Γιαπωνέζικος κήπος: Συνέντευξη του Δημήτρη Σωτάκη

Ο για­πω­νέ­ζι­κος κή­πος εί­ναι ίσως ένα από τα πιο δο­μη­μέ­να εί­δη κή­πων. Πρέ­πει απα­ραι­τή­τως να πε­ριέ­χει επτά στοι­χεία: νε­ρό, πέ­τρες και άμ­μο, γέ­φυ­ρες, πέ­τρι­να φα­νά­ρια και γούρ­νες, φρά­κτες και πύ­λες, άν­θη και δέ­ντρα, και ψά­ρια. Οι πα­ρού­σες συ­νε­ντεύ­ξεις θα απο­τε­λού­νται πά­ντα από επτά ερω­τή­σεις. Κά­ποιες από αυ­τές θα επα­να­λαμ­βά­νο­νται και κά­ποιες θα εί­ναι νέ­ες, ώστε να αντα­πο­κρί­νο­νται στο έρ­γο που έχου­με μπρο­στά μας. Σαν τον για­πω­νέ­ζι­κο κή­πο, οι συ­νε­ντεύ­ξεις θα δια­τη­ρούν τη δο­μή τους, προ­σπα­θώ­ντας ταυ­τό­χρο­να να απο­δώ­σουν, ακρι­βώς σαν αυ­τόν, τη ζω­ντά­νια μιας μα­κρι­νής γης, που σε αυ­τήν την πε­ρί­πτω­ση εί­ναι, βέ­βαια, η δια­δι­κα­σία της συγ­γρα­φής.



Γιαπωνέζικος κήπος: Συνέντευξη του Δημήτρη Σωτάκη



Ο Δημήτρης Σωτάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973.Έχει εκδώσει τα μυθιστορήματα:

2002 2005 2007 2009 2012 2014 2015 2017 2019 2020

 

 



Από το αγαπημένο, Η πράσινη πόρτα ( Μεταίχμιο), στο επίσης αγαπημένο, και πιο πρόσφατο, Μισή καρδιά (Κέδρος), αλλά και σε πολλά άλλα βιβλία σας [Ο άνθρωπος καλαμπόκι, Η ιστορία ενός σούπερ μάρκετ (Κέδρος)], βλέπουμε ήρωες που συγκροτούνται γύρω από τις εμμονές τους – γύρω από τις πολλές και ίσως γύρω από την καταλυτική μια. Πώς προκύπτει αυτό; Πώς η εμμονή ενεργοποιείται στη συγγραφή και πώς ενυπάρχει, αν ενυπάρχει, η εμμονή της συγγραφής στη ζωή;

Θα έλεγα ότι οι εμμονές δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένα μοτίβο το οποίο ακολουθείται από μια εσωτερική, σχεδόν μεταφυσικού τύπου, ιεραρχία. Οι εμμονές αποτελούν ένα δείγμα του ψυχισμού μας, τρυπώνουν στο υποσυνείδητο, το αποδομούν και τέλος μάς απογυμνώνουν μπροστά στα μάτια όλων. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και στη διαδικασία της συγγραφής. Κάθε φορά, ακόμα κι αν έχει κανείς την ψευδαίσθηση ότι απέχω υφολογικά από ένα προηγούμενο κείμενό μου, εντούτοις υπάρχει πάντα ένας κύριος άξονας που δεν μετατοπίζεται. Η εμμονή της συγγραφής στη ζωή ακολουθεί στην ουσία την ίδια λογική. Μέσα μου υπάρχει μια χαρτογραφημένη απόσταση, μια ταχύτητα στον τρόπο που επιστρέφω στη συγγραφή, ένας ρυθμός που παραμένει αναλλοίωτος, επανέρχεται εμμονικά σαν καλοκουρδισμένο ρολόι.

Πώς επιλέγετε κάθε φορά τον τρόπο που δομείται ο χαρακτήρας και τι γίνεται αφηγηματικά όταν πρέπει να λάβετε αποφάσεις σχετικά με αυτόν; Για παράδειγμα, ο ήρωας στο Μισή καρδιά συναντά τον εαυτό του και τη διαφορετική πορεία της ζωής του και τόσο ο χαρακτήρας όσο κι εσείς, ως δημιουργός, πρέπει να λάβετε θέση απέναντι σε αυτό το μοιραίος γεγονός. Πώς αποφασίζετε προς τα πού θα κινηθεί ο ήρωας και η ιστορία;

Οι ήρωες είναι το μέσον για να φτάσω σε αυτό που θέλω να καταδείξω γράφοντας. Εξυπηρετούν την ιστορία κινούμενοι από μένα, έχοντας ο καθένας απ' αυτούς μια δική του, συγκεκριμένη ηθική. Όσο κι αν πασχίζουν να υπάρχουν, απεγκλωβισμένοι απ' τον δικό μου κλοιό, στο τέλος πέφτουν στην παγίδα μου και υπηρετούν το βιβλίο. Αν πάρουμε ως δεδομένο ότι έχω γράψει το κείμενο μέσα στο κεφάλι μου πολύ πριν ξεκινήσω να γράφω στην πραγματικότητα, ο ρόλος της καθοδήγησης των ηρώων δεν είναι και τόσο πολύπλοκος.

Τα βιβλία σας ενεργοποιούν ερωτήματα τόσο στο προσωπικό όσο και στο συλλογικό επίπεδο. Στο, Ο κανίβαλος που έφαγε έναν Ρουμάνο (Κέδρος), παρακολουθούμε ένα περιστατικό ανθρωποφαγίας. Πώς οι παρατηρήσεις σας, π.χ., για τον τρόπο που η κοινωνία καταπίνει το άτομο, μεταμορφώνονται σε αφηγηματικό υλικό; Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και για το Μισή καρδιά, αν και το βιβλίο αυτό θέτει πιο υπαρξιακά ερωτήματα. Πώς αυτά τα ερωτήματα/παρατηρήσεις/πιθανόν βιώματα προσωποποιούνται μέσω της αφηγηματικής δράσης;

Μα, η ερώτησή σας περιγράφει ακριβώς τον τρόπο που δουλεύω. Όλα ξεκινούν από έναν πυρήνα, τα εν λόγω υπαρξιακά ερωτήματα ή όποιοι άλλοι προβληματισμοί είναι το θεμέλιο των ιστοριών που γράφω. Η πλοκή είναι πάντα ένα άλλοθι, είναι ένα μέσο για να θέσω όσα με απασχολούν, θα μπορούσα να τα πω σε δευτερόλεπτα, να σας αναγκάσω να με ακούσετε χρησιμοποιώντας ένταση, να κραυγάζω, όμως επιλέγω συνειδητά, να δημιουργήσω μια ιστορία, η οποία να κουβαλάει μέσα της ό, τι είμαι κάθε φορά.

Τα βιβλία σας όπως Η ανάσταση του Μάικλ Τζάκσον, Η ιστορία ενός σούπερ μάρκετ, Η παραφωνία (Κέδρος), μάς δίνουν μια παράλογη συνθήκη την οποία καλούμαστε να πιστέψουμε. Πώς αυτή η συνθήκη εμφανίζεται σε σας ως η πιθανότητα της αφήγησης; Αυτή η συνθήκη πώς καθορίζει την αφηγηματική ροή και τους χαρακτήρες; Πρώτα πιστεύουν εκείνοι και μετά εμείς;

Η συνθήκη δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική. Είναι αλλόκοτη, παράδοξη-παράλογη – όπως λέτε. Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα, εγώ – άρα και οι ήρωές μου – αισθάνομαι ασφαλέστερος, πιο κοντά σε αυτό που θέλω να είμαι, είναι η συνθήκη της απόδρασης από μια κανονική ζωή, συνεπώς είναι ο καθοριστικός λόγος που γράφω, για να κάνω ένα βήμα πέρα απ' το ορατό, να κατασκευάσω κόσμους, μέσα στους οποίους όλα θα είναι όπως πρέπει/ή όπως δεν πρέπει, θα τηρούνται, ωστόσο, οι παράμετροι, σύμφωνα με τις οποίες θα ξεδιπλωθεί ευκολότερα η ιστορία μου.

Μισή καρδιά (Κέδρος) – Το θέμα της αυτοπραγμάτωσης προκύπτει έντoνα. Μπορεί η αυτοπραγμάτωση να προέρχεται από τον άλλο, από έναν έρωτα, για παράδειγμα, ή από την κοινωνική αναγνώριση; Είναι και τα δύο εξωτερικά στοιχεία που εν τέλει δεν ενσωματώνονται στον εαυτό; Υπάρχει η πιθανότητα της πραγματικής ατομικής αλλαγής;

Είναι χαοτικό το ζήτημα της ατομικότητας. Συχνά επικρατεί μια ψευδαίσθηση σε σχέση με το τί αποκαλούμε “εγώ”, στη δουλειά μου υπάρχει ένα μοντέλο, το “εγώ” και ο κόσμος, οι ήρωες είναι αντιμέτωποι με όλο το ορατό σύμπαν, απ' την άλλη, δεν είμαστε βέβαιοι τί επίδραση έχουν πάνω τους τα υπόλοιπα πρόσωπα – γιατί σίγουρα έχουν – όσο κι αν λειτουργούν σαν μαριονέτες. Η πραγματική αλλαγή θέλει κόπο, θέλει συνέπεια και δράση, δεν είναι εύκολο, από την άλλη είναι μοιραίο, οι άλλοι άνθρωποι δίπλα σου να παίζουν σημαντικό ρόλο σε κάθε αλλαγή που υφίστασαι.

Πώς είναι να εξερευνάτε το ψυχικό τοπίο ενός αντιήρωα; Να τον βάζετε να επιτελεί τις πράξεις που επιτελεί και να τα (εξ)ομολογείτε, όπως συμβαίνει π.χ. στο Ο Μεγάλος Υπηρέτης (Κέδρος); Πώς είναι να τον δημιουργείτε πρωτοπρόσωπα; Να έχετε απόσταση ή όχι από τον ήρωα; Σε αυτή τη διαδικασία πώς ενεργοποιείται ο εαυτός/συγγραφέας και πώς ο εαυτός/υλικό;

Μοιραία ο ήρωας είναι φτιαγμένος από το δικό μου υλικό. Συναισθηματικά και συμπεριφοριστικά είναι εν δυνάμει εγώ. Σωστά χρησιμοποιήσατε τη λέξη “εξομολογείτε”, ειδικά για τον Μεγάλο Υπηρέτη, μια και πρόκειται πράγματι για ένα από τα πιο εξομολογητικά μυθιστορήματα μου. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση είναι κάτι που επιλέγω εδώ και πολλά χρόνια, σαφώς και ενισχύει αυτή την εξομολογητική τάση, αφού έχω συχνά την ψευδαίσθηση ότι βρίσκομαι στη διαδικασία ενός εσωτερικού μονολόγου, ότι τίποτα δεν έχει σημασία, παρά η ένταση και η αλήθεια αυτών των σκέψεων. Η απόσταση που κρατάω είναι και αποτέλεσμα μιας φυσικής ροής του κειμένου, μάλλον συνέπεια μιας αυτοματικής τεχνικής που έχει αναπτυχθεί σταδιακά.

Πώς επιλέγετε την πρώτη πρόταση; Πού γράφετε, πώς και πότε;

Γράφω μετά τα μεσάνυχτα και μέχρι τις πρωινές ώρες, σε απόλυτη ησυχία. Ενίοτε απομονώνομαι και γράφω μερόνυχτα, όταν ένα βιβλίο το απαιτεί. Η πρώτη πρόταση είναι ένας πρώτος χαιρετισμός, δίνει ένα πρώτο στίγμα, με ενδιαφέρει να είναι κατά κάποιο τρόπο, δείγμα της γενικής ατμόσφαιρας του βιβλίου.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: