——————
ΜΙΚΡΟΙ ΟΔΗΓΟΙ ΑΚΡΟΑΣΗΣ
——————
Με τον Γουίσταν και τον Βενιαμίν στην ολόμαυρη ράχη
Πίσω στο χρόνο. Τραβήξαμε για της Βινδολάνδης (https://www.kathimerini.gr/wor... ) την ολόμαυρη ράχη. Μέρες αιματηρών και ύπουλων πολέμων, αυτών που ακούγονται και τώρα σαν μακρινό απειλητικό μπουμπουνητό. Αυτών που σκοτώνουν ποιητές πάνω στην άνθισή τους κι εκείνοι έχουν κάθε λόγο να τους αποφεύγουν όπως η μούσα την αμουσία. Πριν ο Γουίσταν Χιου Όντεν κι ο Μπένζαμιν Μπρίτεν γίνουν επισήμως αντιρρησίες συνειδήσεως αποζούσαν μεταξύ άλλων κι από τη συνεργασία τους με το BBC. Έτσι στα 1937, προτού υπάρξει καν το Τρίτο Πρόγραμμα, το BBC τους παράγγειλε σενάριο και μουσική για ένα φιλμάκι με θέμα το Αδριάνειο Τείχος και την ιστορική του τοπογραφία. Εδώ στη Βινδολάνδη που πήγαμε. Για το φιλμάκι ο Όντεν συνέγραψε μεταξύ άλλων κι ένα «Μπλουζ του φρουρού στα τείχη τα ρωμαϊκά». Με της ποιητικής φαντασίας την υπερταχεία ταλαιπωρήθηκε ανάμεσα στους Βατάβιους, τους Τιγουρίνους, τους Άμβρωνες, τους Τουγήνους και τ’ άλλα πολεμόχαρα γερμανικά φύλα που σαν βοηθητικά μισθοφορικά στρατεύματα στέλνονταν απ’ τους Ρωμαίους στα προκεχωρημένα φυλάκια της αυτοκρατορίας να φυλάξουν τα σύνορα. Στη θέση του άγριου πολεμιστή είδε έναν δυστυχή φαντάρο που έπαιζε τη ζωή του κορόνα γράμματα, τον πέθαιναν οι ψείρες, το κρύο, το συνάχι και η έγνοια της πληρωμής και της καλής του πίσω στην πατρίδα. Ο Μπρίτεν πάλι σκέφτηκε για τη μελοποίηση πως το κοντινότερο σύγχρονο μουσικό ισοδύναμο τέτοιων παγκόσμιων λαϊκών καημών ήταν το αμερικάνικο ιδίωμα του μπλουζ. Ο χρόνος τα υπολόγισε αλλιώς και η μουσική του Μπρίτεν (το φωνητικό μέρος) έμεινε κρυμμένη καμιά εβδομηνταριά χρόνια στα σεντούκια ενός συνταξιούχου υπάλληλου της Τράπεζας της Αγγλίας. Κάπου τόσα συν άλλα καμιά δεκαριά περίμενε και το ποίημα του Όντεν για να μεταφραστεί στα ελληνικά. Εδώ, στην άγρια ράχη της Βινδολάνδης, με τον ορίζοντα κλειστό από πολύχρωμη και δημοκρατική παιπάλη να κουκουλώνονται τα ύποπτα πολεμοκαπηλικά κίνητρα, ήρθαν και μας βρήκαν και τα δυο, ποίημα και τραγούδι. Εδώ το τραγούδι:
Κι εδώ το ποίημα:
Μπλουζ του φρουρού στα τείχη τα ρωμαϊκά
Νοτίζει ο αέρας τον ρεικότοπο στην άγρια ράχη,
Στο αμπέχωνο έχω ψείρες και στη μύτη έχω συνάχι.
Ψιλή μονέδα η βροχή πέφτει και γλωσσοκοπανάει τη γη,
Στα τείχη τα ρωμαϊκά είμαι σκοπιά χωρίς να ξέρω το γιατί.
Τυλίγει η καταχνιά την άκαρδη την πέτρα την τεφρή,
Στη Γερμανία είναι η καλή μου κι εγώ μονάχος βολοδέρνω στη στρωμνή.
Ο Αύλος που την τριγυρνάει και καιροφυλακτεί,
Έχει άθλιους τρόπους και η μούρη του είναι φριχτή.
Ο άλλος πάλι ο Πίσων είναι χριστιανός – λατρεύει έναν ιχθύ·
Αυτός αν την κατάφερνε, γλιτώνουμε την αγκαλιά και το φιλί.
Το δαχτυλίδι σου καλή μου το ΄χασα στα ζάρια·
Δώστε μου το κορίτσι μου, δώστε μου και την πληρωμή που
κάθομαι και φυλάω αγκωνάρια.
Μονόφθαλμος σα γίνω βετεράνος,
Τον ουρανό θα κάθομαι και θα κοιτάω σα χάνος.