Ωδή στους πλασιέ βιβλίων και στα βιβλία τους


[ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥΣ ]

Ωδή στους πλασιέ βιβλίων και στα βιβλία τους




Μεγάλωσα σ’ ένα σπίτι με πολλά βιβλία. Έχω δυο μεγαλύτερα αδέρφια, μητέρα φιλόλογο, πατέρα πρώην πλασιέ βιβλίων – του καιρού που οι πλασιέ ταξίδευαν κάθε βδομάδα σε άλλη πόλη και είχαν τακτικούς πελάτες σε σπίτια και καταστήματα· πώς να μη μάθω να ζω ανάμεσα σε σελίδες;
Κάποια από τα βιβλία που υπήρχαν σπίτι πριν από εμένα προέρχονταν όντως από την εργασία του πατέρα μου ως πλασιέ, αιώνες πριν. Κυρίως εκείνοι οι σκληρόδετοι τόμοι του Λουντέμη (βλ.Ο Λουντέμης, ο Ροντάρι και η Αμερική), του Καζαντζάκη (Καπετάν Μιχάλης), κανένας Παπαδιαμάντης (Βαρδιάνος στα Σπόρκα), άντε και Κωνσταντίνος Θεοτόκης (Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα) και φυσικά, εγκυκλοπαίδειες. Εγκυκλοπαίδειες που τώρα κάνω σκαλοπάτια για να πατάω στα ψηλά ντουλάπια της κουζίνας, μέχρι να αποκτήσουν συλλεκτική αξία. Εντάξει, ας μην είμαι τόσο κυνική. Η απαρχαιωμένη, εν πολλοίς, γνώση που προσφέρουν, οι ξεβαμμένες φωτογραφίες, τους δίνουν μία ρομαντική αύρα, τις ντύνουν μ’ ένα σχήμα μυθοπλασίας που με γεμίζει ξενοιασιά: η απόλυτη επιβεβαίωση ότι τίποτα στον κόσμο δεν είναι σίγουρο και παντοτινό. Με άλλα λόγια, το καλό και το κακό με όλα τα πράγματα είναι ότι κάποτε τελειώνουν, κι αυτό είναι αν μη τι άλλο καθησυχαστικό.
Δεν ήταν, όμως, μόνο το εμπόρευμα του μπαμπά που ξέμεινε στο σπίτι, τα βιβλία που διαβάζαμε. Σχεδόν το σύνολο της παιδικής λογοτεχνίας με την οποία μεγάλωσαν τα αδέρφια μου το ’80-’90 και κατόπιν κι εγώ, προερχόταν επίσης από αγορές από πλασιέ. Οι μεγάλες επιτυχίες; Οι σειρές της Άστριντ Λίντγκρεν (Ο Μικές μες στη σουπιέρα, Σκανταλιές στο μικρό χωριό κ.ά.) και τα βιβλία του Δημήτρη Ινκιόφ (Εγώ κι η αδερφή μου η Κλάρα, Τράνζης το μικρό ρομπότ, Ζοζεφίνα κ.ά.). Αγόραζαν τα βιβλία με τις κούτες, λέει. Ασύλληπτο! Και τι χαρά όταν διαβάζεις την ποιητική συλλογή της Γ.Δ., τυπωμένη το 2022, και βλέπεις πώς η Κλάρα και οι σκανταλιές της κι η σχέση με την αδερφή, έχουνε λόγο και ύπαρξη σε ένα έργο από κάθε άποψη τόσο μακρινό από εκείνο του Ινκιόφ;
Τα μόνα βιβλία που θυμάμαι να αγόρασαν για εμένα από πλασιέ ήταν εκείνα τα παλιά αναγνωστικά. «Λόλα να ένα μήλο», ένα άλλο με έναν αρχαίο πολεμιστή απ’ έξω, κάτι παιδιά με τις σάκες τους να προχωρούν χαρούμενα μέσα στον ήλιο – πόσο την αγαπούσα τη λέξη «σάκα», μόνο σ’ αυτά τα βιβλία τη συναντούσα. Τα αναγνωστικά αυτά, αντίθετα από τον αρχικό τους προορισμό, εμένα μου θυμίζουν καλοκαίρι. Τα καλοκαίρια τα διάβαζα: πρώτα τα ποιηματάκια, μετά τα πεζά. Και κάθε καλοκαίρι ζήλευα την εκδρομή στην παραλία με τους κεφτέδες που τηγάνιζε η μαμά και τα πεύκα κάτω απ’ τα οποία πεινασμένοι τρώγανε μετά το μπάνιο. Μια ωραία εικόνα για δύσκολα χρόνια.
Στα μουσεία και τα βιβλία με τα επαγγέλματα που χάνονται, γιατί κανείς δεν μιλά για τους πλασιέ βιβλίων; Πού πήγε αυτό το επάγγελμα; Χάθηκε κάπου ανάμεσα στους φόβους εξαπάτησης, στον covid, στα μεγάλα πολυκαταστήματα βιβλίων και άλλων «προϊόντων»; Κι άμα δεν πάει ο Μoάμεθ στο βιβλίο, μήπως να πάει το βιβλίο στον Μoάμεθ;

Κι εγώ δεν ξέρω αν θα του ανοίξω την πόρτα πια.


——————

Tο όνομα της στήλης είναι εμπνευσμένο από τη φράση του David Grossman «τα βιβλία είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο, όπου μπορούν να συνυπάρχουν τα πράγματα και η απώλειά τους».

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: