Επιτέλους θα μιλήσει κάποιος για όλους…
Γιάννης Πάσχος, «Το χρονικό ενός δυσλεκτικού», εκδ. Περισπωμένη 2022
Το βιβλίο με περίμενε λίγες μέρες μετά την κυκλοφορία του, στον «Αναγνώστη», ένα καλά ενημερωμένο βιβλιοπωλείο στα Γιάννενα. Τις πρώτες εντυπώσεις κέρδισε το εξώφυλλο. Ο Γιάννης πρωτάκι, σε μια από κείνες τις παιδικές φωτογραφίες εποχής, τότε που η φωτογράφιση ήταν κάτι σαν γιορτή και φορούσαμε τα καλά μας για χάρη της. Βέβαια μετά την ανάγνωση φαντάστηκα το «Καταζητείται» πάνω στη φωτογραφία του εξωφύλλου, αφού έτσι ένιωθε ο πρωταγωνιστής τα χρόνια εκείνα, της αθωότητας κατά τ’ άλλα. Κατεστραμμένος και δακτυλοδειχτούμενος. Διέπραξε φόνο! Ήταν δυσλεκτικός!...
Ο τίτλος «Το χρονικό ενός δυσλεκτικού» ξέθαψε από τη μνήμη μου όλα εκείνα τα αναγνώσματα που φέραν στον τίτλο τους το βάρος αυτής της λέξης… Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου, του Gabriel García Márquez, Το χρονικό του Μορέως, Το χρονικό μιας πολιτείας του Π. Πρεβελάκη. Θυμήθηκα ακόμη και Το χρονικό του Γαλαξιδίου του ιερομόναχου Ευθύμιου, από τα πρώτα δημώδη κείμενα που συνάντησα στα φοιτητικά μου χρόνια και τον καθηγητή μου Γ. Μότσιο, που δεν μας άφηνε να το ξεχάσουμε.
Ας επιστρέψουμε όμως στον τίτλο… Το χρονικό ενός δυσλεκτικού… όπως λέμε η ιστορία ενός αιχμαλώτου, για να θυμηθούμε τον Στρατή Δούκα… η εκπαιδευτικός μέσα μου άρχισε να παίρνει ήδη θέση… επιτέλους θα μιλήσει κάποιος για όλους…
Η έκπληξη βέβαια ήταν στο οπισθόφυλλο… ο δυσλεκτικός ήταν ο φίλος μου ο Γιάννης κι ας το έμαθε στα 45 του χρόνια…
Άρχισα την πρώτη ανάγνωση σχεδόν αμέσως. Παρεμπιπτόντως τα βιβλία του Γιάννη τα διαβάζω πολλές φορές, μη τυχόν και χάσω κάτι…
ΚATAIΓΙΔΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ…
Θυμός για το σύστημα και τους ανθρώπους που πιστά το υπηρετούσαν, όλους εκείνους τους δασκάλους που κατέστρεψαν τη ζωή πολλών παιδιών, που το πρόβλημα για αυτούς ήταν αρρώστια επάρατη, που δεν μπήκαν στον κόπο να τους γνωρίσουν καλύτερα, που η μόνη διαδεδομένη παιδαγωγική μέθοδος, η μόνη θεραπεία ήταν το ξύλο, που δεν γνώριζε καθημερινές και σκόλες και που «μάτωσαν» τα όνειρά τους πέρα από τα τετράδιά τους. Ο αόριστος χρόνος δεν είμαι σίγουρη ότι είναι ο σωστός. Σελ. 24
Αγωνία για το μέλλον του ήρωα αλλά και κάθε παιδιού, όχι μόνο στα πέτρινα χρόνια μιας αναχρονιστικής και αδιάφορης εκπαίδευσης, που περιγράφει ο Γιάννης Πάσχος, αλλά και σήμερα, που μπορεί να γνωρίζουμε περισσότερα, να έχουμε πολλά «όπλα» στα χέρια μας εμείς οι δάσκαλοι, το βλέμμα όμως των παιδιών συνεχίζει να κρύβει την ίδια απόγνωση κάποιες φορές, την ίδια μοναξιά και ανασφάλεια, τον ίδιο φόβο ή να είναι φευγάτο άλλες και να παίρνει τα βουνά, που οι κορυφές τους γίνονται διάδρομοι απογείωσης για τα ατέλειωτα ταξίδια τους. Και κάποιοι να συνεχίζουν να εμποδίζουν τον δρόμο τους προς το φως, να τα αφήνουν να πνίγονται σε «βάθη απύθμενα» αντί να τους πετάνε ένα σωσίβιο την ώρα της μεγάλης τρικυμίας, όπως η φιλόλογος του Γιάννη στο Γυμνάσιο κ. Δέσποινα Σαλτουρίδου, που δεν χρειάστηκε να κάνει πολλά, για να τον κερδίσει, «απλά τον ρώτησε πώς τον λένε και του χάιδεψε το κεφάλι». Η εικόνα του Γιάννη τις πρώτες μέρες στο Γυμνάσιο (σελ. 40-41), δυστυχώς δεν διαφέρει από τα δυσλεκτικά παιδιά του 21ου αιώνα.
Θαυμασμός για τον ήρωα, καμάρι για τον φίλο μου Γιάννη που οι Λαιστρυγόνες και οι Κύκλωπες της δυσλεξίας δεν έκλεισαν τον δρόμο του, δεν σταμάτησαν την λαμπρή πορεία, γιατί απλά «δεν τους κουβαλούσε μέσα στην ψυχή του, γιατί η ψυχή του δεν τους έστηνε εμπρός του». Δεν έψαχνε δικαιολογίες ο Γιάννης, πείσμωνε μόνο και εφεύρισκε νέους τρόπους, για να υπάρξει, αφού δεν γινόταν με τους συνήθεις, συμβατικούς τρόπους. (σελ. 16-17)
«Προσπαθούσα να απλώσω γέφυρες από τον δικό μου περιφρουρημένο κόσμο με τον πραγματικό, αλλά δεν ήταν πάντα εύκολο. Κάθε μικρή μου αποτυχία με ενδυνάμωνε, κάθε αποτυχία, κι ήταν πολλές οι άτιμες, διέλυε την προσπάθεια, οι γέφυρες κατακρημνίζονταν κι εγώ μαζί τους». Σελ. 44
Αναγνώριση για την υποστήριξη και την αγάπη της μητέρας αλλά και του πατέρα, των λίγων και εκλεκτών δασκάλων, που τους τιμά, αναφέροντάς τους με το όνομά τους, γιατί ήταν οι σωτήρες του, τόσο στο σχολείο όσο και στο πανεπιστήμιο και μετά, των συνομηλίκων, κεντρικών και περιφερειακών προσώπων στη ζωή του αφηγητή, που διαδραμάτισαν τον δικό τους ξεχωριστό ρόλο και καθόρισαν τις αποφάσεις του.
Δικαίωση, όταν οι προσπάθειες έπιασαν τόπο, όταν η αίσθηση ότι «υπάρχει μια διαδρομή, ένα μονοπάτι, που αν το ανακαλύψεις, βγήκες στο ξέφωτο, βγήκε αληθινή. Δικαίωση όμως και για την ανεξάντλητη αγάπη της μητέρας και την ακούραστη επιμονή του πατέρα. Έτσι ήξερε ο πατέρας να δείχνει την αγάπη του. Σελ. 80, 83
Κι όταν πια έφτασα στο τέλος του βιβλίου, ένιωσα, όπως κάθε φορά, που φτάνει στο τέλος μια διαδρομή μου με τον Γιάννη… ένιωσα τυχερή για όσα μοιραζόμαστε, για όσα μου μαθαίνει…
ΤΟ ΞΑΝΑΔΙΑΒΑΣΑ ΒΕΒΑΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ…
Στη δεύτερη ανάγνωση, αφού είχε περάσει η συγκίνηση της πρώτης, σκέφτηκα ότι το κλειδί δεν κρύβεται πίσω από το γεράνι αλλά πίσω από τη λέξη «ενός». Ο Γιάννης Πάσχος μπορεί να έγραψε μία αυτοβιογραφική νουβέλα που μας άγγιξε όλους, για διαφορετικό λόγο τον καθένα, όλο και κάποια αδυναμία έχουμε όλοι… μπορεί να κατέγραψε τις αναμνήσεις μιας βασανιστικής σχολικής ζωής, μπορεί να ξεπλήρωσε ένα χρέος στον εαυτό του, καθώς τον συνεπήρε το παρελθόν του χρόνου, έγραψε όμως πάλι λογοτεχνία.
Αν αφαιρέσουμε την παιδική του φωτογραφία από το εξώφυλλο και το ονοματεπώνυμο από τις σελίδες του βιβλίου, ο ήρωάς του, ο Ιοανίς, που η γραφή του θυμίζει την πρωτοποριακή γραφή του Ηπειρώτη Γ. Βηλαρά, θα μπορούσε να είναι ένας ακόμη μυθιστορηματικός ήρωας του Γιάννη Πάσχου… Αλλόκοτος, αλλοπαρμένος, γεμάτος τόλμη και φαντασία… που δεν το βάζει κάτω εύκολα, που διασκεδάζει τον πόνο του, που οι δυσκολίες για λίγο τον λυγίζουν αλλά μετά σηκώνεται πάλι για νέες δοκιμασίες, για νέες δόξες.
Που δίνει βαρύτητα όχι σε αυτά που βλέπει αλλά σε αυτά που γεννιούνται στο κεφάλι του, σε αυτά που έχουν ξεφύγει και βρίσκονται αλλού.
Που διηγείται τις δικές του ιστορίες, «ιστορίες που για όλους ήταν εξωφρενικές, για αυτόν όμως ήταν ο ζωτικός του χώρος…»
Που τη βγάζει αιωρούμενος, όταν χρειαστεί, ανάμεσα στον πραγματικό κόσμο και στην αχαλίνωτη φαντασία του.
Που μαζί του πορεύονται άλλοι χαρακτήρες σε ρόλο συμμάχου ή ανταγωνιστή, με ρόλο μικρό ή μεγάλο, κεντρικοί ή περιφερειακοί, χαρακτήρες με έντονο λογοτεχνικό ενδιαφέρον, όπως η μητέρα και ο πατέρας του, ο παππούς δάσκαλος και ο παππούς τσαγκάρης, η γιαγιά, οι δάσκαλοι με ονοματεπώνυμο και μη αλλά και άλλοι, όπως ο Μπεσνίκ, ο Σήφης, ο κ. Βύζας, η Μερόπη, η Στέλλα κ.ά.
Αλλά και η γραφή είναι καθαρά λογοτεχνική. Με χιούμορ και αφοπλιστική ειλικρίνεια μιλάει για όλα. Οι λέξεις μεταμορφώνονται σε εικόνες μαγικές και τρισδιάστατες που εναλλάσσονται, συναρπάζουν και αναστατώνουν τον αναγνώστη.
Στο βιβλίο ο χρόνος της αφήγησης παρακολουθεί τον χρόνο της ιστορίας. Οι αναδρομές και οι παρεκβάσεις έρχονται να φωτίσουν κάποια γεγονότα και να παραλείψουν άλλα. Συχνά καταφεύγει σε τεχνικές συντόμευσης του χρόνου ο αφηγητής. Ό,τι κρίνεται απαραίτητο, για να προχωρήσει η αφήγηση, γράφεται. Η κρησάρα του χρόνου είναι πολύ αυστηρή.
Τα σημεία στίξης έχουν ρόλο ξεχωριστό. Ειδικότερα διέκρινα τη χρήση του θαυμαστικού, στο οποίο ο συγγραφέας καταφεύγει, για να σχολιάσει, να εκφράσει την αμηχανία του, την απορία του, την ειρωνεία του. Για να κόψει ακόμη τη ροή της αφήγησης, να δώσει στον αναγνώστη χώρο και χρόνο.
«Το μεγάλο του χάρισμα όμως είναι ότι και εδώ ο συγγραφέας κολυμπά μέσα στα λόγια των ανθρώπων…», όπως ο ήρωας ενός άλλου του βιβλίου του, ο Δον Ντομίγκο. «Κάνει βουτιές και ξεσηκώνει από τον βυθό λέξεις ξεχασμένες, αναμνήσεις, εμπειρίες και τις πετά στο τραπέζι, για να τις πάρει όποιος θέλει και να φουντώσει η συζήτηση…»
Και είμαι η σίγουρη ότι το βιβλίο αυτό θα προκαλέσει πολλές συζητήσεις, θα ξεσηκώσει πολλές ξεχασμένες αναμνήσεις και ιστορίες μαγικές από τον βυθό της μνήμης, θα διαγράψει τη δική του ξεχωριστή πορεία…