Υποσαχαρική Αφρική: οι επίμονες μνήμες

Υποσαχαρική Αφρική: οι επίμονες μνήμες


[ Β΄ ΜΕΡΟΣ ]

Φω­το­γρα­φί­ες: Λευ­τέ­ρης Τρια­ντα­φύλ­λου



Αύγου­στος ενός ανε­λέ­η­του καύ­σω­να, με­ση­μέ­ρι θο­λού Σαβ­βά­του. Δύο ώρες πε­ρί­που και κά­τι με ένα αε­ρο­πλά­νο των αι­θιο­πι­κών αε­ρο­γραμ­μών, που νοί­κια­σε ο ΟΗΕ, φτά­νω από το Χαρ­τούμ στη Τζού­μπα, τη με­γα­λύ­τε­ρη πό­λη του σου­δα­νι­κού νό­του. Εδώ ρέ­ει μό­νος του ο Λευ­κός Νεί­λος, εκα­το­ντά­δες χι­λιό­με­τρα μα­κριά, προ­τού συ­να­ντή­σει στο βορ­ρά τον Κυα­νό αδελ­φό του. Επι­κρά­τεια των ιδιαί­τε­ρα δυ­σμε­νών από κά­θε άπο­ψη τρο­πι­κών συν­θη­κών, της δια­βρω­τι­κής υγρα­σί­ας, που σε κά­νει να μπερ­δεύ­εις κρα­τι­κές συ­ντε­ταγ­μέ­νες και λα­ο­γρα­φι­κές ιδιαι­τε­ρό­τη­τες· πο­λύ κο­ντά στα σύ­νο­ρα με την Ου­γκά­ντα, την Κέ­νυα και τη Λαϊ­κή Δη­μο­κρα­τία του Κον­γκό. Πρό­κει­ται να πα­ρα­στώ στην κη­δεία του Τζον Γκα­ράνγκ Ντε- Μα­μπιόρ. Ήταν ο Α΄ Αντι­πρό­ε­δρος της πρώ­της κα­τ’ ου­σί­αν σου­δα­νι­κής κυ­βέρ­νη­σης εθνι­κής ενό­τη­τας. Σκο­τώ­θη­κε όμως λί­γες μέ­ρες πριν, όταν το ελι­κό­πτε­ρο, στο οποίο επέ­βαι­νε μα­ζί με άλ­λους δώ­δε­κα άντρες, καρ­φώ­θη­κε σ΄ ένα βου­νό, όχι πο­λύ μα­κριά από εδώ. Μια διε­θνής εξε­τα­στι­κή επι­τρο­πή άρ­χι­σε ήδη να εξε­τά­ζει τα αί­τια του δυ­στυ­χή­μα­τος.
Έτος με­ταιχ­μί­ων το 2005.
Ο Τζον Γκα­ράνγκ υπήρ­ξε ο χα­ρι­σμα­τι­κός αρ­χη­γός των ανταρ­τών στον μα­κρο­βιό­τε­ρο εμ­φύ­λιο πό­λε­μο της σύγ­χρο­νης επο­χής, που έφε­ρε την κυ­βέρ­νη­ση του Χαρ­τούμ και το σύ­νο­λο της γύ­ρω από αυ­τήν αρα­βοϊ­σλα­μι­κής ελίτ του βορ­ρά αντι­μέ­τω­πη με τους πα­νύ­ψη­λους «νέ­γρο» - χρι­στια­νούς και ποι­κί­λους εβέ­νι­νους ανι­μι­στές του δα­σώ­δους, δυ­σπρό­σι­του νό­του. Βά­στη­ξε εί­κο­σι χρό­νια για να τερ­μα­τι­στεί πα­νη­γυ­ρι­κά στις 9 Ια­νουα­ρί­ου του προ­α­να­φε­ρό­με­νου 2005, με την υπο­γρα­φή στην ου­δέ­τε­ρη πό­λη Ναϊ­βά­σα της Κέ­νυας μιας μάλ­λον εύ­θραυ­στης, πο­λύ­πλο­κης από ό, τι φαί­νε­ται συν­θή­κης ει­ρή­νης.
Τώ­ρα όλοι οι προ­σκε­κλη­μέ­νοι εκ­πρό­σω­ποι κρα­τών και διε­θνών ορ­γα­νι­σμών παίρ­νου­με μιαν ανά­σα κά­τω από τις πο­λύ­χρω­μες τέ­ντες. Τις έχουν απλώ­σει οι το­πι­κές αρ­χές στο αρι­στε­ρό μέ­ρος του αφιε­ρω­μέ­νου στους Άγιους Πά­ντες κα­θε­δρι­κού Να­ού των Κα­θο­λι­κών για να προ­στα­τεύ­σουν τις εκα­το­ντά­δες των προ­σερ­χο­μέ­νων από την απο­πνι­κτι­κή ζέ­στη. Με­τα­ξύ αυ­τών πα­ρευ­ρί­σκο­νται και αρ­χη­γοί δια­φό­ρων γει­το­νι­κών και μη αφρι­κα­νι­κών κρα­τών, όπως φέ­ρ’ ει­πείν της Κέ­νυας, της Ταν­ζα­νί­ας, της Νό­τιας Αφρι­κής και ασφα­λώς του Σου­δάν, αλ­λά και πρω­θυ­πουρ­γοί, υπουρ­γοί, αντι­προ­σω­πεί­ες από τις ΗΠΑ, την Ευ­ρω­παϊ­κή Ένω­ση, τον Κα­να­δά, δε­κά­δες πρέ­σβεις, δη­μο­σιο­γρά­φοι και άλ­λοι. Πα­ντού βέ­βαια στρα­τός. Η κε­ντρι­κή κυ­βέρ­νη­ση εί­χε ήδη απο­στεί­λει τρεις με τέσ­σε­ρις χι­λιά­δες άντρες για την τή­ρη­ση της τά­ξης σ΄ αυ­τόν το τό­σο ευαι­σθη­το­ποι­η­μέ­νο χώ­ρο. Άλ­λους τό­σους έχει πα­ρα­τά­ξει κο­ντά στο χώ­ρο της κη­δεί­ας το Σου­δα­νι­κό Λαϊ­κό Απε­λευ­θε­ρω­τι­κό Μέ­τω­πο, που θρη­νεί σή­με­ρα τον ηγέ­τη του. Βλο­συ­ροί και πά­νο­πλοι όλοι τους, έχο­ντας ανά­με­σά τους ενό­πλους της ου­δέ­τε­ρης αστυ­νο­μι­κο­στρα­τιω­τι­κής δύ­να­μης, της «Αφρι­κα­νι­κής Ένω­σης», προς απο­φυ­γήν οποιασ­δή­πο­τε συ­μπλο­κής, η οποία θα αρ­κού­σε για να εμπλέ­ξει το Σου­δάν σε έναν νέο εμ­φύ­λιο πό­λε­μο. Πρό­κει­ται για ένα νε­ο­σύ­στα­το διε­θνή ορ­γα­νι­σμό, που εγ­γυά­ται προς το πα­ρόν την σου­δα­νι­κή ασφά­λεια, με τε­ρά­στια έξο­δα, τα οποία έχει ανα­λά­βει να κα­τα­βά­λει η ήδη πολ­λα­πλά βε­βα­ρη­μέ­νη διε­θνής κοι­νό­τη­τα.
Η ατμό­σφαι­ρα εί­ναι βα­ριά. Οι κά­νες των αυ­το­μά­των όπλων αγ­γί­ζουν ελα­φρά τους ώμους και τις πλά­τες με­ρι­κών από μας. Ο Γιού­ρι Μου­σε­βέ­νι, ο Πρό­ε­δρος της Ου­γκά­ντας, που εί­χε πα­ρα­χω­ρή­σει το μοι­ραίο ιπτά­με­νο στον επι­στή­θιο, νε­κρό σή­με­ρα φί­λο του, πρό­λα­βε δυ­στυ­χώς να δη­λώ­σει, ότι οι και­ρι­κές συν­θή­κες δεν έφται­γαν κα­θό­λου για την πτώ­ση του ελι­κο­πτέ­ρου, όπως ει­πώ­θη­κε αρ­χι­κά. Με­τα­το­πί­ζο­ντας ολό­κλη­ρο το βά­ρος της ευ­θύ­νης εμ­μέ­σως πλην σα­φώς στην κε­ντρι­κή κυ­βέρ­νη­ση του Χαρ­τούμ και φρο­ντί­ζο­ντας να μην έρ­θει ό ίδιος στην κη­δεία, αλ­λά απλώς να εκ­προ­σω­πη­θεί από τον Πρέ­σβη του στο Χαρ­τούμ, ήταν επό­με­νο να υπο­νο­μεύ­σει το ενω­τι­κό κλί­μα, το οποίο προ­σπα­θούν να συ­ντη­ρή­σουν με κά­θε τρό­πο οι φα­νε­ρά αιφ­νι­δια­σμέ­νοι αρ­μό­διοι το­πι­κοί φο­ρείς.


Αφού πε­ριέ­φε­ραν το φέ­ρε­τρο στους δρό­μους της Τζού­μπα, το το­πο­θέ­τη­σαν σε ει­δι­κή, υπε­ρυ­ψω­μέ­νη θέ­ση στο προ­αύ­λιο του Να­ού. Το πε­ρί­με­ναν κά­τω από τον ανη­λεή ήλιο για αρ­κε­τή ώρα δυο - τρεις κα­θο­λι­κοί Αρ­χιε­πί­σκο­ποι, αρ­κε­τοί επι­κε­φα­λής δια­μαρ­τυ­ρο­μέ­νων Εκ­κλη­σιών, δε­κά­δες απλοί ιε­ρείς δια­φο­ρε­τι­κών δογ­μά­των και πα­ρα­φυά­δων, με μαύ­ρα που­κά­μι­σα και κόκ­κι­να πα­ντε­λό­νια, κα­λο­ντυ­μέ­νες κα­λό­γριες, αλ­λά και κό­πτες επί­σκο­ποι. Οι τε­λευ­ταί­οι εί­ναι οι αναμ­φι­σβή­τη­τοι πνευ­μα­τι­κοί ηγέ­τες των εδώ πο­λυ­πλη­θών μο­νο­φυ­σι­τών, που με πε­ρη­φά­νια δη­λώ­νουν ότι από κα­θα­ρά πνευ­μα­τι­κή άπο­ψη εί­ναι κα­τευ­θεί­αν γραμ­μή από­γο­νοι εκεί­νων των πρώ­των χρι­στια­νών, οι οποί­οι κα­τη­χή­θη­καν στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή του Κέ­ρα­τος της Αφρι­κής από ιε­ρα­πο­στό­λους του πρώ­ι­μου Βυ­ζα­ντί­ου. Εί­ναι όλοι αυ­τοί που ακο­λου­θή­σουν με­τά με συ­νέ­πεια, πα­ρά τους διωγ­μούς και τις πολ­λα­πλές δηώ­σεις που υπέ­στη­σαν, την γραμ­μή των αμε­τά­πει­στων, πρώ­των αει­κί­νη­των εκεί­νων αι­ρε­τι­κών, επι­φα­νέ­στε­ρος των οποί­ων ήταν ασφα­λώς ο Άρειος.
Το παρ­δα­λό αυ­τό πλή­θος των ιε­ρω­μέ­νων κα­τά­φε­ρε να μας εντυ­πω­σιά­σει όλους τό­σο για την τά­ξη που τή­ρη­σε, όσο και την ευ­πρέ­πεια που συ­νει­δη­τά έδει­ξε σε όλη τη διάρ­κεια της νε­κρώ­σι­μης τε­λε­τής, της οποί­ας το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος έγι­νε στην ευ­ρύ­τα­τα δια­δε­δο­μέ­νη εδώ, από τα χρό­νια της βρε­τα­νι­κής επι­κυ­ριαρ­χί­ας, αγ­γλι­κή γλώσ­σα. Ακου­στή­καν κα­θα­ρά οι στί­χοι 20 ως 21 από το πρώ­το κε­φά­λαιο του Ιώβ και οι στί­χοι 25 ως 30 από το εν­δέ­κα­το κε­φά­λαιο του κα­τά Ματ­θαί­ον Ευαγ­γε­λί­ου. Ήταν οι πε­ρι­κο­πές που υπο­δή­λω­σαν με έμ­φα­ση την θρη­σκευ­τι­κή, αδια­πραγ­μά­τευ­τη ταυ­τό­τη­τα του εκλι­πό­ντος, αλ­λά και όλων των πε­ρί αυ­τόν πο­λι­τι­κο­στρα­τιω­τι­κών και κοι­νω­νι­κών ομά­δων. Ομι­λί­ες, με κοι­νό πα­ρο­νο­μα­στή την ανά­γκη τή­ρη­σης του γράμ­μα­τος και του πνεύ­μα­τος της ως άνω συμ­φω­νί­ας ει­ρή­νης, απηύ­θυ­ναν η ψύ­χραι­μη και ρε­α­λί­στρια χή­ρα του Γκα­ράνγκ, Ρε­βέκ­κα, δύο από τα παι­διά τους, ο διά­δο­χός του, στρα­τη­γός των δα­σών και της σα­βά­νας, Σάλ­βα Κι­ίρ και ο Πρό­ε­δρος του Σου­δάν.


Κά­ποια στιγ­μή αρ­γό­τε­ρα, ένας Σου­δα­νός φί­λος μού έδει­ξε ένα εν­δει­κτι­κό τμή­μα από τις τε­ρά­στιες ακί­νη­τες πε­ριου­σί­ες, τις οποί­ες άφη­σε πί­σω της η ελ­λη­νι­κή κοι­νό­τη­τα, όπως για πα­ρά­δειγ­μα το πο­λι­τι­στι­κό κέ­ντρο και τους να­ούς της. Τους τε­λευ­ταί­ους τους πα­ρέ­δω­σε κατ΄ ανά­γκην στους Κα­θο­λι­κούς, όταν ετρά­πη σε άτα­κτη φυ­γή με­τά τις αλ­λε­πάλ­λη­λες κρα­τι­κο­ποι­ή­σεις, τις δη­μεύ­σεις και τις κα­τα­στρο­φές που προ­κά­λε­σε ο εμ­φύ­λιος πό­λε­μος.
«Όλα αυ­τά θα ξα­να­γί­νουν βέ­βαια δι­κά σας. Θα έρ­θουν πά­λι εδώ χι­λιά­δες Έλ­λη­νες. Όλα θα ξα­να­γί­νουν όπως ακρι­βώς ήταν πα­λιά, όταν θα φτιά­ξουν τα πράγ­μα­τα! Εί­μαι βέ­βαιος! Τους βλέ­πω να κα­τα­φθά­νουν πά­λι. Δεν το διαι­σθά­νο­μαι απλώς, το ξέ­ρω!», μου επα­νέ­λα­βε δυο – τρεις φο­ρές ο ίδιος εν­θαρ­ρυ­ντι­κά. Μπο­ρεί, σκέ­φτη­κα, να επα­λη­θευ­θεί η αι­σιό­δο­ξη αυ­τή πρό­βλε­ψη. Το παν βέ­βαια εξαρ­τά­ται από το κα­τά πό­σον το Σου­δάν θα πα­ρα­μεί­νει ενω­μέ­νο, με­τά από όσα δει­νά δο­κί­μα­σε. Το θε­σμι­κά προ­βλε­πό­με­νο δη­μο­ψή­φι­σμα, πε­ρί το 2011, θα δεί­ξει κα­τά πό­σον τα παι­διά του πο­λύ­πα­θου σου­δα­νι­κού νό­του θα ήθε­λαν να μεί­νουν συ­να­σπι­σμέ­να στον ση­με­ρι­νό μη­τρι­κό εθνι­κό κορ­μό, ή να ιδρύ­σουν το δι­κό τους ανε­ξάρ­τη­το κρά­τος. Κρά­τη­σα, σαν μαρ­τυ­ρία της ηλε­κτρι­σμέ­νης αυ­τής πε­ρί­στα­σης, τα φυλ­λά­δια, που μας μοί­ρα­σε η «Νε­ο­λαία του Νέ­ου Σου­δάν». Εκεί πε­ρι­γρά­φο­νται με σα­φή­νεια όλα τα πι­θα­νά σε­νά­ρια της προ­σε­χούς σου­δα­νι­κής με­τε­ξέ­λι­ξης.

Στο τέ­λος των πε­ρι­η­γή­σε­ών μου σ΄ αυ­τό το το­πίο, που απο­ψί­λω­σε το μέ­νος των αλ­λη­λο­σπα­ρασ­σο­μέ­νων πο­λι­τι­κών με­ρί­δων, άρ­χι­σε να γεν­νιέ­ται μέ­σα μου κά­τι σαν ελ­πί­δα. Ήταν που θυ­μή­θη­κα κιό­λας μια πα­λιά στι­χο­μυ­θία. Ξέ­νοι που βρέ­θη­καν σ΄ αυ­τά τα μέ­ρη ρώ­τη­σαν, πά­νε κά­τι αιώ­νες πριν, κά­ποιους απέλ­πι­δες νο­μά­δες του Νεί­λου για τα δά­κρυα που έχυ­ναν χω­ρίς τέ­λος. Ένας από αυ­τούς απο­κρί­θη­κε με την ομο­λο­γού­με­νη πράγ­μα­τι ευ­χέ­ρεια των αν­θρώ­πων της ερή­μου, που ξέ­ρουν πώς να ανα­δει­κνύ­ουν το με­τα­φο­ρι­κό υπό­στρω­μα, το οποίο ανέ­κα­θεν συ­νεί­χε τον λό­γο τους: «Μα δεν ξέ­ρε­τε ότι τα δά­κρυα εί­ναι οι προ­στά­τες άγ­γε­λοι της καρ­διάς;»


Η μή­νις και η μή­τις των δι­κών μας προ­γό­νων συ­να­ντού­σαν συ­στη­μα­τι­κά, σαν να ήταν η ορια­κή συν­θή­κη και προ­ϋ­πό­θε­ση ενός αι­μα­τη­ρού κύ­κλου πραγ­μά­των, την πο­λυ­πό­θη­τη κα­ταλ­λα­γή, το πέ­ρας εν αγα­θώ. Θα ισχύ­σει κά­πο­τε εκεί­νος ο κα­νό­νας και σ΄ αυ­τές τις ζού­γκλες, τις οποί­ες έχει στοι­χειώ­σει για τα κα­λά το πο­λύ­χρο­νο αδελ­φο­κτό­νο μί­σος;


Αρ­γά το από­γευ­μα επι­στρέ­ψα­με, με τη συ­νο­δεία ισχυ­ρής στρα­τιω­τι­κής δύ­να­μης, στο αε­ρο­δρό­μιο. Υπο­ψία μιας δει­λής δρο­σιάς: «Αυ­γή και σού­ρου­πο – οι πιο ευ­χά­ρι­στες ώρες στην Αφρι­κή. Ο ήλιος δεν καί­ει ακό­μα ή δεν ενο­χλεί πια, σου επι­τρέ­πει να υπάρ­χεις, να ζεις». Ξε­κολ­λάω τη φρά­ση αυ­τή από το βι­βλίο του δη­μο­σιο­γρά­φου και πο­λύ­πλαγ­κτου πε­ρι­η­γη­τή, μα­κα­ρί­τη πια Ρί­τσαρντ Κα­πι­σίν­σκι  [Έβε­νος, Το χρώ­μα της Αφρι­κής, μτ­φρ.: Ζώ­για Μαυ­ροει­δή, εκδ. Με­ταίχ­μιο 2001] και την προ­σαρ­μό­ζω εδώ· συ­νο­ψί­ζει θαυ­μά­σια την προ­σω­πι­κό­τη­τα της στιγ­μής.




ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: