Οι εικονικές απαρχές...
Η γνωριμία μας άρχισε το 1969, ως φοιτητές, με οξύτατες (πολιτικές κυρίως) αντιπαραθέσεις αλλά και ενθουσιασμούς· βρίσκαμε πάντως κοινούς τόπους στη βιβλιογραφία, στη ζωγραφική, στη θεωρία της Τέχνης και άλλα ευπρεπή.
Ξεκίνησε την καλλιτεχνική πορεία του ως ζωγράφος. Το 1968 πήρε μέρος σε ομαδικές εκθέσεις στη ΧΑΝΘ, στο Ινστιντούτο Goethe της Θεσσαλονίκης, στο Goethe Αθηνών («Νέοι Ζωγράφοι της Θεσσαλονίκης», 1970), στην Ελληνοαμερικανική Ένωση (1973), στην «Τέχνη», στην 12η Πανελλήνιο στο Ζάππειο, ενώ εξέθεσε ατομικά στην Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών ως φοιτητής στα Γιάννενα (1972), στο Goethe Θεσσαλονίκης (1974), κ.α. Παράλληλα δημοσίευε δοκιμιακά ή λογοτεχνικά κείμενα σε διάφορα περιοδικά (Αusblcke, Σηματωρός, Λέξεις, Δοκιμασία).
Το ολιγοσέλιδο, τριμηνιαίο συνήθως, περιοδικό Αusblcke, (Προβολές) με υπότιτλο «προσπάθειες σύγχρονης λογοτεχνίας νέων Ελλήνων και Γερμανών», εξέδιδε το Ινστιτούτο Goethe της Θεσσαλονίκης με την ευθύνη της Hannelore Ochs (ελληνομαθούς καθηγήτριας γερμανικών η οποία παρουσίαζε συστηματικά σύγχρονους Γερμανούς συγγραφείς από τις σελίδες του περ. Διαγώνιος) Στις σελίδες τού Αusblcke (1970-1979, 36 τεύχη), πρωτοεμφανίζονται ονόματα όπως Μιχαήλ Μήτρας, Αλέξανδρος Ίσαρης, Δημήτρης Καλοκύρης, Αντώνης Σουρούνης, Δημήτρης Δημητριάδης, Αλέξης Ζήρας, Λία Μεγάλου κ.ά. μεταξύ των οποίων στο τεύχος Αυγούστου 1971 το κείμενο του εικοσάχρονου Χάρη Καμπουρίδη:
Αντιγράφω τώρα ένα κείμενο του 24χρονου Χάρη από τον κατάλογο που σχεδίασα για την ατομική του έκθεση στο Ινστιτούτο Goethe της Θεσσαλονίκης (14-31.5.74). Τα στοιχεία επιρροής του από την Κυβερνητική και τη Σημειολογία είναι εμφανή :
«Erzatz»
Είμαι σίγουρος πως δε θέλω να κάνω πίνακες, συχνά όμως βρίσκομαι μπρος σε τελειωμένα πια γεγονότα.
Θεωρώ την καλλιτεχνική παραγωγή σαν υποκατάστατο άλλων ενεργειών, που δεν γίνονται, γιατί είμαι δειλός ή γιατί δεν μου το επιτρέπουν οι καιροί.
Γι' αυτό προσπαθώ να καταστρέφω ό,τι φτιάχνω. Διαπιστώνω όμως πως, σ' επάλληλες φάσεις, οι καταστροφικές μου ενέργειες έχουν δημιουργικό χαρακτήρα. Δέχομαι τελικά τις κατασκευές μου, μια και, λέω, είναι κωδικοποιημένες, κι έτσι δεν αποξενώνομαι από την παραγωγή μου. Για δικαιολογία, προσπαθώ να πεισθώ πως τάχα ελέγχω τα μέσα παραγωγής της δουλειάς μου ή πως φεύγοντας απ΄ τα χέρια μου τα έργα μου θα ΄ναι στα χέρια φίλων. Ακόμη θέλω να πεισθώ πως η διασκευαστική καταστροφή έντυπων χαρτιών είναι μήνυμα και πως κι αυτό
παίζει το ρόλο του κλπ. κλπ.
[Καταλαβαίνω ακόμη μια φορά πως τα υποκατάστατα μοντέλα συμπεριφοράς που
άφθονα μάς σερβίρονται είναι πιο δραστήρια απ΄ όσο μπορώ να διαπιστώσω.]
Η έκθεση αυτή πάντως σημαίνει ότι πείσθηκα πως μια μπερδεμένη
παρουσία μπορεί να είναι συμμετοχή, γιατί αυξάνει την εντροπία της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Το '75 σχεδίασα το κατάλογο για ομαδική έκθεση όπου
συμμετείχε (με τον Απόστολο Γεωργίου, τον Αλέξανδρο Ίσαρη, τον Παύλο
Βασιλειάδη και τον Ξάνθιππο Βύσσιο) στη γκαλερί «Κοχλίας» του Κώστα Λαχά
(Θεσσαλονίκη, 7-21 Ιανουαρίου). Μέσα στο τυπογραφείο, με αφορμή μια
απόχρωση, διαφωνήσαμε καταιγιστικά και δεν ξαναμιλήσαμε. Συναντηθήκαμε τυχαία μετά από δέκα χρόνια, στην Αθήνα πια, διαγράψαμε τα παλιά και έκτοτε συντονίσαμε με θέρμη τον βηματισμό μας. Για μερικά
χρόνια μάλιστα εγκαταστάθηκε στην Πεντέλη, πολύ κοντά μας, και βλεπόμασταν συχνότερα. Συνεργαστήκαμε στον
έντυπο Χάρτη (μ' ένα κείμενο αποχαιρετισμού στον Γιάννη Γαϊτη), στο περιοδικό Το τέταρτο και, τελικά, τακτικότατα στον ηλεκτρονικό Χάρτη.