Ρήξη
Ο ποιητής δεν είναι από καλλιέπεια
Ούτε καμιά ρομαντική ψυχή και λοιπά καθησυχαστικά προσωπεία
Είναι η ρήξη, η ανεξήγητη
σπάνια βλάβη, το ελάττωμα του μηχανισμού
που αποκρύπτει η διεύθυνση
Σκίζει τη συσκευασία
μέσα από τη συσκευασία.
Ρήξη
Ο ποιητής δεν είναι από καλλιέπεια
Ούτε καμιά ρομαντική ψυχή και λοιπά καθησυχαστικά προσωπεία
Είναι η ρήξη, η ανεξήγητη
σπάνια βλάβη, το ελάττωμα του μηχανισμού
που αποκρύπτει η διεύθυνση
Σκίζει τη συσκευασία
μέσα από τη συσκευασία.
Δενδρίτες ΙΙΙ
Ο έρωτας εγκαθιστά σκληρότητα στο εσωτερικό της ύπαρξης. Περιζώνει —και ως εκ τούτου διευκρινίζει— τον διάχυτο έως πρότινος πυρήνα της, θωρακίζοντάς τον από το τρέχον, από το τετριμμένο και το ανούσιο. Ταυτόχρονα, αυξάνοντας την συνείδηση του εαυτού, αυξάνει και το ειδικό βάρος: κουβαλώ μια πέτρα, μια πολύτιμη πέτρα ωστόσο, που τη διασχίζουν οι χρωματίδες του έρωτά μου.
Αν αγνοήσεις το νόημα και εξετάσεις μεμονωμένα τις λέξεις του κειμένου, τον ιδιαίτερο κραδασμό κάθε λέξης, εμφανίζεται αυτομάτως το φάσμα του ώθορα Θωθ με τις αγωνίες και τα απωθημένα του, μέσα στο κοινωνικό αυτή τη φορά body copy.
Η με κάθε τρόπο αναζήτηση ενός λεξιλογίου που να ψελλίζει το καθημερινό βίωμα, ακόμα κι αν πρόκειται απλώς για το πηγαινέλα μιας κότας μέσα στο κοτέτσι, αποδεικνύει την ψυχαναγκαστική ενασχόληση της ανθρωπότητας με τη μεταγραφή της σε άλλους κώδικες. Με λίγα λόγια, προσπαθούμε εναγωνίως να επικοινωνήσουμε με κάποιον έξω από το σκοτάδι.
Ό,τι ξεπερνά τη λογική μας, ταυτόχρονα την ερεθίζει.
Καταλαβαίνω άρα καταλαμβάνω, η γλώσσα εξηγεί τις αντιστάσεις. Προκειμένου να μπει στον πόλεμο, η γλώσσα βγαίνει από την ποίηση. Εκατομμύρια ποιητικές απεκδύσεις ανά τον κόσμο, εκατομμύρια άδεια πουκάμισα, τα ποιήματα. Η υπερπαραγωγή των τελευταίων χρόνων είναι ο μαζικός, σπαρακτικός αποχαιρετισμός στη γλώσσα.
Εσωτερική ζωή ή ζώντας μέσα στα σκατά, όταν ο εγκέφαλος αρνείται τη φορμασιόν τών απορριμάτων του και κωλυσιεργεί τις διαδικασίες απόρριψης.
Ο εγκλεισμός είναι το κουκούλι μιας μεταμόρφωσης. Το ανθρώπινο είδος αλλάζει όχι στους δρόμους, αλλά στο δοκιμαστήριο. Πριν προτρέξουμε στη δυστοπία του Όργουελ, ας ρωτήσουμε τις γυναίκες προς τα πού φυσάει ο άνεμος. Πρώτες αυτές, παραμένοντας εξόριστες από την ιστορία, οσμίζονται τις αλλαγές και τραβάνε το σχοινί. Οι γυναίκες σκέφτονται με το σώμα, όπως τα λαγωνικά.
Μία από τις μεταλλάξεις που ονειρεύομαι από παιδί: το τρίτο μάτι, ώστε να πάψει η γλώσσα να είναι χρηστική.
Η γλώσσα μου: νέα ελληνική, κεντρική αύλαξ, ουρανικά ταλέντα, νευρικότης μετρία.
Αν ο καπιταλισμός βάζει μια τιμή σε όλα, πράγματα, τοποθεσίες, ζώα, εμπειρίες, ανθρώπους —ήδη από την παιδική ηλικία εκκινώντας την αξιολόγηση/ τιμολόγηση— μία είναι η καλύτερη τακτική: να παραμείνει κανείς πάση θυσία ανεκτίμητος.
Μόνο οι ελαφροπάτητοι.
Ποτέ δεν είναι αργά για ένα κορίτσι
( στη Σύλβια )
Και έτσι έγινε επιτέλους εμφανής
Εμφανιζόταν στον ύπνο τους
Άνοιγε διάπλατα τα όνειρα και τα σταμάταγε
Ένας λαγός στους προβολείς του αυτοκινήτου
κι έπειτα την κατάπινε σκοτάδι
Άλλοτε πάλι εμφανιζόταν μες στη μέρα
Έμοιαζε μ' ένα κορίτσι πάνω σ΄ένα ποδήλατο
Ή ακόμα χειρότερα, κελαηδούσε
Ένα πουλί έξω απ' το παραθύρι τους
Κι έμεναν
Με το κουτάλι κρεμασμένο
ανάμεσα στο πιάτο και το στόμα
Τόσο πολύ τους αποσβόλωνε!
Μια σαν εμένα
είχε επιτέλους κάνει
την παρουσία της αισθητή
Το ζήλευα εκείνο το νεκρό κορίτσι.
Σαλαμίνα
Τα πράγματα είναι ανιαρά, μέχρι θανάτου, σταματημένα μες στους όγκους τους σαν σκυθρωπές νταλίκες σε πορθμείο. Ένα ποτήρι νερό στο τραπέζι, στέκει αμίλητο αν δεν διψώ. Μετράει μόνο την απόσταση απ' το χέρι, την εξάρτηση. Θα είναι πάντοτε αυτό, ένα ποτήρι πέρα δώθε. Τα πράγματα είναι άψυχα χωρίς
Την εικόνα που άθροισα γι' αυτά. Στη σκοτεινή μου αίθουσα, το είδος «γυάλινο ποτήρι» λάμπει. Όπως στους πίνακες ζωγραφικής αυθαιρετεί, τυλίγεται την αίγλη μίας καλλονής, επαληθεύει την αιώνια αδαμαντίνη. Ποιος θάνατος, ποια τραγωδία της ύλης; Η εικόνα διασώζεται, μένει αβύθιστη σκανδαλωδώς και ταξιδεύει σε φόντα αλαλάζοντα. Σε κάθε πρόποση υπερχειλίζει. Μπροστά της το πραγματικό ποτήρι
Γίνεται θρύψαλα. Μας στέφει με τα νέφη της η φαντασία. Στο όρος Αιγάλεω κάθε δυνατός ορίζοντας μας τέμνει. Τα πέρατα στραφτοκοπάνε. Και από κάτω στα στενά οτοτοτοί, οτοτοτοί, χάνονται τα καράβια μας. Ποιος νους συνέλαβε αυτή τη ναυμαχία;
Από την υπό έκδοση συλλογή Ρήξη (εκδ. Περισπωμένη)