Πλάνητες

Λου Σνέφαλ: «Παπούτσια» (εγκατάσταση)
Λου Σνέφαλ: «Παπούτσια» (εγκατάσταση)

Είπαν ν’ αφήσουν τα πόδια τους στο σπίτι
στο χάρτινο κουτί των παπουτσιών τα φύλαξαν

—συνήθιζαν να τρέχουν βιαστικά
ν’ ακολουθούν τα πλήθη, τις γνωστές διαδρομές
να ανεβαίνουν με ασανσέρ, να μπαίνουν στα ταξί·
δεν κοντοστέκονταν να δουν την εσοχή
με το σκαθάρι αναποδογυρισμένο
δεν αδρανούσαν
τον νεκρό χρόνο όπως τον διάολο τον απέφευγαν ̶

ξεκίνησαν να βηματίζουν με τα μάτια.

Έγραψαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους
τη χρηστικότητα και την παραγωγή
το όφελος και τη βελόνα της πυξίδας.
Είχαν το βλέμμα των χαμένων που έρχονται από μακριά
κι όμως στον παρακάτω δρόμο κατοικούσαν.

[Ανάβει ο αέρας των πόλεων κεχριμπαρένιος
πάνω απ’ τη μέρα που ξοδεύτηκε ράθυμη, μα όχι μελαγχολική
στη δεύτερη ανάγνωση του ειδωμένου κόσμου
— βεβαιωμένος ζει στο δήθεν απαράλλαχτο
μα ο κόσμος διαρκώς γερνά και διαρκώς αρχίζει
κι όσοι δεν το κατάλαβαν πλάνην οικτράν πλανώνται]

Πλανόδιος θίασος μάλλον προβάρει τα λόγια του
κι αυτός που τριγυρνά
αναγνώστης αργόσχολος που μασουλά εικόνες
άστεγες σπουδαιότητες, άδειες χελιδονοφωλιές
του εφήμερου τις υποσημειώσεις
αυτόπτης μάρτυς κάποτε της αληθινής ζωής
ή ενός φόνου.

Περνά η φιλαρμονική και την ακολουθεί
ας περιμένει ο παράδεισος των διευθυντών
προέχουν οι ζογκλέρ των φαναριών, τα αδιέξοδα
η υποφωτισμένη θάλασσα των ενυδρείων στις ψαραγορές
νιφάδες φευγαλέες και απρόοπτες
κι αυτός συλλέκτης μανιώδης του αθέατου
δείχνει κακή διαγωγή και δραπετεύει
για εκεί που το ελάχιστο γενναία αντιστέκεται

Μία χελώνα στο πλάι του
υμνεί τον χρόνο της βραδύτητας.
Συντονίζεται.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: