Οι τρύπες στον τοίχο
Η Δώρα είναι antifa. Μένει σ’ ένα δυάρι στο Περιστέρι και για μεγάλο διάστημα δεν ήθελε να ’χουμε την παραμικρή σχέση επειδή εγώ ζω στο Κολονάκι, «στη γειτονιά των αλλοτριωμένων αστών», όπως περιφρονητικά την αποκαλεί. Σχεδόν κάθε πρόταση που λέει περιέχει τη λέξη «αλλοτρίωση»: «αλλοτρίωση του εργάτη», «αλλοτρίωση του καπιταλιστή», «αλλοτρίωση του συστήματος» και φυσικά «αλλοτρίωση των ανθρώπινων σχέσεων». Η Δώρα έχει σπουδάσει Κοινωνιολογία στο Πάντειο, σ’ αυτό το «άθλιο Ίδρυμα» που μόνο σκοπό έχει να μεταμορφώνει τους φοιτητές «σε πειθήνια, άβουλα όργανα της άρχουσας τάξης». Έσκισε το πτυχίο της και τώρα εργάζεται στην οργάνωση ΘΑΝ.Α.ΤΕ («Θάνατο στις ανεμογεννήτριες τέρατα») και το καλοκαίρι σκοπεύει να πάει στην Τήνο να εμποδίσει, με άλλα μέλη της οργάνωσης, τους «εργολάβους της καταστροφής να θέσουν σε εφαρμογή το εγκληματικό τους σχέδιο». Στους τοίχους του δωματίου της έχει κρεμάσει πορτρέτα του Μαρξ, του Λένιν και του Τσε. Οι τρύπες στον τοίχο είναι από πορτρέτα του Στάλιν, του Μάο και του Κάστρο τα οποία κατέβασε μόλις κατάλαβε ότι τελικά δεν ήταν παρά «εχθροί της επανάστασης». (Η αλήθεια είναι ότι δεν τη ρώτησα πότε το κατάλαβε αυτό κι έχω μείνει με την απορία). Η Δώρα είναι επίσης φανατική αναγνώστρια, αλλά δεν διαβάζει, όπως εγώ, τα «σκουπίδια που παράγει ο καπιταλισμός». Αυτή την εποχή μελετάει τα βιβλία, Η κριτική της καθημερινής ζωής του Λεφέβρ και τους Μεγάλους αναρχικούς της Ruth Kinna και του Clifford Harper και την έχει συνεπάρει η μορφή της Voltairine de Cleyre — «η πιο αυθεντική αναρχική, πιο σπουδαία και από τη μεγάλη Emma Goldman». Φυσικά η Δώρα είναι κατά του γάμου, κατά της θρησκείας, κατά της οικογένειας, κατά του εθνικισμού, κατά της εκμετάλλευσης, κατά της τεχνολογίας, κατά του αμερικανικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού [αυτό σημαίνει Coca Cola, Netflix, Ζούκερμπεργκ, Φίλιπ Ροθ («ελεεινός φαλλοκράτης»), κλπ.], κατά του ρατσισμού, κατά της νέο-αποικιοκρατίας, κατά της παγκοσμιοποίησης, κατά της πατριαρχίας, κατά του σοβινισμού, κατά των μεταλλαγμένων τροφίμων, κατά των ζωολογικών κήπων και, όπως επαναλαμβάνει εμφατικά, κατά της μονογαμίας. Ακούει φανατικά Παπακωνσταντίνου (Θανάση), Πετρολούκα Χαλκιά και ρεμπέτικα («ποτέ νέο-ορθόδοξους τροβαδούρους») και τρώει κανονική ελληνική χωριάτικη, όχι αυτές τις αηδίες με τον «αφρό φέτας» και τις «νιφάδες παρμεζάνας» που απολαμβάνουν οι γελοίοι νεόπλουτοι στα διάφορα «Nammos». Μένω έκπληκτος με τις γνώσεις της Δώρας. Με την ίδια άνεση που, αν και άθεη, περιγράφει τη ζωή του Αγίου Αντωνίου των Σπηλαίων και μνημονεύει αποσπάσματα από τους σαράντα εννέα πανηγυρικούς του Αγίου Ανδρέα Κρήτης, έτσι μπορεί να αναλύει, επί ώρες τις κοινωνικοπολιτικές επιπτώσεις της επέλασης των Ρώσων ολιγαρχών στα ελληνικά νησιά, καθώς και τους λόγους που η «Αραβική Άνοιξη» κατέληξε σε φιάσκο.
Το ομολογώ: είμαι ερωτευμένος με τη Δώρα. Εκτός από τα αναρίθμητα χαρίσματά της, με πρώτο-πρώτο το «αγωνιστικό της φρόνημα», είναι και πανέμορφη. Ψιλή, με σφιχτοδεμένο, αθλητικό σώμα (κάνει πιλάτες δυο φορές την εβδομάδα και γιόγκα με πανιά άλλες δύο), μεγάλα γαλάζια μάτια και πυκνά, κυματιστά μαύρα μαλλιά. Το καλοκαίρι το πρόσωπό της γεμίζει φακίδες, κάτι που την κάνει ακόμη πιο ελκυστική. Ξέρω ότι αυτή η σύγκριση δεν θα της άρεσε, αλλά μοιάζει φοβερά με την Isabelle Adjani, ηθοποιό με την οποία ήμουν επίσης για χρόνια ερωτευμένος. Η σχέση μας όμως έχει ένα βασικό πρόβλημα. Το ανέφερα ήδη: η Δώρα είναι κατά της μονογαμίας. Τη θεωρεί θεσμό αναχρονιστικό που επέβαλαν στους ανθρώπους οι διάφορες θρησκείες που φυσικά ιδρύθηκαν από άντρες. «Υπάρχει τίποτα πιο αφύσικο από το ‘ου μοιχεύσεις’», λέει κάθε φορά που κάποιος τολμάει να αναφερθεί στο ζήτημα. Εγώ από την άλλη είμαι μονογαμικός. Δεν αντέχω στη σκέψη να μοιράζομαι τη Δώρα με άλλους άντρες και να την φαντάζομαι να κάνει έρωτα μαζί τους – να βγάζει κραυγές ηδονής μπλεγμένη μέσα στα δυνατά, γεμάτα τατουάζ χέρια τους. Προχθές την ώρα που τρώγαμε στο μικρό της μπαλκόνι αποφάσισα να θέσω τον δάκτυλον επί των τύπων των ήλων.
«Αν θέλεις να συνεχίσουμε να είμαστε μαζί θα πρέπει να μη κοιμάσαι με άλλους», είπα.
«Κι αναρωτιόμουν; Είναι δυνατόν ο Τόλης να μη κρύβει έναν φαλλοκράτη μέσα του με τη μάνα που έχει;»
«Τι έχει η μάνα μου;» είπα
«Έλα τώρα! Κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις!» είπε
«Όχι δεν καταλαβαίνω» είπα.
«Μέχρι και το καρπούζι καθαρισμένο στο φέρνει στο τραπέζι μη τυχόν και πνιγεί ο κανακάρης της με τα κουκούτσια» είπε.
«Τι πρόβλημα έχεις με την αγάπη μιας μάνας προς το παιδί της;» είπα. «Επειδή οι δικοί σου γονείς είναι σκορποχώρι θεωρείς ότι όλοι μεγάλωσαν όπως εσύ;»
«Οι γονείς σου μένουν μαζί επειδή η μάνα σου είναι οικονομικά εξαρτημένη από τον φαλλοκράτη πατέρα σου. Είναι κλασική περίπτωση αλλοτριωμένης γυναίκας» είπε.
«Ενώ η δική σου με τους τρεις γάμους της και τους τριάντα εραστές είναι καλύτερη;» είπα.
«Σαφέστατα. Η μάνα μου ζει στο φως, όχι στη σκιά, όπως η δική σου» είπε.
«Τότε γιατί είναι δυστυχισμένη, ενώ η δική μου είναι ευτυχισμένη;» είπα.
«Μόνο οι ελεύθεροι, συνειδητοποιημένοι άνθρωποι έχουν το προνόμιο να νιώθουν δυστυχισμένοι» είπε. «Οι χαζοί, ποτέ».
«Α! Η μάνα μου επομένως είναι χαζή;» είπα.
«Προφανώς!» είπε. «Ιδού το αποτέλεσμα!»
«Δηλαδή θα ήμουν καλύτερος αν σε άφηνα να πηδιέσαι με όποιον σου κάνει κέφι;» είπα.
«Και μόνο η χρήση της λέξης «πηδιέσαι» δείχνει το πρόβλημά σου. Πόσο συμπλεγματικός είσαι» είπε.
«Συμπλεγματικός;» είπα.
«Συγχέεις τον έρωτα με την κτητικότατα, κι αυτό επειδή είσαι ανασφαλής» είπε. «Θέλεις η γυναίκα να σου ανήκει, να μπορείς να ελέγχεις κάθε τι που την ευχαριστεί. Φοβάσαι, τρέμεις τη σύγκριση. Μήπως κάποιος άλλος μπορεί να την ικανοποιήσει περισσότερο από σένα».
«Και μπορεί;» είπα.
«Εσύ τι λες;» είπε.
«Πως μπορώ να ξέρω;» είπα.
«Αχ Τόλη, Τόλη» είπε. «Βούτα το κριθαρένιο ψωμάκι σου στη σαλάτα. Έχω χρησιμοποιήσει ελαιόλαδο που παράγεται αποκλειστικά από ελαιόκαρπο μιας σοδειάς. Κατασταλάζει και αποθολώνεται με τη μέθοδο της φυσικής καθίζησης, χωρίς τεχνικές διαδικασίες».
«Είδες! Κι εσύ προτιμάς την αποκλειστικότητα!» είπα.
«Τι εννοείς;» είπε.
«Μα μόλις ανέφερες ότι το λάδι σου είναι από ελαιόκαρπο μ ι α ς σοδειάς» είπα, προφέροντας το «μιας» πιο δυνατά.
«Ναι, αλλά υπάρχουν πολλοί παραγωγοί», είπε. «Δεν αγοράζω μόνο από έναν».
«Πάντως αυτό το λάδι είναι εξαιρετικό» είπα.
«Το ξέρω» είπε. «Αυτό λένε και οι άλλοι άντρες».
«Βουτάνε και αυτοί το κριθαρένιο ψωμί στη σαλάτα;» είπα.
«Λαίμαργα» είπε.
«Είναι αλλοτριωμένοι όπως εγώ;» είπα.
«Απόλυτα» είπε. «Μόνο αυτοί μου αρέσουν».
«Ζήτω η αλλοτρίωση!» είπα, καθώς μια μεγάλη σταγόνα λαδιού έσταξε στο παντελόνι μου.