H φιλία ως μελέτη βίου

Στο σύ­μπαν του Μά­νου Ελευ­θε­ρί­ου λει­τουρ­γούν δύο μεί­ζο­νες με­τα-εμ­φυ­λια­κές δυ­νά­μεις. Η μία εί­ναι το άδι­κο – προ­σφυ­γιά, φτώ­χεια, πε­ρι­θώ­ριο, κα­τα­πί­ε­ση, πα­ρα­νο­μία, τι­μω­ρία, μαρ­τύ­ρια. Λο­γι­κά η αντί­πα­λη δύ­να­μη θα ήταν το δί­κιο, όμως δεν εί­ναι, κι αυ­τό έχει καί­ρια ση­μα­σία. Η δύ­να­μη του κα­λού δεν εί­ναι το δί­κιο, εί­ναι οι φί­λοι – οι χα­μέ­νοι ιδαλ­γοί ενός κα­λού που δεν πρό­κει­ται πο­τέ να επι­κρα­τή­σει, μιας επα­νά­στα­σης που δεν μέλ­λει να πραγ­μα­τω­θεί.

Στον Άδη πά­νε οι φί­λοι μας μο­νά­χοι
και τα κρυ­φά τους πέν­θη αι­μορ­ρα­γούν.
Το στό­μα τους μυ­ρί­ζει μο­σχο­κάρ­φι.
Κου­ρά­στη­καν μυ­στή­ρια να εξη­γούν.
Ανυ­πε­ρά­σπι­στοι, μοι­ραί­οι θε­α­τρί­νοι
με τα μαλ­λιά λου­σμέ­να μπρι­για­ντί­νη.

Οι φί­λοι του Ελευ­θε­ρί­ου εί­ναι όσοι θυ­μού­νται τον Χά­ρη που σκο­τώ­θη­κε, όπως ο Γιώρ­γος στον οποίο απευ­θύ­νε­ται πά­ντα ο Μα­νώ­λης Ανα­γνω­στά­κης. Εί­ναι όλοι οι επώ­νυ­μοι και ανώ­νυ­μοι συ­νο­μή­λι­κοι στα ποι­ή­μα­τα και στις με­λέ­τες της πα­ρέ­ας των Ση­μειώ­σε­ων. Δεν πρό­κει­ται για ήρω­ες ή μάρ­τυ­ρες, εθε­λο­ντές ή αρ­χη­γούς. Εί­ναι ανί­α­τα με­σο­πο­λε­μι­κοί, ιδε­ο­λο­γι­κά ητ­τη­μέ­νοι, πο­λι­τι­κά άστε­γοι, ηθι­κά ένο­χοι. «Ανυ­πε­ρά­σπι­στοι θε­α­τρί­νοι», παί­ζουν τον μοι­ραίο Άμ­λετ στη σε­λή­νη. Έχουν μό­νο ένα πο­λύ­τι­μο πράγ­μα στη ζωή, ο ένας τον άλ­λο. Πρό­κει­ται για το με­τα­πο­λε­μι­κό «κοι­νό­βιο» του Μά­ριου Χάκ­κα που δεν εντά­χθη­κε σε κα­νέ­να επί­γειο ή υπε­ρου­ρά­νιο πα­ρά­δει­σο, το «κοι­νόν» της αρι­στε­ρής απο­ποί­η­σης και με­λαγ­χο­λί­ας με τις δι­κές του ασκη­τι­κές πρα­κτι­κές συμ­βί­ω­σης και συ­μπε­ρι­φο­ράς.
Με­ρι­κές φο­ρές το άδι­κο πα­ρα­βιά­ζει ακό­μα κι αυ­τές τις ακρι­βές φι­λί­ες, δι­χά­ζο­ντάς τες με υπο­ψία, προ­δο­σία, απο­ξέ­νω­ση, σιω­πή. Αυ­τό εί­ναι το χει­ρό­τε­ρο μαρ­τύ­ριο, το να δι­κά­ζει φί­λος φί­λο και να τον τι­μω­ρεί. Όμως ακό­μα και τό­τε οι γνή­σιοι φί­λοι μέ­νουν πι­στοί, δί­νο­ντας κα­θη­με­ρι­νή ανα­φο­ρά και πα­ρη­γο­ριά ο ένας στον άλ­λο, έτσι που εί­ναι τα­μέ­νοι στην ηθι­κή της συ­ντρο­φι­κό­τη­τας. Ο Ελευ­θε­ρί­ου ήταν ανυ­πο­χώ­ρη­τα ταγ­μέ­νος στους φί­λους του, πα­λιούς και και­νούρ­γιους, γυ­ναί­κες και άν­δρες, ανε­ξαρ­τή­τως ηλι­κί­ας και τά­ξε­ως, ακό­μα και σε όσους του γύ­ρι­σαν την πλά­τη ή τον εκ­με­ταλ­λεύ­θη­καν. Ό,τι κι αν συ­νέ­βη με­τα­ξύ τους, στο βά­θος τον αγα­πού­σαν και τους αγα­πού­σε. Άσκη­σε τη φι­λία ως φου­κω­νια­νή με­λέ­τη βί­ου.

Ο Μά­νος με έκα­νε φί­λο του το 1974, και μου έμει­νε πι­στός ως το τέ­λος, ακό­μα κι αφού έφυ­γα ορι­στι­κά από την Ελ­λά­δα το 1979. Όταν τε­λεί­ω­σα τη Φι­λο­σο­φι­κή Αθη­νών μου χά­ρι­σε την έκ­δο­ση Λί­νου Πο­λί­τη των Αυ­το­γρά­φων έρ­γων του Σο­λω­μού. Όταν πα­ντρεύ­τη­κα την Άρ­τε­μη Λε­ο­ντή μάς αφιέ­ρω­σε ένα από τα πιο αγα­πη­μέ­να του ποι­ή­μα­τα, «Το πλοίο Ναυ­κρα­τού­σα». Όταν του γνώ­ρι­σα τον «έτε­ρο εαυ­τό» μου Πα­ντε­λή Πο­λυ­χρο­νί­δη συμ­φώ­νη­σε αμέ­σως να συ­νερ­γα­στού­με για ένα ρε­σι­τάλ με τρα­γού­δια του ερ­μη­νευ­μέ­να σαν λή­ντερ από σου­μπερ­τια­νό τε­νό­ρο και πιά­νο. Βρε­θή­κα­με για να μου χα­ρί­σει Τα ομοιο­κα­τά­λη­κτα (2018) πέ­ντε μέ­ρες πριν μπει στο τε­λευ­ταίο νο­σο­κο­μείο.
Για τον Μά­νο Ελευ­θε­ρί­ου, σε ένα κό­σμο άδι­κο και μια ζωή δί­κο­πη οι φί­λοι εί­ναι το κόμ­μα, η πα­τρί­δα, η εκ­κλη­σία και ο τε­κές όπου η συ­ντρο­φι­κή με­λαγ­χο­λι­κή αρι­στε­ρά ασκεί τη δι­κή της αντο­χή και αρε­τή.

Στον Άδη πά­νε οι φί­λοι. Κι άλ­λοι φί­λοι.
Μο­νά­χοι, ανυ­πε­ρά­σπι­στοι, βου­βοί.
Με τη φω­νή κλει­σμέ­νη σε κο­χύ­λι
την ύστα­τη να βρού­νε αμοι­βή.
Εκεί που βρί­σκουν όλα θε­ρα­πεία.
Στο πέ­ραν. Στο πο­τέ. Στην ου­το­πία.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: