Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής ήταν ο πρώτος πρεσβευτής της Ελλάδας στις ΗΠΑ (1867)·είχε δεχτεί αυτόν τον διορισμό με μεγάλη δυσφορία, γιατί κυρίως φοβόταν να διασχίσει τον Ατλαντικό, δηλαδή το ταξίδι. Δεν έμεινε πολύ όμως εκεί και με μεγάλη χαρά διέσχισε τον Ατλαντικό πίσω στην Ευρώπη. Πριν επιστρέψει στην Ελλάδα, είχε φροντίσει να διοριστεί αντικαταστάτης του ο γιος του Κλέων. Η κύρια αποστολή του ήταν να αναθερμάνει τα φιλελληνικά αισθήματα της μακρινής δημοκρατίας. Κατά την ελληνική επανάσταση το φιλελληνικό κίνημα στις ΗΠΑ ήταν τόσο έντονο, ώστε να ονομαστεί “Greek fever”. Ο ελληνικός πυρετός μάλιστα ήταν τόσος ώστε μια πόλη στην πολιτεία του Μίσιγκαν να ονομαστεί Υψηλάντη, προς τιμή του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Αλλά πλέον αυτά τα φιλελληνικά αισθήματα, από τις παραμονές του Κριμαϊκού πολέμου, είχαν μετατραπεί σε παγερή αδιαφορία. Στην Ελλάδα επικρατούσε η Μεγάλη Ιδέα και χρειάζονταν όσο το δυνατόν περισσότερους συμμάχους και όπλα για να πραγματοποιηθεί. Αυτή ήταν κυρίως η αποστολή του Ραγκαβή, να βρει και να προμηθευτεί φτηνά όπλα, κυρίως πλοία. Στην Αμερική μόλις είχε τελειώσει ο εμφύλιος πόλεμος, (1861-1865) μεταξύ Βορείων και Νοτίων Πολιτειών, με σκοπό να απελευθερωθούν οι μαύροι σκλάβοι και να καταργηθεί η δουλεία· είχε αφήσει μεγάλα τραύματα στην κοινωνία που σχεδόν ακόμα δεν είχαν επουλωθεί, αλλά και πολλά αχρησιμοποίητα όπλα. Μάλιστα διάφοροι επιτήδειοι μεσάζοντες προσπάθησαν να του πουλήσουν δύο φρεγάτες (μηνύτορες) που σάπιζαν σε νεώρια. Ο Ραγκαβής που είδε το μάταιο των προσπαθειών του χρησιμοποίησε τον χρόνο του περιοδεύοντας σε διάφορα μέρη των ΗΠΑ, είχε μάλιστα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον να επισκέπτεται εκκλησίες διαφορετικών δογμάτων και να καταγράφει τις εντυπώσεις του. Τις κατέγραφε στα ημερολόγιά του που αργότερα τις επιμελήθηκε και κυκλοφόρησαν ως Απομνημονεύματα. Μια από τις εκεί εμπειρίες του που επαναλαμβάνει σαν καραμέλα είναι η συνάντησή του με τον ποιητή Ουόλτ Ουίτμαν, τον ποιητή του έπους Φύλλα χλόης (“Leaves of Grass”). Γράφει ο Ραγκαβής για την συνάντηση: «έγραφε δε και εξέδιδε ποιήσεις ων συλλογήν προσέφερεν και εις εμέ, και αίτινες μοι εφάνησαν και ως προς την έννοιαν, σχεδόν παραφρονούσης μούσης τερατολογήματα». Το συγκεκριμένο επεισόδιο βρίσκεται στον τρίτο τόμο των Απομνημονευμάτων, που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, το 1930.
Αλλά τώρα θα επισκεφτούμε μαζί του την εκκλησία στο Μπρούκλιν που πάστοράς του ήταν ο αδελφός της συγγραφέα Χάριετ Μπίτσερ Στόου. Το βιβλίο της Η καλύβα του Μπάρμπα-Θωμά (Uncle Tom’s Cabin. Life among the lowly) κυκλοφόρησε το 1852, αμέσως έγινε παγκόσμιο bestseller και είχε μεγάλη επίδραση στην κίνηση για την κατάργηση της δουλείας στην Αμερική και την απελευθέρωση των μαύρων σκλάβων. Το έργο μεταφράστηκε στα ελληνικά το 1853 από τον Ιωάννη Καρασούτσα σε συνέχειες στο περιοδικό Μνημοσύνη και κατόπιν τυπώθηκε σε βιβλίο: Η καλύβη του Θωμά ή ο βίος των Μαύρων εν Αμερική. Μυθιστορία νεωτάτη υπό Ερριέτης Βειχερίας Στάβης. Δεν γνωρίζουμε αν ο Ραγκαβής είχε διαβάσει το έργο από το πρωτότυπο ή από μετάφραση, αλλά του ήταν γνωστό, μάλιστα όταν βρέθηκε στην Νέα Υόρκη θέλησε να επισκεφτεί την συγγραφέα και να την συγχαρεί για το έργο της. Δυστυχώς δεν συναντήθηκαν γιατί έμαθε ότι απουσιάζει και αποφασίζει να γνωρίσει και να ακούσει τον αιδεσιμότατο αδελφό της, που θαυμαζόταν «ως ο ευγλωττότερος των ιεροκηρύκων της Συμπολιτείας». Επισκέφτηκε την εκκλησία στο Μπρούκλιν, στις 3/15 Σεπτ. 1867 αλλά έμεινε απογοητευμένος, δυστυχώς «ενθουσιασμόν δεν αισθάνθη». Έμαθε όμως ότι ο ιεροκήρυκας που άκουσε δεν ήταν ο κ. Μπίτσερ, αλλά κάποιος αντικαταστάτης του, γιατί ο κ. Μπίτσερ βρισκόταν σε άλλη εκκλησία για να παραβρεθεί σε μια κηδεία. Απέτυχε για δεύτερη φορά ο Ραγκαβής να συναντηθεί με κάποιο μέλος της διάσημης οικογένειας Μπίτσερ.