Το κουκούτσι της ελιάς

Το κουκούτσι της ελιάς


Κατ’ αρ­χάς θα ήθε­λα να ζη­τή­σω συγ­γνώ­μη από τη Μά­τση, για­τί την έχω συ­στή­σει κι εγώ, σε αν­θρώ­πους που δεν την ήξε­ραν, ανα­φέ­ρο­ντας πλάι στην ποι­η­τι­κή της ιδιό­τη­τα τα ονό­μα­τα των διά­ση­μων ερα­στών της (Εμπει­ρί­κος, Κα­στο­ριά­δης, Χα­βιέρ Βι­λα­τό). Θα μπο­ρού­σε να μου εί­χε πει, όπως και στον Στά­θη Τσα­γκα­ρου­σιά­νο που της πή­ρε μιαν εξαι­ρε­τι­κή συ­νέ­ντευ­ξη δύο χρό­νια πριν πε­θά­νει, «βλέ­πω ότι έχε­τε φαλ­λο­κρα­τι­κή αντί­λη­ψη για την αξία μιας γυ­ναί­κας». Ήταν ανέ­κα­θεν δύ­σκο­λο να ξε­χω­ρί­σεις το έρ­γο αυ­τής της σπου­δαί­ας ποι­ή­τριας από τα βιώ­μα­τά της, πό­σο μάλ­λον όταν η ίδια πο­τέ δεν αρ­νή­θη­κε ότι η ζωή της έτρε­φε το έρ­γο της και ότι οι έρω­τές της, ιδί­ως η σχέ­ση της με τον Εμπει­ρί­κο, έπαι­ξαν κα­θο­ρι­στι­κό ρό­λο στην καλ­λι­τε­χνι­κή της εξέ­λι­ξη. Φα­ντά­ζο­μαι ότι και ο Χα­τζι­δά­κις πο­λύ κα­λο­προ­αί­ρε­τα εί­χε μι­λή­σει για μια «γυ­ναι­κεία ποί­η­ση, όλο πα­ρα­φο­ρά» και ότι εν γέ­νει ο δρό­μος προς την μυ­θο­ποί­η­ση της Μά­τσης Χα­τζη­λα­ζά­ρου εί­ναι στρω­μέ­νος με πολ­λών κα­λών αν­θρώ­πων τις κα­λές προ­θέ­σεις. Μό­νο που έτσι κιν­δυ­νεύ­ου­με, αντι­μέ­τω­ποι με ένα pop icon της ποι­ή­σε­ως, να λη­σμο­νή­σου­με, όχι τό­σο τα ποι­ή­μα­τα, όσο αυ­τά που εκό­μι­σε εις την τέ­χνη η συγ­γρα­φέ­ας τους και μά­λι­στα σε μια επο­χή κα­τά την οποία οι άν­δρες συ­νά­δελ­φοί της διεκ­δι­κού­σαν τα πρω­τεία στην αρέ­να του μο­ντερ­νι­σμού. Μι­λώ για κα­τα­κτή­σεις που δεν εί­μαι διό­λου σί­γου­ρη ότι θα ΄πρε­πε να πι­στω­θούν στο φύ­λο της, όπως η απαλ­λα­γή απ’ το πε­ριτ­τό, η βα­σα­νι­στι­κή ανα­ζή­τη­ση της σω­στής λέ­ξης, το φαι­νο­με­νι­κά λι­τό ποι­η­τι­κό από­σταγ­μα μιας πλού­σιας εμπει­ρί­ας, όταν το ποί­η­μα υπο­βάλ­λε­ται στη δο­κι­μα­σία των πολ­λα­πλών διορ­θώ­σε­ων και αφαι­ρέ­σε­ων, αυ­τό που η ίδια τό­σο ωραία πε­ριέ­γρα­ψε σαν «το κου­κού­τσι της ελιάς».[1] Η Μά­τση πέ­τα­ξε την ομοιο­κα­τα­λη­ξία εξί­σου φυ­σι­κά όπως θα πε­τού­σε κι ένα πα­νω­φό­ρι μια ζε­στή κα­λο­και­ρι­νή μέ­ρα. Έζη­σε πλάι στους υπερ­ρε­α­λι­στές και όμως έγρα­ψε με μια ολό­δι­κή της μο­ντέρ­να φω­νή που δεν μι­μή­θη­κε κα­νέ­ναν. Συγ­χώ­ρε­σέ μας λοι­πόν, Μά­τση, που σε σέ­να εί­δα­με πρώ­τα τη γυ­ναί­κα και με­τά την ποι­ή­τρια. Συγ­χώ­ρε­σέ με κι εμέ­να, που από αγά­πη, σε απο­κα­λώ εδώ και τρεις δε­κα­ε­τί­ες, με το μι­κρό σου όνο­μα.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: