Ανθρώπων μύθοι

Ανθρώπων μύθοι

 

Γρη­γό­ρης Τε­χλε­με­τζής, Μυ­θο­λο­γή­μα­τα και έντε­κα πλην ένα μι­κρά πε­ζά, Κέ­δρος 2021

——————

Η σύγ­χρο­νη πε­ζο­γρα­φι­κή πα­ρα­γω­γή έχει να επι­δεί­ξει μια πλη­θώ­ρα δια­φο­ρε­τι­κών με­τα­ξύ τους φω­νών και συγ­γρα­φι­κών κα­τευ­θύν­σε­ων, έτσι που να κα­θί­στα­ται μάλ­λον δύ­σκο­λη η κα­τη­γο­ριο­ποί­η­ση και η έντα­ξη κα­θε­μιάς από αυ­τές σε οριο­θε­τη­μέ­νες, δια­κρι­τές ομά­δες ή ομα­δο­ποι­ή­σεις. Συμ­βαί­νει μά­λι­στα το εξής αξιο­ση­μεί­ω­το. Εί­ναι τέ­τοια η επί­δο­ση των συγ­γρα­φέ­ων στη δο­κι­μή και την δο­κι­μα­σία σε νέ­ους, κά­θε φο­ρά, τρό­πους και τό­πους γρα­φής που, ακό­μα και μέ­σα στο λο­γο­τε­χνι­κό σύ­μπαν ενός και μό­νο συγ­γρα­φέα, μπο­ρεί να συ­να­ντή­σει κα­νείς εντε­λώς δια­φο­ρο­ποι­η­μέ­νες προ­σεγ­γί­σεις, τό­σο ως προς τα θέ­μα­τα, όσο και ως προς τη λε­κτι­κή έκ­φρα­ση και τη συν­θε­τι­κή πρά­ξη και πρα­κτι­κή. Κά­τι τέ­τοιο μπο­ρεί να δια­πι­στώ­σει κα­νείς και στην πε­ρί­πτω­ση του Γρη­γό­ρη Τε­χλε­με­τζή με αφορ­μή την τέ­ταρ­τη κα­τά σει­ρά πε­ζο­γρα­φι­κή του από­πει­ρα που κυ­κλο­φο­ρεί υπό τον τί­τλο Μυ­θο­λο­γή­μα­τα και έντε­κα πλην ένα μι­κρά πε­ζά. Ήδη, από τη φρά­ση αυ­τή του τί­τλου, μπο­ρεί κα­νείς να εξά­γει κά­ποια πρώ­τα συ­μπε­ρά­σμα­τα σχε­τι­κά με αυ­τό που απο­τέ­λε­σε την πρώ­τη ύλη του συγ­γρα­φέα, αλ­λά και σχε­τι­κά με το κα­λού­πι το οποίο επέ­λε­ξε για τη δό­μη­ση και το στή­σι­μο των ιστο­ριών του. Πιο συ­γκε­κρι­μέ­να, το πρώ­το μι­σό πε­ρί­που του βι­βλί­ου κα­τα­λαμ­βά­νουν έξι ιστο­ρί­ες με ήρω­ες πρό­σω­πα της αρ­χαί­ας ελ­λη­νι­κής ιστο­ρί­ας και μυ­θο­λο­γί­ας οι οποί­ες προ­τεί­νουν και προ­κρί­νουν μια δια­φο­ρε­τι­κή οπτι­κή πά­νω στον βίο και τη δρά­ση τους, αλ­λά και πά­νω στην ίδια τη φυ­σιο­γνω­μία τους, μια οπτι­κή πιο αν­θρώ­πι­νη, πε­ρισ­σό­τε­ρο γή­ι­νη που τους φέρ­νει κο­ντά στα δε­δο­μέ­να και τα μέ­τρα της κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας, τους κά­νει να προ­σι­διά­ζουν σε απλούς, κα­θη­με­ρι­νούς αν­θρώ­πους με τα πά­θη, τις αδυ­να­μί­ες, τις ανό­δους και τις πτώ­σεις τους, ηθι­κές και ψυ­χο­λο­γι­κές. Έτσι, μπο­ρεί κα­νείς να συ­να­ντή­σει τον Σί­συ­φο, τον Λή­θιο τον Κυ­νι­κό, την Ξαν­θίπ­πη και τον Σω­κρά­τη, τον Ησί­ο­δο, τον Λα­έρ­τη να συ­μπε­ρι­φέ­ρο­νται και να δρουν κα­τά τέ­τοιο τρό­πο, ώστε να εξι­σώ­νο­νται και να εξο­μοιώ­νο­νται με τον λε­γό­με­νο μέ­σο άν­θρω­πο ο οποί­ος μά­λι­στα πα­ρου­σιά­ζε­ται σε μια πιο ανά­λα­φρη, πιο δια­σκε­δα­στι­κή εκ­δο­χή, κα­θώς συλ­λαμ­βά­νε­ται σε στιγ­μές προ­σω­πι­κές, ταυ­τό­χρο­να όμως άκρως αντι­προ­σω­πευ­τι­κές των στιγ­μών που συν­θέ­τουν το έθος και τη ζωή κά­θε αν­θρώ­που.
Εί­ναι μια βα­θιά αν­θρω­πο­κε­ντρι­κή και αν­θρω­πο­γνω­στι­κή θε­ώ­ρη­ση αυ­τή που αντι­κρί­ζει στα με­γά­λα ονό­μα­τα του μύ­θου και της ιστο­ρί­ας την αφορ­μή να μι­λή­σει, να φω­τί­σει και να ξε­σκε­πά­σει την αν­θρώ­πι­νη φύ­ση, έτσι όπως αυ­τή μπο­ρεί να έχει κα­λυ­φθεί κά­τω από το πέ­πλο της υστε­ρο­φη­μί­ας, μέ­σα στην αχλή της ανα­γνω­ρι­σι­μό­τη­τας. Ο Τε­χλε­με­τζής δεν φέρ­νει απλώς και μό­νο κο­ντά στον ανα­γνώ­στη του τις μορ­φές εκεί­νες που μνη­μεί­ω­σε ο χρό­νος, αλ­λά τις σαρ­κώ­νει κα­τά τέ­τοιον τρό­πο ώστε να τις απο­μυ­θο­ποι­ή­σει, να τις κά­νει να εξέλ­θουν από το δύ­σκαμ­πτο και δυ­σκί­νη­το πλαί­σιο του πα­ρελ­θό­ντος για να απο­τε­λέ­σουν μια κα­λή ευ­και­ρία και αφορ­μή ανα­λο­γι­σμού και συ­νει­δη­το­ποί­η­σης ότι με τον ίδιο τρό­πο που οι μορ­φές αυ­τές μπο­ρούν να ακο­λου­θή­σουν μια πο­ρεία από τα δυ­σθε­ώ­ρη­τα ύψη στα οποία έχουν ανέλ­θει προς ένα πε­ρισ­σό­τε­ρο ρε­α­λι­στι­κό πε­δίο, έτσι και ο άν­θρω­πος μπο­ρεί αντι­στοί­χως να ανέλ­θει, να απο­σπα­στεί από το έδα­φος της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας και να χα­ρά­ξει μια δια­δρο­μή προς τον μύ­θο, να σφρα­γί­σει με την πα­ρου­σία και το έρ­γο του το αν­θρώ­πι­νο γί­γνε­σθαι. Πρό­κει­ται για μια θαρ­ρα­λέα πα­ρα­δο­χή του τρό­που με τον οποίο εί­ναι δο­μη­μέ­νη η αν­θρώ­πι­νη ύπαρ­ξη, ως πραγ­μά­τω­ση και ενέρ­γεια, ως δύ­να­μη και δυ­να­μι­κή, απο­τε­λού­με­νη από σάρ­κα, με ό, τι αυ­τή συ­νε­πά­γε­ται, και όρα­μα, εμ­φο­ρού­με­νη από δια­θέ­σεις και ρο­πές χθα­μα­λές και υψη­λές ταυ­τό­χρο­να.
Το δεύ­τε­ρο μι­σό του βι­βλί­ου κα­τα­λαμ­βά­νει μια σει­ρά μι­κροϊ­στο­ριών που επι­κε­ντρώ­νο­νται στη σχέ­ση που ανα­πτύσ­σει ένας χα­ρα­κτή­ρας με την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και τις συ­νι­στώ­σες της. Πα­ρό­λο που οι ιστο­ρί­ες και οι ήρω­ες μοιά­ζουν δια­φο­ρε­τι­κοί με­τα­ξύ τους, τό­σο ως προς τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, όσο και ως προς την εξέ­λι­ξη τους, στην ου­σία απο­τε­λούν τις ψη­φί­δες ενός ψη­φι­δω­τού που στό­χο έχει να απο­τυ­πώ­σει την αν­θρώ­πι­νη ψυ­χο­σύν­θε­ση, όπως αυ­τή δια­μορ­φώ­νε­ται από τις κα­τα­στά­σεις και τις πα­ρά­δο­ξες, ανοί­κειες, αδια­νό­η­τες πολ­λές φο­ρές εκ­φάν­σεις του αν­θρώ­πι­νου βί­ου. Εί­ναι αι­σθη­τή και εδώ η διά­θε­ση και η τά­ση του συγ­γρα­φέα να πλη­σιά­σει τον άν­θρω­πο, να ενα­γκα­λι­στεί τις αδυ­να­μί­ες και να τις ενα­πο­θέ­σει μέ­σα στα αφη­γη­μα­τι­κά αυ­τά κεί­με­να τα οποία μοιά­ζουν να λει­τουρ­γούν απο­συμ­φο­ρη­τι­κά και απο­λυ­τρω­τι­κά, απαλ­λάσ­σο­ντας τον άν­θρω­πο από το βά­ρος μιας κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας και μιας ζω­ής που μοιά­ζει να τον συν­θλί­βει. Δεν εί­ναι τυ­χαίο ότι πολ­λά από αυ­τά κλεί­νουν με τη ρη­τή και βέ­βαιη κα­τά­φα­ση του ήρωα στη ζωή, με τη συμ­φι­λί­ω­ση του με τον εαυ­τό του και τον κό­σμο. Η πυ­ρη­νι­κή μορ­φή τους, άλ­λω­στε, ει­κο­νο­ποιεί και κα­θρε­φτί­ζει τη δύ­να­μη της στιγ­μής ή, κα­λύ­τε­ρα, της ελά­χι­στης διάρ­κειας που απαι­τεί η με­τα­στρο­φή της ψυ­χο­λο­γί­ας, η αλ­λα­γή στην οπτι­κή και την απο­τί­μη­ση, διάρ­κεια η οποία ταυ­τί­ζε­ται ιδα­νι­κά με τον χρό­νο ανά­γνω­σης και πρό­σλη­ψης της λο­γο­τε­χνί­ας η οποία, εν τέ­λει, υπη­ρε­τεί και προ­ά­γει αυ­τήν τη με­τα­στρο­φή και τη με­τα­μόρ­φω­ση.

 

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: