——————
Η Δ Υ Ν Η Τ Ι Κ Η Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α
——————
[ Από τον τόμο Oulipo, La Littérature potentielle (Créations Re-créations Récréations), εκδ. Gallimard 1973 ]
——————
Η Δ Υ Ν Η Τ Ι Κ Η Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α
——————
[ Από τον τόμο Oulipo, La Littérature potentielle (Créations Re-créations Récréations), εκδ. Gallimard 1973 ]
Ανοίγουμε ένα λεξικό[1] στο λήμμα «Δυνητική Λογοτεχνία». Δεν βρίσκουμε τίποτα. Ενοχλητική παράλειψη. Οι γραμμές που ακολουθούν, φιλοδοξούν, αν όχι να επιβάλουν έναν ορισμό, τουλάχιστον να ρίξουν στο τραπέζι κάποια στοιχεία, απλά ορεκτικά για να ξεγελάσουν κάπως τους πεινασμένους, μέχρις ότου έρθει το «κυρίως πιάτο», που θα μπορέσουν να το γράψουν άλλοι πιο ικανοί από μένα.
——≈≈≈——
Θυμάστε τις συζητήσεις που συνόδεψαν την επινόηση της γλώσσας; Φενακισμός, παιδαριώδεις φαντασιοκοπίες, έκπτωση της φυλής και παρακμή του κράτους, προδοσία της φύσης, επίθεση στο συναίσθημα, εγκληματικό έλλειμμα έμπνευσης· και γιατί άλλο δεν κατηγορούμε (μήπως χωρίς γλώσσα;) τη γλώσσα της εποχής;
Και η δημιουργία της γραφής και η γραμματική, φαντάζεστε, αλήθεια, ότι αυτά πέρασαν δίχως καμία διαμαρτυρία; Η πραγματικότητα είναι ότι η διαμάχη ανάμεσα στους Αρχαίους και στους Μοντέρνους[2] είναι διαρκής. Ξεκίνησε με τον Αυστραλοπίθηκο (εδώ και 1.750.000 χρόνια) και δεν θα τελειώσει παρά μαζί με την ανθρωπότητα – εκτός κι αν οι Μεταλλαγμένοι που θα τη διαδεχθούν, εξασφαλίσουν την ανάταση. Διαμάχη, ναι, αλλά ατυχέστατες οι επιλογές των ονομάτων. Αυτοί που τους λέμε Αρχαίους είναι πολύ συχνά οι σκληροπυρηνικοί απόγονοι εκείνων που στα χρόνια τους ήταν οι Μοντέρνοι· αυτοί δε οι Μοντέρνοι, αν ξαναβρίσκονταν ανάμεσά μας, θα πήγαιναν, κατά πάσα πιθανότητα, με το μέρος των ανανεωτών και θ’ απαρνούνταν τους πιστούς μιμητές τους.
Η Δυνητική Λογοτεχνία δεν είναι παρά ένα νέο λάκτισμα σ’ αυτή τη συζήτηση.[3]
——≈≈≈——
Κάθε λογοτεχνικό έργο κατασκευάζεται με αφορμή μια έμπνευση (κι αυτό τουλάχιστον ο συγγραφέας το αφήνει να φανεί), η οποία έχει την τάση να τακτοποιείται μέσα από μια σειρά δεσμεύσεις και διαδικασίες που «βγαίνουν» η μία μέσα από την άλλη σαν τις ρώσικες κούκλες: δεσμεύσεις λεξιλογικές και γραμματικές, δεσμεύσεις ρυθμιστικές για ένα μυθιστόρημα (χωρισμός σε κεφάλαια κ.λπ.) ή για την τραγωδία (η τριμερής αρχή), δεσμεύσεις γενικής στιχουργικής, απαράκαμπτες μορφικές δεσμεύσεις (όπως στην περίπτωση του ροντώ ή του σονέτου) κ.λπ.
Πρέπει να μένουμε αγκιστρωμένοι στις δοκιμασμένες συνταγές και να αρνούμαστε πεισματικά να φανταστούμε νέες φόρμουλες; Οι οπαδοί του συντηρητισμού δεν διστάζουν ν’ απαντήσουν καταφατικά. Η πίστη τους δεν στηρίζεται σε κάποια βαθιά λογική σκέψη, αλλά στη δύναμη της συνήθειας και στον εντυπωσιασμό που προκαλούν τα μεγάλα έργα (φευ!, όμως, και τα λιγότερο μεγάλα) που κατορθώθηκαν μέσα στην παραδομένη φόρμα και σύμφωνα με τους υπάρχοντες κανόνες. Κατά τον ίδιο τρόπο θα επιχειρηματολογούσαν και οι εξ απαλών ονύχων αντίπαλοι της γλώσσας, ευαίσθητοι καθώς ήταν στην ομορφιά των κραυγών, στη ζωογόνο έκφραση των αναστεναγμών και στα παρασκηνιακά βλέμματα (και δεν ζητείται εδώ από τους εραστές ν’ ανακαλέσουν).
Θα πρέπει η ανθρωπότητα να επαναπαυθεί στα δοσμένα και ν’ αρκεστεί στην παραγωγή αρχαίων στίχων με νέους τρόπους; Δεν το πιστεύουμε. Αυτό που ορισμένοι συγγραφείς έχουν εισαγάγει στον «τρόπο» τους με ταλέντο (και, ακόμα ακόμα, με ευφυΐα), άλλος περιστασιακά (επινοώντας νέες λέξεις), άλλος έχοντας συγκεκριμένες προτιμήσεις (κοντραρίμες), άλλος με επιμονή μεν αλλά προς μία και μόνη κατεύθυνση (λετρισμός), το Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας (OuLiPo) επιδιώκει να το κάνει συστηματικά, επιστημονικά και, στην ανάγκη, καταφεύγοντας για τη διαχείριση της Πληροφορίας στην ευγενή επικουρία των μηχανών.
——≈≈≈——
Ανάμεσα στις έρευνες που σκοπεύει να λανσάρει το Εργαστήριο μπορούμε να διακρίνουμε δύο κεντρικές τάσεις: η μία επιστρέφει στην Ανάλυση· η άλλη, στη Σύνθεση – αμφότερες, αξιοσέβαστες. Η αναλυτική τάση δουλεύει με έργα του παρελθόντος για ν’ αναζητήσει εκεί τις πιθανότητες που συχνά ξεπερνούν εκείνο που οι συγγραφείς τους είχαν υποψιαστεί. Ας πάρουμε ως παράδειγμα την περίπτωση του κέντρωνα,[4] η οποία θα μπορούσε, μου φαίνεται, να τονωθεί από κάποιες παρατηρήσεις που θα προέκυπταν από τη θεωρία των αλυσίδων του Μαρκόφ.[5]
Η συνθετική τάση είναι πιο φιλόδοξη. Αυτή συνιστά και τη δεσπόζουσα φωνή του OuLiPo Πρόκειται για το άνοιγμα νέων δρόμων, άγνωστων στους προγόνους μας. Ας πάρουμε ως παράδειγμα την περίπτωση των Εκατό τρισεκατομμυρίων ποιημάτων[6] ή των μπουλιανών χάι-κου.[7]
Τα μαθηματικά –συγκεκριμένα, οι αφηρημένες δομές των σύγχρονων μαθηματικών– μας προτείνουν χίλιες κατευθύνσεις για ν’ ανακαλύψουμε, ξεκινώντας είτε από την άλγεβρα (προστρέχοντας στις νέες επιταγές της σύνθεσης) είτε απ’ την τοπολογία (ζητήματα εγγύτητας, ανοίγματος ή κλεισίματος των κειμένων). Σκεφτόμαστε, επίσης, και τα αναγλυφικά ποιήματα, τα μεταποιήσιμα διά της προβολής κείμενα κ.λπ. Άλλους μεγάλους δρόμους θα μπορούσαμε να φανταστούμε ειδικά εντός του πεδίου του ειδικού λεξιλογίου (καρχαρίες, αλεπούδες, φώκιες,[8] η αλγοριθμική γλώσσα των ηλεκτρονικών υπολογιστών κ.λπ.). Θα χρειάζονταν πολλές σελίδες για ν’ απαριθμήσουμε τις πιθανότητες, άλλοτε ήδη δεξιωμένες και άλλοτε απλώς στα σκαριά.
Άλλωστε, δεν είναι εύκολη υπόθεση να μαντέψει κανείς, ξεκινώντας από την απλή παρατήρηση του σπόρου, τη νοστιμάδα ενός καινούριου φρούτου. Ας δούμε την περίπτωση των αλφαβητικών δεσμεύσεων. Στη λογοτεχνία, οι δεσμεύσεις αυτές μπορούν να οδηγήσουν στην ακροστιχίδα, η οποία δύσκολα θα αρνούμασταν ότι παρήγαγε έργα ανατρεπτικά (ας σκεφτούμε τον Βιγιόν[9] και, αρκετά πριν απ’ αυτόν, τον Ψαλμωδό και τον συγγραφέα των Θρήνων, των αποδιδόμενων στον Ιερεμία). Στη ζωγραφική μάς δίνει τον Ερμπέν,[10] κι εδώ τα πράγματα είναι ακόμη καλύτερα· στη μουσική, τη φούγκα πάνω στο όνομα B.A.C.H.,[11] και ιδού ένα έργο αξιολογότατο. Πώς οι επινοητές του αλφαβήτου θα μπορούσαν να διατυπώσουν αμφιβολίες για όλα αυτά;
Συμπερασματικά, ο ανουλιπισμός είναι ένας δρόμος προς εξερεύνηση, ενώ ο συνθουλιπισμός ένας δρόμος προς επινόηση. Από τον έναν στον άλλον υπάρχουν πολλά επιδέξια περάσματα.
——≈≈≈——
Μια λέξη, τέλος, για τις προθέσεις εκείνων των πολύ σοβαρών ανθρώπων που δίχως δεύτερη σκέψη καταδικάζουν όποιο έργο εκδηλώνει κάποια ροπή προς το αστείο.
Σε ό,τι αφορά το έργο των ποιητών, οι διασκεδάσεις, οι φάρσες και οι κατεργαριές είναι ακόμη μέρος της ποίησης. Η δυνητική λογοτεχνία παραμένει, λοιπόν, το πιο σοβαρό πράγμα του κόσμου. Όπερ έδει δείξαι.
Εργάζομαι για τους ανθρώπους που είναι πρώτα έξυπνοι και μετά σοβαροί.
P. Féval
Η ποίηση είναι μια τέχνη απλή και όλως εφαρμόσιμη. Αυτός είναι ο θεμελιώδης κανόνας που ρυθμίζει τόσο τις δημιουργικές όσο και τις κριτικές δραστηριότητες του OuLiPo. Από αυτήν την άποψη, το παρόν Δεύτερο Μανιφέστο δε σκοπεύει να τροποποιήσει τις αρχές που πρυτάνευσαν κατά τη δημιουργία του Συλλόγου μας (θα βρούμε ένα σχεδίασμα αυτών στο Πρώτο Μανιφέστο), αλλά μόνο να τις γονιμοποιήσει και να τις τονώσει. Ωστόσο, αξίζει τον κόπο να επισημάνουμε ότι εδώ και κάποια χρόνια διακρίνουμε, με αύξουσα θερμοκρασία (αναμεμειγμένη με κάποια αγωνία), έναν νέο προσανατολισμό ερευνών. Ιδού σε τι συνίσταται:
Η συντριπτική πλειονότητα των ουλιπιανών έργων που είδαν μέχρι τώρα το φως της μέρας, τοποθετούνται σε μια στρουκτουρΕλιστική ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ προοπτική (παρακαλώ τον αναγνώστη να μην μπερδέψει τον παραπάνω όρο –επινοημένο για τους σκοπούς αυτού του Μανιφέστου– με τον «στρουκτουρΑλιστική», όρο που πολλοί ανάμεσά μας αντικρίζουν με επιφύλαξη). Σ’ αυτά τα έργα, πράγματι, η προσπάθεια δημιουργίας αναφέρεται κυρίως σε όλες τις φορμαλιστικές όψεις της λογοτεχνίας: δεσμεύσεις, προγράμματα ή δομές αλφαβητικές, συμφωνικές, φωνηεντικές, συλλαβικές, φωνητικές, διαγραμματικές, προσωδιακές, ριμικές, ρυθμικές και ψηφιακές. Αντιθέτως, δεν εθίγησαν οι ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ διαστάσεις· το νόημα αφέθηκε στην καλή θέληση του εκάστοτε δημιουργού και παρέμεινε εξωτερικό προς οποιοδήποτε μέλημα δομής. Φαινόταν ευκταίο να κάνουμε ένα βήμα μπροστά, αποπειρώμενοι να θίξουμε το σημασιολογικό πεδίο και να δαμάσουμε τις έννοιες, τις ιδέες, τις εικόνες, τις συγκινήσεις και τα αισθήματα. Το εγχείρημα είναι δυσχερές, τολμηρό και, για τον ίδιο λόγο, αξιοπρόσεκτο.[12] Αν το ιστορικό κεφάλαιο του Ζαν Λεσκύρ[13] μας περιέγραψε το OuLiPo έτσι όπως είναι (και έτσι όπως ήταν), τούτη η φιλοδοξία μας το δείχνει έτσι όπως θα όφειλε να είναι.
——≈≈≈——
Η δραστηριότητα του OuLiPo και η αποστολή στην οποία είναι καθ’ υπόθεσιν προσανατολισμένο, θέτει το πρόβλημα (τα προβλήματα) της αποτελεσματικότητας και της βιωσιμότητας των τεχνητών λογοτεχνικών (και εν γένει καλλιτεχνικών) δομών.
Η αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας δομής, μ’ άλλα λόγια η (λιγότερο ή περισσότερο) σπουδαία συνδρομή που μπορεί να κομίσει σ’ έναν συγγραφέα, εξαρτάται πρώτα από τη (λιγότερο ή περισσότερο) σπουδαία δυσκολία να γράψεις κείμενα με άξονα το σεβασμό κανόνων (λιγότερο ή περισσότερο) δεσμευτικών.
Οι περισσότεροι συγγραφείς και αναγνώστες εκτιμούν (ή καμώνονται ότι εκτιμούν) πως οι ακραία δεσμευτικές δομές, όπως οι ακροστιχίδες, οι αναγραμματισμοί, το λιπόγραμμα, το παλίνδρομο ή το ολόριμο (για να μην παραπέμψουμε παρά σε πέντε ανάμεσά τους, ήδη βαπτισμένες), δεν ανήκουν παρά στην τέχνη της ακροβασίας και δεν αξίζουν τίποτα περισσότερο από ένα χαμόγελο περιφρόνησης, διότι δεν θα είχαν καμία ελπίδα να συμβάλουν στη δημιουργία αξιόλογων έργων. Καμία ελπίδα; Καμία απολύτως. Είναι μάλλον υπερβολικά βιαστικό ν’ αδιαφορήσουμε για την παραδειγματική αξία κάθε ακροβασίας. Και μόνο να καταρρίψει κανείς ένα ρεκόρ σε κάποιαν απ’ αυτές τις απαιτητικές δομές ίσως αρκεί για να δικαιώσει το έργο, ενώ η συγκίνηση που αναδίδεται από την αίσθηση του περιεχομένου συνιστά μιαν αξία που, βέβαια, μπορεί να μην είναι αμελητέα, αλλά είναι δευτερεύουσα.
Στο άλλο άκρο, εκείνο της άρνησης κάθε περιορισμού, βρίσκουμε τη λογοτεχνία-κραυγή ή, αλλιώς, τη λογοτεχνία-βορβορυγμό. Έχει κι αυτή τα δικά της διαμάντια· και τα μέλη του OuLiPo έχουν επανειλημμένα αποδείξει ότι συγκαταλέγονται στους ουκ ολίγους θαυμαστές της – τις στιγμές, φυσικά, που δεν επιδίδονται στην ιερή τους, ουλιπιανή, αποστολή.
Ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους, μια ολόκληρη γκάμα από δομές (λιγότερο ή περισσότερο) δεσμευτικές αποτέλεσε, ήδη από τη γέννηση της γλώσσας, αντικείμενο πολυάριθμων δοκιμών. Το OuLiPo έχει την ισχυρή πεποίθηση ότι μπορούμε να φανταστούμε έναν ακόμη μεγαλύτερο αριθμό.
Έστω και αν ο συγγραφέας δίνει μια κεφαλαιώδη σημασία στην έννοια του μηνύματος που σκοπεύει να παραδώσει –αυτό που είναι κοινό, ας πούμε, ανάμεσα σ’ ένα πρωτότυπο κείμενο και στη μετάφρασή του–, δεν μπορεί να μην είναι ευαίσθητος απέναντι στις δομές που χρησιμοποιεί· και, σίγουρα, δεν είναι τυχαία η υιοθέτηση μιας φόρμας έναντι μιας άλλης: ο (θαυμάσιος) δεκατρισύλλαβος στίχος αντί του αλεξανδρινού, η ανάμειξη ή ο διαχωρισμός των ειδών κ.ο.κ. Λιγότερο δεσμευτικές, αυτές οι παραδοσιακές δομές προσφέρουν στον συγγραφέα μια ευρεία γκάμα επιλογών. Μένει ανοικτό το ερώτημα εάν (και πώς) το OuLiPo θα μπορούσε να δημιουργήσει δομές ακόμη περισσότερο –ή ακόμη λιγότερο– δεσμευτικές από τις παραδοσιακές. Πάνω σε τρόπους παλιούς (αλλά και καινούριους), ο ποιητής θα είχε αρκετές πιθανότητες να φτιάξει καινούριους στίχους.
Μια τεχνητή δομή, όμως, μπορεί να είναι βιώσιμη; Έχει την παραμικρή πιθανότητα να ριζώσει στον πολιτισμικό ιστό μιας κοινωνίας και να παραγάγει φύλλα, άνθη και καρπούς; Ο ενθουσιώδης μοντερνιστής είναι βέβαιος γι’ αυτό, ο ορκισμένος παραδοσιοκράτης είναι πεπεισμένος για το αντίθετο. Και ιδού, αναδυόμενη απ’ τις στάχτες της, η καινούργια μορφή της παλαιάς διαμάχης Αρχαίων και Μοντέρνων.
Μπορούμε να συγκρίνουμε, τηρουμένων των αναλογιών, αυτό το πρόβλημα με εκείνο της σύνθεσης σε εργαστήριο ζώσας ύλης. Το ότι ποτέ δεν επιδοθήκαμε επιτυχώς σ’ αυτό δεν αποδεικνύει ότι είναι και a priori ανέφικτο. Οι αξιοσημείωτες επιδόσεις των σημερινών βιοχημικών συνθέσεων επιτρέπουν να ελπίζουμε, δίχως ωστόσο να το αποδεικνύουν, ότι θα οδηγηθούμε (και μάλιστα, γρήγορα) στην κατασκευή έμβιων όντων. Απ’ το σημείο αυτό κι έπειτα, μοιάζει λιγάκι ανώφελο να συζητούμε επί μακρόν. Το OuLiPo προτίμησε να ριχτεί στη δουλειά, δίχως βέβαια να ξεχνάει ότι η επεξεργασία λογοτεχνικών δομών είναι απείρως λιγότερο περίπλοκη και απαιτητική από τη δημιουργία ζωής.
Ιδού το ουσιαστικό. Ίσως μου επιτραπεί να στρέψω την προσοχή σ’ ένα ίδρυμα μετριοπαθές στην όψη (και μόνον στην όψη). Πρόκειται για το Ινστιτούτο Λογοτεχνικής Πρόθεσης.
Ποιος δεν ένιωσε, διαβάζοντας ένα κείμενο, ανεξαρτήτως ποιότητας, την ωφέλεια που θα μπορούσε να προκύψει αν το βελτίωνε με κάποια μόνιμα ρετουσαρίσματα; Κανένα έργο δεν διαφεύγει αυτήν την αναγκαιότητα. Η παγκόσμια λογοτεχνία στο σύνολό της θα όφειλε ν’ αποτελέσει το αντικείμενο πολυάριθμων και συνειδητών προθέσεων. Ας δώσουμε δύο σχετικά παραδείγματα, αμφότερα δίγλωσσα.
Το πρώτο προικίζεται με μιαν ανεκδοτολογική διήγηση. Ο Αλέξανδρος Δουμάς (πατήρ) επιδιδόταν μάταια σ’ ένα επίμονο φλερτ με μια πολύ όμορφη κυρία, πλην όμως παντρεμένη και (αλίμονο) ενάρετη. Όταν εκείνη του ζήτησε να της γράψει κάτι στο ημερολόγιό της, της έγραψε, εμπλουτίζοντας τον Σαίξπηρ κατά τρόπο ευτυχή: «Tibi or not to be».[14]
Θα μου επιτραπεί, για το δεύτερο παράδειγμα, να επικαλεστώ προσωπικές αναμνήσεις. Έχει πάνω από μισό αιώνα που, μαγεμένος από τα ποιήματα του Τζον Κιτς, περιπλανιόμουν στις αλέες του Βοτανικού Κήπου. Καθώς έφτασα μπροστά στο κλουβί των ζώων, δεν μπορούσα να εμποδίσω μια κραυγή (προκαλώντας, βέβαια, μια κάποια έκπληξη στους επισκέπτες): «Μια μαϊμού-ομορφιά είναι ένα παιχνιδάκι για τον χειμώνα!».[15]
Ο Λοτρεαμόν, άλλωστε, αυτό το ιδεώδες δεν προσέγγιζε όταν έγραφε: «Η λογοκλοπία είναι αναγκαία. Η πρόοδος την προϋποθέτει. Περισφίγγει τη φράση ενός συγγραφέα, υπηρετεί τις σκέψεις του, διαγράφει μια λανθασμένη ιδέα, την αντικαθιστά με τη σωστή»;
Κι αυτό με οδηγεί στο ζήτημα της λογοκλοπίας. Βλέπουμε συχνά ότι μια φόρμα, την οποία θεωρούσαμε ολότελα νεόκοπη, έχει ήδη προταθεί ή χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν· πολλές φορές, μάλιστα, και στο απώτερο. Αυτό δεν μπορούμε παρά να το αναγνωρίσουμε για όλα ανεξαιρέτως τα κείμενα, από τη στιγμή που προτείνουμε, άλλωστε, μια υπόθεση «προτερόχρονων [πρωθύστερων] λογοκλοπιών».[16] Έτσι θα αποδοθεί δικαιοσύνη, και καθένας θα έχει να λαμβάνει σύμφωνα με την αξία του.
Μπορούμε ν’ αναρωτηθούμε τι θα γινόταν αν το OuLiPo δεν υπήρχε ή εξαφανιζόταν ξαφνικά. Βραχυπρόθεσμα, θα λυπόμασταν· κάπως πιο μακροπρόθεσμα, όλα θα επέστρεφαν στην τάξη, και η ανθρωπότητα θ’ ανακάλυπτε, ψηλαφώντας, εκείνο που το OuLiPo πασχίζει να προωθήσει συνειδητά. Μοιραία, όμως, θα προέκυπτε μια κάποια πολιτισμική καθυστέρηση, την οποία και εκτιμούμε πως είναι χρέος μας να ελαττώσουμε.
ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΜΕΛΛΟΥΣΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
————————
(Ανέκδοτο κείμενο, που βρέθηκε στα κατάλοιπα τού Φρανσουά Λε Λιονέ) [17]
Εδώ κάνουμε την ανάλυση της ανάλυσης.
Évariste Galois
Η επιστημονική σκέψη είναι αυτή που δεσπόζει.
Erik Satie
Ένα πρόγραμμα κατασκευής όλων των δυνατών λογοτεχνικών δομών –το κύριο μέλημα του OuLiPo– περνάει από τρεις φάσεις που δεν θα απαιτούσαν παρά την εξάσκηση ενός συγκεκριμένου χαρίσματος[18] και για ένα διάστημα μικρότερο από την αιωνιότητα. Η πρώτη φάση θέτει ένα θεωρητικό πρόβλημα, εξίσου απλό[19] με την ανακάλυψη όλων των δυνατών μαθηματικών θεωρημάτων ή την παραγωγή όλων των δυνατών χημικών ουσιών. Η δεύτερη φάση, το ίδιο θεωρητική, επιχειρεί να εξαγάγει από τη σωρεία αυτή δομές εγνωσμένης αποτελεσματικότητας. Αναγκαστικά πρακτική, η τρίτη φάση καταπιάνεται με τη φιλοδοξία να μας οδηγήσει στο Κατώφλι του Έργου.
Όλες οι δυνητικότητες που το OuLiPo[20] φιλοδοξεί ν’ ανακαλύψει περιλαμβάνονται σ’ αυτό που ονομάζουμε Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ. Πάνω στις τυχόν αρχικές αστοχίες κατασκευάζει τη βάση των δύο πρώτων φάσεων και κομίζει ευτυχείς ιδέες σ’ εκείνους που αυτοπροαίρετα θ’ ασχοληθούν με την τρίτη φάση.
Αυτός Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ θα είναι ένα κάδρο με διπλή είσοδο: κάθε στήλη του θ’ αντιστοιχεί σε μια μαθηματική δομή, κάθε σειρά σ’ ένα λογοτεχνικό αντικείμενο. Κάθε τετραγωνάκι, λοιπόν, θα μπορούσε να οριστεί από την επίδραση μιας μαθηματικής δομής πάνω σ’ ένα λογοτεχνικό αντικείμενο. Η χάραξη των στηλών και των σειρών και το γέμισμα των τετραγώνων συγκροτούν την πρώτη φάση. Η δεύτερη φάση συνίσταται στην απόπειρα να συνδυασθούν (χάριν ορισμένων κριτηρίων τα οποία ως επί το πλείστον μένει να ανακαλυφθούν) περισσότερα τετράγωνα και να προκύψει το αποτέλεσμα αυτών των αθροίσεων: αυτό που εμείς αποκαλούμε ΟΠΛΙΣΜΟ.[21] Πρόνοια συγκρίσιμη με εκείνην της Φύσης (εμπλουτισμένη εδώ και λίγο καιρό από τους χημικούς), η οποία –ξεκινώντας από τα μόρια (τα τετραγωνάκια του ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΙΝΑΚΑ)–,[22] κατασκευάζει όλες αυτές τις αναμείξεις που είναι οι φυσικές ουσίες (και οι τεχνητές). Τα μελήματα της τρίτης φάσης αναλογούν, ασφαλώς, με εκείνα που στοιχειώνουν τους διευθυντές επιχειρήσεων: άνοιγμα σε ορισμένες αγορές, καταφυγή στις υψηλές τεχνολογίες, αποδοτικότητα.[23] Οι σελίδες που ακολουθούν ταξινομούν αυτήν την εργασία, προτείνοντας κάποια πρότζεκτ και κάποιες μεθόδους, μέσα από τον «θησαυρό» των οποίων οι υποψήφιοι για τη λογοτεχνική δημιουργία θα μπορούσαν να διαλέξουν κάποια αποδοτικά όπλα για τον κνησμό της γραφής.[24]
Ανακάλυψη, επινόηση ή ανάμειξη των δύο; Η διακριτικότητα των συγγραφέων σε ό,τι αφορά τη γέννηση των έργων[25] δεν μας αποκαλύπτει και πολλά για την παραγωγή και την πολιτογράφηση νέων οπλισμών. Ο ρόλος της ψηλάφησης, του ανακατέματος, της αποδιοργάνωσης μπορεί να ενεργοποιήσει –με τον τρόπο των καταλυτών στη θερμοδυναμική– οπλισμούς, τη γονιμότητα των οποίων μένει να εξερευνήσουν και ν’ ανακαλύψουν τα αφοσιωμένα πνεύματα. Ελλείψει δυνατότητας χειρισμού αυτής της διαδικασίας, εμείς θα εμμείνουμε στη συνειδητή, ορθολογική και πειραματική επινόηση.