[ Α Τ Λ Α Ν Τ Ι Κ Ο Σ ]
Εν εξελίξει ανθολογία μεταφράσεων αγγλόφωνης ποίησης
——————
[ Α Τ Λ Α Ν Τ Ι Κ Ο Σ ]
Εν εξελίξει ανθολογία μεταφράσεων αγγλόφωνης ποίησης
——————
——————
Η Μπερναντέτ Μέιερ (Bernadette Mayer) γεννήθηκε το 1945 στο Μπρούκλιν, σε μια γειτονιά όπου, ως επί το πλείστον, κατοικούσαν γερμανικής καταγωγής μετανάστες. Οι γονείς της (ηλεκτρολόγος ο πατέρας, αντιρρησίας συνείδησης στον Δεύτερο Παγκόσμιο, και γραμματέας η μητέρα της) πέθαναν στις αρχές της εφηβείας της. Αποφοίτησε το 1967 από τη Νέα Σχολή για Κοινωνική Έρευνα. Από το έργο της Memory (1971) και εξής, συνέθεσε πολυμεσικές αφηγήσεις, συνδυάζοντας κείμενο και φωτογραφία, καινοτόμησε στη χρήση της γλώσσας, διασάλευσε τα όρια των ειδών, πειραματίστηκε με τη μετατροπή των τεκμηρίων και του εις εαυτόν λόγου σε ποιητική πρώτη ύλη. Μετέφερε, ώς έναν βαθμό, την ποίηση από την τυπωμένη σελίδα στον εκθεσιακό χώρο. Έζησε πολλά χρόνια στη Μασαχουσέτη, δίδαξε στο περίφημο Poetry Project at St. Mark's Church in-the-Bowery της Νέας Υόρκης, το οποίο και για ένα διάστημα διηύθυνε (1980-4), εξέδωσε περιοδικά, δημιούργησε μαζί με τον Lewis Warsh, τότε σύντροφό της και πατέρα των τριών παιδιών της, τον εκδοτικό οίκο United Artists Press. Πέθανε πριν από λίγο καιρό, στις 22 Νοεμβρίου, σε ηλικία εβδομήντα επτά ετών.
——————
——————
Να ’σαι δυνατή, Μπερναντέτ
Ποτέ κανείς δε θα το μάθει
Είχα λόγο που ήρθα εδώ
Ίσως υπάρχει εδώ ζωή
Που δε φοβάσαι τον χτύπο της καρδιάς σου
Να μη φοβάσαι τον χτύπο της καρδιάς σου
Να κοιτάς πράγματα πολύ μικρά με τα μάτια σου
& να μένεις ζεστή
Τίποτα έξω δεν μπορεί να σε γιατρέψει, όλα, ωστόσο, έξω βρίσκονται
Είναι ντροπή μεγάλη για τον κόσμο η γνώση
Ότι μπορεί να έχεις φτάσει ώς εδώ
Ίσως γι’ αυτό αγαπάς τόσο πολύ την παρουσία άλλων ανθρώπων
Ίσως γι’ αυτό τόσο ανυπόμονα αναμένεις
Δεν έχεις τίποτ’ άλλο να διδάξεις
Ώσπου απ’ τη γνώση της αληθινής σου ύπαρξης πια πανικός να μην προκύπτει
& μόνο τότε να φανεί γέλιο ιδιαίτερο παιδιάστικο
& όχι πια ψέματα όχι πια
Να μη σε βρίσκουν όχι
Πια να επιστρέφεις & προς τον νότο πια
Ταξίδι γυρισμού
Πράγματα μικρά & όχι τα συντρίμμια μου
Κάτι ν’ αντιπαλέψω
& είμαστε όλοι τόσο άπταιστοι ως προς τον εαυτό μας
Τις ιδέες μας για το φαγητό, μιαν Άγρια σάλτσα
Δεν έχει και πολύ νόημα να τελειώσει: κι ωστόσο δεν τις λέμε:
Είχα γράψει: «ο άνδρας που ξαναέραψε στα πόδια του τα πέλματά του»
Πανικοβλήθηκα έπειτα στο άκουσμα, κυρίως, του τι ο άνεμος μπορούσε
να μου κάνει
αν γύριζα σερνάμενη στο σπίτι, δυο πόδια δεν προσδιορίζουν στίγμα, αν
τα κλαδιά έσπαγαν πάνω απ’ το κεφάλι μου & η απειλή τους, αν
κάλυπτα το πρόσωπό μου με μπίρα & ίδρωνα μέχρι να επιστρέψεις
Αν υπέφερα τι άλλο θα μπορούσα να κάνω