Φωτογραφία © Σον Κέρναν (Πύλη από τα «Κρυφά βιβλία»)
________________
Επιμέλεια αφιερώματος: Βασίλης Παπαγεωργίου
________________
Τι μπορεί να (ξανα)ειπωθεί για την τέχνη και την εμπειρία των πλανήτων, της περιπλάνησης κάθε είδους: πραγματικής, φανταστικής, νοητικής, ψυχικής, σε χώρους, χρόνους και σώματα συγκεκριμένα ή αφηρημένα, με κάθε μέσο, σε κάθε στιγμή ή εποχή, με στόχο ή άσκοπα, σε απόλυτη μοναξιά ή σε οποιαδήποτε συμπεριδιάβαση και αλληλοπεριχώρηση. Ποιος ἐπιπλάζεται, ποια, ποιες, ποιοι, ποια; Πού και πώς; Είναι η περιπλάνηση δικαίωμα; Είναι αποτέλεσμα βίας και εξαναγκασμού; Είναι δώρο, και αν ναι, ποιος το δίνει και πώς; Ποια είναι ή μπορεί να είναι η κατάληξή της;
Η ανέμελη περιπλάνηση γεμάτη μελήματα πάντα, γεμάτη αγάπη. Σαπφώ απόσπασμα 163, τὸ μέλημα τὦμον.
Γαλήνη και αναστάτωση μαζί, επιτακτική ανάγκη για κάποιους ανθρώπους να την αποζητούν και κάποια ανέμελη στιγμή να την ενσωματώνουν.
Αυτή η ανάγκη που δεν μπορεί σήμερα να ικανοποιηθεί στις ελληνικές πόλεις, όπου μόνο μικρές αποστάσεις επιτρέπουν το απρόσκοπτο βάδισμα, μπορεί στην Ελλάδα, να ικανοποιηθεί σε πολλά ελληνικά βουνά.
Με τα πόδια βέβαια. Με τον πόνο των γονάτων κάποτε. Κατάλληλα παπούτσια φυσικά. Κατάλληλες κάλτσες. Με επιδέσμους στις τσέπες και στον σάκο.
Το σώμα προσαρμόζεται με άμεση και οικεία άνεση στον χώρο και τον χρόνο, όπως ακριβώς ο χώρος και ο χρόνος προσαρμόζονται στο σώμα, οι σκέψεις προσαρμόζονται στο σώμα, το σώμα προσαρμόζεται στις σκέψεις, ενώ το λυρικό γίνεται άμεσο και έντονο και το επικό μακρινό και αντίστροφα.
Μια σκέψη όμως, μια ακόμη, βγαίνοντας από το σπίτι: ο κόσμος παρουσιάζεται φτιαγμένος έτσι ώστε να μη μπορεί να αυτοκατανοηθεί. Ή το κάνει και δεν μας το λέει ότι το κάνει ή τι ακριβώς είναι αυτό που κατανοεί. Η περιπλάνηση ανοίγεται στο αίνιγμα αυτό, το βιώνει, το απολαμβάνει. Ταυτίζεται με την κατάφαση του κόσμου, με την ταχύτητα της κατάφασης, που ξεπερνά αυτή του φωτός και της βαρύτητας.
Απλή κατάφαση, ένα ναι κάθε άλλο παρά απλό. Ποια είναι η υφή του, η έντασή του, οι αποχρώσεις του, οι εναρμονίσεις του; Με κάθε βήμα, μια νέα μετακόσμιση του ναι. Με κάθε μισό, κάθε μετέωρο ακόμη βήμα.
Αυτή η περιπλάνηση που γράφει και συγχρόνως ξεχνά τι έχει γράψει. Η περιπλάνηση μια γραφή που ξεχνά τον εαυτό της.
Ένα ταξίδι μέσα σε ταξίδι. Περιπλάνηση μέσα στην περιπλάνηση.
Παράξενο που γράφω για την περιπλάνηση, επειδή ως περιπατητής δεν θέλω να έχω οργανωμένη σκέψη και σκέψη με στόχο. Αποφεύγω, απομακρύνομαι από την υποχρέωση της γραφής.
Η περιπλάνηση είναι ήδη μια γραφή και μια καταγραφή από ακούσματα, βλέμματα, ακουμπίσματα, μυρίσματα, γευσίματα, αισθήσεις και διαισθήσεις, γεμάτη με τα άηχα και απαλά χτυπήματα των πλήκτρων της σκέψης.
Η φυσική ευγένεια της περιπλάνησης. Ο τρόπος που εμποτίζει τις στιγμές και κάνει τον χρόνο να χάνει την πιεστική σκοπιμότητα και χρησιμότητά του. Η τρυφερότητα και η βία που η ευγένεια αυτή κρύβει, που κρατά μακριά, που κάθε τόσο φανερώνει.
Στην ευγένεια της περιπλάνησης η φύση αγαπά να φανερώνεται, κάποια οντότητα εκεί έξω δίνει περισσότερα από όσα έχει ήδη δώσει, ενώ δείχνει να μην κάνει απολύτως τίποτε.
Η περιπλάνηση σαν καρποφόρα διασπορά, σαν πυρήνας μιας αρχέγονης και καταπραϋντικής αϋπνίας στην ψιθυριστή βοή του κόσμου.
Μια προσωπική υπόθεση. Τα αντικειμενικά εργαλεία: ο χώρος, ο χρόνος, το σώμα, η ψυχή, η διάνοια, η γλώσσα. Τα υποκειμενικά: η αντίληψη, η διαίσθηση, η ερμηνεία, η αντίδραση, ο στοχασμός, η μνήμη, η θέληση να δώσεις και να πάρεις. Ο εναρμονισμός όλων αυτών στην υφή της περιπλάνησης. Διπλή απόλαυση. Της στιγμής και του αναστοχασμού της στιγμής αυτής.
Μια άφιξη που διαρκεί, που δεν τελειώνει ποτέ. Που περιπλανά. Μια ἀφικτική ευφορία.
Κάπου πίσω και κάπου μπροστά και πάντα μαζί μας, αναπόδραστη η φυγή, τα ωστικά, βίαια, εξωθητικά, απελπισμένα κύματά της καθώς αναζητά μια άφιξη, ένα άσυλο, ένα μέλημα.
Πλάνη ως έσχατη ελευθερία, η δράση της κατάφασης, του πριν, τώρα και μετά της κατά την αναζήτηση του επέκεινα στο εδώ της.