Μια ποιητική της μνήμης
[ Προδημοσίευση ]
Το παρόν κείμενο της Τιτίκας Δημητρούλια αποτελεί απόσπασμα από Επίμετρο της ιδίας που συνοδεύει την ελληνική έκδοση της τελευταίας διττής ποιητικής συλλογής του Δ.Τ.Α., το δεύτερο μέρος της οποίας κυκλοφόρησε το 2012 –έτος θανάτου του γαλλόφωνου ποιητή– σε δίγλωσση έκδοση (γερμανικά-γαλλικά) στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας, σε μετάφραση Peter Handke (εκδ. Jung und Jung). Η ελληνική έκδοση της συνολικής συλλογής θα κυκλοφορήσει τον Νοέμβριο του τρέχοντος έτους από τις εκδόσεις Ιωλκός, σε μετάφραση Αντιγόνης Βλαβιανού και Σπύρου Μοσκόβου. [Σ.τ. Επιμ.]
Ο Δημήτρης Άναλις υπήρξε μέλος της μεγάλης «πνευματικής οικογένειας» των εκπατρισμένων, ξεριζωμένων συγγραφέων του 20ού αιώνα, που «δεν αισθάνονταν στον τόπο τους ούτε στην πατρίδα τους ούτε πουθενά αλλού μέσα στον κόσμο» (Karátson 1982, 18). Εξ επιλογής και εξ ανάγκης πλάνης, δεδηλωμένα “άπατρις”, ο Άναλις θα υιοθετήσει το “non serviam” του Στίβεν Ντένταλους και του ίδιου του Joyce, χάρη στο ακριβό, ελληνικό πάθος για την ελευθερία που κρύβει μέσα του (Analis 2005, 34).[1] Και θα βιώσει τη συνθήκη του πολλαπλού, συναισθηματικού, πνευματικού, πολιτισμικού αλλά και υπαρξιακού ξεριζωμού (Karátson, ό.π.), παλεύοντας να ορίσει με τους δικούς του όρους τις χαμένες και (ξανα)κερδισμένες ρίζες του. Τα όπλα του, για να ζήσει και να εκφραστεί κατά το δυνατόν ελεύθερα και ολοκληρωμένα, παρόμοια με του Ντένταλους: η εξορία, με όλες τις συναντήσεις που φέρνει, με πρόσωπα, τόπους και τρόπους· η πανουργία ως πολυμηχανία, που στην περίπτωσή του μπορεί να εντοπιστεί (και) στη διπλή γραμμή της δημιουργίας του, την επιστημονική-πολιτική και τη λογοτεχνική, αλλά και στον διαρκή μετασχηματισμό της μίας και ενιαίας ποιητικής του· η σιωπή, την οποία ορίζει ως «το βλέμμα που ρίχνει ο θάνατος στην κίνηση» (Analis 2005, 159) και είναι μαζί και το ανείπωτο και το άφατο στον λόγο και στον κόσμο, ανάμεσα στην ιερότητα και τη φρίκη, αλλά και η στοχαστική ενατένιση του κόσμου πριν αυτός περάσει στον λόγο. Σ’ αυτόν τον λόγο όπου χτίζεται και γκρεμίζεται διαρκώς η δική του «φαντασιακή ιθαγένεια»[2] και ο οποίος παραμένει κραταιός επειδή είναι βαθιά ριζωμένος στον κόσμο.
Ο λόγος του Άναλι αναδύεται μέσα από το έντονο «θρόισμα των γλωσσών» (Millet 1993),[3] που χαρακτηρίζει πάντοτε την πολύγλωσση και πολυπολιτισμική συνθήκη της περιπλάνησης. Σε μια συνέντευξή του στον Βασίλη Καλαμαρά το 1999, περιγράφει την ιδιαίτερη μορφή που έλαβε αυτό το ‘θρόισμα των γλωσσών’ για τον ίδιο: «Σ’ όποια γλώσσα και να γράψω, γράφω ελληνικά. Δηλαδή, σκέπτομαι ελληνικά» (Άναλις 1999, 23, η έμφαση δική μου).[4] Ο Άναλις θεωρεί ότι η σκέψη του είναι λοιπόν πάντα ελληνική, δηλαδή ανεξάρτητη από τη γλώσσα εκφοράς της. Διότι το μεγαλύτερο μέρος του έργου του το έγραψε στα γαλλικά, υπήρξε «προσκεκλημένος της γαλλικής γλώσσας»,[5] όπως τόσοι άλλοι Έλληνες δημιουργοί μέσα στον χρόνο, αποδεχόμενος την πρόσκληση αυτή για τους δικούς του λόγους και με τους δικούς του όρους. Χωρίς να σταματήσει να γράφει και στα ελληνικά, αυτομεταφραζόμενος, μεταφράζοντας από και προς τα ελληνικά, εξερευνώντας ποικίλα είδη λόγου, σε μια διαλογική, πολυφωνική συνθήκη γραφής.
Οι δύο γλώσσες αλληλεπιδρούσαν στη ζωή του από πολύ νωρίς, ήδη από την παιδική του ηλικία (Βλαβιανού 2013, 64). Θα συνεχίσουν να συνυπάρχουν σε μια διαλεκτική αλληλεξάρτηση: η ελληνική του σκέψη θα μπολιάζει τη γαλλική γλώσσα, μια γλώσσα κατ’ αυτόν εξόχως αρμονική (Analis, 2010, 1, πρτθ. στο Βλαβιανού 2019, 99), η οποία του έσωσε τη ζωή (Analis 2005, 36). Μέσα από το θρόισμά τους, ο λόγος του θα αναδυθεί αγκιστρωμένος σε μια πολύτροπη μνήμη, τόπο συνάντησης με τον εαυτό και τον άλλον. Ή με τα δικά του λόγια (Analis, 2006, 36):
Ψηλαφώντας μες στην πάχνη
Στο παρόν το βλέμμα μας
Αγγίξαμε και στη μνήμη πάλι μαθητεύσαμε
Για ν’ αντικρίσουμε ξανά τους ανθρώπους.
Με τη μνήμη στο επίκεντρό του, το έργο του Άναλι, ποιητικό, πεζογραφικό, θεατρικό, δοκιμιακό και επιστημονικό, συγκροτείται ως ένα ενιαίο σύμπαν λόγου, όπου το κάθε είδος χαράζει έναν ξεχωριστό κύκλο. Αυτοί οι ομόκεντροι κύκλοι ορίζουν τον ατομικό, υποκειμενικό και δημιουργικό του χρόνο, μαζί με εκείνον της εποχής, μέσα στον ευρύτερο κύκλο του οικουμενικού χρόνου που συλλαμβάνει και αποτυπώνει η ανθρωπιστική και βαθιά ανθρώπινη ματιά του στον κόσμο και στην ύπαρξη. Ο χρόνος για τον Άναλι είναι «ζήτημα βλέμματος» (Analis 2005, 92). Αλλά «η μνήμη είναι πιο βαθιά από τον χρόνο», είναι χώρος, «ένας μακρύς διάδρομος που κάνει να αντηχούν τα βήματα της πραγματικής ζωής» (Analis 2005, 68 και 26) μέσα στον κόσμο, αφού, στο έργο του Άναλι, όπως και στον φίλο του Julien Gracq, τον οποίο μετέφρασε στα ελληνικά, «η μνήμη, η γλώσσα, η ατομικότητα υποστασιοποιούνται πάντοτε σε σχέση με το υφάδι του κόσμου» (Boyer 2007). Και η ποίηση, που θα παραμείνει πάντοτε γι’ αυτόν “sa spécialité première” (Βλαβιανού 2013, 68, σημ. 9), από την πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα στα 19 του χρόνια, το 1957, ώς το τέλος της ζωής του, είναι «το ναι και το όχι του κόσμου», «ό,τι απομένει όταν οι λέξεις γκρεμίζονται και βυθίζονται στη λήθη» (Analis 2016, 365· Analis 2005, 54). Κατ’ αναλογία με τον χρόνο που είναι «ό,τι απομένει όταν όλα γίνονται σκόνη» (Analis 2005, 22). Η ποίηση είναι μνήμη που νικά τη λήθη, η ποίηση είναι ελευθερία και «δεν υπάρχει μνήμη χωρίς ελευθερία» (Analis 2016, 360). Ορίζοντάς της η εγκόσμια ύπαρξη του ανθρώπου, ο οποίος δεν βρίσκεται απλώς μέσα στον κόσμο, αλλά είναι φτιαγμένος από τη στόφα του, όπως έλεγε η Hannah Arendt, διορθώνοντας τον Heidegger (1981, 20)·
Συνυφασμένη με την αντίληψή του για τη σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο είναι και η θέση του για τη συν-ύπαρξη ως απαράγραπτη συνθήκη του είναι, στην οποία και πάλι συναντά την Arendt (1981). Η συν-ύπαρξη σφράγισε τη ζωή, το βλέμμα και τον λόγο του. Η μια της όψη ήταν οι πνευματικές και καλλιτεχνικές συντροφιές, οι σημαντικές φιλίες, οι μεγάλοι έρωτες.[6] Η άλλη, η αναγωγή της συνάντησης με τον άλλον και της συλλογικής ύπαρξης σε τόπο του είναι, στην Ιστορία και την πολιτική, που μελετούσε και σχολίαζε, αλλά και στη βαθιά αντιμεταφυσική ποίησή του: το ποιητικό υποκείμενο είναι πάντα του κόσμου και πάντα στραμμένο προς τον άλλον· ο ποιητικός λόγος του Άναλι είναι μια διαρκής συν-ομιλία, ακόμη και στις στιγμές της πιο προσωπικής, εσωτερικής αναζήτησης.
Η βαθιά αντίληψή του της Ιστορίας και της πολιτικής μεταγγίζεται από τις σπουδές και τη δουλειά του στον ποιητικό του λόγο για να τον ολοκληρώσει, όπως τον είχε παροτρύνει ο Ezra Pound, όταν του είπε ότι «ένας ποιητής που δεν γνωρίζει την Οικονομία και την Πολιτική της εποχής του είναι κατά το ήμισυ ποιητής» (Analis, 2012, 9, πρτθ. στο Βλαβιανού 2013, 67). Αμφότερες είναι διαχρονικά και αδιαλείπτως παρούσες στον ποιητικό του λόγο, καθώς η ύπαρξη σε όλες τις εκφάνσεις της είναι εξ ορισμού ιστορική και πολιτική για τον Άναλι. Οι ιστορικές αναφορές ωστόσο είναι συχνά διαθλασμένες, χωρίς χωροχρονικά ορόσημα, ενίοτε εκφέρονται με τον τρόπο του μύθου ή του επιγράμματος. Ενώ οι ευθείες πολιτικές αναφορές αφορμώνται από πρόσωπα και πράγματα της καθημερινότητας, αναβλύζουν μέσα από λόγους κοινωνικούς και σχολιάζουν με αιχμηρό σαρκασμό και εξαιρετική διαύγεια τη σύγχρονη συνθήκη (La minuterie du sommeil, 1971, 26, η μετάφραση δική μου):
Αυτά τα πράγματα τους παρασέρνουν λες
μ’ έναν ακατανίκητο μαγνητισμό προς
την εσωτερική τους άβυσσο που διαφεντεύει
τις άλλες έξω όπως γνωρίζετε.
Και λόγια του J.K.G.:
«Κανείς δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι έχουμε μια εξωτερική πολιτική φιλόδοξη και δαπανηρή, στο πλαίσιο της οποίας το χρήμα αποτελεί υποκατάστατο της ευφυίας και ως εκ τούτου χρειαζόμαστε τα έσοδα των εξαγωγών για να την πληρώνουμε. Η αλήθεια είναι πως εδώ και πολλά χρόνια δεν την έχουμε πραγματικά πληρώσει, αλλά αντλούμε συστηματικά από τα αποθέματά μας.»
Πενήντα σχεδόν χρόνια αργότερα, όταν πολλά από εκείνα που έβλεπε ο ποιητής να πλησιάζουν είχαν ήδη συμβεί και άλλα προετοιμάζονταν πίσω από κλειστές πόρτες, σημειώνει στο Πρελούδιο στο νέο κοσμικό ψύχος ( Μοσκόβου 2013, 399):
Θαλαμηπόλοι με κρυστάλλινες πιατέλες στα χέρια
Γεμάτες καναπεδάκια για τα χαλασμένα δόντια
Ανίκανων πριγκίπων που
Θ’ αναλάβουν τα ηνία των αγορών.
Τους περιμένει ένα λουτρό μουσικής, όπου λικνίζονται
Οι τελευταίοι μαύροι κύκνοι του αιώνα.
Σε ένα ποίημα από την ίδια συλλογή, όπου το β΄ ενικό πρόσωπο εγκαθιδρύει τον διάλογο και το α’ πληθυντικό υπογραμμίζει τη συλλογική ύπαρξη, ένα προμήνυμα κινδύνου, που σήμερα μοιάζει πιο επίκαιρο παρά ποτέ (ό.π., 400):
[…] Κοίτα, πήραμε κιόλας τον δρόμο για μια
Νέα λησμονιά που θα κρατήσει αιώνες. Και
Ποικίλες ομιλίες κατευνασμού θα κατακλύσουν τον κόσμο
Μαζί με την κοφτερή ρομφαία εις το όνομα του καλού,
Της ελευθερίας και του ελέους.
Ο Άναλις μιλάει για τη νέα λησμονιά, γνωρίζοντας καλά τις λησμονιές του παρελθόντος. Όπως όμως η γλώσσα μάς κατέχει κατά τον Heidegger και δεν την κατέχουμε, έτσι κι ο Άναλις δεν θεωρεί ότι στοχάζεται το παρελθόν, αλλά ότι «το παρελθόν τον συλλογάται» (Analis 1982, 146). Αυτό το παρελθόν που τον κατέχει του χαρίζει τη διαύγεια στην αντίληψη του παρόντος και την προορατικότητα όσον αφορά στο μέλλον. Η προορατικότητα αυτή εκφέρεται συχνά με τους συγκεκριμένους όρους του προφητικού λόγου, όπως στους ακόλουθους στίχους από στη συλλογή La minuterie du sommeil: «Και λέγω ότι το τοπίο του μέλλοντος/θα έχει το μεγαλείο ενός ανοιχτού χεριού» (Analis 1971, 19, η μετάφραση δική μου), ή απλώς με τον μέλλοντα χρόνο. Εξίσου συχνά όμως ενσωματώνεται σε παρελθούσες ιστορίες με μυθική λειτουργία, στις οποίες ο παρελθοντικός χρόνος είναι επί της ουσίας άχρονος και δείχνει στο μέλλον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ακόλουθο, συγκλονιστικό ποίημα από την ίδια συλλογή, ένα ποίημα ανοιχτό που μπορεί να διαβαστεί μέσα σε διαφορετικά συμφραζόμενα, και στο πλαίσιο των τραγικών, σύγχρονων ευρωπαϊκών εξελίξεων (ό.π., 33-34, η μετάφραση δική μου):
Το εργατικό κίνημα σε αναζήτηση της αρμονίας των πυραύλων
Βασανιστικά η μεγάλη καμπάνα ηχούσε στη δύσθυμη εξοχή
και ξάφνου κτήρια πολυώροφα
προβάλανε μέσα απ’ τη γκρίζα γη
κι έκοψαν την ανάσα στο γαλάζιο στέρνο του ουρανού.
Χιλιάδες άνθρωποι ξεπρόβαλαν
κι αυτοί μες από τις πολλές πόρτες των κτιρίων
(τους έβλεπες από μακριά) κρατώντας όπλα που
δεν ξεχώριζε ούτε ο τύπος ούτε η μάρκα τους.
Άρχισαν να ανταλλάσσουν πυροβολισμούς
Ταυτοχρόνως και με απόλυτη τάξη.
Τα όπλα ήταν σιωπηλά
Και οι άνθρωποι που πέθαιναν ομοίως.
Αλλά ήταν αληθινοί νεκροί.
Όταν δεν έμεινε κανένας ζωντανός –γιατί τα όπλα
αποτελείωναν από μόνα τους τούς τραυματίες– οι
νεκροί που είχαν γίνει αυτόματα σαν τα όπλα που τους σκότωσαν
σηκώθηκαν και ξανάπιασαν τα όπλα
ξανάρχισαν να ανταλλάσσουν πυροβολισμούς·
και οι σκιές τους (γιατί το σκοτάδι έπεφτε
όπως πάντα γοργό και αργοκίνητο)
αλληλοσκοτώνονταν κι αυτές με όπλα καμωμένα
από σκιές και κινούμενα από μια εξίσωση που
μόνο τα παιδιά μπορούν να λύσουν πάνω σε μια σκακιέρα.
Η ενόραση, ασχέτως εκφοράς, συνέχει την ποίηση του Άναλι μέσα στον κυκλικό, ποιητικό χρόνο, όπως τον περιγράφει στη συλλογή Άνθρωποι της άλλης όχθης, αναδιατυπώνοντας τη γνωστή ηρακλείτεια ρήση, «αἰὼν παῖς ἐστι παίζων πεσσεύων· παιδὸς ἡ βασιληί» ( Άναλις 2006, 11):
Η γυναίκα αφήνει το παιδί, κι αυτό χάνεται απ’ τα μάτια,
Είν’ ο χρόνος που πάει να παίξει στο μέλλον.
Αυτός ο κυκλικός χρόνος είναι επίσης ο χρόνος του μύθου, που αποτελεί άλλο ένα σημαντικό νήμα στην ποίηση του Άναλι. Παρελθόν, μνήμη και λόγος, ο μύθος είναι σημείο και σύμβολο ανοιχτό στην εξέλιξη και στον μετασχηματισμό, στον Άλλον χωρίς περιορισμούς ταυτότητας, μνήμη της γραφής ή στη γραφή, διακείμενο και αφετηρία, αλλά και απαρχή μιας παλίνδρομης πορείας που μετατρέπει την κίνηση ανάμεσα στις γλώσσες και στους τόπους σε βαθύ χρόνο. Είναι αφήγηση, αλλά και εικόνα και σύμβολο, διασχίζει την Ιστορία όντας μια «δύναμη επένδυσης της ευαισθησίας» (Caillois 1938, 30)· αλλά και παραπέμπει σε μια κουλτούρα συλλογικής εκφοράς του λόγου, μετέχοντας στην εγκαθίδρυση της συνομιλίας στον ποιητικό λόγο, ανεξαρτήτως γλώσσας, αλλά και μέσου.
——————
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Άναλις, Δ.Τ. 2016. Εγκώμιον του θηράματος. Σημειώσεις στο περιθώριο του αιώνα (αποσπάσματα). (Α. Βλαβιανού, Μτφρ). Νέα Εστία, 1869 (Ιούνιος), 360-365.
Άναλις, Δ.Τ. 2019. «Χαιρετισμός στον Άδωνι» (Α. Βλαβιανού, Μτφρ.). Χάρτης, 10.
Analis, D.Τ. 2012. Repère biographique (ανέκδοτο). Προσωπικό αρχείο Δ. Τ. Άναλι.
Analis, D.Τ. 2010. «Ma francophonie, par quels chemins?» στο Dialogues des cultures dans l’espace méditerranéen des Balkans: le français langue d’échanges et de partage, συνέδριο του Τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (13.3.2010). Προσωπικό αρχείο Δ. Τ. Άναλι.
Άναλις, 1957. Lied. Αθήνα: χ.ε.
Άναλι, 1958. Τα χέρια. Αθήνα: Δίφρος.
Analis, D. 1970. Panoréa. Paris : L’Age d’homme.
Analis, D. 1971. La minuterie du sommeil: poèmes. Paris : L’Age d’homme.
Άναλις, Δ.Τ. 1971. Ουρανούπολη. Αθήνα: Κείμενα [Με τον τίτλο Πανορέα, Μίμνερμος 1991].
Analis, D.Τ. 1982. La Grèce hors saison. Παρίσι: Plasma.
Άναλις, Δ.Τ. 1999. «Σ’ όποια γλώσσα και να γράψω, γράφω ελληνικά.» Συνέντευξη στον Βασίλη Κ. Καλαμαρά, εφ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (18 Απριλίου), 22-23.
Analis, D.Τ. 2002. Hommes de l’autre rive. Παρίσι: Obsidiane.
Άναλις, Δ.Τ. 2006. Άνθρωποι της άλλης όχθης. Μτφρ. Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ & Αντιγόνη Βλαβιανού. εκδ. Α. Α. Λιβάνη.
Arendt, H. 1981 [1978]. The Life of the Mind. τόμ. 1., Nέα Υόρκη: Harvest/HBJ Book.
Arendt, H. 1994. What is Existential Philosophy? Στο Essays in Understanding: 1930-1954 (εισαγ. και επιμ. J. Kohn), σσ. 163-187, Nέα Υόρκη: Harcourt Brace & Company.
Barthes, R.. 1984. Le bruissement de la langue. Essais critiques IV. Παρίσι: Seuil.
Boyer, A.-M.. 2007. Julien Gracq, Paysage et mémoire. Παρίσι: Cécile Défaut.
Caillois, Roger. 1938. Le Mythe et l'Homme. Παρίσι: Gallimard.
Cixous, H.. 1968. L'exil de James Joyce ou l'art du remplacement. Παρίσι: Grasset.
Kalokyris, D. 2013. «Variations autour de la règle d’or». Le lien/Desmos/δεσμός, 40, 53-56.
Karátson, A. 1982. «Essai sur le déracinement dans la prose narrative européenne». Στο A. Karátson et J. Bessière (dir.), Déracinement et littérature. Λιλ: Presses Universitaires de Spetentrion (σσ. 13-33).
Millet, R. 1993. Le sentiment de la langue I, II, III. Παρίσι: La Table Ronde.
Robert, M. 1954. Στο F. Kafka, Journal, (επιμ. και μτφρ. M. Robert). Παρίσι: Grasset.
Vlavianou, A. 2019. «Dimitri T. Analis – Vénus Khoury-Ghata. Des langues pour vivre – le français pour survivre». Σύγκριση 27, 98–106.
Βλαβιανού, Α. 2013. «Δημήτρης Τ. Άναλις – Γαλλοφωνία στον πληθυντικό (Δοκίμιο, Ποίηση, Πεζογραφία, Θέατρο, Μετάφραση)». Στο Δ. Φίλιας, Μ. Βελιώτη-Γεωργοπούλου, κ.ά. (επιμ.), Πολύχρωμες ψηφίδες. Γαλλοφωνία και πολυπολιτισμικότητα (63-73), εκδ. Γρηγόρη.
Βλαβιανού, Α. 2016. «Η ποιητική του Δημήτρη Άναλι με δικά του λόγια». (μτφρ. Ν. Μωσαΐδη). Νέα Εστία,τχ. 1869 (Ιούνιος), 382-388.
Μοσκόβου, Σ. 2016. «Η ποιητική υποθήκη του Δημήτρη Άναλι», Νέα Εστία, τχ. 1869 (Ιούνιος), 395-401.
- Όλα τα αποσπάσματα από τη συλλογή Éloge de la proie (Analis 2005) και La Grèce, hors saison (Analis 1982) προέρχονται από το Βλαβιανού 2016 και είναι σε μετάφραση Νεφέλης Μωσαΐδη.
- Στη διδακτορική της διατριβή, L'Exil de James Joyce ou L'art du remplacement, η Hélène Cixous σημειώνει για τον Joyce ότι «μετατρέπει την εξορία σε μια ‘φαντασιακή ιθαγένεια’» (1968, 505).
- Με αναφορά προφανώς στο κατά Barthes “θρόισμα της γλώσσας” (1984).
- Ο Δημήτρης Καλοκύρης δίνει το παράδειγμα της λέξης ‘τεχνολογία’, την οποία ο Άναλις συνέδεε ετυμολογικά με την τέχνη, για να την ορίσει ως ‘παιδική τέχνη κ.λπ’, καταλήγοντας: «Σα να λέμε γράφει στα γαλλικά, αλλά σκέφτεται στα ελληνικά.» (2013, 56, η μετάφραση δική μου).
- Η έκφραση παραπέμπει στον Franz Kafka, που θεωρούσε τον εαυτό του «προσκεκλημένο της γερμανικής γλώσσας», κατά την έκφραση του φίλου του Max Brod, την οποία αναφέρει η Marthe Robert στην εισαγωγή της στο Ημερολόγιο του συγγραφέα (1954).
- Για τη ζωή του Άναλι και τις μείζονες αυτές συναντήσεις, βλ. Βλαβιανού 2013.