρακισθεί από τις αίθουσες συναυλιών, ραδιοφωνικές εκπομπές, ρεσιτάλ, μαθήματα ιστορίας μουσικής. Την 2η του Draeseke ή την 6η του Raff θα έπρεπε να τις ξέρουμε όπως την 4η του Brahms ή την Συμφωνία του Νέου Κόσμου. Κι όμως, μας είναι παντελώς άγνωστες.
Τις αναφέρω στο Ημερολόγιό μου [Μ. Φ. Δραγούμη, Σελίδες από το ημερολόγιο ενός μουσικολόγου, εκδ. Γκόνη 2007], ως έργα που θα έπρεπε να επανενταχθούν στο ρεπερτόριο των μεγάλων ορχηστρών του κόσμου. Όμως στην Ελλάδα η έκκλησή μου ελάχιστα προσέχθηκε. Τι κρίμα που τέτοια διαμάντια αγνοούνται.

9/8/2010

Άκουσα μια θαυμάσια εκτέλεση των «Γάμων» του Stravinsky. Έργο εφάμιλλο, αν όχι ανώτερο, από την «Ιεροτελεστία». Το λατρεύω.

15/9/2010

Μικρή εξόρμηση στα δισκάδικα. Απ’ όσα αποκόμισα, το μόνο που άξιζε 100%, ήταν το CD με τα τρία «Ελληνικά» μπαλέτα του Stravinsky. Μουσική αγγιγμένη από το μαγικό ραβδί της Μελπομένης.

22/11/2010

6η Tchaikovsky με Riccardo Muti και Σλοβένικη ορχήστρα από TV. Την παρακολούθησα έκθαμβος λίγο πριν πλαγιάσω. Η εικόνα τέλεια, με ζουμ εκεί που έπρεπε. Οι μουσικοί, εμποτισμένοι με το πνεύμα του συνθέτη, φαίνονταν σαν να βρίσκονται σε έκσταση. Οι περισσότεροι έπαιζαν χωρίς να κοιτάζουν τις νότες τους. Μυσταγωγία.

19/12/2010

Η ελληνική συμμετοχή στα μουσικά προγράμματα που προετοίμασαν οι ευρωπαϊκές ραδιοφωνίες ειδικά για τα φετινά Χριστούγεννα και που αναμεταδίδονταν όλη μέρα από το 3ο ήταν κατά πολύ η χειρότερη και μ’ έκανε να αισθανθώ μεγάλη ντροπή για τη χώρα μου. Αντί από το θλιβερό κιθαριστικό ντουέτο και το άσχετο σόλο για νέι που ακούστηκαν, θα μπορούσε να είχε παρουσιαστεί κάτι πολύ καλλίτερο.

3/3/2011

Αγόρασα ένα CD με μέτρια σε διάρκεια φωνητικά έργα του Berlioz, τραγουδισμένα από τον Ισπανό τενόρο Rolando Villazon [τον αναφέρει ως Ισπανό, ενώ είναι Μεξικανός]. Περιέχει και το «Chant des chemins de fer» (Τραγούδι των σιδηροδρόμων), το μόνο έργο του Berlioz που δεν είχα ακούσει. Του το είχαν παραγγείλει το 1846 για τα εγκαίνια της σιδηροδρομικής γραμμής Βρυξέλλες-Παρίσι. Ο ίδιος ο συνθέτης το θεωρούσε πάρεργο παρόλο που είναι γραμμένο με χαρακτηριστικό μπερλιοζικό μπρίο. Το άκουσα με ιδιαίτερη ευχαρίστηση. Το βράδυ παρακολούθησα στον «Ιανό» μια εκδήλωση για το βιβλίο Χασικλίδικα του φίλου Διονύση Μανιάτη με εξαιρετικές εκτελέσεις ρεμπέτικων από το συγκρότημα του Αγάθωνα.

15/3/2011

Κατέχω από χθες την πλήρη σειρά των Ρεμπέτικων του Παναγιώτη Κουνάδη, (20 τόμοι, 40 CD) που εκδόθηκαν πρόσφατα από τα Νέα. Η δωρεά τους από τον Κουνάδη μ’ ενθουσίασε. Χάρηκα επίσης που μου γίνεται μία ιδιαίτερα κολακευτική αναφορά στην εισαγωγή του 2ου τόμου.

4/5/2011

Πέρασα χθες δύο ώρες μιλώντας για τους δάσκαλους που είχα και το έργο μου (κ.τ.λ.) στα μέλη της χορωδίας «Τρόπος» στον Αγ. Γεώργιο του Νέου Ψυχικού. Με είχε καλέσει ο Κώστας Αγγελίδης, ο μαέστρος τους. Αργότερα, λίγο πριν ξαπλώσω, άνοιξα το 3ο κι έπεσα πάνω σε μία θεϊκή μουσική που είχε ήδη αρχίσει. Υποπτεύθηκα Shostakovich κι όντως ήταν το 5ο Κουαρτέτο του, του 1952. Τα έχω και τα 15 και σκέπτομαι να τα ακούσω σιγά-σιγά με μεγαλύτερη προσοχή.

29/5/2011

Αν κι είχα ξανακούσει το «Είσαι φονιάς» του Ασίκη με τη Μαρίκα Πολίτισσα, σήμερα μόνο το πρόσεξα. Είναι ένα από τα ωραιότερα ρεμπέτικα της δεκαετίας του 1930. Επίσης, απόλαυσα όσο ποτέ άλλοτε το λεπτότατο χιούμορ της «Βαρβάρας».

19/6/2011

Στον «Παρνασσό», σε εκδήλωση του «Τονικού Ωδείου». Υπερφιλόδοξο το θέμα: «Η ελληνική μουσική από τον Όμηρο στο Μάρκο». Το περιεχόμενο μηδαμινό! Από τις τρεις ομιλίες, μόνο η μία έπαιρνε – δεν έπαιρνε τη βάση. Μετά από τέσσερις ώρες βγήκα από την αίθουσα με πονοκέφαλο.

28/10/2011

Χθες παρατηρούσα τις διαφορές που παρουσιάζουν δύο δικές μου καταγραφές των ίδιων τραγουδιών. Οι δεύτερες έγιναν χωρίς να θυμάμαι την ύπαρξη των πρώτων κι ήταν αστείο να ανακαλύπτω ότι ο Μάρκος του 2005 άκουγε και σημείωνε διαφορετικά από τον Μάρκο του 2010. Αυτό δείχνει ότι η απόλυτα σωστή απόδοση ενός ηχογραφημένου δείγματος παραδοσιακής μουσικής είναι κάτι το σχεδόν ανέφικτο.

5/1/2012

Μίλησα στη Στεφανία Μεράκου για το λεύκωμα «Μαντικιάν». Ευχαρίστησα θερμά αλλά δεν της έκρυψα ότι, αν με είχαν ρωτήσει, θα είχε αποφευχθεί η λανθασμένη διαδοχή των αποσπασμάτων από τους «Τρώες», όπου κομμάτια από την πρώτη πράξη μπλέκονται με κομμάτια από την 3η και 4η πράξη. [Πρόκειται για έκδοση με 4 δίσκους ακτίνας, αφιέρωμα στην Άρντα Μαντικιάν (1924-2009). Περιέχει ιστορικές ηχογραφήσεις και πρώτες, χρονικά, καταγραφές ερμηνειών Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής]

16/3/2012

Με νευριάζει το 3ο που παρουσιάζει απανωτά διασκευές συμφωνιών Bruckner και Mahler για πιάνο. Φαίνεται ότι οι παραγωγοί του αγνοούν πως διασκευάστηκαν για να παίζονται μόνο εκεί όπου άλλοτε δεν υπήρχε δυνατότητα ν’ ακουστούν ζωντανά και σε εποχές που δεν υπήρχαν δίσκοι και ραδιόφωνα ή τηλεοράσεις. Εμείς, που δεν έχουμε πια αυτούς τους περιορισμούς, γιατί να υποφέρουμε ακούγοντας τες έτσι ευνουχισμένες; Διασκευασμένες μοιάζουν με σκιές του εαυτού τους. Στους Bruckner και Mahler το ορχηστρικό χρώμα δεν είναι απλά γαρνιτούρα, αλλά μη αφαιρέσιμο (δηλαδή αναπόσπαστο) στοιχείο της σκέψης τους.

30/3/2012

Τεχνική είχε ο Foerster, τεχνική κι ο Mahler. Όμως από τους δύο (που ήταν φίλοι και σύγχρονοι) μόνο ο Mahler μας μαγεύει. Το πάθος για δημιουργία, το ταλέντο κι η σκληρή δουλειά, από μόνα τους, δεν αρκούν για να εμφυσήσουν ζωή σ’ ένα έργο. Απαιτούνται παράλληλα όραμα, έμπνευση, «σφραγίδα δωρεάς», αγαθά που δεν αποκτούνται. Αντίθετα, ενυπάρχουν όπως η εξυπνάδα ή η δύναμη που μας οδηγεί αταλάντευτα προς το φως και την αλήθεια.

22/10/2012

            Αγαπητέ Avrohom*

Μαζί με την πρώτη βροχή του Οκτώβρη έλαβα το σημείωμά σου για τη 2η Συμφωνία του Raff και τις 4 Shakespeare Εισαγωγές του. Είναι όλα έργα που αγαπώ και θαυμάζω. Η ακρόασή τους από το καινούριο CD θα μου δώσει μεγάλη χαρά. Μόνο εσύ θα μπορούσες να τα σχολιάσεις με τέτοια αυθεντία και σαφήνεια. Χθες παρακολούθησα στην TV την «Απαγωγή απ’ το Σεράι» όπως ανεβάστηκε το 2006 στο Φεστιβάλ του Salzburg. Αυτό που είδα ήταν φρικτό. Ντρέπομαι που ζω σε εποχή που παραχωρεί στους σκηνοθέτες το δικαίωμα να παραμορφώνουν, ν’ αλλοιώνουν και να κακοποιούν. Δεν μπορείς να φανταστείς σε τι ακρότητες κατέφυγε ο δράστης (δεν συγκράτησα το όνομά του) για να εντυπωσιάσει το κοινό και ν’ ακουστεί τ’ όνομά του σε βάρος του Mozart. Οι μιλητοί διάλογοι αντικαταστάθηκαν από δικές του ασυναρτησίες, οι ηθοποιοί φορούσαν αλλοπρόσαλλες φορεσιές (ψηλά καπέλα, μαύρα κοστούμια, κόκκινες γραβάτες, γελοίες ποδιές) κι ένα ηλεκτρικό σίδερο μ’ ένα πελώριο μαχαίρι κυκλοφορούσαν χωρίς κανένα λόγο από το ένα χέρι στο άλλο. Οι χορωδοί χειρονομούσαν συνεχώς σαν φρενοβλαβείς, δύο παιδάκια κυκλοφορούσαν στη σκηνή χωρίς λόγο, το Σεράι δεν έμοιαζε με Σεράι, οι Τούρκοι (άνδρες και γυναίκες) δεν φορούσαν χαρακτηριστικά ρούχα, οι υποτιθέμενες φυλακισμένες του Πασά κινούνταν ελεύθερες στη σκηνή και μπορούσαν ανά πάσαν στιγμή να το σκάσουν, ο Belmonte ήταν πότε ο εαυτός του και πότε ο Pedrillo, ο Pedrillo το ίδιο, και σε αρκετές περιπτώσεις οι γυναίκες, όσο και οι άντρες, ακκίζονταν σαν ομοφυλόφιλοι. Τα παραπάνω περιγράφουν μόνο αμυδρά τα αίσχη που είδα. Για μένα το φταίξιμο βαραίνει εξίσου τον σκηνοθέτη και τον διευθυντή του Φεστιβάλ […]

                Φιλικά

                Μάρκος

ΥΓ. Ξέχασα να σου γράψω ότι υπήρχε μόνιμα στη σκηνή ένα πλυντήριο πιάτων.

*Μετάφραση από τα αγγλικά

2/3/2013

Θα ήθελα να έγραφα μια Ιστορία της Δυτικής Μουσικής του 19ου αι. όπου, δίπλα στα κεφάλαια για αναγνωρισμένους συνθέτες, που δικαίως τους αποκαλούμε «μεγάλους», θα μιλούσα και για εκείνους που παραλείπονται από τους ιστορικούς γιατί θεωρούνται μάλλον δευτερεύοντες, αν κι η προσφορά τους (ή έστω μέρος της) είναι κάθε άλλο παρά αμελητέα. Τα πρώτα ονόματα που θα με απασχολούσαν σ’ αυτό το πρόσθετο κομμάτι της Ιστορίας μου θα ήταν οι Γερμανοί Norbert Burgmüller, Volkmann, Raff, Reinecke, Draeseke, Rheinberger και Goetz, οι Γάλλοι Reber, Alkan (έχει ήδη αρχίσει να αναγνωρίζεται), Gouvy και Magnard κι ίσως ο Félicien David, οι Σκανδιναβοί Berwald και Gade, οι Σλάβοι Fibich κι Anton Rubinstein, οι Άγγλοι Parry και Stanford, οι Ιταλοί Sgambati & Martucci κι ο Αμερικάνος Gottschalk. Και παράλληλα θ’ ανέφερα τους γεννημένους στο τέλος του 18ου αι. Reicha, Hummel, Ries και Moscheles κι ενδεχομένως τους λίγο νεότερους Kalliwoda, Rufinatscha, Flotow και Eduard Franck. Καλό είναι το ξεσκαρτάρισμα, αλλά όχι όταν φτάνει στα όρια της αδικίας.

16/6/2013 (Κυριακή)

Από την Τρίτη είμαστε χωρίς 3ο Πρόγραμμα μετά από βάναυση πραξικοπηματική κίνηση του Σαμαρά. Εκτός από το γράμμα μου που δημοσίευσε η Αυγή στις 13/6, εξέφρασα τηλεφωνικά συμπαράσταση σε πολλούς φίλους που έχασαν τη δουλειά τους. Χιλιάδες συγκεντρωμένοι έξω από το Ραδιομέγαρο εξακολουθούν να διαδηλώνουν την αντίθεσή τους.

18/8/2013

Αυτές τις μέρες άκουσα από τα CD μου Wagner (Βαλκυρίες), Gounod (Ρωμαίος και Ιουλιέτα), Verdi (Οθέλλος) και Berg (Wozzeck). Ο «Ρωμαίος» σαχλός σε σύγκριση με το ομώνυμο έργο του Berlioz. Οι «Βαλκυρίες» θαυμάσιες αν και, σε μερικά σημεία, κουραστικές. Οι «Οθέλλος» και «Wozzeck» εξαιρετικοί από την αρχή ως το τέλος.

18/4/2014

Διαβάζω την αφόρητα σκοτεινή και πληκτική εισαγωγή ενός εθνομουσικολογικού συγγράμματος. Έχουμε μετατρέψει τον κάποτε γοητευτικό κλάδο μας σ’ ένα πεδίο στείρων και μάταια πολύπλοκων αναζητήσεων και προβληματισμών στοχεύοντας ν’ αγγίξουμε την ανέφικτη απόλυτη επιστημονική αλήθεια. Χίλιες φορές περισσότερα μαθαίνω διαβάζοντας τη βιογραφία του Ζαμπέτα που μου χάρισε πρόσφατα η Κατερίνα.*

*Κατερίνα Γεωργιάδου, αγαπητή πρώην μαθήτριά μου και τώρα συνάδελφος στο ΜΛΑ.

15/3/2015

Είναι το 3ο για όλα τα γούστα; Μόνον εν μέρει, γιατί μεροληπτεί και αγνοεί. Μας δίνει υπερβολικές δόσεις από μουσικές μπαρόκ και τους στάνταρ κλασικορομαντικούς. Παράλληλα, τείνει να προσπερνάει σημαντικό μέρος της δημιουργίας μερικών μεγάλων και ν’ αγνοεί ακόμα και την ύπαρξη άξιων συνθετών του 19ου αι. με λιγότερο λαμπερά ονόματα. Ποτέ π.χ. δεν έχει μεταδώσει την «Τρικυμία» ή το «Πένθιμο Εμβατήριο για την τελευταία σκηνή του Χάμλετ» του Berlioz ή μουσικές των Gouvy, Reber, Draeseke, Goetz, για ν’ αναφέρω μόνο ελάχιστα παραδείγματα. Αντίθετα, φροντίζει να μην παραλείπει ακόμα και τα πάρεργα των Bach, Mendelssohn, Brahms, που τους ακούμε καθημερινά ad nauseam.
Και κάτι ακόμα. Μόλις τώρα ο παραγωγός μιας εκπομπής ανακοίνωσε ότι θα αφιερώσει το επόμενο δίωρο στον πληκτικό Bloch. Κύριε παραγωγέ, θα έπρεπε να είχατε σκεφθεί, σήμερα που είναι Κυριακή, πως μας άξιζε λίγη ποικιλία, κι ας περιλαμβανόταν σ’ αυτήν και ολίγος Bloch… Πάντως, παρόλα τα στραβά του, το 3ο εξακολουθεί να ομορφαίνει τη ζωή μας.

5/10/2015

Με τον Bruckner μεταφερόμαστε σε κόσμους που πηγάζουν από τα τρίσβαθα της ύπαρξής μας, καθώς ζωντανεύει παραδείσους και κολάσεις με ηχητικά συμπλέγματα απ’ όπου ξεπροβάλλουν μορφές τιτάνιες σαν τον Άτλαντα, τον Σίσυφο, τον Τάνταλο, τον Γολιάθ, τους Κύκλωπες, τους Λαιστρυγόνες, τους θεούς του Ολύμπου και τους προφήτες της Π. Διαθήκης. Σ’ αυτόν τον ταπεινό άνθρωπο δόθηκε το δώρο, μαζί με τα γήινα και τ’ ανθρώπινα (ποιος είπε ότι δεν εκφράζει έρωτα η μουσική του;), να μπορεί να χρησμοδοτεί για τα οικουμενικά και τα πανανθρώπινα. Αντίθετος πόλος του είναι ο Brahms. Τέλειος τεχνίτης, ο καλλίτερος διάδοχος της τριανδρίας Schubert – Mendelssohn – Schumann, ο συνθέτης που ποτέ δεν μπλέκει τα βήματά του, που διακρίνεται για τη σοβαρότητά του, που καταφέρνει (με λίγη προσπάθεια δική μας) να γίνεται σχεδόν πάντα κατανοητός και αγαπητός. Μοιάζει με τον προικισμένο φίλο που όλοι θαυμάζουμε γιατί είναι πολύ καλλίτερός μας και γιατί έχει αυτό που εμείς θα θέλαμε να έχουμε, εκτός από τούτο: την τόλμη να πλάθει κόσμους έξω και πέρα από την κοινή ανθρώπινη εμπειρία, κόσμους όχι μόνο για καλλιεργημένους αστούς.

13/10/2016

Ήρθε ο Λέκκας* για να του δώσω, σε φωτοτυπία, δύο επιστολές του 1930 που αντάλλαξαν οι Κ. Ψάχος και Μέλπω Μερλιέ. Θέμα τους η αντίθεση του Ψάχου με την εμπλοκή του Pernot στην τότε σχεδιαζόμενη ηχογράφηση δημοτικών τραγουδιών που πραγματοποιήθηκε με λαμπρά αποτελέσματα και στην οποία ο Ψάχος αρνήθηκε να βοηθήσει. Η επιστολή του δείχνει έναν άνθρωπο αγενή, μικρόψυχο, εγωιστή, ξενόφοβο και κρυπτομισογύνη.

*Δημήτρης Λέκκας, ξεχωριστός πρώην μαθητής μου στο Κολλέγιο Ψυχικού, μαθηματικός και διδάκτωρ στη μουσικολογία. Δίδαξε στο «Ανοιχτό Πανεπιστήμιο».

25/1/2017

Πολύ θα ήθελα να ξανασυναντήσω τον φίλο Στέλιο Κουκουναρά για να μου εξηγήσει, πιο πειστικά απ’ ό,τι στο βιβλίο του Λαϊκισμός και Μουσική, γιατί τρέφει τέτοια τεράστια αντιπάθεια για τη ροκ και το ρεμπέτικο. Κι οι δύο είναι μουσικές που τις έχει αγκαλιάσει ένα ευρύτατο κοινό. Και ανάμεσά τους, ασφαλώς, δεν υπάρχουν μόνο τυφλωμένοι και άξεστοι φανατικοί. Συμβαίνει να μην είναι καθόλου σπάνιο να αρέσουν τα τραγούδια, ας πούμε, των Μπιτλς ή του Τσιτσάνη στους θιασώτες του Μπετόβεν, των προγόνων και επιγόνων του. Δηλαδή, είναι δυνατόν δύο, τρία ή και περισσότερα είδη μουσικής να αγαπιούνται, χωρίς η μια αγάπη να ακυρώνει την άλλη. Όμως, συμφωνώ με τον Στέλιο ότι, για να εκτιμηθούν οι λιγότερο εύπεπτες μουσικές, χρειάζεται η κατάλληλη μουσική παιδεία, που ν’ αρχίζει από το νηπιαγωγείο. Και θα βρεθούν σιγά-σιγά οι φωτισμένοι παιδαγωγοί και των δύο φύλων που θ’ αναλάβουν αυτό το έργο. Και πιστεύω ότι ήδη υπάρχουν μερικοί. Ας μην απελπιζόμαστε.



Για την αντιγραφή γ.β.μ. [οι εντός αγκύλης σημειώσεις, διευκρινήσεις κ.ο.κ. έγιναν από το συντάκτη του παρόντος]

Σημ. Οι Σελίδες Ημερολογίου περιέχουν ημερολογιακές σημειώσεις που εκτείνονται από τον Οκτώβρη του 2000 έως τον Γενάρη του 2007. Η αντίστοιχη έκταση των Αντηχήσεων είναι: Μάης του 2010 έως Οκτώβρης του 2017. «Αναζητούνται» τα πριν, τα ενδιάμεσα και τα μετά...

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: